Λέξη προς λέξη: Ως μια τελευταία απόπειρα να διασώσει τον γάμο της και να επαναφέρει την οικογενειακή ειρήνη περιέγραψε στις ανακριτικές Αρχές το καρτέρι θανάτου που έστησε το πρωινό της 20ής Ιανουαρίου η 39χρονη Παναγιώτα Ρέμπελου στον 44χρονο Αθανάσιο (Σάκη) Νικολάου έξω από το σπίτι του στα Λουκίσια Χαλκίδας
Ολόκληρη η απολογία και το απολογητικό υπόμνημα της 39χρονης δολοφόνου του Σάκη.
Τι ισχυρίσθηκε για τον φερόμενο «βιασμό» της από το θύμα το 2008, τα άγνωστα τηλεφωνήματα στον σύζυγό της και την απόπειρα να… επιτύχει οικογενειακή ειρήνη.
Οι καταθέσεις του συζύγου της, του αυτόπτη μάρτυρα και της γυναίκας του θύματος
Απολογούμενη, μέσω υπομνήματος αλλά και προφορικά, ενώπιον των ανακριτικών Αρχών, την περασμένη Τετάρτη, η δράστιδα του ειδεχθούς εγκλήματος αρνήθηκε ότι η ανθρωποκτονία ήταν προμελετημένη, ισχυριζόμενη ότι το μόνο που ήθελε ήταν να εκφοβίσει το θύμα και να το αναγκάσει να παραδεχτεί ενώπιον του συζύγου της ότι τον Οκτώβριο του 2008 ουσιαστικά την «βίασε», εκμεταλλευόμενος την ευάλωτη θέση της και το ότι είχε καταναλώσει αλκοόλ!
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, το ένοχο μυστικό για την «κακοποίηση» που υπέστη λίγο πριν από τον γάμο της γνωστοποιήθηκε στον σύζυγό της το 2011 και έκτοτε η ζωή της μετατράπηκε σε κόλαση.
Η ίδια ισχυρίστηκε ότι πίσω από τη συγκεκριμένη διαρροή (η οποία επαναλήφθηκε το 2021) ήταν το θύμα, υποστηρίζοντας ότι την προηγούμενη νύχτα του φονικού σημειώθηκε ένα ακόμη επεισόδιο μεταξύ εκείνης και του συζύγου της, κάτι που την τσάκισε ψυχολογικά με αποτέλεσμα να την οδηγήσει το πρωινό της 20ής Ιανουαρίου έξω από το σπίτι του Σάκη.
Σημειώνεται ότι η απολογία της κατηγορούμενης, η οποία κρίθηκε προσωρινά κρατούμενη ενώ ζητεί και διενέργεια ψυχιατρικής εξέτασης υποστηρίζοντας ότι έπασχε από άγχος και κατάθλιψη, παρουσιάζει πολλά κενά.
Η πλευρά του θύματος ισχυρίζεται ότι η δράστιδα (με τα δύο κουζινομάχαιρα) είχε εμμονή με τον 44χρονο, κάτι που η ίδια αρνείται πεισματικά. Τον ισχυρισμό της για εξωσυζυγική –έστω και εφήμερη– σχέση με τον Νικολάου επιβεβαιώνει και ο σύζυγος της 39χρονης, ο οποίος στην κατάθεσή του ανέφερε ότι το είχε πληροφορηθεί από το 2011.
«Δεν είχα ερωτική εμμονή»
«…Δεν είχα προμελετήσει να σκοτώσω τον Αθανάσιο Νικολάου, δεν διατηρούσα ερωτικό δεσμό μαζί του, δεν υπήρχε καμία ερωτική επιθυμία ή ερωτική εμμονή προς το πρόσωπό του και βεβαίως ουδέποτε τον καταδίωξα, τον παρενόχλησα σεξουαλικά ή τον παρακολούθησα στην ιδιωτική του ζωή.
