Πολεμικό Ναυτικό: Ο ρόλος του στους Βαλκανικούς Αγώνες και τι μας διδάσκει η ένδοξη ιστορία του για όσα ζούμε σήμερα – Το θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ
Θα ήταν λάθος, εάν απομονώναμε ιστορικά τους Βαλκανικούς πολέμους από όσα προηγήθηκαν ιστορικά και τα οποία δεν ήταν πάντα ένδοξα ή νικηφόρα.
Δεκαπέντε έτη προ του Α΄ Βαλκανικού είχαμε μια συντριπτική στρατιωτική ήττα στον περιώνυμο «ατυχή πόλεμο» του 1897.
Οι Οθωμανοί πριν κηρύξουν τον πόλεμο αισθανόμενοι δέος για την αδιάλειπτη και αναμφίβολη ελληνική θαλασσοκρατία στο Αιγαίο φρόντισαν να μεταφέρουν δια θαλάσσης ενισχύσεις στις απομονωμένες περιοχές.
Την Κρήτη την ενίσχυαν σχεδόν επί τρίμηνο πριν την έναρξη του πολέμου. Κατά τη διάρκειά του, οι Οθωμανοί παρέμειναν εντός των Στενών των Δαρδανελίων, φοβούμενοι τυχόν αναμέτρηση με τον ελληνικό στόλο.
Σίγουρα οι εμπειρίες της επαναστάσεως του 1821 επηρέασαν τους αντιπάλους μας, όμως ο κύριος λόγος του φόβου τους ήταν ότι
ο Χαρίλαος Τρικούπης, γαλουχημένος από το νονό του και μέγα ναύαρχο, Ανδρέα Μιαούλη, όχι μόνο προέβη σε πρόσκτηση νεότευκτων μονάδων,
αλλά και έδωσε έμφαση στη ναυτική εκπαίδευση με την ίδρυση και οργάνωση Ναυτικών Σχολών, προεξαρχούσης της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων.
Δυστυχώς και περιέργως, ο Ελληνικός Στόλος παρέμεινε όπως και ο αντίπαλός του αδρανής το 1897 με ευθύνη της άτολμης πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, κάτι που ευτυχώς για τη χώρα μας άλλαξε δραματικά κατά τους Βαλκανικούς πολέμους.
Οι χερσαίου προσανατολισμού Οθωμανοί παρότι αισθάνονταν τουλάχιστον ανασφάλεια αν όχι φόβο, είδαν την αδράνεια του Στόλου μας και αποφάσισαν εκμεταλλευόμενοι την κατά ξηρά νίκη γοήτρου που είχαν επιτύχει, να αναβαθμίσουν σημαντικά το ναυτικό τους.
Με παρέλευση δεκαετίας και έχοντας ανανεώσει και εκσυγχρονίσει το στόλο τους έκαναν γυμνάσια επίδειξης δύναμης στο Αιγαίο, με παρότρυνση του επικεφαλής της Βρετανικής ναυτικής αποστολής στην Τουρκία, του ναυάρχου Γκαίημπλ.
Οι Τούρκοι ήταν ιδιαίτερα διστακτικοί στο ενδεχόμενο εξόδου στο Αιγαίο και ο Γκαίημπλ τους απείλησε ότι θα διέκοπτε εντελώς την εκπαίδευσή τους, αν δεν πραγματοποιούσαν τα εν λόγω γυμνάσια.
Όταν εμφανίστηκαν στο Αιγαίο προσπάθησαν μέσω της μη προβλεπόμενης επιβλητικής επισκέψεως του στόλου τους στην Κάρπαθο να πιέσουν για «επίλυση» του Κρητικού ζητήματος.
Τα μεγαλεπήβολα σχέδια των αντιπάλων μας προέβλεπαν τη δημιουργία στόλου με καινούρια θωρηκτά τύπου «Ντρέντνωτ»
και γι’ αυτό δεν ασχολήθηκαν με την πρόταση από το ναυπηγείο Ορλάντο στο Λιβόρνο της Ιταλίας για την παραχώρηση ενός θωρακισμένου καταδρομικού, το οποίο τελικά αγόρασε η Ελλάδα, του περίφημου «ΑΒΕΡΩΦ».
