Η απόφαση του ΟΠΕΚ να μειώσει την παραγωγή του συνολικά κατά 1,16 εκατ. βαρέλια την ημέρα αιφνιδίασε αρκετούς, ενώ η αντίδραση της αγοράς ήταν άμεση, με τις τιμές του «μαύρου χρυσού» να ενισχύονται σήμερα στα 80 δολάρια ανά βαρέλι για το αμερικανικό αργό και στα 86 δολάρια ανά βαρέλι για το πετρέλαιο Μπρέντ .
Με την απόφασή του να μειώσει την παραγωγή του συνολικά κατά 1,16 εκατ. βαρέλια την ημέρα ο ΟΠΕΚ δυσκολεύει περαιτέρω το έργο της Federal Reserve. Και ίσως όχι μόνον της Fed αλλά και της ΕΚΤ και της Τράπεζας της Αγγλίας και όλων των κεντρικών τραπεζών, καθώς προσθέτει έναν ισχυρότατο παράγοντα περαιτέρω επιτάχυνσης των τιμών.
Αυτή είναι η εκτίμηση των οικονομικών αναλυτών που βλέπουν από χθες τις τιμές του πετρελαίου να έχουν πάρει και πάλι την ανιούσα μετά την απόφαση οκτώ χωρών του διεθνούς καρτέλ πετρελαίου, υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, να μειώσουν την παραγωγή τους. Και μάλιστα να αποφασίσουν και να πράξουν ουσιαστικά ανεξάρτητα και όχι ως μέλη του ΟΠΕΚ.
Η αντίδραση της αγοράς ήταν άμεση με τις τιμές του «μαύρου χρυσού» να εκτοξεύονται κατά σχεδόν 6% στη διάρκεια της χθεσινής συνεδρίασης, το αργό Δυτικού Τέξας να υπερβαίνει τα 80 δολάρια το βαρέλι και το Brent τα 86 δολ. το βαρέλι.
Η απόφασή τους ενέσπειρε αυτομάτως εκτιμήσεις αναλυτών και παραγόντων της αγοράς, μεταξύ των οποίων και οι αναλυτές της Goldman Sachs, για ραγδαία αύξηση της τιμής του πετρελαίου στα 95 και στα 100 δολάρια το βαρέλι.
Οπως επισημαίνουν τώρα αναλυτές, από την Ουάσιγκτον μέχρι τη Φρανκφούρτη και το Λονδίνο, αξιωματούχοι και κεντρικές τράπεζες που αγωνίζονται εδώ και ένα χρόνο να ανακόψουν τις τιμές του πληθωρισμού θα αντιμετωπίσουν σύντομα τις νέες ανοδικές πιέσεις που θα δεχθούν οι τιμές των πάντων εξαιτίας του κόστους του πετρελαίου.
Σύμφωνα με τον Βίκτορ Πόνσφορντ, αναλυτή της Rystad Energy, «η αναμενόμενη αύξηση των τιμών του πετρελαίου ως αποτέλεσμα αυτής της μείωσης της παραγωγής θα επιταχύνει τον πληθωρισμό των τιμών της ενέργειας και θα εξωθήσει τις κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο σε πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων».
Συμβαίνει, βέβαια, πολλές φορές τέτοιου είδους ανακοινώσεις του ΟΠΕΚ για τα επίπεδα της παραγωγής του να μην έχουν τελικά παρά μόνον έναν παροδικό αντίκτυπο. Ο Τζέιμς Μπούλαρντ, πρόεδρος της Federal Reserve του Σεντ Λιούς, αμφιβάλλει για το κατά πόσον θα διαρκέσει ο αντίκτυπος στις τιμές του πετρελαίου. Μιλώντας στην τηλεόραση του Bloomberg, ο Μπούλαρντ παραδέχθηκε πως «ήταν έκπληξη αυτή η απόφαση», αλλά τονίζει ότι «είναι μάλλον ανοικτό ερώτημα κατά πόσον θα διαρκέσει ο αντίκτυπος στην τιμή του “μαύρου χρυσού”».
Εξάλλου, ο Γκεντιμίνας Σίμκους, διοικητής της Τράπεζας της Λιθουανίας και μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, υπογράμμισε χθες πως «υπάρχουν και άλλοι παράγοντες πέραν των αποφάσεων του ΟΠΕΚ» που οδήγησαν σε άνοδο την τιμή του πετρελαίου. Την ίδια στιγμή, πάντως, η Ουάσιγκτον έσπευδε να επικρίνει την απόφαση των οκτώ πετρελαιοπαραγωγών χωρών διά στόματος του εκπροσώπου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Οπως τόνισε στο Reuters, «δεν θεωρούμε συνετή στην παρούσα συγκυρία αυτή τη μείωση της παραγωγής, δεδομένης της αβεβαιότητας που επικρατεί στην αγορά».
Εχει προηγηθεί διελκυστίνδα που οδήγησε σε φραστικά πυρά ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και στο διεθνές καρτέλ πετρελαίου γύρω από τη στάση της Σαουδικής Αραβίας, καθώς το Ριάντ έχει αντισταθεί στις πιέσεις του Λευκού Οίκου για αύξηση της παραγωγής με στόχο την υποχώρηση των τιμών εν μέσω ενεργειακής κρίσης.
Η Ουάσιγκτον έχει ασκήσει επίμονες πιέσεις στο Ριάντ χωρίς αποτέλεσμα και έχει κατηγορήσει τη Σαουδική Αραβία ότι συμμαχεί με τη Μόσχα και αρνείται να επιτρέψει την πτώση των τιμών του πετρελαίου για να διευκολύνει τον γεωπολιτικό σύμμαχό της. Με την άνοδο των τιμών του «μαύρου χρυσού» η Μόσχα αυξάνει τα έσοδά της από τις εξαγωγές πετρελαίου παρά τις προσπάθειες των Ευρωπαίων, που με την επιβολή πλαφόν στο πετρέλαιο επιχειρούν να κάμψουν οικονομικά τη Ρωσία μειώνοντας τα έσοδά της από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων, με τα οποία χρηματοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η απόφαση των οκτώ μελών του ΟΠΕΚ και ο άμεσος αντίκτυπος που είχε στην αγορά ήταν, έτσι, η τρίτη κατά σειρά Δευτέρα μέσα στον τελευταίο μήνα που έχει αναστατώσει τους υπεύθυνους της νομισματικής πολιτικής στις κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο.
Οπως επισημαίνει το Bloomberg, για μια ακόμη φορά οι αξιωματούχοι των κεντρικών τραπεζών ξύπνησαν χθες με νέο πονοκέφαλο, καθώς τα αλλεπάλληλα επεισόδια από την κατάρρευση της Silicon Valley Bank μέχρι την άνοδο του πετρελαίου απειλούν διαρκώς να υπονομεύσουν τη νομισματική τους πολιτική και τις επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων.