Οι έντονες διακυμάνσεις στην αγορά του πετρελαίου τους τελευταίους μήνες δημιουργούν νευρικότητα, αν και η γενικότερη εκτίμηση τόσο θεσμικών φορέων όσο και των αναλυτών, είναι ότι οι υψηλές τιμές πάνω από τα 70 δολάρια δεν αποτελούν συγκυριακό φαινόμενο αλλά μεσοπρόθεσμη τάση. Αυτό φάνηκε και την περασμένη εβδομάδα, όταν μετά την αναταραχή που προκλήθηκε με την υπόθεση Κασόγκι, ξύπνησαν οι μνήμες από το πολιτικό πετρελαϊκό εμπάργκο του 1973. Ωστόσο το μήνυμα που έστειλε το Ριάντ προς τις αγορές ότι δεν προτίθεται να χρησιμοποιήσει την πετρελαϊκή της ισχύ ως όπλο άσκησης πολιτικής πίεσης, δεν στάθηκε αρκετό για να σταματήσει την νέα ανοδική τροχιά του πετρελαίου ξανά προς τα 80 δολάρια.
Κι αυτό διότι υπάρχει έντονη ανησυχία ότι με το νέο εμπάργκο σε βάρος το Ιράν επί θύραις, θα υπάρξει εκ νέου έλλειμμα στο ισοζύγιο προσφοράς – ζήτησης. Σε αυτό το περιβάλλον η Σαουδική Αραβία, καλείται να παίξει ρόλο κλειδί για την εξισορρόπηση της αγοράς βραχυπρόθεσμα, αυξάνοντας την παραγωγή της. Αυτές οι ανησυχίες άλλωστε ήταν και ο βασικός λόγος για το ράλι της τιμής του πετρελαίου που οδήγησε το brent πάνω από τα 86 δολάρια το βαρέλι στις αρχές Οκτωβρίου.
Το ρευστό τοπίο οδηγεί την πλειονότητα των οίκων να συντάσσεται με την άποψη που διατύπωσε προ ημερών ο διεθνής οργανισμός ενέργειας ΙΕΑ ότι οι ακριβές τιμές ενέργειας έχουν επιστρέψει για τα καλά με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την παγκόσμια ανάπτυξη.
Το μήνυμα της Σαουδικής Αραβίας
Εδώ να σημειωθεί ότι ο υπουργός ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας, Khalid Al Falih, δήλωσε ότι η Σαουδική Αραβία είναι έτοιμη να αυξήσει την παραγωγή της έως και τα 12 εκατ. βαρέλια την ημέρα εάν αυτό απαιτηθεί από την αγορά. Σύμφωνα με τον ίδιο η δυνατότητα της Σαουδικής Αραβίας να καλύψει το έλλειμμα προσφοράς ζήτησης στην παγκόσμια αγορά, φτάνει στα 3 εκατομμύρια βαρέλια. Εάν το έλλειμμα από την πλευρά της προσφοράς εξαιτίας των προβλημάτων σε Λιβύη, Νιγηρία, Βενεζουέλα και τις κυρώσεις των ΗΠΑ στο Ιράν, φτάσει στα 3 εκατ. βαρέλια, τότε η Σαουδική Αραβία θα πρέπει να ενεργοποιήσει και τα στρατηγικά της αποθέματά.
UBS
Στην τελευταία της εκτίμηση η UBS τοποθετεί την πρόβλεψή της για την τιμή του Brent στα 70 δολάρια το βαρέλι. “Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς το πώς θα διαμορφωθούν οι τιμές του πετρελαίου μακροπρόθεσμα, ωστόσο, βλέπουμε τα επίπεδα των 60 έως 80 δολαρίων ως ένα εύλογο εύρος. Η έλευση του σχιστολιθικού πετρελαίου ταρακούνησε τη βιομηχανία: ο μικρός επενδυτικός κύκλος παρέχει μια πηγή εφοδιασμού που ανταποκρίνεται άμεσα στα σήματα της αγοράς και επομένως θα μπορούσε να οδηγήσει σε συντόμευση του χρονικού κύκλου των τιμών” αναφέρει στην έκθεσή του για τον κλάδο του πετρελαίου τον Οκτώβριο το τμήμα ανάλυσης του οίκου. Θέση της UBS είναι ότι ο κύκλος της ανάκαμψης από τα χαμηλά της αγοράς έχει εν πολλοίς ολοκληρωθεί.
Οι τρέχουσες τιμές της αγοράς έχουν ξεπεράσει την πρόβλεψη της UBS, εξέλιξη που ο οίκος αποδίδει στο συνδυασμό της ισχυρής ανάκαμψης της ζήτησης και της συγκράτησης της παραγωγής του ΟΠΕΚ, η οποία εν μέρει αντισταθμίστηκε από την παραγωγή των ΗΠΑ. Επίσης ρόλο έπαιξε και το πολιτικό ρίσκο, το οποίο παίζει πιο καθοριστικό ρόλο όταν, όπως συμβαίνει τώρα, το ισοζύγιο της αγοράς παραμένει εύθραυστο. Η ισχυρή ζήτηση (εκτιμάται ότι το 2018 η αύξηση θα φτάσει στο 1,3 εκατ. βαρέλια την ημέρα) σε συνδυασμό με το ρίσκο του περιορισμού της προσφοράς λόγω του Ιράν αλλά και των προβλημάτων στην παραγωγή της Βενεζουέλας, αποτελούν λόγους ανησυχίας για την αγορά.