Έχω μετανιώσει για την πράξη που τέλεσα και θέλω να ζητήσω συγγνώμη από τους οικείους του για τον πόνο που τους προκάλεσα, από τους γονείς και τους αδερφούς μου και τέλος από τον σύζυγο και τα παιδιά μου, που τους αφήνω μόνους τους, στενοχωρημένους και ντροπιασμένους… Σκοπός μου δεν ήταν να τον σκοτώσω αλλά να τον απειλήσω-φοβίσω, υποχρεώνοντάς τον να πάμε στον σύζυγο μου και να του εξηγήσει πότε και με ποιο τρόπο συνευρεθήκαμε ερωτικά και να σταματήσει να με διαβάλλει σε τρίτους για την προ ετών μεταξύ μας συνεύρεση.
Όταν τον συνάντησα και αρνήθηκε για άλλη μία φορά να αναλάβει τις ευθύνες του διευκρινίζοντας στον σύζυγό μου τι είχε συμβεί στο παρελθόν μεταξύ μας, κρατώντας το μαχαίρι για εκφοβισμό, ένιωσα για άλλη μια φορά ντροπιασμένη και ατιμασμένη και ξεκίνησα να τον μαχαιρώνω χωρίς να έχω συναίσθηση του τρόπου και του αριθμού των πληγμάτων…».
Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια της δράστιδος ενώπιον του ανακριτή Χαλκίδας, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στη γνωριμία της με τον μετέπειτα σύζυγό της (με τον οποίο παντρεύτηκε στις 8 Νοεμβρίου 2008), με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά, ένα αγόρι ηλικίας 15 ετών και ένα κορίτσι το οποίο σήμερα είναι 12 ετών.
«Βιασμός»
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στη γνωριμία της με το θύμα αλλά και το τι ακριβώς –υποστηρίζει ότι– συνέβη στις 14 Οκτωβρίου 2008, λίγες ημέρες πριν από τον γάμο της. «…Την ημέρα εκείνη, όντας πιεσμένη από τις προετοιμασίες του γάμου μας, σε συνδυασμό με ένα μικροκαβγαδάκι που είχα με τον μελλοντικό σύζυγό μου, το οποίο μου δημιούργησε στενοχώρια, αποζητούσα μια στήριξη την οποία πίστευα ότι βρήκα στο πρόσωπο του Αθανάσιου Νικολάου.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της παρουσίας του στο σπίτι μας, συζητώντας προσπαθούσε, υποκριτικά όπως εκ των υστέρων αποδείχθηκε, να με παρηγορήσει και να με βοηθήσει να ξεπεράσω τη στενοχώρια που μου είχε δημιουργήσει η διένεξη με τον σύζυγό μου. Μου ζήτησε να πιούμε ένα ποτό και να συζητήσουμε και κατόπιν, ενώ είχαμε καταναλώσει 3-4 ποτήρια ουίσκι, με αγκάλιασε και με οδήγησε στον καναπέ του σαλονιού και άρχισε να με φιλά. Απομακρύνθηκα και του ζήτησα να μην συνεχίσει, καθώς σε λίγες μέρες θα παντρευόμουν και ήξερε ότι αγαπούσα τον άντρα μου που όπως δήλωνε ήταν φίλος του. Προσπάθησε να με καθησυχάσει ζητώντας μου να συνεχίσουμε, ενώ εγώ του ζήτησα να φύγει, όπως και έγινε.
Όντας ζαλισμένη από το ποτό κατευθύνθηκα στην κρεβατοκάμαρα και ξάπλωσα για να συνέλθω. Λίγη ώρα μετά ένιωσα έναν άνδρα πάνω μου και πίστεψα ότι είναι ο Αρίστος, ο σύζυγός μου. Τον ρώτησα, αρχικά, ‘‘ήρθες;’’, ‘‘με συγχώρεσες;’’ (αναφερόμενη στην πρωινή μας διένεξη) και μου απάντησε μονολεκτικά ΝΑΙ. Ακολούθως, τον ρώτησα ‘‘θέλεις να ανοίξω το φως;’’, καθώς γνώριζα ότι του Αρίστου του άρεσε να με βλέπει και μου απάντησε πάλι μονολεκτικά ΟΧΙ.