Στην Ελλάδα οι Τουρκικές κινήσεις, δεν πέρασαν απαρατήρητες. Έτσι οι Αξιωματικοί που με το κίνημα του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» στο Γουδή έφεραν τον Ελευθέριο Βενιζέλο στην εξουσία τον Αύγουστο του 1909, άλλαξαν το κλίμα και αποφασίστηκε η ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων.
Το Βασιλικό Ναυτικό ενέταξε στη δύναμή του το «ΑΒΕΡΩΦ», κατ’ απαίτηση των κινηματιών αξιωματικών, δημιουργώντας μια σχετική ισορροπία στο Αιγαίο.
Ταυτόχρονα, παρότι οι Βρετανοί βοηθούσαν τους Τούρκους από νωρίς δεν αρνήθηκαν και έστειλαν τον απόστρατο ναύαρχο Τάφνελ στην Ελλάδα, ο οποίος βοήθησε στην αναδιοργάνωση του ημέτερου στόλου.
Η διαφορά μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων ήταν το ήδη κεκτημένο επίπεδο γνώσεων, ο ενθουσιασμός και η ναυτοσύνη.
Σε τρία χρόνια οι Τούρκοι αξιωματικοί ακόμα λειτουργούσαν ως υπαξιωματικοί των Βρετανών, ενώ ο Τάφνελ σε ελάχιστο χρόνο προέβαινε σε νυκτερινά γυμνάσια με κακές καιρικές συνθήκες και αληθινά πυρά χωρίς να χρειάζεται καμία προετοιμασία προσωπικού και υλικού, παρά μόνο εκμάθηση νέων τακτικών.
Ο ελληνικός στόλος παρά την ένταξη του «ΑΒΕΡΩΦ», έξι αντιτορπιλικών και ενός υποβρυχίου, υστερούσε του τουρκικού σε όλους τους τομείς, ήτοι σε μέση ταχύτητα, σε εκτόπισμα και σε ισχύ πυρός, σε αναλογία 2:3.
Παρόλα αυτά ο στόλος μας ήταν ο κύριος, αν όχι ο μόνος, λόγος που οι Σλάβοι της Βαλκανικής δέχθηκαν με χαρά την ένταξη της Ελλάδας στην αντιτουρκική συμμαχία, παρά τα αντικρουόμενα συμφέροντα στη Μακεδονία και τα έτη αντιπαλότητας κατά τον Μακεδονικό Αγώνα, όπως παραδέχθηκαν τόσο ο Βούλγαρος όσο και ο Σέρβος πρωθυπουργός.
Οι Σέρβοι διέθεταν ισχυρότατο στρατό (σχεδόν διπλάσιο του ελληνικού) και οι Βούλγαροι ακόμα περισσότερο (σχεδόν τριπλάσιο του ελληνικού),
όμως είχαν την πεποίθηση ότι χρειαζόντουσαν τον ισχυρό ελληνικό στόλο που θα απέτρεπε τη γρήγορη ενίσχυση του μετώπου από Οθωμανικές εφεδρείες από τη Βόρειο Αφρική ή τα παράλια της καθ’ ημάς Ανατολής.
Εκείνη την εποχή το ανύπαρκτο οδικό δίκτυο και το ανεπαρκέστατο σιδηροδρομικό μετέτρεπαν την δια θαλάσσης ενίσχυση σε μονόδρομο.
Πράγματι και χωρίς περαιτέρω ανάλυση, η μεγαλύτερη προσφορά του ελληνικού στόλου ήταν η αποτροπή της ενίσχυσης με τουρκικές εφεδρείες, που έδωσε σημαντικότατο αριθμητικό πλεονέκτημα στους Συμμάχους σε όλα τα μέτωπα.
Σχεδόν όσοι Οθωμανοί πολέμησαν στα Βαλκάνια, άλλοι τόσοι παρέμεινα εγκλωβισμένοι στη Σμύρνη, στην Αλεξανδρέττα και άλλα μεγάλα λιμάνια και δεν μπόρεσαν σε καμία φάση του πολέμου να φθάσουν στο μέτωπο.
Αν είχαν ενισχύσει το μέτωπο, οι Οθωμανοί θα ήταν τουλάχιστον ισοδύναμοι με τους Χριστιανούς αντιπάλους τους και κανένας ηρωισμός του στρατού ξηράς δε θα ανέτρεπε το τεράστιο πλεονέκτημα του αμυνομένου.
