Οι 400 που έκριναν μια κοσμοϊστορική μάχη και άλλαξαν την τύχη της Ευρώπης…


Η περιβόητη μάχη του Βατερλώ έκρινε, εν πολλοίς, την ευρωπαϊκή ισορροπία για περίπου 100 χρόνια. Έχει δε συνδέσει το όνομά της με τις δραματικές επελάσεις των Scots Greys και των Πολωνών Λογχοφόρων, την επίθεση του γαλλικού ιππικού στα βρετανικά τετράγωνα, την ήττα του πεζικού της Αυτοκρατορικής Φρουράς. Ωστόσο η τύχη της μάχης κρίθηκε πολύ πιο πεζά από περίπου 400 Γερμανούς και Βρετανούς αξιωματικούς και στρατιώτες στην υπηρεσία του Βρετανού βασιλιά.

Η ιστορία της Γερμανικής Λεγεώνας του Βασιλέως ξεκινά με τη γαλλική κατάκτηση του Ανόβερου το 1803, κτήση του βασιλιά της Βρετανίας Γεωργίου Γ’ και εκλέκτορα του εν λόγω γερμανικού κρατιδίου. Η Λεγεώνα συγκροτήθηκε από Ανοβεριανούς και άλλους Γερμανούς αξιωματικούς και στρατιώτες που εγκατέλειψαν την πατρίδα τους λόγω της γαλλικής κατοχής.

Το 2ο Ελαφρύ Τάγμα της Λεγεώνας

Οι άνδρες αυτοί εντάχθηκαν σε μονάδες υπό βρετανική διοίκηση. Από τις πρώτες που συγκροτήθηκαν ήταν το 1ο και το 2ο Τάγμα Ελαφρού Πεζικού. Στη Λεγεώνα κατατάχθηκαν και άνδρες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αν και θεωρητικά αυτό απαγορευόταν.

Στο Βατερλό στο 2ο Ελαφρύ Τάγμα υπήρχαν ακόμα και Ρώσοι, Πολωνοί αλλά και Δανοί. Οι Ανοβεριανοί πάντως σχεδόν πάντα αποτελούσαν την πλειοψηφία, με δεύτερους, αριθμητικά, τους Γερμανούς από άλλα κράτη και κρατίδια, κυρίως Πρώσοι, αλλά και Βαυαροί.

Την αυγή της 18ης Ιουνίου 1815 ο τυφεκιοφόρος Χαρτς ξύπνησε τον συνάδελφό του Λίνταου ζητώντας του λίγο κρασί. «Σήμερα θα είναι μια δύσκολη μέρα», είπε ο πρώτος, παρατηρώντας και την συνεχιζόμενη βροχόπτωση. «Σήμερα θα πεθάνω. Ονειρεύτηκα πως μια βολίδα με έπληξε», είπε.

Λίγο αργότερα η βασανιστική βροχή σταμάτησε να πέφτει. Οι άνδρες του 2ου Τάγματος, μουσκεμένοι, ξύπνησαν μετά από έναν σύντομο ύπνο και άρχισαν να ετοιμάζουν πρωινό. Παράλληλα συνεργεία υπό αξιωματικούς συνέχιζαν τις εργασίες πρόχειρης οχύρωσης. Γύρω στις 08.00 ο ήλιος άρχισε να σπάει το φράγμα των σύννεφων πασχίζοντας να στεγνώσει το υγρό έδαφος. Οι άνδρες επιθεώρησαν τα όπλα τους ώστε να είναι βέβαιοι πως λειτουργούν.

Ο διοικητής του τάγματος, ο Ανοβεριανός αντισυνταγματάρχης Κόνραντ Λούντβιχ Γκέοργκ Μπάρινγκ, είχε στη διάθεσή του έξι υποεπανδρωμένους λόχους, συνολικά 378 αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και στρατιώτες. Υποδιοικητής του τάγματος ήταν ο ταγματάρχης Μπέσεβιελ. Στο τάγμα ανήκαν και οι λοχαγοί Χόλτσερμαν και Σάουμαν, 11 υπολοχαγοί, πέντε ανθυπολοχαγοί, 24 λοχίες, 14 σαλπιγκτές, ο ιατρός του τάγματος και οι δύο βοηθοί του και 317 δεκανείς και στρατιώτες.

Δεν είναι γνωστό αν ο Μπάρινγκ μίλησε στους άνδρες του πριν τη μάχη. Είναι όμως γνωστό πως ο Μπάρινγκ ζήτησε από όλους να πολεμήσουν και να κρατήσουν όσο το δυνατό περισσότερο και μόνο όταν θα υπάρχει καμία ελπίδα να υποχωρήσουν από την αγροικία. Κατόπιν ανάπτυξε τους άνδρες όπως έκρινε καλύτερα. Ένας λόχος 80 ανδρών, υπό τον λοχαγό Μάγιερ, ανέλαβε να καλύψει τον κήπο της κουζίνας της αγροικίας με σκοπό να διατηρήσει, πάση θυσία, την επαφή με την κύρια γραμμή άμυνας.

Ο ιατρός και οι βοηθοί του έστησαν έναν πρόχειρο σταθμό επίδεσης. Άλλοι δύο λόχοι υπό τους υπολοχαγούς Τόμπιν και Γκράεμε, αντίστοιχα, έλαβαν θέσεις άμυνας καλύπτοντας τον εξωτερικό τοίχο της αγροικίας, κάποια πρόχειρα οχυρώματα εντός, σε δεύτερη γραμμή άμυνας και τα παράθυρα από των υπνοδωματίων που παρείχαν άριστο πεδίο βολής.