Στην κατάσταση που βρισκόμουν, μισοκοιμισμένη και υπό την επήρεια του αλκοόλ, δεν αντέδρασα αλλά κατά τη διάρκεια της ερωτικής συνεύρεσης φώναξα ‘‘Αρίστο’’, και στη φωνή μου ο Νικολάου απάντησε ‘‘ποιος Αρίστος, ο Σάκης είμαι’’ και κατόπιν σηκώθηκε και ντύθηκε βιαστικά αποχωρώντας από το σπίτι. Σηκώθηκα από το κρεβάτι πολύ ταραγμένη και προσπαθούσα να ηρεμήσω, να συνειδητοποιήσω τι είχε συμβεί».
Η ίδια ισχυρίσθηκε ότι την επόμενη ημέρα ότι μετά από δυο-τρεις ημέρες τηλεφώνησε στο θύμα και του ζήτησε να συναντηθούν στο μαγαζί του συζύγου της. Εκεί ο Σάκης φέρεται να τη διαβεβαίωσε ότι δεν θα ανέφερε τίποτα σε κανέναν.
Τα τηλεφωνήματα του 2011 και του 2021
«…Αρχές του 2011 ο σύζυγός μου δέχτηκε, όπως μου είπε, ανώνυμο τηλεφώνημα στο οποίο του είπαν ‘‘μάζεψε τη γυναίκα σου και πρόσεχε ποιον βάζεις στο σπίτι σου’’. Με ρώτησε αν συμβαίνει κάτι μεταξύ εμού και του Νικολάου, καθώς ανέφερε το όνομά του. Αρνήθηκα αλλά αυτό δεν τον έπεισε, με αποτέλεσμα για τον επόμενο 1-1,5 χρόνο να ζούμε έναν εφιάλτη, αφού δημιουργούσε καθημερινές σκηνές σε βάρος μου, ανέφερε διάφορα υπονοούμενα κ.λπ.
Ο σύζυγός μου είχε συχνές εξάρσεις ζήλιας και εγώ ζούσα με τον φόβο εάν έχει μάθει το οτιδήποτε και αρνούμουν το περιστατικό. Ευτυχώς, μετά από περίπου 15 μήνες ο σύζυγός μου ηρέμησε και ακολούθως για μια δεκαετία, περίπου, ζούσαμε μια πραγματικά ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή…
Στα τέλη καλοκαιριού του 2021, ο σύζυγός μου ήρθε στο σπίτι μαινόμενος συνεπεία ενός τηλεφωνήματος που είχε δεχτεί και πάλι, με το οποίο τον ενημέρωσαν ότι εγώ με τον Αθανάσιο Νικολάου διατηρούσαμε εξωσυζυγικό δεσμό.
Ο εφιάλτης ξαναγύρισε. Συνέχισα να αρνούμαι πλην, όμως, ο σύζυγός μου δεν με πίστευε. Καθημερινά για ένα και πλέον μήνα δεχόμουν τις πιέσεις του να του πω την αλήθεια, μέχρι που ενέδωσα και του περιέγραψα ακριβώς το περιστατικό εξηγώντας του συνάμα ότι δεν είχε ξανασυμβεί έκτοτε…».
Ακολούθως ισχυρίσθηκε ότι τον Οκτώβριο του 2021 συνάντησε το Νικολάου ζητώντας του να αναλάβει τις ευθύνες του και να εξηγήσει στον σύζυγό της ότι δεν υπήρχε εξωσυζυγική σχέση, πλην εκείνος αρνήθηκε, ενώ σύμφωνα με όσα είπε λίγες ημέρες αργότερα ο σύζυγός της συναντήθηκε με το θύμα ζητώντας του να μείνει μακριά από την οικογένειά τους.
«…Τα όσα ακούγονται περί μανιώδους καταδιώξεώς μου, παρακολουθήσεων και ερωτικών μηνυμάτων μου προς τον Αθανάσιο ΝΙΚΟΛΑΟΥ είναι παντελώς αναληθή και αβάσιμα. Ούτε είναι αληθές ότι στράφηκε δικαστικά εναντίον μου καθ’ οιονδήποτε τρόπο, καθώς δεν υπήρχε κανένα στοιχείο (τηλεφώνημα, ηλεκτρονικό μήνυμα, μαρτυρία τρίτου προσώπου) που να επιβεβαιώνει ότι τον ενοχλούσα… Έκτοτε η ζωή μας άλλαξε δραματικά.