Συνεπώς, και χωρίς να υποβαθμίζουμε τις μεγάλες νίκες του στρατού στο χερσαίο χώρο, η στρατηγική νίκη στον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο επετεύχθη στη θάλασσα.
Πολεμικό Ναυτικό: Η κατάσταση του Στόλου
Όπως προαναφέραμε ο Ελληνικός στόλος μειονεκτούσε του Τουρκικού σε απόλυτη σύγκριση.
Το ότι κέρδισε κατά κράτος τον αγώνα στα Πελάγη και πέτυχε την απόλυτη θαλάσσια κυριαρχία οφείλεται στη ναυτική στρατηγική, στην ηγεσία, την εκπαίδευση, τη ναυτοσύνη, την παράδοση, την αυταπάρνηση, το υψηλότατο ηθικό, τις καινοτόμες ιδέες, το επιθετικό πνεύμα και το αρραγές εσωτερικό μέτωπο.
Η πρώτη στρατηγική κίνηση κατόπιν ενεργειών του Κουντουριώτη, αλλά και του Βενιζέλου, που εξασφάλισε τη βρετανική έγκριση, ήταν η απελευθέρωση της Λήμνου και η χρήση του Μούδρου ως ορμητηρίου, προκεχωρημένης βάσης και σημείου ελέγχου των Στενών.
Πράγματι, η εγκατάσταση μόνιμης περιπολίας στα Στενά και η θαλάσσια απαγόρευση που επέβαλε ο ελληνικός στόλος στον τουρκικό, αποτελεί τη μέγιστη στρατηγική νίκη στους βαλκανικούς πολέμους.
Ο ρόλος του εμπορικού ναυτικού
Οι επαγγελματίες στρατιωτικοί αλλά και αρκετοί ιστορικοί ξεχνούν πολλές φορές το ρόλο του εμπορικού ναυτικού σε αυτή την επιτυχία.
Με τον κύριο όγκο του Στόλου να φυλάει τα Στενά, το εμπορικό μας ναυτικό ήλεγχε τις υπόλοιπες θαλάσσιες οδούς και αποκλειόταν έτσι το ενδεχόμενο της ενίσχυσης του μετώπου από Οθωμανούς προερχόμενους από οποιοδήποτε λιμάνι της αυτοκρατορίας.
Η απελευθέρωση των νησιών
Το απίστευτο επίτευγμα του εγκλωβισμού ενός ανωτέρου στόλου εξηγείται και από την εκπληκτική χρήση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των Ελλήνων.
Ακολουθώντας πιστά το σχέδιό του, στις 8 Οκτωβρίου 1912, ο Ελληνικός Στόλος με τη συνδρομή μιας διλοχίας Κεφαλλονιτών απελευθέρωσε τη Λήμνο
και το «ΑΒΕΡΩΦ» ανέμενε τους αντιπάλους του εξασφαλίζοντας την απόλυτη κυριαρχία και δίνοντας τη δυνατότητα στα ναυτικά αγήματα να απελευθερώνουν συνήθως αναίμακτα τα μικρότερα νησιά μας.
Στις 18 Οκτωβρίου απελευθερώθηκε η Ίμβρος, η Θάσος και ο Άγιος Ευστράτιος, ενώ την επομένη απελευθερώθηκε και η Σαμοθράκη. Στις 22 του ίδιου μήνα υψώθηκε η Γαλανόλευκη στα Ψαρά και με παρέλευση διημέρου στην Τένεδο.
Ακολούθησε το Άγιον Όρος και έτσι στις 2 Νοεμβρίου, δεδομένης και της απελευθέρωσης της Σάμου και της Ικαρίας από τους κατοίκους τους, μόνο η Λέσβος και η Χίος παρέμεναν σε τουρκικά χέρια.
Όλες οι απελευθερώσεις έγιναν εύκολα με την επιβλητική παρουσία του ελληνικού ναυτικού να καταβάλει τις μικρές φρουρές των νήσων που παραδίδονταν.
Η παραμονή των Τούρκων μέσα στα Στενά οδήγησε και στην πανηγυρική απελευθέρωση της Κρήτης στις 20 Φεβρουαρίου 1913.
Οι Τούρκοι φοβούμενοι το «ΑΒΕΡΩΦ» δεν προσπάθησαν να βγουν στο Αιγαίο ούτε όταν ξεκίνησε η συνδυασμένη προσπάθεια Στρατού και Ναυτικού για απελευθέρωση της Λέσβου και της Χίου, στις 7 και 10 Νοεμβρίου 1912.