Ο ίδιος με τους τρεις υπόλοιπους λόχους του έλαβε θέση στον οπωρώνα που βρισκόταν μεταξύ του εχθρού και της αγροικίας. Σε κάθε περίπτωση η θέση που καλείτο να υπερασπίσει ήταν ιδιαίτερα επισφαλής, ευρισκόμενη μπροστά από την γραμμή μάχης της στρατιάς του Γουέλινγκτον. Μπροστά από τις προκεχωρημένες θέσεις του 2ου Τάγματος είχαν αναπτυχθεί σε διάταξη ακροβολισμού δύο λόχοι του 1ου Ελαφρού Τάγματος της Γερμανικής Λεγεώνας και δύο λόχοι Ανοβεριανών «Κυνηγών», υπό τον ταγματάρχη Σπέρκεν.

Το αριστερό του πλευρό καλυπτόταν από δύο λόχους του επίλεκτου 95ου Συντάγματος Τυφεκιοφόρων (Rifles) ενισχυμένοι με έναν ουλαμό πυροβολικού με δύο πυροβόλα. Οι λοιπές συμμαχικές δυνάμεις ήταν ανεπτυγμένες σε απόσταση τουλάχιστον 400 μ. πίσω από τις θέσεις του Μπάρινγκ και των ανδρών του.

Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετώπιζε το 2ο Τάγμα ήταν τα πυρομαχικά καθώς δεν κατορθώθηκε η δημιουργία αποθέματος λόγω της βιαστικής υποχώρησης του στρατού από το Κατρ Μπρα και της βιαστικής ανάπτυξής του στο Βατερλό. Έτσι το 2ο Τάγμα άρχισε τη μάχη με κάθε τυφεκιοφόρο να έχει διαθέσιμο μόνο τον βασικό φόρτο πυρομαχικών, δηλαδή 60 φυσίγγια.

Η μάχη αρχίζει

Γύρω στις 11.30 το πρωί της 18ης Ιουνίου το γαλλικό 2ο Σώμα Στρατού (ΣΣ) άνοιξε την περιβόητη μάχη του Βατερλό επιτιθέμενο στις συμμαχικές δυνάμεις στο άκρο δεξιό της εχθρικής διάταξης, στο Ουγκαμόν. Αντίθετα στο συμμαχικό κέντρο και στη Λα ε Σαντ επικρατούσε ακόμα ησυχία που διήρκεσε για αρκετή ώρα. Μόλις στις 13.00 τα γαλλικά πυροβόλα άρχισαν, μαζικά, να βομβαρδίζουν το κέντρο του Γουέλινγκτον. Μια ολλανδική ταξιαρχία υπέφερε ιδιαίτερα από τον βομβαρδισμό.

Η Λα ε Σαντ απείχε μόλις 700 μ. από τη γραμμή πυρός των γαλλικών πυροβόλων. Τα δύο συμμαχικά πυροβόλα που είχαν ταχθεί κοντά σύντομα καταστράφηκαν. Αν και υπήρξαν απώλειες οι βετεράνοι άνδρες του 95ου, αλλά και του 2ου Ελαφρού Τάγματος δεν πτοήθηκαν. Είχαν δει χειρότερα στα πεδία των μαχών που πολέμησαν πριν.

Οι ανεπτυγμένοι στον οπωρώνα τρεις λόχοι του τάγματος δεν ενοχλήθηκαν ιδιαίτερα. Μισή ώρα μετά την έναρξή του ο γαλλικός βομβαρδισμός έπαυσε και η επίθεση του Γαλλικού 1ου ΣΣ, υπό τον Ντ’ Ερλόν, ξεκίνησε. Αμέσως μετά τα τύμπανα ήχησαν και περισσότεροι από 18.000 Γάλλοι πεζοί ξεκίνησαν την προέλαση σε σχηματισμό φάλαγγας εφόδου, σε πολύ πυκνό σχηματισμό. Πίσω από το πεζικό ακολουθούσε το ελαφρύ ιππικό και περίπου 800 θωρακοφόροι που διατέθηκαν ως δύναμη κρούσης.

Οι Γάλλοι βάδιζαν κλιμακωτά με προτεταμένο το αριστερό τους. Αφού οι φάλαγγες εφόδου πέρασαν τη γραμμή των πυροβόλων αυτά άρχισαν να βάλλουν και πάλι υπερκείμενες βολές περισσότερο για καθηλώσουν παρά να πλήξουν τους αντιπάλους. Πάντως οι γαλλικές φάλαγγες δεν είχαν προλάβει να διανύσουν 80 μ. όταν δέχτηκαν τα συγκεντρωτικά πυρά του συμμαχικού πυροβολικού, πρώτα και των ακροβολιστών, κατόπιν.

Μεγάλα κενά ανοίχτηκαν στις γαλλικές γραμμές. Οι Γάλλοι σκαπανείς που είχαν ταχθεί στην εμπροσθοφυλακή για να καταστρέψουν τις πρόχειρες οχυρώσεις της Λα ε Σαντ υπέστησαν τρομακτικές απώλειες. Οι Γερμανοί του 2ου Τάγματος δεν φοβήθηκαν από το ντυμένο στα μπλε και τα λευκά ανθρώπινο κύμα.

Στον οπωρώνα ακούγονταν πλέον καθαρά τα παραγγέλματα των Γάλλων αξιωματικών και ιαχές, αλλά και οι οιμωγές των ανδρών. Το έδαφος έτρεμε από το ποδοβολητό χιλιάδων ανθρώπων και αλόγων. Σε λίγο οι Γάλλοι ακροβολιστές εμφανίστηκαν στο ελαφρώς ανυψωμένο έδαφος στο νότιο άκρο της αγροικίας και άνοιξαν πυρ. Ο Μπάρινγκ διέταξε τους άνδρες του να πέσουν πρηνείς, για να παρουσιάζουν μικρότερο στόχο.

Ο ίδιος όμως παρέμεινε έφιππος ασκώντας διοίκηση και δίνοντας το παράδειγμα της αυτοθυσίας στους άνδρες του. Είχε δώσει σαφή εντολή να μην ανοίξει κανείς πυρ πριν ο εχθρός πλησιάσει κοντά.

