Προς υποχρεωτική ονομαστικοποίηση μετοχών για την παροχή φορολογικής ενημερότητας


Ακόμη και στο μπλοκάρισμα της έκδοσης φορολογικής ενημερότητας θα φθάνει το υπουργείο Οικονομικών στις περιπτώσεις που μια επιχείρηση δεν συμμορφώνεται με το νέο νομοθετικό πλαίσιο και δεν αποκαλύπτει στις φορολογικές αρχές τα στοιχεία των πραγματικών δικαιούχων της. Στο όνομα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ξεκινά η εφαρμογή όσων προβλέπονται στο νέο νομοθετικό πλαίσιο που ψηφίστηκε πρόσφατα.

Ειδικότερα, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο νομοθετικό πλαίσιο και ειδικά στο άρθρο 20 του νόμου 4557 που ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούλιο, όλες οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, δηλαδή κάθε εταιρική μορφή είναι υποχρεωμένη να τηρεί μητρώο στο οποίο θα καταγράφονται οι πραγματικοί δικαιούχοι της και το μητρώο αυτό θα αποστέλλεται ηλεκτρονικά στο taxis. H διάταξη προβλέπει συγκεκριμένα ότι “οι εταιρικές και άλλες οντότητες που έχουν έδρα στην Ελλάδα υποχρεούνται να συλλέγουν και να φυλάσσουν, σε ειδικό μητρώο που τηρούν στην έδρα τους, επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν”.

Η διάταξη που ψηφίστηκε το καλοκαίρι και εστάλη σε όλες τις εφορίες και τα ελεγκτικά κέντρα προβλέπει, επίσης, ότι αυτό το ειδικό μητρώο θα πρέπει να τηρείται επαρκώς τεκμηριωμένο και επικαιροποιημένο με ευθύνη του νομίμου εκπροσώπου ή ειδικώς εξουσιοδοτημένου προσώπου με απόφαση αρμόδιου εταιρικού καταστατικού οργάνου, και καταχωρίζεται στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων εντός εξήντα (60) ημερών από την έναρξη λειτουργίας του, με τη χρήση κωδικών εισαγωγής στην ηλεκτρονική πλατφόρμα taxisnet. Η καταχώριση τυχόν αλλαγών στα στοιχεία των πραγματικών δικαιούχων γίνεται εντός εξήντα (60) ημερών.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι όλες οι επιχειρήσεις θα πρέπει να δώσουν στις φορολογικές και άλλες αρμόδιες, για την καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, αρχές, όλα τα στοιχεία των μετόχων τους. Θεωρητικά, με βάση αυτά τα στοιχεία οι φορολογικές αρχές, οι εισαγγελείς και γενικά οι διωκτικές υπηρεσίες θα μπορούν να πραγματοποιούν ταχύτερους και πιο αποτελεσματικούς ελέγχους σε υποθέσεις διερεύνησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως είναι το εμπόριο ναρκωτικών, η πορνεία, η διακίνηση ανθρώπων, όπλων και άλλες παράνομες πρακτικές.

Οι παρενέργειες

Μαζί με τα ξερά, ωστόσο, μπορεί να καούν και τα χλωρά. Διότι, όπως σημειώνουν έμπειροι φοροτεχνικοί, μπορεί πράγματι η αυστηροποίηση του νομοθετικού πλαισίου για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες να περιορίσει τη διάθεση των παράνομων κυκλωμάτων να χρησιμοποιήσουν ελληνικές επιχειρήσεις ως οχήματα για να ξεπλύνουν βρώμικο χρήμα ή να αποκρύψουν εισοδήματα, μπορεί όμως να προκαλέσει και ένα ανάχωμα για επενδύσεις στην Ελλάδα. Και αυτό, όπως εξηγούν γνώστες των φορολογικών ζητημάτων, μπορεί να προκληθεί στις εξής περιπτώσεις:

– Πραγματοποίηση επενδύσεων στην Ελλάδα, είτε χαρτοφυλακίου είτε παραγωγικών από ξένους επενδυτές που για δικούς τους λόγους, όχι παράνομους, επιθυμούν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους. Το νέο νομοθετικό πλαίσιο μπορεί σε αυτές τις περιπτώσεις να αποδειχθεί τροχοπέδη για την πραγματοποίησή τους.

– Πρακτικά προβλήματα καταγραφής στο μητρώο των πραγματικών δικαιούχων μιας επιχείρησης όταν μέτοχός της είναι ένα ξένο fund ή ένα επενδυτικό σχήμα εταιρικής μορφής. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι ιθύνοντες της ελληνικής επιχείρησης θα έχουν πραγματικό πρόβλημα καταγραφής στοιχείων που αφορούν “επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους” καθώς και πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν “τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν”.

Μπλόκο στην έκδοση ενημερότητας

Το νομοθετικό πλαίσιο για την εφαρμογή της τήρησης του μητρώου πραγματικών δικαιούχων είναι πολύ αυστηρό καθώς συνδέθηκε με την έκδοση φορολογικής ενημερότητας. Με εγκύκλιο που απέστειλε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων σε όλες τις εφορίες και τις αρμόδιες υπηρεσίες της ορίζεται ότι στις περιπτώσεις που μια επιχείρηση ή εταιρεία δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις της που προβλέπονται για την τήρηση του πραγματικού μητρώου δικαιούχων τότε δεν θα λαμβάνει αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας. Για τις επιχειρήσεις που δεν θα λαμβάνουν αποδεικτικό ενημερότητας αυτό θα αποτελεί πρόβλημα καθώς το συγκεκριμένο αποδεικτικό είναι απαραίτητο για μια σειρά κρίσιμων συναλλαγών. Συγκεκριμένα, το αποδεικτικό ενημερότητας είναι απαραίτητο στις εξής περιπτώσεις:

– Για την είσπραξη χρημάτων ή την εξόφληση τίτλων πληρωμής από το Δημόσιο Τομέα, όπως αυτός καθορίζεται στην κείμενη νομοθεσία από Δημοσίους Υπολόγους και από αυτούς που ενεργούν πληρωμές με εντολή ή εξουσιοδότηση των ανωτέρω, εφόσον το ακαθάριστο ποσό για κάθε τίτλο πληρωμής υπερβαίνει τα 1.500 ευρώ ανά δικαιούχο.

– Για τη σύναψη και ανανέωση συμβάσεων δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων γενικά, με τις αναγνωρισμένες στην Ελλάδα τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, εφόσον χορηγούνται με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.

– Για την πώληση ακινήτου, για τη δωρεά εν ζωή ακινήτου και γενικά για οποιαδήποτε εκούσια σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων, ανταλλαγή ακινήτων, αλλά και τη σύσταση οριζοντίων ιδιοκτησιών επί των ακινήτων.

– Για τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς ανάληψης εκτέλεσης δημοσίων έργων ή προμηθειών από τον Δημόσιο Τομέα.

– Για τη σύσταση νέων επιχειρήσεων στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο.

Μπλόκο στο ξέπλυμα με μεγάλα πρόστιμα

Με άλλη εγκύκλιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων κοινοποιήθηκαν σε διάφορους επαγγελματικούς κλάδους οδηγίες για το πώς να χειρίζονται υποθέσεις πελατών τους οι οποίες είναι ύποπτες για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Μάλιστα, εφόσον δεν τις ακολουθήσουν απειλούνται με πρόστιμα που φθάνουν ακόμη και το ένα εκατομμύριο ευρώ. Ειδικότερα η εγκύκλιος αφορά:

α) εξωτερικούς λογιστές – φοροτεχνικούς και νομικά πρόσωπα παροχής λογιστικών – φοροτεχνικών υπηρεσιών, καθώς και ιδιώτες ελεγκτές,

β) μεσίτες ακινήτων, για συναλλαγές των οποίων η αξία ανέρχεται σε τουλάχιστον 10.000 ευρώ, ανεξαρτήτως αν το ποσό αυτό αφορά αγορά, πώληση ή μηνιαίο μίσθωμα εκμίσθωσης ακινήτου, και

γ) έμπορους και εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας, όταν η αξία της συναλλαγής ανέρχεται σε τουλάχιστον 10.000 ευρώ, ανεξάρτητα από το εάν αυτή διενεργείται με μια μόνο πράξη ή με περισσότερες, μεταξύ των οποίων φαίνεται να υπάρχει κάποια σχέση. Ως έμποροι αγαθών μεγάλης αξίας νοούνται ιδίως:

1) Οι επιχειρήσεις εξόρυξης, παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων, οι επιχειρήσεις παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας πολύτιμων μετάλλων και παράγωγων προϊόντων, οι επιχειρήσεις εμπορίας μαργαριταριών και κοραλλιών και οι επιχειρήσεις κατασκευής και εμπορίας κοσμημάτων και ρολογιών.

2) Οι επιχειρήσεις εμπορίας παλαιών αντικειμένων αξίας (αντίκες), αρχαιοτήτων, μεταλλίων, παλαιών γραμματοσήμων και νομισμάτων και λοιπών συλλεκτικών ειδών αξίας, καθώς και οι επιχειρήσεις ή επαγγελματίες παραγωγής ή κατασκευής και εμπορίας έργων και αντικειμένων τέχνης γενικά, καθώς και μουσικών οργάνων.

3) Πρόσωπα που εμπορεύονται ή ενεργούν ως μεσάζοντες στο εμπόριο έργων τέχνης, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου που πραγματοποιείται σε αίθουσες έργων τέχνης και οίκους δημοπρασιών.

4) Οι επιχειρήσεις παραγωγής και εμπορίας ταπήτων και χαλιών, ειδών γουνοποιίας, δερμάτινων ειδών και ενδυμάτων γενικά.

5) Οι επιχειρήσεις εμπορίας επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, ελικοπτέρων, αεροσκαφών και σκαφών αναψυχής γενικά.

Οι παραπάνω πρέπει να λαμβάνουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας στις περιπτώσεις που οι πελάτες τους κάνουν μια από τις παρακάτω ενέργειες:

– Όταν συνάπτουν επιχειρηματική σχέση.

– Όταν διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή που ανέρχεται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 15.000 ευρώ, είτε η συναλλαγή αυτή πραγματοποιείται με μία και μόνη πράξη είτε με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους.

– Όταν πρόκειται για πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά και διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή σε μετρητά που αφορά ποσό 10.000 ευρώ τουλάχιστον, ανεξάρτητα από το αν διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους.

– Όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από κάθε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο ποσού.

– Όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ακρίβεια, την πληρότητα ή την επάρκεια των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν προηγουμένως για την πιστοποίηση και την επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου.

Του Σπύρου Δημητρέλη

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