Citi
Τη σημαντική μείωση της παραγωγής του Ιράν, που από τα 2,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα στο πρώτο μισό του 2018, αναμένεται να πέσει στα 1,5 εκατ. βαρέλια τον Οκτώβριο, επισημαίνει από την πλευρά της η Citi στο εβδομαδιαίο σημείωμά της για την ενέργεια, υπογραμμίζοντας ότι η Σαουδική Αραβία έχει ήδη προχωρήσει σε αύξηση της παραγωγής της στα 10,7 εκατ. βαρέλια με δυνατότητα να φτάσει έως και τα 11 εκατ. βαρέλια ή και περισσότερο εάν χρειαστεί, ενώ μικρή δυνατότητα αύξησης υπάρχει και από την πλευρά της Ρωσίας. Εδώ να σημειωθεί ότι εξαιτίας των περιορισμών που υπάρχουν στις υποδομές αγωγών στις ΗΠΑ, η δυνατότητα αύξησης των αμερικανικών εξαγωγών ενέργειας είναι περιορισμένη. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι μόνο οι παραγωγοί του ΟΠΕΚ και κυρίως η Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ, το Ιράκ, τα ΗΑΕ και η Ρωσία διαθέτουν ικανή εφεδρική παραγωγή για να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς.
HSBC
Όπως επισήμανε στην τελευταία του έκθεση ο διεθνής οργανισμός ενέργειας ΙΕΑ, τόσο παγκόσμια ζήτηση όσο και η προσφορά βρίσκονται κοντά σε νέα ιστορικά υψηλά των 100 εκατ. βαρελιών την ημέρα, χωρίς να υπάρχουν σημάδια ότι στον ορατό ορίζοντα θα υπάρξει κάμψη. Στο θέμα αναφέρεται και η HSBC, που στο report Οκτωβρίου για τον τομέα πετρελαίου και αερίου καταγράφει τις αντιδράσεις στελεχών της αγοράς και ειδικών από τα μεγαλύτερα συνέδρια του κλάδου που έλαβαν χώρα τον τελευταίο μήνα. Σύμφωνα με τα όσα σημειώνει η HSBC, υπάρχει μεγάλο εύρος στις εκτιμήσεις για το πού θα βρίσκεται η τιμή του πετρελαίου στα τέλη του 2019, ξεκινώντας από τα 65 και φτάνοντας πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι. Παράλληλα, όμως, με την εκτίμηση ότι οι τιμές του Brent δείχνουν τάσης σταθεροποίησης στα επίπεδα των 80 δολαρίων, και σε όρους ζήτησης η αγορά πετρελαίου επίσης κινείται ανοδικά. Η εκτίμηση είναι ότι είναι ότι σε όλη τη διάρκεια του 2019 η ζήτηση θα κυμανθεί στα επίπεδα των 100 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα.
inRead Advertisement by VIDADS since 2011
ΙΕΑ
Ο διεθνής οργανισμός ενέργειας, που ανήκει στον ΟΟΣΑ, ΙΕΑ, στην έκθεσή του του Οκτωβρίου θεωρεί ότι οι υψηλές τιμές ήρθαν για να μείνουν και ότι δημιουργείται ενδεχόμενη απειλή για την παγκόσμια οικονομία. Θέση μας είναι ότι η ακριβή ενέργεια έχει επιστρέψει, καθώς το πετρέλαιο το φυσικό αέριο και ο άνθρακας, διαπραγματεύονται στις διεθνείς αγορές σε υψηλά ετών, εξέλιξη που συνιστά απειλή για την οικονομική ανάπτυξη. Ακόμη μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος για αναπτυσσόμενες χώρες με νομίσματα που εμφανίζουν τάσεις υποτίμησης έναντι του δολαρίου.
Fitch
Η τελευταία ανάλυση της Fitch τοποθετεί για φέτος την τιμή του Brent στα 75 δολάρια το βαρέλι με ισχυρά ανοδική τάση για τα επόμενα χρόνια μέχρι το 2022. Συγκεκριμένα, οι αναλυτές του οίκου βλέπουν το βαρέλι του Brent στα 82 δολάρια το 2019, στα 85 δολάρια το 2020, στα 89 δολάρια το 2021 και στα 91 δολάρια το 2022.
Η πρόβλεψη για την τιμή του Brent είναι ανοδική, λόγω των ολοένα εντεινόμενων ανησυχιών στο κομμάτι της προσφοράς. Η μείωση των εξαγωγών του Ιράν, τα χαμηλά αποθέματα, η περιορισμένη διαθέσιμη εφεδρική δυναμικότητα και η συνεχιζόμενη υποεπένδυση του τομέα θα οδηγήσει την αγορά σε έλλειμμα το 2019, αναφέρουν στην έκθεσή τους οι αναλυτές της Fitch, οι οποίοι επιπροσθέτως βλέπουν να κυριαρχούν στην αγορά οι Αμερικανοί παραγωγοί.