Σύντομα δύο γαλλικές φάλαγγες εφόδου εμφανίστηκαν πίσω από τους Γάλλους ακροβολιστές, κινούμενες με βήμα εφόδου. Η μια φάλαγγα στράφηκε κατά του οικήματος της αγροικίας και η άλλη επιτέθηκε στον οπωρώνα. Η ώρα της κρίσης για το 2ο Τάγμα μόλις άρχιζε.

«Βιάζονται λες και θέλουν να φάνε τις Βρυξέλλες σήμερα», είπε ένας τυφεκιοφόρος. Οι συνάδελφοί του τον άκουσαν και γέλασαν. Αμέσως δόθηκε η διαταγή: «Πυρ»! Τα εμπροσθογεμή αυλακωτά τυφέκια Baker ξέρασαν ξαφνικά φωτιά. Οι μεγάλου διαμετρήματος βολίδες τους, από την απόσταση που βλήθηκαν, απλώς κομμάτιασαν δεκάδες Γάλλους.

Ανθρώπινα μέλη πετάχτηκαν στον αέρα. Ανοιγμένα κρανία, κατακερματισμένα σώματα, η απόλυτη φρίκη επικράτησε. Δεν είναι γνωστό πόσοι στρατιώτες του Ναπολέοντα έπεσαν σε αυτή τη φάση. Πάντως μέχρι το πέρας της μάχης οι απώλειες στη Λα ε Σαντ ξεπέρασαν τους 2.000 άνδρες.

Ακόμα χειρότερα από τους νεκρούς, οι πολλοί τραυματίες σφάδαζαν στο έδαφος, συχνά φρικτά ακρωτηριασμένοι. Αξίζει να σημειωθεί ότι το τυφέκιο Baker είχε διαμέτρημα 15,9 mm, δηλαδή μεγαλύτερο ενός σύγχρονου βαρέως πολυβόλου! Σε απόσταση κάτω των 100μ. ήταν ικανό να κόψει στη μέση έναν άνθρωπο.

Προσπαθώντας να συνέλθουν από το σοκ, οι Γάλλοι ακροβολιστές προσπάθησαν να απαντήσουν. Οι Γάλλοι ήταν εξοπλισμένοι με μουσκέτα τα οποία είχαν σχεδόν διπλάσιο ρυθμό βολής από τα τυφέκια Baker, αλλά όχι την ίδια ευθυβολία. Παρόλα αυτά μια βολίδα πέρασε ξυστά από το δεξιό χέρι του Μπάρινγκ. Άλλη έριξε νεκρό τον τυφεκιοφόροι Χαρτς, όπως ο ίδιος το είχε ονειρευτεί, και άλλη τραυμάτισε βαριά τον λοχαγό Σάουμαν. Αρκετοί ακόμα άνδρες σκοτώθηκαν και πληγώθηκαν καθώς οι Γάλλοι ήταν πολλοί και τα πυρά τους, εξ ορισμού, πυκνά.

Παρόλα αυτά οι Γερμανοί κράτησαν το έδαφος που είχαν αναλάβει να υπερασπιστούν. Ο Σάουμαν διακομίσθηκε στην αγροικία και λίγο αργότερα εξέπνευσε εκεί. Τη ίδια ώρα άλλο γαλλικό τμήμα βάδιζε προς την ανοικτή, πρόχειρα φραγμένη, (δεν υπήρχε θύρα) δυτική πύλη του αυλόγυρου της αγροικίας.

Κάποιοι τυφεκιοφόροι, βλέποντας και γαλλικό ιππικό να προσεγγίζει υποχώρησαν στην κύρια γραμμή αντίστασης. Άλλοι όμως, υπό τον υπολοχαγό Χανς φον ντεμ Μπούσε έλαβαν θέσεις, σχηματίζοντας ημικύκλιοι, γύρω από την πύλη, που έφραξαν με πρόχειρο φράγμα. Στον οπωρώνα, την ίδια ώρα, ο Μπάρινγκ διέταξε τους άνδρες του να υποχωρήσουν, βήμα-βήμα, μαχόμενοι.

Ο υποδιοικητής του τάγματος, ταγματάρχης Μπέζεβιελ πληγώθηκε, στη φάση αυτή, θανάσιμα και έπεσε στο έδαφος. Με κόπο κατάφερε να ξανασταθεί σαν να ήθελε να δει τον κόσμο για τελευταία φορά πριν καταρρεύσει οριστικά.

Ο νεαρός σημαιοφόρος Ρόμπερτσον έπεσε επίσης με το κρανίο διαλυμένο από βολίδα μουσκέτου. Ο Μπάρινγκ ήταν τυχερός. Το άλογό του όμως όχι καθώς ένα βλήμα του έκοψε το πόδι. Παίρνοντας ένα άλλο άλογο κατάφερε να εισέλθει στην αγροικία την ώρα ακριβώς που οι υπό τον Μπούσε απέκρουαν την πρώτη γαλλική έφοδο στη δυτική πύλη της αγροικίας, η οποί δεν είχε θύρα.

Την ίδια ώρα η δεύτερη γαλλική φάλαγγα ανήκουσα στην Ταξιαρχία Ωλάρντ πλησίαζε την αγροικία από τα νοτιοανατολικά. Οι Γάλλοι ανέτρεψαν τα λιγοστά οδοφράγματα που είχαν ανεγείρει οι Γερμανοί. Ο υπολοχαγός Γκράεμε και οι άνδρες του, ενώπιον του εχθρικού όγκου, υποχώρησαν βιαστικά και εισήλθαν στην αγροικία μέσω της κύριας πύλης.

