Ο Κολομβιανός αμυντικός Αντρές Εσκομπάρ σκοράρει ένα αυτογκόλ στο Μουντιάλ του 1994 και λίγες ημέρες αργότερα πέφτει νεκρός από τα πυρά των αφεντικων του καρτέλ, προκαλώντας σοκ στην παγκόσμια ποδοσφαιρική κοινότητα.
Μπορεί το ποδόσφαιρο και ειδικά το Παγκόσμιο Κύπελλο να αποτελούν ένα είδος γιορτής, ωστόσο δεν είναι λίγες οι φορές που οι παίκτες από λαμπρούς πρωταγωνιστές, γίνονται θύματα απειλών. Κάτι τέτοιο φαίνεται πως συνέβη και φέτος, στο Μουντιάλ του Κατάρ, με τους ποδοσφαιριστές του Ιράν να αναφέρεται πως δέχθηκαν απειλές για φυλάκιση και βασανισμό της οικογένειάς τους μετά την απόφαση τους να μην τραγουδήσουν τον εθνικό ύμνο της χώρας στον αγώνα με την Αγγλία. Αν και οι παίκτες του Ιράν υπό αυτόν τον φόβο τελικά έψαλλαν τον εθνικό ύμνο στο ματς με τις ΗΠΑ, δεν αποκλείεται το θέμα να μην έχει κλείσει για το αυστηρό καθεστώς της Τεχεράνης.
Ο τρόμος στις τάξεις των Ιρανών, ξύπνησε μνήμες από μια άλλη πιο «σκοτεινή» και πιο τραγική ιστορία, η οποία έχει γραφτεί με ανεξίτηλο μελάνι στις πιο μαύρες σελίδες του ποδοσφαίρου. Ήταν πριν από 28 χρόνια, κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ του 1994, όπου η αποστολή της Κολομβίας δέχθηκε απειλές από βαρόνους των καρτέλ για τα ανεπιτυχή αποτελέσματα που έφερε εκείνο το καλοκαίρι στη διοργάνωση. H θλιβερή κατάληξη ήταν ο διεθνής αμυντικός Αντρές Εσκομπάρ να δολοφονηθεί λίγες ημέρες μετά από ένα αυτογκόλ που σημείωσε σε αγώνα κόντρα στις ΗΠΑ. Ξετυλίγοντας κανείς το κουβάρι αυτής της ιστορίας θα δει ότι έχει πολλές πτυχές, ενώ μέχρι και στο Netflix κυκλοφόρησε η μίνι-σειρά «Goles en contra» για να ρίξει περισσότερο φως στα γεγονότα γύρω από την άγρια δολοφονία του ποδοσφαιριστή. Τι ακριβώς έγινε λοιπόν πριν 28 καλοκαίρια και ο Αντρές Εσκομπάρ πλήρωσε ένα αυτογκόλ με την ίδια του την ζωή;
Ο «Τζέντλεμαν» και η παρέα του στο δρόμο για την διάκριση
Όπως πολλές ομάδες που πάνε με όνειρα σε μια μεγάλη διοργάνωση και εν τέλει τα κάνουν… θάλασσα, έτσι και η Κολομβία το 1994 δεν δικαίωσε όσους πίστευαν ότι θα φτάσει ψηλά. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν τότε και ο Βραζιλιάνος θρύλος Πελέ που προέβλεψε ότι οι Κολομβιανοί θα έφταναν τουλάχιστον μέχρι τα προημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου, που για πρώτη φορά διοργανώθηκε στις ΗΠΑ. Η αλήθεια είναι πως οι «Los Cafeteros», όπως αποκαλείται η εθνική ομάδα της Κολομβίας λόγω της μεγάλης παραγωγής καφέ στη χώρα, είχαν εντυπωσιάσει στα προκριματικά και είχαν να επιδείξουν μια νίκη με 5-0 εκτός έδρας κόντρα στην Αργεντινή. Η ποιότητα ορισμένων παικτών όπως των Βαλντεράμα, Ασπρίγια και Ρινκόν υπό τις οδηγίες του προπονητή Πάτσο Ματουράνα, φαινόταν πως ήταν αρκετή για να πραγματοποιήσει η Κολομβία το βήμα παραπάνω.