Είχαν μάλιστα υποστεί και δυο ταπεινωτικές βυθίσεις από παμπάλαια ελληνικά τορπιλοβόλα.
Το θωρηκτό τους «Φετχί Μπουλέντ» βυθίστηκε μέσα στη Θεσσαλονίκη στις 18 Οκτωβρίου από την παράτολμη ενέργεια του Υποπλοιάρχου Νικολάου Βότση, κυβερνήτου του τορπιλοβόλου «11»
και η κανονιοφόρος «Τραπεζούντα» είχε την ίδια τύχη στο λιμένα των Κυδωνιών (Αϊβαλί) στις 9 Νοεμβρίου από τορπίλη του τορπιλοβόλου «14» με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Περικλή Αργυρόπουλο.
Αν δυο σαπιοκάραβα κατόρθωσαν το αδύνατο, τί θα έπρεπε να περιμένουνε οι Τούρκοι από το «ΑΒΕΡΩΦ»;
Το κατόρθωμα του Βότση
Σε αυτό το σημείο αξίζει μια αναφορά στο κατόρθωμα του Βότση. Ο Υδραίος αξιωματικός ήταν από την πλευρά της μητέρας του ανιψιός του Κουντουριώτη
και χρησιμοποίησε το «μέσο» του τόσο για να πετύχει να πάει Κυβερνήτης σε ένα παλιό πλοίο που θα εκτελούσε επικίνδυνες αποστολές, όσο και για να εγκριθεί η σχεδόν αυτοκτονική απόπειρα βύθισης του «Φετχί Μπουλέντ».
Ο παππούς του από τον πλευρά του πατέρα του κυβέρνησε τον περίφημο «Άρη» του θανόντος Τσαμαδού,
όταν το πλοίο μας έσπασε τον αποκλεισμό των τουρκο-αιγυπτίων μετά τη μάχη στη Σφακτηρία στον αγώνα της εθνικής παλιγγενεσίας
και το οδήγησε στο λιμάνι της Ύδρας με διαλυμένα κατάρτια και πανιά, σε ένα κατόρθωμα ανώτερο και από αυτό του «Αδρία» κατά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο.
Με τέτοια βαριά κληρονομιά και οικογενειακή παράδοση, ο Βότσης στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και έγραψε τη δική του ιστορία.
Για να κλείσουμε την παρένθεση του Βότση, αλλά και για την ιστορική αλήθεια πρέπει να επισημάνουμε ότι το «Φετχί Μπουλέντ» ήταν παροπλισμένο.
Όμως η βύθιση ενός θωρηκτού μέσα στη Θεσσαλονίκη, επιβεβαίωσε την ελληνική υπεροχή στη θάλασσα, τη γενναιότητα και το επιθετικό πνεύμα και φυσικά το έμπρακτο ενδιαφέρον της ελληνικής κυβέρνησης για την συμπρωτεύουσα.
Από πλευράς ηθικού, τόσο οι Έλληνες κάτοικοι της Θεσσαλονίκης, όσο και ο στρατός που ετοιμαζόταν να δώσει την αιματηρή και αποφασιστική μάχη των Γιαννιτσών, το κέρδος ήταν ανυπολόγιστο.
Οι Τούρκοι καπετάνιοι έγραφαν τη διαθήκη τους!
Στις 20 Νοεμβρίου 1912 οι λοιποί Σύμμαχοι πλην της Ελλάδος υπέγραψαν ανακωχή με τους Τούρκους. Εμείς πιέζαμε για την επίτευξη τετελεσμένων στα Γιάννινα, στη Χίο και τη Λέσβο.
Πλέον ο τουρκικός στόλος δεν μπορούσε να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια.
Την παραμονή της πρώτης εξόδου του τουρκικού στόλου στο Αιγαίο ο Τούρκος ναύαρχος Οσμάν Νουρί Μπέη και οι αξιωματικοί του κάθισαν και έγραψαν επί του θωρηκτού «Μεσουδιέ» τη διαθήκη τους!