Οι γαλλικές βολίδες σφύριζαν γύρω από τα κεφάλια τους. Οι Γερμανοί είχαν μόλις προλάβουν να κλείσουν την πύλη όταν ο Γάλλος υπολοχαγός του Μηχανικού Βιέ όρμησε προς την πύλη κρατώντας ένα μεγάλο τσεκούρι. Τραυματίσθηκε όμως χωρίς να έχει καταφέρει να την γκρεμίσει. Έτσι το γαλλικό κύμα που έφτασε πλέον στα τείχη της αγροικίας «έσπασε» επάνω τους.

Αρκετά γαλλικά τάγματα που είχαν στο μεταξύ καταφθάσει παρέκαμψαν την αγροικία και συνέχισαν προς την κύρια συμμαχική γραμμή άμυνας. Η ολλανδική ταξιαρχία που είχε κλονιστεί από το γαλλικό πυροβολικό τράπηκε τώρα σε φυγή.

Όμως τόσο οι άνδρες του 95ου όσο και οι Γερμανοί του 2ου Τάγματος όχι μόνο έμειναν ακλόνητοι, αλλά συνέχισαν να βάλλουν από τόσο μικρή απόσταση που με μια βολίδα έπεφταν νεκροί έως και τέσσερις Γάλλοι στρατιώτες. Ειδικά οι περίπου 10-11 τυφεκιοφόροι που είχαν οχυρωθεί στον υπερυψωμένο περιστερώνα της αγροικίας, σκόρπιζαν τον θάνατο.

Το ίδιο και οι συνάδελφοί τους από τις τυφεκιοθυρίδες που είχαν ανοίξει στον τοίχο. Οι ανεπτυγμένοι στα υπνοδωμάτια της αγροικίας τυφεκιοφόροι άρχισαν να εξουδετερώνουν, βάλλοντας από τα παράθυρα, έναν προς έναν τους Γάλλους αξιωματικούς.

Στο μεταξύ τα γαλλικά τάγματα που είχαν παρακάμψει την αγροικία υποχρέωσαν σε υποχώρηση τους άνδρες του 95ου που κατέφυγαν πίσω από τις γραμμές του φίλιου πεζικού γραμμής. Τώρα πια οι Γερμανοί του 2ου Τάγματος ήταν μόνοι, χαμένοι μέσα σε μια θανάσιμη γαλάζια θάλασσα. Ο γαλλικός όγκος όμως παρέκαμψε και πάλι την αγροικία και επιτέθηκε στην 5η Βρετανική Μεραρχία Πεζικού (ΜΠ) του στρατηγού Τόμας Πίκτον.

Ο Γουέλινγκτον αντιλήφθηκε τον κίνδυνο διάσπασης του κέντρου του και διέταξε αντεπίθεση από τις διαθέσιμες δυνάμεις. Το 5ο και 8ο Τάγμα Πεζικού Γραμμής της Γερμανικής Λεγεώνας μαζί με ένα ελαφρύ τάγμα από του Λουνεμβούργο και το 1ο Ελαφρύ Τάγμα της Λεγεώνας κινήθηκαν κατά των Γάλλων.

Και πράγματι τα τέσσερα αυτά τάγματα με την ορμή τους κατάφεραν να ανατρέψουν το γαλλικό πεζικό. Ξαφνικά όμως εμφανίστηκε μια δύναμη Γάλλων θωρακοφόρων. Το 1ο Ελαφρύ και το 5ο Γραμμής πρόλαβαν και σχημάτισαν τετράγωνο. Το 8ο όμως δεν πρόλαβε και σαρώθηκε από τους Γάλλους. Ο σημαιοφόρος του πρόλαβε πάντως και πέταξε την σημαία προς την Λα ε Σαντ.

Βλέποντάς τον ο λοχίας Γκέοργκ Στέκμαν όρμησε έξω από την αγροικία και με μεγάλο κίνδυνο διέσωσε την σημαία. Στο μεταξύ το Ελαφρύ Τάγμα του Λουνεμβούργου είχε καταφέρει να απωθήσει τους Γάλλους από τον οπωρώνα και να συνδεθεί με τους πολιορκημένους του 2ου Τάγματος. Τότε όμως επενέβη και πάλι ένα σύνταγμα Γάλλων θωρακοφόρων.

Οι Λουνεμβούργιοι δεν πρόλαβαν να σχηματίσουν τετράγωνο και σαρώθηκαν, κυριολεκτικά. Κάποιοι άνδρες του τάγματος αυτού πρόλαβαν και κατέφυγαν στην αγροικία. Ο Μπάρινγκ δεν, μαζί με τον λοχαγό Μπίεντερμαν, που είχαν εξέλθει της αγροικίας για να έρθουν σε επαφή με τον διοικητή του τάγματος των Λουνεμβούργιων υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν βρίσκοντας καταφύγιο στα τετράγωνα του 1ου Ελαφρού και του 5ου Γραμμής.

Έτσι το 2ο Τάγμα στη Λα ε Σαντ παρέμεινε και ακέφαλο. Η πειθαρχία όμως των ανδρών του και η παρουσία κατώτερων, αλλά γενναίων αξιωματικών, έσωσε την κατάσταση. Με επικεφαλείς τους υπολοχαγούς Γκράεμε και Κάρεϊ και τον σημαιοφόρο Φρανκ οι άνδρες του 2ου Τάγματος άντεξαν καθώς οι Γάλλοι δεν επιχείρησαν άμεση έφοδο εναντίον τους, απασχολημένοι καθώς ήταν με το συμμαχικό πεζικό στο κέντρο της διάταξης του Γουέλινγκτον.

Σε λίγο πάντως οι Γάλλοι έφεραν απέναντι από την αγροικία τρεις βαριές πυροβολαρχίες με πυροβόλα των 12 pdr. Όλα έδειχνα πως είχε φτάσει η κρίσιμη στιγμή για τους γενναίους υπερασπιστές, αλλά η τύχη τελικά τους χαμογέλασε.

