Αθλητικός σύλλογος της Ιταλίας με έδρα τη Ρώμη. Καλλιεργεί 37 αθλήματα, από το κρίκετ και το ράγκμπι έως την πτώση με αλεξίπτωτο. Πιο γνωστό βεβαίως είναι το ποδοσφαιρικό του τμήμα.
Η Λάτσιο ιδρύθηκε ως σωματείο στίβου στις 9 Ιανουαρίου 1900 από τον υπαξιωματικό του ιταλικού στρατού Λουίτζι Μπιτζαρέλι. Με έντονες τις αναμνήσεις από τους Ολυμπιακούς της Αθήνας (1896), ο Μπιτζαρέλι και οι συνεργάτες του επέλεξαν ως χρώματα του νέου συλλόγου το γαλάζιο και το λευκό για να τιμήσουν την Ελλάδα, που αναβίωσε τους Αγώνες. Το όνομα Λάτσιο προήλθε από τον νομό, πρωτεύουσα του οποίου είναι η Ρώμη, γνωστό ως Λάτιο στους Έλληνες.
Το ποδοσφαιρικό τμήμα της Λάτσιο ιδρύθηκε το 1901. Το 1927 οι παράγοντες του σωματείου αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην επιχειρηθείσα από το φασιστικό καθεστώς Μουσολίνι συνένωση όλων των ομάδων της Ρώμης και τη δημιουργία μιας μόνο ομάδας, της Ρόμα, που θα κόντραρε τους συλλόγους του βορρά. Από τότε χρονολογείται η κόντρα μεταξύ της Ρόμα και της Λάτσιο. Κάθε αγώνας των δύο ομάδων στην κοινή τους έδρα, το «Ολύμπικο», αποτελεί το κλασσικό ντέρμπι της Αιώνιας Πόλης, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Το 1929 η Λάτσιο συμμετείχε στο πρώτο ενιαίο πρωτάθλημα Ιταλίας και το 1937, με επικεφαλής τον θρυλικό κυνηγό Σίλβιο Πιόλα, κατέκτησε τη δεύτερη θέση, που ήταν και η μοναδική προπολεμική της διάκριση. Οι δεκαετίες του ’50 και ’60 κύλησαν στη μετριότητα, με τη Λάτσιο να ανεβοκατεβαίνει μεταξύ πρώτης και δεύτερης κατηγορίας. Μοναδική εξαίρεση, η κατάκτηση του Κυπέλλου Ιταλίας το 1958, που αποτέλεσε την πρώτη μεγάλη της επιτυχία.
Το 1974 κατακτά το πρώτο της πρωτάθλημα, με βασικούς συντελεστές τον προπονητή Τομάσο Μαεστρέλι και τους ποδοσφαιριστές Γουίλσον, Τσεκόνι, Φρουσταλούπι και Κινάλια. Στη συνέχεια, η Λάτσιο περνά μια νέα περίοδο στην αφάνεια, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν τις τύχες αναλαμβάνει ο βαθύπλουτος επιχειρηματίας Σέρτζιο Κρανιότι. Ο ιδιοκτήτης της πολυεθνικής βιομηχανίας τροφίμων Cirio φτιάχνει μια ανταγωνιστική ομάδα, με σπουδαίους ποδοσφαιριστές, την κορυφαία στην ιστορία του συλλόγου. Το 2002 ο Κρανιότι αναγκάζεται να εγκαταλείψει τον σύλλογο, εξαιτίας ενός οικονομικού σκανδάλου, με αποτέλεσμα ο σύλλογος να βυθισθεί και πάλι στην ανυποληψία.
Η Λάτσιο αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα με τους φανατικούς οπαδούς της, τους λεγόμενους «Irriducibili» («Αμείωτοι»), οι οποίοι είναι ακροδεξιών φρονημάτων και προκαλούν συχνά με τη συμπεριφορά τους. Όταν δεν αναμιγνύονται σε αιματηρά επεισόδια, αναρτούν στο «Ολύμπικο» πανό με ρατσιστικά και αντισημιτικά συνθήματα.
Από τις τάξεις της Λάτσιο πέρασαν σπουδαίοι ποδοσφαιριστές, όπως οι: Σίλβιο Πιόλα, Τζόρτζιο Κινάλια, Μάριο Φρουσταλούπι, Μπρούνο Τζορντάνο, Ατίλιο Λομπάρντο, Ρομπέρτο Μαντσίνι, Αλεσάντρο Νέστα, Φαμπρίτσιο Ραβανέλι, Τζουζέπε (Μπέπε) Σινιόρι, Ματίας Αλμέιδα, Ντιέγκο Σιμεόνε, Αμαρίλντο, Καρλαχάιντζ Ρίντλε, Γιάαπ Σταμ, Κριστιάν Βιέρι, Μαρτσέλο Σάλας, Πάβελ Νέντβεντ, Μίκαελ Λάουντρουπ και Σίνισα Μιχαήλοβιτς.
Διασημότητες που υποστηρίζουν τη Λάτσιο είναι οι: Λούτσιο Μπατίστι (τραγουδοποιός), Ντάριο Αρτζέντο (σκηνοθέτης), Πιερλουίτζι Κολίνα (παλαίμαχος διαιτητής), Μπαντ Σπένσερ (ηθοποιός), Πιέτρο Ινγκράο (κομμουνιστής ηγέτης, πρώην πρόεδρος της Βουλής) και Φραντσέσκο Ρουτέλι (πρώην Δήμαρχος Ρώμης και Υπουργός της κυβέρνησης Πρόντι).
Διακρίσεις
Πρωταθλήματα Ιταλίας (2): 1974, 2000.
Κύπελλα Ιταλίας (6): 1958, 1998, 2000, 2004, 2009, 2013.
Κύπελλο Κυπελλούχων (1): 1999.
Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1): 1999.