Περπατούσα στο χωριό και είχα την αίσθηση ότι με κοιτούσαν ‘‘περίεργα’’ διάφοροι κοινοί γνωστοί μας, ότι έκαναν σχόλια για εμένα και σταδιακά άρχισα να περιορίζω τις εξόδους μου από το σπίτι, νιώθοντας ατιμασμένη. Η καθημερινότητα με τον σύζυγό μου ήταν πλέον διαφορετική. Ο σύζυγός μου νιώθοντας απατημένος, ντροπιασμένος και προδομένος από εμέ κλείστηκε στον εαυτό του, περιορίζοντας και αυτός τις εξόδους από το σπίτι.
Η καθημερινότητα μας, πλέον, είχε καβγάδες, εντάσεις και πολύωρες συζητήσεις με σκοπό να βρούμε λύση στο πρόβλημα το οποίο είχε διαταράξει τον γάμο μας. Δυστυχώς, σε μια στιγμή έντασης, τα παιδιά μάς άκουσαν για το πρόσωπο του Αθανάσιου Νικολάου και έκτοτε απομακρύνθηκαν από εμένα, επιρρίπτοντάς μου ευθύνες για τη ρωγμή που δημιουργήθηκε στην οικογένειά μας…».
Μάλιστα η κατηγορούμενη ισχυρίσθηκε ότι εξαιτίας της κάκιστης ψυχολογικής της κατάστασης ξεκίνησε συνεδρίες με δύο ψυχιάτρους, ενώ επισήμανε ότι έκοψε αυτοβούλως τη φαρμακευτική αγωγή που λάμβανε τον Μάιο του 2023.
Δολοφονία
Σε ό,τι αφορά τη στυγερή δολοφονία της 20ής Ιανουαρίου η 39χρονη υποστήριξε ότι το προηγούμενο βράδυ καβγάδισε (και πάλι για το θέμα του Νικολάου) με τον σύζυγό της. «…Όλο το βράδυ είχα μια διαρκή ψυχική αναστάτωση συνεπεία των σκέψεών μου για το πόσο με είχε εξευτελίσει Αθανάσιος Νικολάου ο οποίος με διέσυρε στο χωριό καταστρέφοντας την οικογενειακή μου ζωή και ως εκ τούτου ήταν αδύνατο να ηρεμήσω.
Τα ξημερώματα αποφάσισα να τον συναντήσω για μια τελευταία φορά και να τον πιέσω να αναλάβει τις ευθύνες του, απειλώντας-εκφοβίζοντάς τον, καθώς ήταν ο μόνος τρόπος να ‘‘σωθεί’’ η οικογένειά μου.
Πήρα δύο μαχαίρια από την κουζίνα και πήγα να τον συναντήσω στο σπίτι του. Ήξερα περίπου την ώρα που έφευγε από το σπίτι του, γιατί πολλάκις συναντιόμασταν στον δρόμο τις πρωινές ώρες (περίπου 8 π.μ.), όταν πήγαινα με τον σύζυγό μου στη δουλειά… Ψάχνοντας βρήκα πού είχε σταθμεύσει το αυτοκίνητό του, το οποίο είναι επαγγελματικό και γράφει το όνομά του και τον περίμενα πλησίον αυτού.
Όταν μπήκε στο αυτοκίνητο κρατώντας με το δεξί χέρι το μαχαίρι, άνοιξα την πόρτα του οδηγού και τον ρώτησα ‘‘γιατί με κατέστρεψες, πότε θα αναλάβεις τις ευθύνες σου, πότε θα μιλήσεις στον άντρα μου; πάμε τώρα στον άντρα μου να του πεις την αλήθεια’’ και αυτός μου απάντησε ‘‘άντε, μωρή καριόλα, πάρε δρόμο’’ και κινήθηκε προς το μέρος μου προσπαθώντας να σηκωθεί από το κάθισμα του οδηγού, οπότε ασυναίσθητα τον μαχαίρωσα μία ή δύο φορές.