Ο Γουέλινγκτον βλέποντας την ασκούμενη γαλλική πίεση αποφάσισε να ρίξει στη μάχη το βαρύ του ιππικό. Δύο επίλεκτες βρετανικές ταξιαρχίες ιππικού επέπεσαν στο γαλλικό πεζικό του Ντ’ Ερλόν σαρώνοντάς το. Οι γαλλικές βαριές πυροβολαρχίες επίσης σαρώθηκαν πριν προλάβουν να ρίξουν σχεδόν.

Το βρετανικό ιππικό σύντομα εξάντλησε την ορμή του και δεχόμενο την αντεπίθεση του γαλλικού υποχρεώθηκε σε υποχώρηση. Παρόλα αυτά η επέμβασή του έσωσε τους υπερασπιστές της Λα ε Σαντ., έχοντας συντρίψει το Γαλλικό 1ο ΣΣ. Μόνο μια από τις τρεις ΜΠ του Ντ’ Ερλόν βρισκόταν πλέον σε σχετικά καλή κατάσταση.

Ο υπολοχαγός Γκράεμε, εκμεταλλευόμενος την επέμβαση του φίλιου ιππικού εκτέλεσαν έξοδο με τις ξιφολόγχες καταδιώκοντας τους Γάλλους αρκετές δεκάδες μέτρα μακριά από την αγροικία και συλλαμβάνοντας πολλούς αιχμαλώτους. Επίσης ο Μπάρινγκ επέστρεψε στην αγροικία και ανέλαβε ξανά τη διοίκηση, όπως και οι άνδρες του 95ου επέστρεψαν στις αρχικές τους θέσεις.

Μόνο σε αυτή την παύση της μάχης κατάλαβαν οι Γερμανοί τι είχαν επιτύχει βλέποντας το πεδίο στρωμένο, κυριολεκτικά, με πτώματα Γάλλων κυρίως, αλλά και αρκετών συμμάχων τους. Ο Μπάρινγκ καταμέτρησε όμως και τις απώλειες του τάγματός του. Τρεις αξιωματικοί του ήταν νεκροί και άλλοι έξι τραυματίες βαριά ή ελαφρύτερα. Επίσης περί τους 70 υπαξιωματικούς και στρατιώτες του ήταν νεκροί ή αιχμάλωτοι. Το 2ο Τάγμα είχε χάσει σχεδόν το 25% της αρχικής του δύναμης και η μάχη είχε μακρύ δρόμο ακόμα να διανύσει.

Ευτυχώς το Τάγμα ενισχύθηκε με δύο λόχους του 1ου Ελαφρού Τάγματος υπό τους λοχαγούς φον Γκίλζα και φον Μάρσαλκ. Μαζί με τους επιζήσαντες του Τάγματος του Λουνεμβούργου και λίγους άνδρες του Τάγματος Κυνηγών του Ανόβερο, οι άνδρες του 2ου Τάγματος έπρεπε να κρατήσουν και πάλι τον εχθρό.

Το «φλεγόμενο τάγμα»

Ήταν ήδη απόγευμα και ο Ναπολέων γνώριζε πια ότι η μάχη δεν εξελισσόταν βάσει των σχεδιασμών του. Βλέποντας την Λα ε Σαντ πνιγμένη στους καπνούς κατάλαβε ότι οι δυνάμεις του είχαν αγκιστρωθεί εκεί, στο μικρό αυτό σημείο στηρίγματος, και δεν είχαν διασπάσει το εχθρικό κέντρο όπως επιθυμούσε.

Είχε επίσης πληροφορηθεί ήδη ότι οι Πρώσοι πλησίαζαν από ανατολικά και είχε αποστείλει ισχυρές δυνάμεις για να καλύψει το δεξιό του πλευρό, στέλνοντας παράλληλα μήνυμα στον Γκρουσύ να σπεύσει να τον ενισχύσει.

Ο Ναπολέων βλέποντας την αδυναμία των δυνάμεών του να καταλάβουν τη Λα ε Σαντ υπολόγισε πως στην περιοχή της αγροικίας αμύνονταν μια συμμαχική μεραρχία. Μάλλον θα συγχυζόταν ιδιαίτερα αν μάθαινε ότι αυτής αμυνόταν μόνο ένα τάγμα κι αυτό υποεπανδρωμένο. Και πάλι όμως ο αυτοκράτορας δεν είχε και πολλές επιλογές.

Το να συγκεντρώσει το πυροβολικό του για να ισοπεδώσει την αγροικία θα απαιτούσε πολύ χρόνο και χρόνο δεν είχε πια. Δεν είχε όμως και εφεδρείες. Το 3ο ΣΣ και η Φρουρά δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα με τους Πρώσους. Το 2ο ΣΣ του Ρείγ είχε σοβαρά ματώσει στο Ουγκαμόν, ενώ το 1ο ΣΣ του Ντ’ Ερλόν είχε ιδιαίτερα υποφέρει στη Λα ε Σαντ.

Αυτό που απέμενε στον Ναπολέοντα ήταν να διατάξει μια νέα επίθεση του πεζικού του κατά της αγροικίας με όσες διαθέσιμες δυνάμεις υπήρχαν. Πλέον το παιχνίδι του αυτοκράτορα ήταν με τον χρόνο, όχι με τον Γουέλινγκτον. Ο τελευταίος πάντως είχε επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στο κέντρο της διάταξής του.

Στη Λα ε Σαντ η ανάπαυλα δεν κράτησε πολύ. Γύρω στις 15.00 ο στρατάρχης Νέυ διέταξε νέα επίθεση κατά της αγροικίας από μια ταξιαρχία δυνάμεως 3.000 ανδρών. Οργανωμένη σε δύο φάλαγγες εφόδου η γαλλική ταξιαρχία προσέγγισε την αγροικία από δύο πλευρές και επιτέθηκε.

Παρά τις ιαχές «Ζήτω ο Αυτοκράτωρ» όμως που ακούγονταν οι στρατιώτες ήταν μάλλον συγκρατημένοι αντικρίζοντας τα εκατοντάδες πτώματα των συναδέλφων τους γύρω από την αγροικία. Ο Νέυ εξοργισμένος έστειλε έναν επιτελή του προσπαθώντας να δώσει νέα ορμή στους άνδρες του.