Ο Ναύαρχος Κουντουριώτης και το θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ
Με τέτοια ψυχολογία, ο οθωμανικός στόλος εμφανίστηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1912 και ο Κουντουριώτης απηύθυνε το περίφημο σήμα του,
που δείχνει τη χαοτική διαφορά τόσο στο ηθικό όσο και στην Ηγεσία και στο οποίο δεν είναι περιττή ούτε μια συλλαβή:
«Με την δύναμιν του Θεού και τας ευχάς του Βασιλέως και εν ονόματι του Δικαίου, πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με πεποίθησιν της νίκης εναντίον του εχθρού του Γένους».
Οι στόλοι συναντήθηκαν στις 09:00 το πρωί και ξεκίνησε η σύντομη ναυμαχία της Έλλης.
Οι Τούρκοι άρχισαν να βάλλουν πρώτοι και από πολύ μεγάλη απόσταση. Όταν η απόσταση έκλεισε δόθηκε η Ελληνική απάντηση,
όμως η αλήθεια είναι ότι και οι δυο πλευρές ήταν άστοχες, κάτι που δικαιολογείται από πλευράς «ΑΒΕΡΩΦ»
αν σκεφτούμε ότι ήταν η πρώτη φορά που τα πυροβόλα του έριχναν πραγματικά πυρά από τη ναυπήγησή του! Μισή ώρα αφού ξεκίνησε η ναυμαχία, ο Κουντουριώτης εκμεταλλεύτηκε το «ΑΒΕΡΩΦ» και αποφάσισε να κινηθεί ανεξάρτητα.
Δε θα αποτελούσε υπερβολή η υιοθέτηση της άποψης ότι η ελληνική ναυαρχίδα καταναυμάχησε μόνη τον οθωμανικό στόλο, αφού εκμεταλλευόμενη την υπεροχή της κυρίως σε ταχύτητα, έτρεψε τα Τουρκικά πλοία σε άτακτη φυγή και αναζήτηση προστασίας στα Στενά.
Ο Κουντουριώτης επικρίθηκε για την παράτολμη ενέργειά του γιατί εξέθεσε τον «ΑΒΕΡΩΦ» στα πυροβόλα και τις τορπίλες ενός ολόκληρου στόλου και προς στιγμήν κατά την καταδίωξη του εχθρικού στόλου και στα πολυβολεία του παράκτιου τουρκικού οχυρού της Έλλης.
Όμως προκάλεσε τέτοιο πανικό που οι αντίπαλοί του έχασαν κάθε συνοχή.
Στις 5 Ιανουαρίου 1913, ακολούθησε νέα αποτυχημένη έξοδος του αντίπαλου στόλου.
Σε μια προσπάθεια ανύψωσης του τουρκικού ηθικού, οι Τούρκοι ύψωσαν τελετουργικά τη σημαία του πειρατή «Χαριεντίν Μπαρμπαρόσα» στο ομώνυμο πλοίο.
‘Όμως όταν συνάντησαν τον Ελληνικό στόλο στις 11:30 ηττήθηκαν εκ νέου στη δεύτερη νικηφόρα ναυμαχία, αυτήν της Λήμνου.
Ο Κουντουριώτης αφού υπενθύμισε το σήμα της ναυμαχίας της Έλλης, απλά ευχήθηκε καλημέρα στα «γενναία επιτελεία και τα πληρώματα» και προέτρεψε τους συμπολεμιστές του λέγοντας:
«το παν εξαρτάται από την σημερινή ημέρα δια την αγαπητήν μας Ελλάδα. Φανήτε λέοντες».
Ακολούθησε μια σχεδόν ακριβής επανάληψη της ναυμαχίας της Έλλης με το «ΑΒΕΡΩΦ» να πλέει ανεξάρτητα και να προκαλεί τεράστιες ζημιές στον εχθρό.
Τα πετυχημένα ελληνικά πυρά όχι μόνο από το «ΑΒΕΡΩΦ», αλλά και από τα παλαιά θωρηκτά της μοίρας του Πλοιάρχου Γκίνη, παρά την καλύτερη ταχυβολία των Τούρκων, επέφεραν μεγάλες τουρκικές απώλειες (περίπου 700 ανδρών) και σημαντικότατες ζημιές με εξουδετέρωση δυο θωρηκτών και ενός καταδρομικού.
Φυσικά το αποτέλεσμα ήταν η παραμονή του τουρκικού στόλου στο ναύσταθμο του Ναγαρά μέχρι το τέλος του πολέμου και η διάλυση των όποιων οθωμανικών ψευδαισθήσεων για απόκτηση ελέγχου στο Αιγαίο.
