Στα άκρα αναμένεται να οδηγηθεί η κόντρα κυβέρνησης και αντιπολίτευσης με αφορμή την πρόταση δυσπιστίας που αναμένεται να καταθέσει σήμερα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
«Ο πόλεμος μόλις άρχισε», διαμηνύει προς κάθε κατεύθυνση του Μέγαρο Μαξίμου και γίνεται σαφές ότι δεν σηκώνει απλώς το γάντι για την πρόταση δυσπιστίας. Συνάμα διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι θέλει να διαλύσει τις συνθήκες πολιτικής ανωμαλίας που επιχειρείται να δημιουργηθούν, από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.
Τα στελέχη της Ηρώδου Αττικού αλλά και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε αυτήν την μετωπική σύγκρουση θα υπερασπιστούν τη δημοκρατική νομιμοποίηση της νωπής λαϊκής ετυμηγορίας και το πολίτευμα, το οποίο όπως κατήγγειλε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, Στέφανος Κασσελάκης και Νίκος Ανδρουλάκης, υπονομεύουν ανοιχτά και από κοινού. «Δεν θα αφήσουμε ούτε σπιθαμή σε επαγγελματίες λασπολόγους, πολιτικάντηδες, ανώνυμους «κουκουλοφόρους» του διαδικτύου, να αμφισβητήσουν την λαϊκή βούληση. Είναι η ώρα να αναλάβουν όλοι τις ευθύνες τους και να τοποθετηθούν ευθέως», ήταν μια από τις εκφράσεις που εκτόξευσε ο κ. Μαρινάκης. Στη ΝΔ επιμένουν να μιλούν για ανίερη συμμαχία προκειμένου ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ να «αμαυρώσουν ακόμη και αυτή καθαυτή την πεμπτουσία της Δημοκρατίας».
Η κυβέρνηση, χωρίς περιστροφές, ρίχνει τους προβολείς στα αίτια αυτής της αντιδημοκρατικής στρατηγικής, από τον Νίκο Ανδρουλάκη και τον Στέφανο Κασσελάκη: «Πιθανόν το κάνουν προεξοφλώντας αυτό που έρχεται, μια νέα εκλογική ήττα δηλαδή. Αλλά αυτό αφορά εκείνους και το κοινό τους. Αυτό που αφορά όλους μας είναι ότι αδιαφορούν αν στην προσπάθεια να πλήξουν την Κυβέρνηση, οδηγούν στην απαξίωση της Δημοκρατίας μας», ανέφερε ο Παύλος Μαρινάκης.
Η κυβέρνηση λοιπόν ετοιμάζεται για ένα καυτό τριήμερο στη Βουλή για έναν πόλεμο μέχρις εσχάτων με τη μείζονα και την ελάσσονα αντιπολίτευση χωρίς να αφήνει αναπάντητα fake news και σενάρια συνωμοσίας γύρω από τα αίτια της τραγωδίας των Τεμπών, που πληγώνει όλους τους Έλληνες.
Στόχος είναι να μην πέσει τίποτα κάτω και να μην αφήσει να καλλιεργούνται ανυπόστατες (όπως λένε στο Μ.Μ.) θεωρίες περί «μονταζιέρας» προκειμένου να αναδειχθεί, υποτίθεται, ο ρόλος του ανθρώπινου παράγοντα στο τραγικό δυστύχημα. «Γιατί ο ρόλος αυτός είναι, δυστυχώς, προφανής και έχει αποδειχθεί από όλα τα έως τώρα στοιχεία. Μαζί, βεβαίως, με μία σειρά και από άλλες πτυχές, τις οποίες ερευνά η δικαιοσύνη», όπως λένε από το Μαξίμου. Διαπιστευτήρια αυτής της τακτικής δόθηκαν με τη δημοσιοποίηση των επίσημων εγγράφων της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία ξεκαθάρισε ότι έχει διαβιβάσει ακέραιο το σύνολο των ηχητικών καταγραφών του ΟΣΕ στις ανακριτικές αρχές ώστε να διεξάγουν με αποτελεσματικό τρόπο την έρευνα τους για την αναζήτηση της αλήθειας. Εξού και το μήνυμα του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι σε τέτοιες στιγμές, απαιτείται από όλους σεβασμός στην αλήθεια, ειλικρίνεια στο πένθος και εμπιστοσύνη στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη: «Δεν έχουν θέση θεωρίες συνωμοσίας, δηλητηριώδεις φήμες και εύκολοι εντυπωσιασμοί. Και σε αυτήν την προσπάθεια σοβαρή ευθύνη έχουν και τα μέσα ενημέρωσης», ανέφερε ο Παύλος Μαρινάκης, κάνοντας λόγο για στρατηγικές πολιτικής ανυποληψίας και επικίνδυνης για τη δημοκρατία, κομματικής φαιδρότητας.
Την ίδια ώρα στο Μέγαρο Μαξίμου την πρόταση δυσπιστίας που αναμένεται να κατατεθεί σήμερα στη βουλή, με πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ την εκλαμβάνουν ως μία ακόμα ευκαιρία να εξέλθει πολιτικά ακόμα πιο δυνατή η κυβέρνηση αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης. Μία πρόταση, που μετά βεβαιότητας ο πρωθυπουργός θα μετατρέψει σε παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, μόλις δυόμισι μήνες πριν τις Ευρωκάλπες της 9ης Ιουνίου. Για το κυβερνητικό επιτελείο είναι σαφές ότι όσο πιο τυφλά και διχαστικά αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ –ΚΙΝΑΛ που διαγκωνίζονται για τη δεύτερη θέση, τόσο ενδυναμώνουν το ηγετικό προφίλ του Κ. Μητσοτάκη, ο οποίος παραμένει ο ικανότερος πρωθυπουργός και έχει ως μοναδικό αντίπαλο «τον κανέναν», και όχι τον κ. Κασσελάκη ή τον κ. Ανδρουλάκη.
Η κυβέρνηση έχει την δυνατότητα να μετατρέψει την πρόταση δυσπιστίας σε πρόταση εμπιστοσύνης και όπως επιβεβαιώνουν κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, είναι βέβαιο ότι θα ασκήσει τη δυνατότητά της αυτή. Και σε αυτή την περίπτωση διεξάγεται η ίδια διαδικασία. Η συζήτηση στη Βουλή θα διαρκέσει τρεις μέρες. Στην διάρκεια των δύο πρώτων ημερών θα μιλήσουν όλοι οι υπουργοί και την τρίτη μέρα οι πολιτικοί αρχηγοί.