Φαίνεται πως το πέτυχε δε καθώς ο Μπάρινγκ μαρτυρεί πως ουδέποτε στη ζωή του είχε δει εχθρό τόσο απεγνωσμένα γενναίο. Οι Γερμανοί κράτησαν για λίγη ώρα τους Γάλλους μαχόμενοι από τα οδοφράγματα, αλλά σταδιακά υποχώρησαν εντός της Λα ε Σαντ.

Ο υπολοχαγός Γκράεμε ήταν ο τελευταίος που εισήλθε διατάσσοντας τον τυφεκιοφόρο Λίνταου να σφραγίσει τη θύρα της κύριας πύλης. Οι οχυρωμένοι Γερμανοί άρχισαν τα πυρά προκαλώντας μεγάλη αιμορραγία στους Γάλλους που προσπαθούν απεγνωσμένα με πελέκια και κάθε άλλο διαθέσιμο μέσο να σπάσουν τη δρύινη θύρα. Μάχη δίνονταν ακόμα και κάθε μια από τις τυφεκιοθυρίδες. Παρόλα αυτά οι Γερμανοί κρατούσαν.

Ο Μπάρινγκ ανησυχούσε για τη δυτική πύλη, πάντως, όπου δεν υπήρχε θύρα και είχε κλειστεί πρόχειρα. Και εκεί όμως οι άνδρες του μάχονταν ηρωικά. Ο τυφεκιοφόρος Λούντβιχ Ντάρεντορφ παρά τα τρία τραύματα από ξιφολόγχη που έφερε συνέχισε να μάχεται, σκοτώνοντας συνεχώς Γάλλους, αρνούμενος να μεταφερθεί στον πρόχειρο σταθμό επίδεσης. Έτσι συμπεριφέρθηκαν και άλλοι άνδρες του Μπάρινγκ παραμένοντας μαχόμενοι έστω και τραυματίες.

Ο ίδιος ο Μπάρινγκ περιέτρεχε έφιππος τις θέσεις μάχης των ανδρών του εμψυχώνοντας τους συνεχώς. Γαλλική βολίδα σκότωσε το άλογό του και ο αντισυνταγματάρχης βρέθηκε στο έδαφος. αντί να φοβηθεί όμως βρήκε ένα άλλο άλογο και συνέχισε απτόητος το έργο του. Παρά το θάρρος τους όμως οι λίγοι υπερασπιστές φαίνεται ότι θα «καταπίνονταν» τελικά από τον γαλλικό όγκο. Και ενώ φαινόταν όλα να τελειώνουν ο στρατάρχης Νέυ ήρθε να δώσει τη λύση για τους άνδρες του 2ου Τάγματος.

Παρεξηγώντας κάποιες μετακινήσεις μονάδων που διέταξε ο Γουέλινγκτον, ο Νέυ θεώρησε πως η συμμαχική στρατιά υποχωρούσε και τιθέμενος επικεφαλής του όγκου του γαλλικού ιππικού ρίχθηκε στην επίθεση. Το γαλλικό κύμα ανθρώπων και αλόγων ρίχτηκε μεταξύ Ουγκαμόν και Λα ε Σαντ μόνο και μόνο για να σπάσει πάνω στα ακλόνητα βρετανικά τετράγωνα.

Η επίθεση του γαλλικού ιππικού σταμάτησε την επίθεση του γαλλικού πεζικού κατά της Λα ε Σαντ. Ωστόσο ο Μπάρινγκ και οι άνδρες του δεν έμειναν θεατές. Αντίθετα με τα όπλα ακριβείας που διέθεταν έπλητταν τους Γάλλους ιππείς καθώς αυτοί κινούντο κατά των συναδέλφων τους στο συμμαχικό κέντρο. Ο Λοχίας Γκέοργκ Στόκμαν πυροβόλησε το άλογο ενός Γάλλου αξιωματικού των θωρακοφόρων. Μη αρκούμενος σε αυτό βγήκε από την αγροικία και αιχμαλώτισε τον Γάλλο.

Πάντως σύντομα το γαλλικό πεζικό επανήλθε. Οι Γερμανοί από τον περιστερώνα εξουδετέρωσαν δεκάδες Γάλλους αξιωματικούς. Σε λίγο η μάχη ξανάρχισε με την προηγούμενή της σφοδρότητα. Ο τυφεκιοφόρος Λίνταου δέχτηκε δύο τραύματα από βολίδες μουσκέτου στην πλάτη και το κεφάλι. Παρά τη διαταγή του υπολοχαγού Γκράεμε όμως αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη θέση.

«Όσο αντέχω θα πολεμώ», είπε κοφτά και απλώς έριξε ρούμι στις πληγές του. Λίγο αργότερα ο γενναίος υπολοχαγός τραυματίστηκε στο χέρι. Μόνος του έδεσε την πληγή με ένα μαντήλι και παρέμεινε στη θέση του. Λίνταου δεν μπορούσε να μην αστειευτεί. «Τώρα πρέπει να πάτε εσείς πίσω», του είπε γελώντας. «Ανοησίες», απάντησε ο μόλις 18 ετών υπολοχαγός. «Δεν υπάρχει πίσω»!

Στον κήπο της κουζίνας της αγροικίας οι δύο λόχοι του 1ου Ελαφρού Τάγματος που είχαν αναπτυχθεί εκεί απέκρουσαν όλες τις γαλλικές επιθέσεις. Ο δεκανέας Ντίντριχ Σελμ εξουδετέρωσε δεκάδες Γάλλους πριν δεχτεί ο ίδιος μια βολίδα στον πνεύμονα. Ο δεκανέας Μίλερ, ο καλύτερος σκοπευτής του τάγματος συνέχισε τον αγώνα. Δύο τυφεκιοφόροι γέμισαν τυφέκια για αυτόν και ο ίδιος πυροβολούσε συνεχώς, σκοτώνοντας τον ένα Γάλλο μετά τον άλλο.