Αυτός που ξεχώριζε βέβαια ήταν ο παίκτης με το νούμερο 2 στην πλάτη και αγωνιζόταν ως κεντρικός αμυντικός στην Ατλέτικο Νασιονάλ. Ο λόγος για τον Αντρές Εσκομπάρ, ο οποίος εκείνη την περίοδο ετοιμαζόταν να πάρει μετεγγραφή στη μεγάλη Μίλαν του Πάολο Μαλντίνι. Σε αντίθεση με πολλούς συμπαίκτες του που αγωνίζονταν στην ίδια θέση εκείνη την εποχή και διακρίνονταν για τα σκληρά τους μαρκαρίσματα, ο Εσκομπάρ έπαιζε πολύ πιο «καθαρά». Για αυτό τον λόγο του «κόλλησαν» το παρατσούκλι ο «Τζέντλεμαν», μιας και η ευγενική παρουσία του στο γήπεδο ήταν σπάνια για τα τότε δεδομένα.
Μια χώρα πνιγμένη στο έγκλημα και την αβεβαιότητα
Οι Κολομβιανοί διεθνείς ταξίδεψαν στις ΗΠΑ τον Ιούνιο του ’94 όμως άφησαν πίσω τους μια χώρα γεμάτη προβλήματα. Τα περισσότερα από αυτά οφείλονταν στις πρακτικές του ναρκέμπορου και ηγέτη του Καρτέλ του Μεδεγίν, Πάμπλο Εσκομπάρ, ο οποίος έφερε τη διαφθορά και στο ποδόσφαιρο. Ως ιδιοκτήτης της Ατλέτικο Νασιονάλ, όπου αγωνιζόταν ο συνονόματός του Αντρές, εκμεταλλευόταν την ομάδα για ξέπλυμα μαύρου χρήματος με τις συνέπειες να είναι ολέθριες για το άθλημα. Την ίδια μέθοδο ακολούθησαν κι άλλα καρτέλ κι έτσι το ποδόσφαιρο της Κολομβίας μετατράπηκε σε μια ομπρέλα κάτω από την οποία κρυβόταν ο χορός των εκατομμυρίων πολλών βαρόνων ναρκωτικών. Η κατάσταση παρέμεινε έκρυθμη ακόμα και μετά τη δολοφονία του Πάμπλο Έσκομπαρ τον Δεκέμβριο του ‘93, καθώς το «αφεντικό» δεν ήταν εκεί για να επιβάλλει τους κανόνες στους κατώτερους του με αποτέλεσμα αυτοί να δρουν αυθαίρετα. Μέσα σε αυτό το χάος έφτασε η μέρα που πολλά υποσχόμενη εθνική ομάδα της Κολομβίας θα έδινε τον πρώτο της αγώνα στο Παγκόσμιο Κύπελλο κόντρα στη Ρουμανία.
Οι ακραίες απειλές και το μοιραίο λάθος
Η Κολομβία προς απογοήτευση των οπαδών της έκανε πρεμιέρα με το «αριστερό» στο Μουντιάλ του 1994, καθώς η Ρουμανία την υποχρέωσε σε ήττα με 3-1. Αμέσως εμφανίστηκαν σύννεφα πάνω από τις τάξεις των «καφετέρος», οι οποίοι δεν είχαν να διαχειριστούν μόνο το ενδεχόμενο του πρόωρου αποκλεισμού αλλά και την τρομοκρατία που προερχόταν από την ίδια τους τη χώρα. Μια ημέρα πριν τον δεύτερο αγώνα-«τελικό» για την Κολομβία στο Παγκόσμιο Κύπελλο κόντρα στις ΗΠΑ, ο ομοσπονδιακός προπονητής, Πάτσο Ματουράνα δέχεται ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα:
«Γεια σου, Ματουράνα, άκου καλά και σημείωσε το. Για την Τετάρτη κόντρα στις Ηνωμένες Πολιτείες, βγάλε τον Μπαραμπάς Γκόμες και βάλε τον Άντονι ντε Άβιλα στη θέση του. Αν δεν το κάνεις, είναι νεκρός», ακούγεται να λέει μια άγνωστη φωνή από την άλλη άκρη της γραμμής. Παρότι δεν αποκαλύφθηκε ποιος τηλεφώνησε, όλοι γνώριζαν ότι η φωνή αυτή άνηκε σε έναν από τους βαρόνους ναρκωτικών που είχαν παρεισφρήσει τα τελευταία χρόνια στο ποδόσφαιρο της Κολομβίας. Η πρώτη αντίδραση του Ματουράνα ήταν να απειλήσει πως θα αποχωρήσει κάτι που δεν δέχθηκε η ομοσπονδία. Ο ίδιος ο Μπαραμπάς Γκόμες επιβεβαίωσε σε συνέντευξή του μερικά χρόνια αργότερα το μυστήριο τηλεφώνημα: «Ήμασταν στο ξενοδοχείο στη συνάντηση με το τεχνικό τιμ ενόψει του αγώνα με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ραντεβού ήταν στις 11 το πρωί, αλλά ήταν έντεκα και μισή και ο Πάτσο με τον Μπολίλο [ο δεύτερος προπονητής] δεν είχαν έρθει. Άρχισα να τους ψάχνω και όταν τους είδα, ο Πάτσο έκλαιγε και ο Μπολίλο δεν μπορούσε καν να μιλήσει. Απείλησαν ότι θα τους σκοτώσουν και τους προειδοποίησαν ότι δεν έπρεπε να παίξω. Ότι αν έπαιζα θα σκότωναν την οικογένεια του Πάτσο, την οικογένειά μου, εμένα». Πράγματι ο Γκόμες θα έμενε στον πάγκο για την αναμέτρηση με τις ΗΠΑ, ενώ οι Κολομβιανοί ήταν τόσο ταραγμένοι που είχαν χάσει ουσιαστικά το ματς πριν καν το σφύριγμα της έναρξης.
Ο αγώνας ξεκινά αλλά ο χρόνος παγώνει στο 35ο λεπτό, όταν ο Αντρές Εσκομπάρ στην προσπάθεια του να απομακρύνει την μπάλα «βουτάει» με τα δύο πόδια και τη στέλνει στα δίχτυα της δικής του ομάδας, ανοίγοντας το σκορ. Η Κολομβία έχασε το ματς με 2-1 αλλά η άτυχη στιγμή του Εσκομπάρ έμελλε να επισκιάσει τα πάντα. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει όμως ότι το αστέρι της Κολομβίας λόγω αυτού του αυτογκόλ λίγες μέρες αργότερα θα δεχόταν έξι σφαίρες στο σώμα του.
«Μαμά θα σκοτώσουν τον θείο Αντρές…»
Η Κολομβία μετά τις δύο ήττες, κέρδισε το τρίτο και τελευταίο ματς του ομίλου αλλά οι τρεις πόντοι δεν ήταν αρκετοί για να γλιτώσει τον αποκλεισμό. Ο Αντρές Εσκομπάρ αισθάνθηκε την ανάγκη να στείλει μήνυμα ενότητας στους συμπατριώτες του μετά τα ανεπιτυχή αποτελέσματα αλλά κυρίως λόγω του αυτογκόλ: «Η ζωή δεν τελειώνει εδώ. Πρέπει να συνεχίσουμε. Έχουμε δύο επιλογές: Είτε να αφήσουμε τον θυμό να μας παραλύσει και να συνεχιστεί η βία, είτε να το ξεπεράσουμε και να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να βοηθάμε τους άλλους», ήταν τα λόγια του Εσκομπάρ που δεν μπορούσε να προβλέψει ότι θα πέσει θύμα δολοφονίας… κάτι που κατάφερε να κάνει ο ανιψιός του. Ο 10χρονος Φελίπε Ανχέλ Εσκομπάρ, βλέποντας το αυτογκόλ του θείου του γυρνάει στη μητέρα του και λέει «Μαμά θα σκοτώσουν τον θείο Αντρές…». Όπως αποκάλυψε η αδερφή του ποδοσφαιριστή σε συνέντευξή της, απάντησε στον γιο της πως «δεν σκοτώνουν τους ανθρώπους για λάθη. Όλοι αγαπούν τον Αντρές στην Κολομβία». Η τραγική ειρωνεία ήταν πως ο Αντρές δολοφονήθηκε για αυτό ακριβώς το λάθος, έξω από ένα μπαρ στο Μεντεγίν.