Αντιδρώντας αυτός, βγαίνοντας από το αυτοκίνητο, μου πέταξε το μαχαίρι και παλεύοντας έβγαλα το άλλο μαχαίρι που είχα στην τσέπη μου και, χωρίς να έχω συναίσθηση τι ακριβώς έκανα, τον μαχαίρωσα και άλλες φορές σε διάφορα σημεία. Ευρισκόμενη σε άθλια ψυχολογική κατάσταση και συναισθανόμενη ότι είχα κάνει μια πολύ άσχημη πράξη, κάθισα στο πεζοδρόμιο και περίμενα τους αστυνομικούς να με συλλάβουν».
Προφορική απολογία
Απαντώντας σε προφορικές ερωτήσεις της ανακρίτριας, η Παναγιώτα Ρέμπελου προχώρησε και σε άλλες αποκαλύψεις, όπως ότι τον Οκτώβριο του 2021 κάλεσε το θύμα στο μαγαζί του συζύγου της προσπαθώντας να του αποσπάσει τη φερόμενη αλήθεια για το τι ακριβώς είχε συμβεί το 2008. «…
Τον συνάντησα τον Οκτώβριο του 2021, εφόσον είχε αρχίσει να με ρωτάει εκ νέου ο σύζυγός μου. Έκανα τότε μια κλήση στον Νικολάου, παρουσία του συζύγου μου, όπου του ζήτησα να έρθει από το μαγαζί του συζύγου μου για να μιλήσουμε. Εκείνος το δέχτηκε και ήρθε αμέσως. Εκεί εγώ τον ρώτησα γιατί απευθύνθηκε σε τρίτους και διέδιδε ότι είχαμε επαφές, εκείνος αρνιόταν τα πάντα, ενώ ο σύζυγός μου άκουγε τα πάντα κρυμμένος σε παρακείμενο χώρο.
Στην ουσία με έβγαζε τρελή, εγώ του έλεγα ότι ο σύζυγός μου γνώριζε για το περιστατικό που έλαβε χώρα το 2008, το οποίο του το είχα εγώ εκμυστηρευτεί λίγες μέρες πριν από τη συνάντησή μας με τον Νικολάου. Εκείνος έλεγε ότι και ο σύζυγός μου είναι τρελός και να τον πάω σε ψυχίατρο. Ακολούθως, επειδή δεν παραδεχόταν τίποτα, αποχώρησε αυτός από το μαγαζί. Ο σύζυγός μου την ίδια ώρα ένιωθε απελπισμένος και μου καταλόγιζε ότι δεν προσπάθησα αρκετά για να τον κάνω να ομολογήσει και να περιγράψει τι ακριβώς συνέβη».
- Ανακρίτρια: Μετά από αυτό, είχατε κάποια άλλη επαφή;
- Κατηγορουμένη: Ναι. Την επόμενη μέρα, θέλοντας εκ νέου να προσπαθήσω να επιτύχω τον σκοπό μου, τον κάλεσα να έρθει ξανά για να συζητήσουμε, στο μαγαζί. Αρνήθηκε και μου είπε να σταματήσω να τον ενοχλώ γιατί θα καταφύγει σε δικηγόρο.
- Ο σύζυγός σας συναντήθηκε με τον ΝΙΚΟΛΑΟΥ;
- Ναι, μετά από λίγες μέρες συναντήθηκαν, όπου ο ΝΙΚΟΛΑΟΥ αρνήθηκε τα πάντα στον σύζυγό μου, λέγοντάς του ότι είμαι τρελή και να με πάει σε ψυχίατρο. Ο σύζυγός μου τότε του είπε να μείνει μακριά μας και ότι παύει να τον θεωρεί πλέον φίλο του.