Ξαφνικά είδε έναν Γάλλο αξιωματικό να οδηγεί τους άνδρες του με το ξίφος στο χέρι φωνάζοντας «Εμπρός-εμπρός». Ο Μίλερ σκόπευσε προσεκτικά και ο Γάλλος έπεσε νεκρός. Αμέσως οι άνδρες του νεκρού αξιωματικού υποχώρησαν εν αταξία. Ο δεκανέας Φρίντριχ Ράινεκε, επικεφαλής ομάδας 10 τυφεκιοφόρων, διακρίθηκε επίσης ιδιαίτερα αποκρούοντας με τους άνδρες του συνεχείς γαλλικές επιθέσεις.

Ο Μπάρινγκ ήταν βαθιά συγκινημένος από την συμπεριφορά των ανδρών του. «Τίποτα δεν μπορούσε να κλονίσει τους άνδρες μας που γελούσαν αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο», έγραψε αργότερα. Γύρω στις 17.00 πάντως η κατάσταση άρχισε να γίνεται κρίσιμη και πάλι καθώς τα πυρομαχικά άρχισαν να λείπουν.

Ο Μπάρινγκ έστειλε αγγελιοφόρο ζητώντας πυρομαχικά αλλά του ανακοινώθηκε πως δεν υπήρχαν διαθέσιμα. Την ίδια ώρα οι Γάλλοι έβαλαν φωτιά στο κτήριο, σε όσα σημεία μπορούσαν. Για τους αμυνόμενους ήταν εξαιρετικά δύσκολο να μάχονται και να προσπαθούν, χωρίς μέσα, να σβήσουν τη φωτιά.

Λίγο μετά τις 17.00 οι Γάλλοι εκτόξευσαν μια ακόμα μαζική επίθεση κατά της αγροικίας με δύναμη ταξιαρχίας. Το μόνο που η διοίκηση μπορούσε να κάνει για να κάνει για να ενισχύσει το 2ο Τάγμα ήταν να αποστείλει ενισχύσεις. Έτσι εστάλη στην αγροικία ο λόχος ακροβολιστών του 5ου Τάγματος Γραμμής της Λεγεώνας. Από τον λόχο μόνο 85 άνδρες κατάφεραν να φτάσουν στη Λα ε Σαντ. Τουλάχιστον 15 άνδρες, μαζί με τον διοικητή του λόχου σκοτώθηκαν. Σε λίγο στάλθηκαν στη Λα ε Σαντ άλλοι 200 άνδρες του 1ου Συντάγματος του Νασάου.

Ωστόσο οι ενισχύσεις δεν έλυσαν το βασικό πρόβλημα του Μπάριγνκ, αυτό της έλλειψης πυρομαχικών. Οι άνδρες που έσπευσαν σε ενίσχυσή του ήταν οπλισμένοι με μουσκέτα άλλου διαμετρήματος από τα τυφέκια Baker. Πάντως οι στρατιώτες από το Νασάου απέδειξαν σύντομα την αξίας τους όχι μόνο μαχόμενοι γενναία, αλλά και χρησιμοποιώντας τις μεγάλες σιτιοδόχους τους για να μεταφέρουν νερό και να σβήσουν τη φωτιά!

Ο Μπάρινγκ έδωσε πρώτος το παράδειγμα αρπάζοντας μια σιτιοδόχο και ορμώντας στη φωτιά. Το παράδειγμά του ενέπνευσε τους άνδρες, ακόμα και τους τραυματίες. με τον τρόπο αυτό η φωτιά σβήστηκε.

Μέχρις εσχάτων

Η μάχη πάντως συνεχιζόταν σκληρή. Στις τυφεκιοθυρίδες του τοίχου παιζόταν ένα άλλο, λίαν επικίνδυνο παιχνίδι. Κάποια στιγμή ο Λίνταου τοποθέτησε το τυφέκιό του σε μια από αυτές για να πυροβολήσει αλλά ένα χέρι από την άλλη πλευρά άρπαξε την κάννη! «Το σκυλί μου άρπαξε το όπλο», φώναξε ο τραυματίας Λίνταου.

«Περίμενε», του είπε ένας συνάδελφός του ο οποίος και πυροβόλησε και σκότωσε τον Γάλλο. Όταν ένας άλλος Γάλλος επιχείρησε το ίδιο του απάντησε μια ξιφολόγχη κατά πρόσωπο. Στην αυλή οι τραυματίες δεκανέας Ρίεμστεντ και τυφεκιοφόροι Λίντχορστ και Λίντεναου εξακολουθούσαν να μάχονται.

Όταν τους τελείωσαν τα πυρομαχικά συνέχισαν τον αγώνα με τις σπαθοξιφολόγχες τους, μα τα κοντάκια των όπλων τους, ακόμα και με πέτρες. Όταν ο Μπάρινγκ διέταξε αυτούς και άλλους τραυματίες να πάνε στον σταθμό επίδεσης όλοι αρνήθηκαν.

Σαν από θαύμα, με τις τελευταίες βολίδες που οι Γερμανοί πήραν από τους νεκρούς συναδέλφους τους, κατάφεραν να αποκρούσουν τους Γάλλους, ύστερα από σχεδόν μιάμιση ώρα σκληρού αγώνα. Τώρα πια οι άνδρες του Μπάρινγκ είχαν απομείνει με 3-4 βολίδες έκαστος. Παρόλα αυτά οι άνδρες φώναξαν στον διοικητή τους: «Κανείς μας δεν θα σε εγκαταλείψει. Θα πολεμήσουμε και θα πεθάνουμε μαζί σου»! Συγκινημένος ο Μπάρινγκ σκεφτόταν παράλληλα πως η θυσία των γενναίων ανδρών του δεν θα ωφελούσε πλέον.