Ήταν αρχές του Ιουλίου του 1994, μερικές ημέρες μετά τον αποκλεισμό της Κολομβίας και ο Αντρές είχε ήδη επιστρέψει στην πατρίδα του. Ο προπονητής του τον είχε συμβουλέψει να προσέχει καθώς γνώριζε καλά πως πίσω στην Κολομβία θα τον θεωρήσουν ως έναν από τους υπαίτιους για τον αποκλεισμό. «Οι συγκρούσεις στην Κολομβία λύνονται με γροθιές», του είπε ο Ματουράνα. «Πρέπει να δείξω το πρόσωπό μου», απάντησε ο Αντρές.
Αλλά και από το οικογενειακό-φιλικό περιβάλλον του Αντρές, τον είχαν προειδοποιήσει να μην «εκτίθεται» τόσο πολύ στον υπόλοιπο κόσμο. Όμως ο Αντρές Εσκομπάρ θεώρησε πως δεν είχε λόγο να κρυφτεί και το βράδυ της 1ης Ιουλίου βρέθηκε σε ένα μπαρ μαζί με μερικούς φίλους του. Εκεί μια ομάδα ατόμων άρχισε να τον χλευάζει για το αυτογκόλ ωστόσο εκείνος προσπάθησε να τους συνετίσει. Μεταξύ αυτών σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά ήταν ο Χουάν Σαντιάγο και ο Πέντρο Νταβίντ Γκαγιόν, δύο σκληροί και αδίστακτοι βαρώνοι ναρκωτικών. Ξημέρωνε η δεύτερη μέρα του Ιουλίου και ο Αντρές Εσκομπάρ κατευθυνόταν προς το αυτοκίνητο του προκειμένου να επιστρέψει σπίτι. Τη στιγμή που μπήκε στο όχημα του ο ποδοσφαιριστής, δέχθηκε έξι σφαίρες από πολύ κοντινή απόσταση με τον δράστη μάλιστα να αναφέρεται ότι φώναζε «γκολ» την ώρα του εγκλήματος.
Ο κεντρικός αμυντικός της Κολομβίας άφησε έτσι την τελευταία του πνοή, στα 27 του χρόνια. Για τον φόνο καταδικάστηκε τελικά ο Ουμπέρτο Μουνιόθ Κάστρο, ο σοφέρ των αδερφών Γκαγιόν ο οποίος οδηγήθηκε στη φυλακή. Ποτέ δεν αποδείχθηκε νομικά ότι οι αδερφοί Γκαγιόν είχαν δώσει οδηγία για να «εκτελεστεί» ο Αντρές Εσκομπάρ. Ήθελαν με αυτόν τον τρόπο να τον εκδικηθούν καθώς είχαν στοιχηματίσει υπέρογκα ποσά υπέρ της Κολομβίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994.
Ο άδικος χαμός του Εσκομπάρ σόκαρε τη παγκόσμια ποδοσφαιρική κοινή γνώμη και πάνω από όλα τους συμπατριώτες του. Ένα πλήθος αποτελούμενο από 100.000 άτομα βρέθηκε στην κηδεία του «Τζέντλεμαν» επιβεβαιώνοντας την αγάπη προς το πρόσωπό του στην Κολομβία, όπως είχε πει και η αδερφή του. Ακόμα και σήμερα, 28 χρόνια μετά από αυτή μαύρη νύχτα του Ιουλίου, οι οπαδοί της Ατλέτικο Νασιονάλ και της Κολομβίας δεν τον ξεχνούν και συνεχίζουν να αποτίουν φόρο τιμής στη μνήμη του Αντρές Εσκομπάρ.