Το δεύτερο συγκριτικό υλικό πλεονέκτημα ήταν η αγορά και χρήση του υποβρυχίου «ΔΕΛΦΙΝ» το οποίο μπορεί να μην έπαιξε δραματικό ρόλο στις επιχειρήσεις,
όμως είχε σημαντικότατο ψυχολογικό αντίκτυπο στους αντιπάλους μας που είχαν εντυπωσιαστεί από τον ασυνόδευτο πλου του από τη Γαλλία, μετά το ξέσπασμα του πολέμου,
ο οποίος αποτέλεσε παγκόσμιο ρεκόρ. Παράλληλα, το ηρωικό μας υποβρύχιο πέτυχε και μια δεύτερη πρωτιά.
Στις 9 Δεκεμβρίου του 1912, υπό τη διακυβέρνηση του Πλωτάρχη Παπαρηγόπουλου, έγραψε ιστορία στα ναυτικά χρονικά, πραγματοποιώντας την πρώτη παγκόσμια τορπιλική προσβολή εν πολέμω.
Συγκεκριμένα, εκτόξευσε τη μια από τις έξι τορπίλες, που έφερε, εναντίον του Τουρκικού καταδρομικού «Μετζιδιέ», χωρίς αποτέλεσμα.
Η έφεση του Ελληνικού Ναυτικού στην πρωτοπορία είχε και άλλες εκφάνσεις. Η πρώτη ελεγχόμενη νάρκη εφευρέθηκε το 1843 και σε λιγότερο από 40 χρόνια ο Ελληνικός Στόλος διέθετε τις πρώτες του τρεις ναρκοθέτιδες.
Κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο ο Ναύαρχος Κουντουριώτης ήθελε να ναρκοθετήσει τα Στενά, κάτι που δεν του επετράπη λόγω των αντιρρήσεων των Μεγάλων Δυνάμεων.
Όμως η ναρκοθέτις «ΑΡΗΣ» με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Μπακόπουλο προέβη σε αμυντική ναρκοθέτηση του Πειραιά με 100 νάρκες.
Οι Έλληνες πρωτοπόροι και στην κατάκτηση των αιθέρων, δε θα μπορούσαν να αγνοήσουν την αξία της αεροναυτικής συνεργασίας.
Στις 24 Ιανουαρίου του 1913, για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία, το Ελληνικό υδροπλάνο «Ναυτίλος» εξετέλεσε επιχείρηση αεροναυτικής συνεργασίας, κάτι εκτός από πρωτοποριακό και ακατανόητο για τους Τούρκους.
Ο Υπολοχαγός Μιχαήλ Μουτούσης και ο Σημαιοφόρος Αριστείδης Μωραϊτίνης εκτελώντας αναγνωριστική αποστολή, πέταξαν πάνω από το στενό των Δαρδανελίων
και αφού εντόπισαν τις θέσεις του εχθρικού στόλου και εκτίμησαν την κατάστασή του στον όρμο του Ναγαρά, εφόρμησαν ρίχνοντας 4 αυτοσχέδιες βόμβες,
που είχαν μικρή σημασία από άποψη υλικών ζημιών, αλλά τεράστια σημασία για την καταρράκωση του τουρκικού ηθικού.
Εκτός της αεροναυτικής συνεργασίας, είχαμε και εξαιρετική συνεργασία μεταξύ του Στρατού και του Ναυτικού, σε μια επίδειξη διακλαδικών επιχειρήσεων, που θα ζήλευαν πολλές σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις.
Τα δυο πολυπληθέστερα νησιά του Αιγαίου, η Χίος και η Λέσβος απελευθερώθηκαν με συνεργασία αγημάτων των δυο Κλάδων.
Η Λέσβος απελευθερώθηκε στις 8 Δεκεμβρίου μετά από ένα μήνα και η Χίος στις 21 Δεκεμβρίου μετά από 40 ημέρες σκληρής αντίστασης.
Μάλιστα, ο ναυτικός δόκιμος Ιωάννης Παστρικάκης, συμμετέχοντας στις 17 Νοεμβρίου του 1912 στη μάχη της Αίπους στη Χίο, έγινε ο πρώτος δόκιμος που έπεσε στο πεδίο της μάχης.