- Θεωρείτε ότι ο ΝΙΚΟΛΑΟΥ διέδιδε αυτά περί σχέση σας και ενοχλούσαν τηλεφωνικά τον σύζυγό σας;
- Εφόσον εγώ δεν είχα μιλήσει ποτέ σε κανέναν για το τι συνέβη μεταξύ μας, θεωρώ ότι πίσω από αυτά όλα κρυβόταν αυτός.
- Μετά από όλα αυτά ξανασυναντήσατε τον ΝΙΚΟΛΑΟΥ; Είχατε-κάποια άλλη επαφή;
- Όχι καμία (…)
- Τι ακριβώς συνέβη στις 20-1-2024;
- Το προηγούμενο βράδυ είχαμε τσακωθεί με τον σύζυγό μου, με έδιωξε και μου ζήτησε να μην κοιμηθώ μαζί του, κι εγώ όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκα και έφερνα στο μυαλό μου όλα όσα είχαν συμβεί μέχρι τότε. Είχαν μάθει και τα παιδιά τι είχε συμβεί, ένιωθα εντελώς απομονωμένη μέσα στο σπίτι μου και αναζητούσα έναν τρόπο για να λυθεί όλη αυτή η κατάσταση. Περίπου στις 6 το πρωί, ξεκίνησα να ντύνομαι αθόρυβα, πήρα δύο μαχαίρια από την κουζίνα, μπήκα στο αμάξι και έφυγα με κατεύθυνση στη Χαλκίδα και το σπίτι του ΝΙΚΟΛΑΟΥ. Ήθελα να τον υποχρεώσω με κάποιο τρόπο να μεταβούμε μαζί εκείνη τη στιγμή στον σύζυγό μου και να αναλάβει ευθύνες και να του εξηγήσει τι είχε συμβεί. Στάθμευσα το αυτοκίνητό μου λίγο πιο κάτω από το σπίτι του Νικολάου, όταν τον είδα να κατεβαίνει και να πηγαίνει προς το αυτοκίνητό του. Μπήκε μέσα και τότε εγώ άνοιξα την πόρτα του οδηγού και δείχνοντάς του το μαχαίρι του είπα: «Πάμε τώρα στον σύζυγό μου να του μιλήσεις, να αναλάβεις τις ευθύνες σου και να του εξηγήσεις τι ακριβώς έχει συμβεί». Εκείνος τότε άρχισε να με βρίζει λέγοντας μου: «Μωρή καριόλα, φύγε από εδώ» και σήκωσε το χέρι του για να με χτυπήσει. Τότε εγώ ξεκίνησα από αντίδραση να τον μαχαιρώνω. Δεν θυμάμαι λεπτομέρειες. Ήταν όμως καθισμένος και προσπάθησε να βγει έξω. Βγήκε έξω και τότε ένιωσα να φεύγει το μαχαίρι από το χέρι μου, υπήρξε πάλη και τότε έβγαλα από την τσέπη μου το δεύτερο μαχαίρι και συνεχίσαμε να παλεύουμε, ενώ εγώ συνέχισα να τον μαχαιρώνω, όπου έβρισκα, δεν θυμάμαι ακριβώς σε ποια σημεία. Μετά αυτός έπεσε κάτω κι εγώ παρέμεινα εκεί καθισμένη στο πεζοδρόμιο περιμένοντας την Αστυνομία.
- Για ποιο λόγο πήρατε δύο μαχαίρια μαζί σας;
- Δεν μπορώ να το εξηγήσω, τα πήρα ασυναίσθητα. Ο σκοπός μου ήταν καθαρά να τον πείσω να έρθει να μιλήσει με τον σύζυγό μου και σαφώς όχι να τον σκοτώσω.
- Τι σας οδήγησε να τον πλήξετε με το μαχαίρι;
- Η αντίδρασή του, ο τρόπος του, η άρνησή του, όλα μαζί. Τον θεωρούσα υπεύθυνο για το περιστατικό που έλαβε χώρα το 2008 και για όλη την εν γένει στάση του όλο αυτό το διάστημα. Θεωρώ ότι το 2008 εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν και ήρθε σε ερωτική επαφή μαζί μου.
