«Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι../ Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές…».
Γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος (Φιλόλογος email: [email protected])
Τώρα που η μέρα χάνει τη μάχη από τη νύχτα, νιώθεις πως δίπλα σου ξεψυχά το καλοκαίρι. Η διαφορά φωτός και σκότους – νύχτας άρχισε να γίνεται εμφανής. Οι ζεστές ημέρες λιγοστεύουν, ενώ οι κρύες πληθαίνουν. Όλα προοικονομούν και προμηνύουν το φθινόπωρο.
Φθινοπώριασε, φθινοπωρινός, φτυνόπορο, φθινόπωρο. Οι λέξεις προάγγελοι και σηματοδότες μας προετοιμάζουν για τη νέα εποχή. Και δεν έχει σημασία, αν οι γλωσσολόγοι διαφωνούν για το «έτυμον» της εποχής αυτής. Άλλοι το ανοίγουν στο φτύνω + πόρος κι άλλοι στο φθίνω – οπώρας. Όλοι πια εύχονται καλό χειμώνα κι ας αργεί ακόμη…. Σημασία έχει πως το φθινόπωρο ψυχολογικά μας προετοιμάζει γι’ αυτόν.
Μελαγχολία
Χωρίς να το καταλαβαίνεις ένα απροσδιόριστο και αναίτιο συναίσθημα θλίψης και μελαγχολίαςσε διατρέχει. Όλα είναι ταιριαστά. Τα κιτρινισμένα φύλλα που αφήνουν τους κορμούς και τα κλαδιά των δέντρων επιτείνουν τα αρνητικά μας συναισθήματα. Όλα δηλώνουν το τέλος, τη ματαιότητα και την περατότητά μας.
«Όχι δεν είναι θάνατος που θ’ αντιμετωπίσουμε/ παρά μια τόση δα σταγόνα φθινοπωρινής βροχής/ Ένα θολό συναίσθημα…» (Οδ. Ελύτης)
Χρώματα κι αρώματα συμμαχούν για να μας πείσουν πως ο ερχομός του φθινοπώρου είναι γεγονός και όχι μια δυστροπία των απαισιόδοξων. Οι ποιητές της μελαγχολίας ύμνησαν ή εμπνεύστηκαν της ύπαρξής τους. Δεν έχει εξήγηση αυτός ο δεσμός των ποιητών της μελαγχολίας με το φθινόπωρο. Εκεί που όλοι υμνούν την άνοιξη και το καλοκαίρι, οι άλλοι ισορροπούν με το κλίμα του φθινοπώρου.
«Την θέλω ασθενή εγώ την φίλην/μου ταχείαν,/ωχράν την θέλω και λευκήν ως/ νεκρική σινδόνην,/με είκοσι φθινόπωρα, με άνοιξην/καμία… Προτιμώ την νύκτα/της ημέρας/Το πίπτον φύλλον και ουχί/ναρκίσσους μυροβόλους/Από το άστρον της αυγής τους/δύοντας αστέρας….» (Αχιλλέας Παράσχος).
Οι αρχαίοι Έλληνες συνδύασαν μυθολογικά τον ερχομό του φθινοπώρου με την κάθοδο της Περσεφόνης στον Άδη. Η θλίψη της Δήμητρας διαχέεται σε όλη τη φύση που συμπονεί τη θεά της γης – γεωργίας. Γι’ αυτό και στην εποχή αυτή τα σύννεφα σκεπάζουν τον ήλιο συμμετέχοντας κι αυτά στο θρήνο της θεάς που θα χάσει την κόρη της (Περσεφόνη) για έξι μήνες. Έτσι συμβολικά οι αρχαίοι χώρισαν το έτος σε δυο ίσες χρονικές περιόδους: Φθινόπωρο – Χειμώνας / Άνοιξη – Καλοκαίρι.
Και δεν είναι τυχαίο πως και η θρησκεία με τις γιορτές του Αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου) και του Αγίου Δημητρίου (26 Οκτωβρίου) συμμετέχει στη διάκριση των δυο αυτών χρονικών περιόδων που σηματοδοτούν και τις αντίστοιχες γεωργικές ασχολίες. Ίσως είναι από τις λίγες φορές που η επιστήμη, η θρησκεία και η καθημερινότητα των ανθρώπων συγκλίνουν με έναν βιωματικό τρόπο. (Η γνώση, η πίστη, η εργασία…).