Ωστόσο εκείνη την ώρα έφτασε μια εξαιρετικά ενθαρρυντική πληροφορία: Οι Πρώσοι του Μπλύχερ κατέφθαναν μαζικά. Ωστόσο την ίδια ώρα ο Ντ’ Ερλόν είχε ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του τις οποίες εξαπέλυσε σε μια τελευταία, απελπισμένη έφοδο κατά του συμμαχικού κέντρου. Με επικεφαλής το επίλεκτο 13ο Σύνταγμα Ελαφρού Πεζικού, οι γαλλικές φάλαγγες πλησίασαν στη Λα ε Σαντ και πάλι.

Ο Μπάρινγκ κατάλαβε ότι είχε έρθει η ώρα της υπέρτατης μάχης. Αφού ζήτησε και πάλι πυρομαχικά έσπευσε επικεφαλής των ανδρών του να αντιμετωπίσει τον εχθρό. Οι Γάλλοι επιχείρησαν και πάλι να βάλουν φωτιά την οποία οι Γερμανοί έσβησαν ξανά. Κατόπιν άρχισαν να σκαρφαλώνουν στον εξωτερικό τοίχο καθώς τα πυρά των Γερμανών είχαν σχεδόν παύσει.

Κατόπιν πήδηξαν στην αυλή. Τότε άρχισε ομηρικός αγώνας, μια θανάσιμη πάλη σώμα με σώμα όπου η ξιφολόγχη και το πείσμα είχαν τον πρώτο λόγο. Τελικά οι Γάλλοι έσπασαν και τη θύρα της κύριας πύλης και εισέβαλαν μαζικά στη Λα ε Σαντ. «Αμυνθείτε! Έρχονται από παντού, ελάτε κοντά», φώναξε κάποιος αξιωματικός στους αμυνόμενους. Οι ξιφολόγχες σκόρπιζαν τον θάνατο με μανία. Οι καλά εκπαιδευμένοι και με υψηλό ηθικό Γερμανοί πολεμούσαν με μανία.

Ωστόσο η αντίσταση δεν είχε πλέον νόημα και ο Μπάρινγκ δεν θέλησε να θυσιάσει τους άνδρες του. Έτσι αφού διέταξε ένα απόσπασμα, στο οποίο διατέθηκαν όλα τα διαθέσιμα πυρομαχικά, να ενεργήσει ως οπισθοφυλακή, διέταξε υποχώρηση. Το απόσπασμα θανάτου διοικείτο από τους υπολοχαγούς Γκράεμε και Κάρεϊ και από τον σημαιοφόρο Φρανκ.

Η οπισθοφυλακή αυτή πολέμησε άγρια. Πέραν των τριών αξιωματικών αποτελείτο ακόμα από τον επιλοχία Μέβιους, τον λοχία Στέγκεν, τον δεκανέα Χάιζε και τρεις στρατιώτες. Ένας Γάλλος προσπάθησε να πλήξει με την ξιφολόγχη των Φρανκ, αλλά πριν το επιτύχει ο Γκράεμε του είχε διχοτομήσει το πρόσωπο με την σπάθη του. Σε λίγο ένας Γάλλος σήκωσε το μουσκέτο του να πυροβολήσει τον Γκράεμε. Δεν πρόλαβε. Το σπαθί του Φρανκ του διαπέρασε το κεφάλι. Την ίδια στιγμή βολίδα μουσκέτου έπληξε το δεξί χέρι του Φρανκ αφήνοντας τον νεαρό δόκιμο αξιωματικό ανυπεράσπιστο.

Ο Γκράεμε δεν μπορούσε να τον βοηθήσει. Πολεμούσε ο ίδιος με πέντε Γάλλους, τέσσερις στρατιώτες και έναν αξιωματικό τον οποίοι είχε αρπάξει από το κολάρο της στολής του χρησιμοποιώντας τον ως ασπίδα απέναντι στις ξιφολόγχες των τεσσάρων στρατιωτών. Ο γενναίος υπολοχαγός κατάφερε να ξεφύγει, κυριολεκτικά, από την αγκάλη του θανάτου και να ξεφύγει.

Οι άλλοι δεν ήταν τόσο τυχεροί. Ο Χάιζε δέχτηκε ένα χτύπημα από κοντάκι στο κεφάλι και πιάστηκε αιχμάλωτος. Άλλος ένας δεκανέας και επτά άνδρες του 1ου Συντάγματος του Νασάου που είχαν σπεύσει να βοηθήσουν την οπισθοφυλακή, επίσης αιχμαλωτίσθηκαν. Ο Φρανκ δέχτηκε άλλη μια βολίδα στο στήθος. Βαριά πληγωμένος κρύφτηκε πίσω από ένα κρεβάτι. Οι Γάλλοι δεν τον είδαν καθώς ήταν απασχολημένοι σκοτώνοντάς δύο άλλους Γερμανούς τραυματίες.

Στη αυλή ο Λίνταου χρησιμοποιώντας το όπλο ως ρόπαλο χτυπούσε όποιον Γάλλο προσπαθούσε να πλησιάσει. Σε λίγο βρέθηκε να παλεύει με έναν χειροδύναμο αντίπαλο σώμα με σώμα. Παράλληλα όμως μια εχθρική ξιφολόγχη διαπέρασε τον ίδιο αλλά και τον Γάλλο με τον οποίο πάλευε. Βαριά τραυματισμένος αιχμαλωτίσθηκε.
Αυτό ήταν και το τέλος της μάχης, ουσιαστικά, για τους γενναίους του 2ου Τάγματος. Οι επιζώντες του 2ου Τάγματος πάντως ενώθηκαν με τους συναδέλφους τους του 1ου Ελαφρού και αφού πήραν πυρομαχικά από αυτούς συνέχισαν τον αγώνα μέχρι την τελική νίκη.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