Τουρκία: Σε ανάλυση της Deutsche Welle εκφράζονται ανησυχίες για την πορεία της χώρας μετά τη νίκη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις εκλογές. «Η επικράτηση Ερντογάν οφείλεται στην αδυναμία της τουρκικής αντιπολίτευσης να προσφέρει εναλλακτική λύση», υποστηρίζει ο Χαμίτ Μποτζαρσλάν, ιστορικός και λέκτορας κοινωνικών επιστημών στη Γαλλία.
Μπορεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να έχει διατηρήσει χαμηλούς τόνους, τουλάχιστον μέχρι να ορκιστεί η νέα κυβέρνηση υπό την προεδρία του την Παρασκευή, όμως, φαίνεται πως η Δύση εξακολουθεί να εκφράζει ανησυχίες για την Τουρκία.
Η επόμενη ημέρα στη γειτονική χώρα μετά την επικράτηση του Ερντογάν, φαίνεται πως προκαλεί ιδιαίτερο προβληματισμό στην Ευρώπη, αν κρίνει κανείς από την ανάλυση της DW αλλά και από όσα υποστηρίζει Γάλλος ιστορικός και λέκτορας.
Η αδύναμη αντιπολίτευση έκανε νικητή τον Ερντογάν
Η επικράτηση του Ερντογάν στις τουρκικές προεδρικές εκλογές της Κυριακής οφείλεται, κυρίως, στην αδυναμία της αντιπολίτευσης να προσφέρει μια γνήσια δημοκρατική και κοινωνική εναλλακτική λύση, υποστηρίζει ο Χαμίτ Μποτζαρσλάν, ιστορικός και λέκτορας κοινωνικών επιστημών στη Γαλλία.
Σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα Libération o Μποτζαρσλάν δήλωσε έκπληκτος με τη νίκη Ερντογάν και απογοητευμένος από τα αποτελέσματα. «Πίστευα σε μια διαφορετική Τουρκία, καθοδηγούμενη από μια κοινωνία των πολιτών που ήταν εξαντλημένη αλλά έτοιμη για αλλαγή και για δημοκρατική στροφή», ανέφερε υπογραμμίζοντας στη συνέχεια τα εξής: «Αν και η Τουρκία έχει βιώσει περιόδους πολιτικού πλουραλισμού, δεν υπήρξε ποτέ πραγματικά δημοκρατική και θα χρειαστεί χρόνος για τη χειραφέτησή της από τη βαριά κληρονομιά του πρώτου δημοκρατικού αιώνα της. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, το 80% των Τούρκων πίστευε ότι η χώρα τους χρειαζόταν έναν ισχυρό και πατερναλιστικό ηγέτη που θα προστάτευε την Τουρκία από τη Δύση. Αυτό το αντανακλαστικό της προσφυγής σε μια ισχυρή, προνοητική φιγούρα δεν έχει εξαφανιστεί στην Τουρκία». Συνεχίζοντας ο Μποτζαρσλάν ανέφερε: «Αυτό που μπορεί να οριστεί ως “τουρκική ιδεολογία” βασίζεται σε μια εθνική μυσταγωγία που οδηγεί πολλούς Τούρκους να πιστεύουν ότι η χώρα τους έχει μια μεγαλεπήβολη αποστολή που πρέπει να εκπληρώσει απέναντι σε εσωτερικές και εξωτερικές απειλές. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε, όπως πιστεύουν, με μοναδικό στόχο να καταστραφεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία και έτσι να εμποδιστεί η Τουρκία να γίνει πιο ισχυρή από τη Δύση».
«Πρόκειται για ιδεολογία “εκδίκησης κατά της ιστορίας” που οδηγεί στην επιθυμία για κρατική ισχύ. Βασίζεται σε μια πολύ βίαιη εθνικιστική ρητορική, ιδιαίτερα κατά των εχθρών που ορίζονται από την κυβέρνηση. Ιστορικά, αυτοί ήταν οι Αρμένιοι και οι Έλληνες, οι οποίοι σήμερα αποτελούν πολύ μικρή μειοψηφία στην Τουρκία για να στοχοποιηθούν πραγματικά από την κυβέρνηση, η οποία προτιμά τους Κούρδους» ανέφερε επίσης ο Μποτζαρσλάν.
