Περπατά με το κεφάλι σκυφτό, εδώ και πολλή ώρα, αργά, με εκείνη τη χαρακτηριστική βραδυπορία που δείχνει άνθρωπο φορτωμένο, έντονα προβληματισμένο. Φέρνει και ξαναφέρνει στροβιλισμένες μέσα στον νου του γνώριμες σκέψεις, όμορφες στιγμές, γνωστά πρόσωπα, κάποτε αγαπημένα, τώρα θαμπά, χαμένα στο συναίσθημα που τον πνίγει…
γράφει ο Καθηγητής Γιώργος Πιπερόπουλος
Είναι μεγάλη η απόφαση και είναι επιτακτική η ανάγκη να την πάρει, εδώ και τώρα, μόνος, καθώς περιδιαβαίνει τους δρόμους της δικιάς του πόλης, της δικιάς του αγαπημένης «φυλακής».
Βλέπεις, τα μεγάλα, τα σημαδιακά στοιχεία που συνθέτουν τη ζωή μας δεν έρχονται με προειδοποίηση, αλλά εντελώς αναπάντεχα, σχεδόν από το πουθενά, και μας ξαφνιάζουν ιδιαίτερα όταν μας βρίσκουν σε στιγμές πόνου, σε ώρες περισυλλογής και ανασύνταξης δυνάμεων, σε καιρούς που φαίνεται να σημαδεύουν το πέρασμά μας από μια φάση ζωής σε μια άλλη, από μια περίοδο σε άλλη..
Και έτσι καθώς περιδιαβαίνει τον δρόμο συλλογίζεται ότι έχει – ο καθένας και η καθεμιά έχουμε μέσα μας – εκείνη τη θεϊκή φύτρα που, αν τη βοηθήσουμε να ευδοκιμήσει, μπορεί να μας φτάσει στην ποθητή αυτοπραγμάτωση.
Είναι αλήθεια ότι συχνά ο καθένας που επιλέγει να πάρει τον δρόμο της αυτογνωσίας, στην προσπάθειά του να μάθει ποιος ή ποια είναι, αν δεν προσέξει μπορεί να οδηγηθεί σε αδιέξοδα.
Ίσως όμως τώρα, ναι, αυτή τη στιγμή, να είναι κατάλληλος ο χρόνος να στρώσει το δυνατό θεμέλιο, να ορθώσει μια δυνατή υπαρξιακή βάση.
Αν αρκεστεί για μια ακόμη φορά στη γοητεία του «πρωτόγνωρου» καθώς θα φτάσει στην άκρη του γκρεμού που πρέπει, που χρειάζεται να πηδήξει για να βρεθεί στην αντίπερα όχθη, θα διαπιστώσει για μια ακόμη φορά ότι πάλι σταματά, γυρνά σε παλιά γνώριμα μονοπάτια και λέει σε μορφή αυτό-παρηγοριάς «Έ, τι να κάνω, χρειάζομαι περισσότερη φόρα, δεν περνιέται εύκολα αυτή η άβυσσος».
Κι όμως, χωρίς αυτή την τελευταία προσπάθεια, αυτή που μπορεί και να είναι συνυφασμένη με την υπαρξιακή απόγνωση, όλες οι δοκιμές, όση φόρα και αν παίρνει, θα απολήγουν μάταιες.
Αυτό που ο καθένας και η καθεμιά χρειάζεται είναι να μάθουμε στον εαυτό μας να περπατά σταθερά στο δύσβατο, στο στενάχωρο μονοπάτι που είναι ποτισμένο με δάκρυ και αίμα. Μη ξεχνάς ποτέ ότι το ίδιο μας το κεφάλι, το ανθρώπινο μυαλό μας, φτιάχνει προβλήματα που τα περιπλέκει ακόμα περισσότερο το συναίσθημα και τα εντείνει η καθημερινότητα.
Είναι αδυσώπητη η αλήθεια, και μαζί εκείνος ο πόνος ο ανθρώπινος που εξιλεώνει καθώς υφαίνεται μέσα από την τίμια προσπάθεια να αγωνιστούμε για να αλλάξουμε αυτά που μπορεί με τη δική μας προσπάθεια και το δικό μας αγώνα να αλλάξουν, να αφήσουμε ανέγγιχτα αυτά που όσες προσπάθειες και να κάνουμε δεν πρόκειται να αλλάξουν και να διαθέτουμε την κριτική ικανότητα να ξεχωρίσουμε τα μεν από τα δε.
Για να επιβεβαιώσουμε την ύπαρξή μας πρέπει να πραγματώσουμε τα χρέη που σε καθημερινή βάση και στο βάθος μιας ζωής αθροίζουν οι επιλογές μας.
Για να συνεχίσω να υπάρχω χρειάζεται να αγωνισθώ με πάθος, με υπομονή και ναι, πάνω από όλα με ΕΛΠΙΔΑ.
Τώρα πια στην Ελλάδα, την Ευρώπη, ολάκερη την Υφήλιο περίσσεψαν τα λαμόγια, τα κλεφτρόνια, οι αυλοκόλακες και βλάκες και μαζί οι αρχομανείς εραστές θώκων εξουσίας και όποιος δεν μπορεί να το δεχτεί αυτό, τότε καλύτερα να ζήσει μόνος του, αλλά συνιστώ πρώτα φροντίσει να σπάσει όλους τους καθρέπτες γύρω του.
Τη μεγάλη απόφαση, αυτή που σημαδεύει το δικό μας μεγάλο ταξίδι που ξεκινά με το πρώτο μας βήμα, θα την πάρουμε μοναχοί, ο καθένας και η καθεμιά, κάποια μέρα, αργά ή γρήγορα στα σύνορα της δικιάς τους Πατρίδας στην Ελλάδα, στην Ευρώπη στην Υφήλιο, σε κάποια από τις πολυπρόσωπες – απρόσωπες σύγχρονες πολύβουες, πολυάνθρωπες και συνάμα απάνθρωπες πόλεις, αυτές τις κακόγουστες, δήθεν ελεύθερες «φυλακές»,.