Τι κατέθεσε η σύζυγος του θύματος
Μοιραίο πρόσωπο αποτελεί η σύζυγος του 44χρονου θύματος η οποία είδε τον άνδρα της ζωής της να δολοφονείται μπροστά στα μάτια της καθώς βρισκόταν στο μπαλκόνι του σπιτιού τους. «…Κάποια στιγμή είδα την πόρτα του οδηγού να ανοίγει και σχεδόν αμέσως, είδα πίσω από την ανοιχτή πόρτα του οδηγού τον σύζυγό μου να κουνάει τα χέρια του χωρίς να αντιληφθώ αρχικά τι είχε συμβεί.
Στη συνέχεια βγήκε από το αυτοκίνητο στο πεζοδρόμιο, συνεχίζοντας να κουνάει τα χέρια του σαν κάτι να προσπαθεί να απωθήσει και ταυτόχρονα άρχισε να φωνάζει δυνατά τη φράση ‘‘άσε με, άσε με’’. Μόλις άφησε ανοιχτή την πόρτα του οδηγού διέκρινα ότι ήταν ακριβώς πίσω του ένα ακόμη άτομο, που κούναγε και αυτό τα χέρια του σαν να έκανε επίθεση από πίσω στον σύζυγό μου.
Εκείνη τη στιγμή μπήκα στο εσωτερικό του σπιτιού και, αφού κατέβηκα στην είσοδο, κινήθηκα προς το σημείο της επίθεσης. Πλησιάζοντας είδα τον σύζυγό μου να είναι πεσμένος στη μέση του δρόμου, μέσα στα αίματα, χωρίς να αντιδρά και από πάνω του μια γυναίκα να τον μαχαιρώνει με μένος.
Εγώ εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα ποια είναι η γυναίκα αυτή και επειδή φοβήθηκα επέστρεψα στην είσοδο της πολυκατοικίας και τηλεφώνησα στην Αστυνομία».
Στην ερώτηση αν γνωρίζει τη γυναίκα που δολοφόνησε τον σύζυγό της, ισχυρίστηκε πως γνωρίζει μόνο το όνομα της και πως τελευταία φορά που την είδε ήταν την ημέρα του γάμου της με το θύμα τον Ιούλιο του 2021, καθώς ήταν καλεσμένη. Ισχυρίστηκε δε ότι ο σύζυγός της δεν είχε προστριβές με κανέναν και δεν γνωρίζει τον λόγο που η 39χρονη τον σκότωσε.
Σύζυγος 39χρονης: «Είχα αρχίσει να υποψιάζομαι από το 2011»
Για τις υποψίες τις οποίες είχε από το 2011, αλλά και το πώς έζησε το μοιραίο πρωινό μίλησε στους αστυνομικός ο σύζυγος της κατηγορουμένης. «…Το πρωί εκείνο με ξύπνησε η κόρη μου και μου ανέφερε ότι η σύζυγός μου δεν ήταν στο σπίτι. Εγώ θορυβήθηκα γιατί δεν συνήθιζε να φεύγει χωρίς να με ενημερώνει και άρχισα να την αναζητώ χωρίς αποτέλεσμα, μέχρι που γύρω στις 11.30 μου τηλεφώνησαν από την Ασφάλεια Χαλκίδας και μου ανέφεραν ότι η σύζυγός μου κρατούνταν στην υπηρεσία τους και να της πάω ρούχα.
Εγώ αμέσως ξεκίνησα για τη Χαλκίδα και στη διαδρομή σταμάτησα για να βάλω καύσιμα. Ο πρατηριούχος με ρώτησε εάν είχα πληροφορηθεί κάτι για αυτό που έπαθε ο Σάκης, εννοώντας το θύμα, με τον οποίο γνώριζε ότι είχαμε στενή φιλία κατά το παρελθόν. Όταν του απάντησα πως δεν γνώριζα, μου είπε ότι σήμερα το πρωί τον μαχαίρωσαν. Εμένα αμέσως το μυαλό μου, δεδομένου ότι γνώριζα ότι η σύζυγός μου κρατείται στην Αστυνομία και ότι έλειπε το αυτοκίνητό της, πήγε στο κακό… Το 2011 άρχισα να υποψιάζομαι ότι κάτι είχε συμβεί ανάμεσα στη σύζυγο μου και στο θύμα».