Πολεμικό Ναυτικό στους Βαλκανικούς Αγώνες και Διακλαδική συνεργασία
Παράδειγμα διακλαδικής συνεργασίας αποτέλεσαν και οι επιχειρήσεις στο Ιόνιο, οι οποίες μάλιστα ξεκίνησαν πριν τις επιχειρήσεις στο Αιγαίο.
Η τολμηρή καταδρομική είσοδος στον Αμβρακικό των κανονιοφόρων «B» και «Δ» με κυβερνήτες τους Υποπλοιάρχους Μακκά και Μπούμπουλη
παράλληλα με τον αποκλεισμό της εισόδου του κόλπου από το στολίσκο του πλοιάρχου Δαμιανού, έδωσαν τη δυνατότητα εγκλωβισμού του τουρκικού στολίσκου του Αμβρακικού
και συνεπώς του πλήρους ελέγχου του Ιονίου και απρόσκοπτου ανεφοδιασμού δια θαλάσσης του ελληνικού στρατού που επιχειρούσε στην Ήπειρο.
Με αυτό τον τρόπο ο Στόλος του Ιονίου συνέβαλε τα μέγιστα στην απελευθέρωση πόλεων στο νότο όπως της Πρέβεζας και της Νικόπολης, αλλά και στο βορρά όπως της Χιμάρας και των Αγίων Σαράντα.
Ο ναυτικός δε αποκλεισμός που επέβαλε απέτρεψε την ενίσχυση της τουρκικής άμυνας των Ιωαννίνων.
Το βασικό πλεονέκτημα
Επανερχόμενοι στο βασικό πλεονέκτημα, αυτό του ηθικού, το οποίο οφείλουμε να συνδέσουμε με την Ηγεσία.
Η ιστορία γράφεται από πειθαρχημένους στρατούς και απείθαρχους, μεγαλοφυείς Ηγέτες όπως ο Παύλος Κουντουριώτης, αλλά και οι Βότσης και Αργυρόπουλος οι οποίοι στις παράτολμες βυθίσεις τους έδρασαν με ίδια πρωτοβουλία.
Η πολιτική Ηγεσία δεν υστερούσε της στρατιωτικής. Επέλεξε αξιοκρατικά τον καλύτερο ναυμάχο ως Αρχηγό του Στόλου, του έδωσε ξεκάθαρες εντολές, τ
ου άφησε περιθώρια ελιγμών και όταν έκανε λάθος, όπως στην περίπτωση της διαταγής για καταδίωξη του «Χαμιδιέ» δε δίστασε να αναγνωρίσει το λάθος της.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έδωσε το στίγμα του όταν αποχαιρέτισε το στόλο στον όρμο του Φαλήρου στις 5 Οκτωβρίου 1912 με την περίφημη φράση:
«Η πατρίς αξιοί από υμάς όχι απλώς να αποθάνητε υπέρ αυτής. Αυτό θα ήτο το ολιγώτερον. Αξιοί να νικήσετε. Και θα νικήσετε. Είμαι υπερβέβαιος»!
Το Ναυτικό μας συμμετείχε ενεργά και στο Β΄ Βαλκανικό πόλεμο απελευθερώνοντας την Καβάλα στις 26 Ιουνίου 1913 και την Αλεξανδρούπολη μετά από δυο εβδομάδες,
ενώ συνέχισε και την ενίσχυση των επιχειρήσεων του στρατού ξηράς, σε μια σύγκρουση που ήταν σχεδόν εξ’ ολοκλήρου χερσαία εναντίον των Βουλγάρων.
Συνοψίζοντας αξίζει να παραθέσουμε τα λόγια του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος λιτά μας εξήγησε τη σημασία του Ναυτικού με μια επιστολή που απέστειλε σε ανύποπτο χρόνο, την 3η Δεκεμβρίου 1933 στον Παύλο Κουντουριώτη:
«Φίλτατε Ναύαρχε. Είκοσι ένα χρόνια κλείουν σήμερα από την ημέρα, που με την ναυμαχία της Έλλης εξησφάλισες την κατά θάλασσαν υπεροπλίαν της Ελλάδος και των Συμμάχων της και έτσι εξησφάλισες την τελικήν νίκην των…»
Γράφει ο Δρ Κλεάνθης Κυριακίδης