Φρούτα και λουλούδια
Σε όσους δυσπιστούν για τον ερχομό του φθινοπώρου η ύπαιθρος και οι λαϊκές αγορές διατυμπανίζουν την άφιξή του. Τα λουλούδια και τα φρούτα της εποχής επιβεβαιώνουν με έναν αδιάψευστο τρόπο πως το φθινόπωρο είναι παρόν. Τα αρώματα και τα χρώματα της φύσης συμπληρώνουν το μωσαϊκό του φθινοπώρου.
Τα κυδώνια, τα ρόδια, τα μήλα και οι λωτοί, όπως και τα κάστανα γεμίζουν τα πανέρια. Σε λίγο σειρά παίρνουν τα εσπεριδοειδή (πορτοκάλια, μανταρίνια) και φυσικά οι ελιές. Όλα στην ώρα τους. Σε λίγο οι φουφούδες με τις γραφικές φιγούρες των καστανάδων.
Δίπλα στα φρούτα και τα εποχικά λαχανικά που διαλαλούν στις αγορές οι παραγωγοί: Τα λάχανα, τα μπρόκολα, τα κουνουπίδια, τα πράσα και το φθινοπωρινό μαρούλι συμπληρώνουν τη διατροφή και προσδίδουν μια άλλη γεύση στην τροφή. Κάθε εποχή με τις γεύσεις της.
Την ομορφιά του φθινοπωρινού τοπίου συμπληρώνουν τα λουλούδια, όπως: Τα αστράκια, τα χρυσάνθεμα (γνωστά και ως Αγιοδημητριάτικα) και φυσικά τα κυκλάμινα, που ενέπνευσαν τον ποιητή Γ. Ρίτσο «Κυκλάμινο στου βράχου την σχισμάδα/που βρήκες χρώματα κι ανθείς που μίσχο και σαλεύεις…»
Και βέβαια μπορεί τα παραδοσιακά πατητήρια σταφυλιών να λιγόστεψαν ή να εξαφανίστηκα
ν αλλά το άρωμα του κρασιού και του τσίπουρου αναδύεται από τους αμπελώνες και από τα αποστακτήρια. Οι γνωστές παρέες και οι μερακλήδες του είδους ετοιμάζονται να ζήσουν τις ωραίες στιγμές της απόσταξης – τσιπουροκαταστάσεις.
Ο άνθρωπος
Μπορεί το φθινόπωρο να μην έχει την ομορφιά της άνοιξης, αλλά έχει κάτι πιο αληθινό, κάτι που σε οδηγεί πιο κοντά στην ανθρώπινη φύση και πραγματικότητα. Οι βροχές, το κρύο τα βαριά σύννεφα και η πάλη του ήλιου με τα σκοτεινά σύννεφα μας παραπέμπουν στον αγώνα του ανθρώπου για επιβίωση. Μας κάνει πιο συνετούς, πιο ρεαλιστές. Οι νάρκισσοι άνθρωποι συμβιβάζονται με τη μοίρα τους, αφού όλα γύρω τους προετοιμάζονται για το χειμώνα που συνιστά το τείχος της διαδρομής που έχει ως αφετηρία την άνοιξη….
Κι αν όλα με την παρουσία τους προπαγανδίζουν και παιανίζουν τη δόξα του φθινοπώρου υπάρχουν και κάποτε ηχηρές απουσίες που κραυγάζουν την εξουσία του. Τα χελιδόνια μας άφησαν για άλλους τόπους πιο ζεστούς. Αυτή η μετανάστευση των αποδημητικών πουλιών ίσως ορίζει και νοηματοδοτεί με τον πιο ενεργό τρόπο τη βαθύτερη ουσία του ανθρώπου.
Τελικά μύρισε φθινόπωρο. Μια εποχή που κουβαλά μαζί της το ρομαντισμό, τη νοσταλγία και την αυτοσυγκέντρωση. Όσο και αν μιλούν κάποιοι για το «σύνδρομο συναισθηματικής διαταραχής» που επωάζει το φθινόπωρο, αυτό μας καλεί για μια άλλη αντίληψη ζωής με έναν απλό κι μαγευτικό τρόπο:
Βλέποντας τον πίνακα του Τσαρούχη «Οι τέσσερις εποχές» και ακούγοντας τη μουσική του Βιβάλντι «Οι τέσσερις εποχές» νιώθουμε την ανάγκη για στοχασμό και ενδοσκόπηση.
«Τώρα όμως βράδιασε. Ας κλείσουμε την/πόρτα κι ας κατεβάσουμε τις κουρτίνες/ γιατί ήρθε ο καιρός των απολογισμών. Τι/κάναμε στη ζωή μας ;/ποιοι είμαστε ; Γιατί εσύ κι όχι εγώ ;»(Τάσος Λειβαδίτης).