Ο σύζυγος φαίνεται να ρωτούσε συνεχώς την 39χρόνη για τη σχέση της ίδιας με τον στενό του φίλο, χωρίς αυτή να δίνει μια ειλικρινή απάντηση.
«Παρότι την είχα ρωτήσει επανειλημμένα, δεν μου έδινε ποτέ ξεκάθαρη απάντηση. Αυτό είχε σαν συνέπεια να χαλάσει η σχέση μου με το θύμα, αλλά και να γίνει η αιτία προστριβών ανάμεσα σε μένα και τη σύζυγό μου. Παρά τις προστριβές καταβάλαμε προσπάθεια και συνεχίζαμε να μένουμε μαζί και να μεγαλώνουμε με αγάπη τα παιδιά μας…».
Ο αυτόπτης μάρτυρας
Συγκλονιστική είναι η περιγραφή στους αστυνομικούς ενός αυτόπτη μάρτυρα ο οποίος κατευθυνόμενος στη δουλειά του έπεσε επάνω στο άγριο φονικό. «…Είδα μια γυναίκα και έναν άντρα να βρίσκονται πεσμένοι στο οδόστρωμα και να παλεύουν. Συγκεκριμένα η γυναίκα ήταν από κάτω και ο άντρας από πάνω.
Παρατηρώντας καλύτερα είδα ότι η γυναίκα κρατούσε ένα μαχαίρι και μαχαίρωνε συνεχώς τον άντρα από την αριστερή του πλευρά, στον λαιμό, στο κεφάλι και στο σώμα του. Τότε κάλεσα αμέσως το ΕΚΑΒ επειδή όμως είχε αναμονή η γραμμή, κάλεσα την Αστυνομία και τους είπα τι συμβαίνει. Εγώ φώναξα από μακριά τη γυναίκα να σταματήσει αλλά αυτή φαινόταν να μην ακούει τίποτα. Συνέχισε να μαχαιρώνει τον άντρα ώσπου αυτός σταμάτησε να κινείται και αυτή τότε τον κλώτσησε, ανέβηκε στο σώμα του και τον μαχαίρωσε με μανία κρατώντας το μαχαίρι ανάποδα. Όταν σταμάτησε, κάρφωσε το μαχαίρι που κρατούσε στην αριστερή πλάτη του άντρα και πήγε και έκατσε στο πεζοδρόμιο…».
«Είναι εμμονική, δολοφονεί τον Σάκη για δεύτερη φορά»
Από την άλλη πλευρά, μιλώντας στην «Μ» η οικογένεια του Σάκη κάνει για δεύτερη, λεκτική αυτή τη φορά, δολοφονία του 44χρονου. «Τα όσα έχει πει η οικογένεια είναι η μία και μοναδική αλήθεια. Δυστυχώς η κατηγορουμένη επιχείρησε για δεύτερη φορά να δολοφονήσει το θύμα της, καθώς προσπάθησε να τον παρουσιάσει ως έναν ανήθικο άνθρωπο ο οποίος της δημιουργούσε προβλήματα.
Η αλήθεια είναι ότι η κατηγορουμένη εξαιτίας της εμμονής που είχε με τον Σάκη αλλά και του γεγονότος ότι, όπως λένε οι δικοί της, κακοποιούνταν από τον σύζυγό της, αποφάσισε με πλήρη γνώση των πράξεων της, να οπλίσει με μαχαίρια τα χέρια της και να δολοφονήσει το θύμα της.
Ο Σάκης δεν πρόκειται να επιστρέψει, αλλά επιτρέψτε μου να κάνω μια πρόβλεψη. Η ποινή η οποία θα επιβληθεί στην κατηγορουμένη θα είναι η ισόβια κάθειρξη, και αυτό ίσως ελαφρύνει λίγο την καρδούλα της μητέρας, της συζύγου και του αδελφού του Σάκη που είναι συντετριμμένοι από το ειδεχθές έγκλημα».