Ερωτηθείς για το πώς αντιμετώπισε η αντιπολίτευση το ζήτημα του εθνικισμού, ο πολιτικός επιστήμονας, αφού εξήγησε ότι ο συνασπισμός που σχηματίστηκε αποτελείται από έξι κόμματα που υποστηρίζουν ιδεολογίες πολύ διαφορετικές όπως ο κεμαλισμός, ο εθνικισμός και ο ισλαμισμός, υποστήριξε ότι η αντιπολίτευση θέλησε να καθησυχάσει το εκλογικό σώμα και απάντησε στον εθνικισμό και τον κοινωνικό συντηρητισμό με έναν λόγο παρόμοιο, αλλά ελαφρώς λιγότερο πειστικό από αυτόν του Ερντογάν. «Αντί να προτείνει μια γνήσια δημοκρατική και κοινωνική εναλλακτική λύση, η αντιπολίτευση κυνήγησε τα δυνατά σημεία του αντιπάλου της» τόνισε ο Μποτζαρσλάν.
Στην ερώτηση «τι μπορούμε να περιμένουμε από τη νέα θητεία του Ερντογάν» o Μποτζαρσλάν ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «πρέπει να προετοιμαστούμε για μερικά πολύ περίπλοκα χρόνια για μια Τουρκία που βρίσκεται σε πολύ κακή οικονομική θέση, η οποία μόλις εξέλεξε έναν πρόεδρο ανίκανο να ανταποκριθεί στις δυσκολίες της» και εξέφρασε την εκτίμηση ότι ακροδεξιές ομάδες, όπως οι βίαιοι Γκρίζοι Λύκοι, αποτελώντας πλέον ουσιαστικό μέρος της προεδρικής πλειοψηφίας, θα συνεχίσουν τη διαδικασία παραστρατιωτικοποίησης της Τουρκίας στηριζόμενες σε ένα κράτος που το κατατρώει η κλεπτοκρατία.
Τέλος, ερωτηθείς εάν μπορούν αυτές οι δυσκολίες να εμπνεύσουν νέες δημοκρατικές ελπίδες, εξέφρασε την άποψη ότι είναι ζωτικής σημασίας να ενισχυθεί η δυναμική που διαθέτει η Τουρκία σε μεγάλα πεδία πολιτικής αντίστασης, ιδίως στον πνευματικό και καλλιτεχνικό τομέα, προκειμένου να αναπτυχθεί μια ελεύθερη και δημοκρατική κοινωνία των πολιτών.
Τι σημαίνει η νίκη του Ερντογάν για την Τουρκία
Ο Ερντογάν κέρδισε τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, εδραιώνοντας την εξουσία του για άλλη μια φορά μετά από 20 χρόνια στην ηγεσία. Η νομισματική κρίση, η κακή διαχείριση της καταστροφής από τον σεισμό του Φεβρουαρίου και η καταστολή των αντιπάλων της κυβέρνησης, τίποτα από αυτά δεν μπόρεσε τελικά να βλάψει τον Ερντογάν, αναφέρει η DW στην ανάλυσή της. Η αντιπολίτευση, που ήλπιζε να κερδίσει τις εκλογές και να ξεκινήσει τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας, διαμαρτυρήθηκε πως ο προεκλογικός αγώνας ήταν άδικος. Παρά την ήττα, ο Κιλιτσντάρογλου θεωρεί πως οι εκλογές δείχνουν ότι ο λαός θέλει την «αλλαγή της αυταρχικής κυβέρνησης».
Οι παρατηρητές φοβούνται ότι ο Ερντογάν θα κυβερνήσει ακόμη πιο αυταρχικά στο μέλλον, αφού νομιμοποίησε και πάλι την εξουσία του και η Ευρώπη και οι Η.Π.Α. πρέπει τώρα να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις με έναν δύσκολο εταίρο στο ΝΑΤΟ, που διαδραματίζει επιπλέον ρόλο διαμεσολαβητή στον πόλεμο της Ουκρανίας.
Ο Ερντογάν οφείλει επίσης την εκλογική του επιτυχία στην υποστήριξη μιας ισλαμιστικής-εθνικιστικής συμμαχίας, γεγονός που θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει την πολιτική του στο μέλλον. «Ο Ερντογάν έχει αλλάξει τον χαρακτήρα του κράτους, μετατρέποντάς το από κοσμικό-εθνικιστικό σε ισλαμιστικό-εθνικιστικό. Και αυτό θα συνεχίσει να επιδιώκει», λέει η Ασλί Χερτσάν Αξόι του Κέντρου Τουρκικών Σπουδών.
Ο θρίαμβος του Ερντογάν έχει και μία συμβολική πτυχή: η νίκη του συνέπεσε ακριβώς με τη δέκατη επέτειο των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στο Γκεζί. Την άνοιξη του 2013 ιδίως οι νέοι είχαν εξεγερθεί κατά των πολιτικών του Ερντογάν σε ολόκληρη τη χώρα. Ο Ερντογάν, πρωθυπουργός ακόμη τότε, είχε καταστείλει τις διαδηλώσεις.
Η αντιπολίτευση κοιτάζει με τρόμο τους εταίρους του Ερντογάν. Με το ισλαμιστικό κουρδικό Hüda Par και το ισλαμιστικό Yenid Refah, ο Ερντογάν έφερε στο Κοινοβούλιο δύο κόμματα που τάσσονται κατά των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων και των γυναικών. Το Hüda Par, για παράδειγμα, θέλει να επιβάλει την προστασία της παραδοσιακής οικογένειας από «αποκλίνουσες» ιδεολογίες, ενώ τάσσεται υπέρ του διαχωρισμού αγοριών και κοριτσιών σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες.
Στην επιτυχία του Ερντογάν συνέβαλε ακόμη το γεγονός πως η προεκλογική εκστρατεία ήταν από την αρχή άδικη, σύμφωνα με τους διεθνείς παρατηρητές των εκλογών, που αναφέρουν ότι ο Ερντογάν είχε «αδικαιολόγητα πλεονεκτήματα». Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης ελέγχονται από τον Ερντογάν και η περιορισμένη προβολή της αντιπολίτευσης γινόταν κυρίως με αρνητικό τρόπο. Επιπλέον, ο Ερντογάν μοίρασε γενναιόδωρα προεκλογικά δώρα που καλύφθηκαν από τα κρατικά ταμεία. Παρουσίασε την αντιπολίτευση ως τρομοκράτη και ο υπουργός Εσωτερικών άσκησε πίεση στους ανεξάρτητους παρατηρητές των εκλογών, αρκετοί εκ των οποίων δέχθηκαν επιθέσεις.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Ερντογάν μετά τις εκλογές θα είναι πάντως η οικονομία. Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες ο πληθωρισμός της τάξης του 44% επιδεινώνεται λόγω του ότι, ενάντια στην κοινή οικονομική λογική, ο Ερντογάν εμμένει στη διατήρηση των χαμηλών επιτοκίων. Ο Ερντογάν κατάφερε ωστόσο να πείσει τους υποστηρικτές του ότι δεν ευθύνεται ο ίδιος για την οικονομική κατάσταση. Η καθηγήτρια οικονομικών Σέλβα Ντεμιράλπ έγραψε σε άρθρο της ότι εάν ο Ερντογάν δεν επιστρέψει στις συμβατικές οικονομικές πολιτικές, θα είναι πολύ δύσκολο να επανορθώσει τη ζημιά που έχει ήδη γίνει.
Η αντιπολίτευση, από την άλλη πλευρά, απέτυχε να πείσει την πλειοψηφία ότι ο Κιλιτσντάρογλου αποτελεί μία εναλλακτική λύση καλύτερη του Ερντογάν. Στον πρώτο γύρο ακολούθησε μία ρητορική συμφιλίωσης, ακολούθως όμως, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να κερδίσει τους εθνικιστές ψηφοφόρους, ο Κιλιτσντάρογλου στράφηκε κατά των προσφύγων και στηρίχθηκε από έναν δεξιό εθνικιστή πολιτικό. Η εν λόγω στροφή είχε αρνητικό αντίκτυπο στη δημοτικότητά του, κυρίως μεταξύ των Κούρδων ψηφοφόρων. Παρ’ όλο που το φιλοκουρδικό HDP τάχθηκε και πάλι στο πλευρό του Κιλιτσντάρογλου, η συμμετοχή των Κούρδων ήταν χαμηλότερη από εκείνη του πρώτου γύρου.
Παρ’ ότι το νέο Κοινοβούλιο είναι το πιο εθνικιστικό στην ιστορία της Τουρκίας τα 3,4 εκατομμύρια Σύρων που βρίσκονται στη χώρα θα πρέπει να ανακουφίστηκαν μετά τη νίκη του Ερντογάν. Αν και ο Τούρκος πρόεδρος είχε επίσης ανακοινώσει ότι θα διώξει τους Σύρους πρόσφυγες, οι παρατηρητές δεν αναμένουν σημαντικές επανεγκαταστάσεις. Ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά ότι οι μεσαίου μεγέθους Τούρκοι επιχειρηματίες στο Γκαζιαντέπ και τη νοτιοανατολική Τουρκία χρειάζονται Σύρους πρόσφυγες ως εργατικό δυναμικό, όπως εξηγεί η Αξόι. «Αυτές οι επιχειρήσεις, εξάλλου, αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του πελατειακού του συστήματος».
Με πληροφορίες από DW, ΑΠΕ-ΜΠΕ