RBC
Στα ίδια επίπεδα για το 2018 βρίσκεται και η εκτίμηση της RBC η οποία προβλέπει τιμή 75 δολάρια για το Βrent, ενώ διατηρεί αμετάβλητη την πρόβλεψη για 86 δολάρια το 2019 και 88 δολάρια το βαρέλι για το 2020. Οι αναλυτές της RBC στο ανοδικό σενάριο για τις τιμές του πετρελαίου αντικατοπτρίζουν τις εκτιμήσεις για α) συνέχιση της πτωτικής πορείας της παραγωγής της Βενεζουέλας, β) τη διατήρηση των κυρώσεων των ΗΠΑ σε βάρος του Ιράν, γ) τη σταθεροποίηση της παραγωγής του ΟΠΕΚ στα επίπεδα των 31 έως 32 εκατ. βαρελιών την ημέρα.
Οι κινήσεις στη ναυτιλία απειλούν τιμές και παγκόσμια ανάπτυξη
Ενισχύονται οι προβλέψεις για φαινόμενο ντόμινο με αφορμή τις νέες ρυθμίσεις- Ελπίδες από τη μεταβατική περίοδο
Ο σκεπτικισμός γύρω από τις εξελίξεις στην αγορά πετρελαίου και οι εκτιμήσεις ότι η άνοδος των τιμών θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, τουλάχιστον μέχρι το 2020, εντείνεται και από μια άλλη παράμετρο, η οποία φαίνεται να μην έχει ακόμη αξιολογηθεί επαρκώς, ούτε να συνυπολογίζεται στις προβλέψεις των αναλυτών. Ο λόγος για την υποχρεωτική μετάβαση της ναυτιλίας από το 2020 στα καύσιμα χαμηλής περιεκτικότητας 0,5% σε θείο, λόγω του νέου περιβαλλοντικού κανονισμού IMO 2020 που ξεκινά να εφαρμόζεται.
Ωστόσο ο κλάδος της ναυτιλίας έχει βάλει στο τραπέζι μια σειρά από ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια των πλοίων και των πληρωμάτων, αλλά και το περιβάλλον καθώς η εναλλακτική λύση της τοποθέτησης των περίφημων scrubbers (δηλαδή των ειδικών μετατροπέων που περιορίζουν την έκλυση θείου στην ατμόσφαιρα) μετατοπίζει το πρόβλημα από την ατμόσφαιρα στη θάλασσα καθώς εκεί απορρίπτονται τα απόβλητα της καύσης.
Η ναυτιλία έχει ήδη θέσει μια σειρά από εναλλακτικές λύσεις στο τραπέζι όπως για παράδειγμα η καθιέρωση μιας φάσης συλλογής εμπειριών (Experience-Building Phase) που θα βοηθήσει στην καλύτερη προσαρμογή της βιομηχανίας στα νέα δεδομένα ή εναλλακτικά στην υιοθέτηση μιας ενδιάμεησης λύσης για αύξηση του ανώτατου επιτρεπόμενου ορίου έκλυσης θείου στο 1% (από 3,5% που είναι σήμερα) καθώς αυτού του τύπου το καύσιμο είναι πιο εύκολο να παραχθεί από τα διυλιστήρια σε πιο ανεκτά επίπεδα κόστους. Πάντως η ουσία είναι ότι εκτός από τις επιπτώσεις στη ναυτιλία και τις αλλαγές που θα επιφέρει ο νέος κανονισμός (συγκέντρωση, εξοβελισμός από την αγορά των μικρότερων παικτών και εκτόξευση του κόστους και των αναγκών σε νέα επενδυτικά κεφάλαια για τη ναυτιλία), οι αλλαγές στα καύσιμα της ναυτιλίας αναμένεται να ασκήσουν πίεση συνολικά στην αγορά πετρελαίου, τόσο στον κλάδο διύλισης όσο και εν γένει στις τιμές των προϊόντων ακόμη και του αργού.
Carnegie: Αυτή είναι η επίπτωση
Η τελευταία έκθεση της Carnegie που περιλαμβάνει τόσο τις βραχυπρόθεσμες όσο και τις μεσοπρόθεσμες εκτιμήσεις για την πορεία των τιμών. Συγκεκριμένα ο οίκος θεωρεί ότι τα 80 δολάρια αποτελούν το ανώτερο όριο για τους Σαουδάραβες ώστε να παρέμβουν με αύξηση της παραγωγής ενώ τα 70 δολάρια είναι η τιμή στην οποία θα μειώσουν εκ νέου την παραγωγή τους. Σύμφωνα με την εκτίμηση της Cargnegie το πετρέλαιο θα παραμείνει μέχρι το τέλος του έτους στα 75 δολάρια, ενώ για τη διετία 2019 – 2020 θα κυμανθεί στα 70 δολάρια. Οι αναλυτές της Carnegie είναι οι μόνοι που έχουν συμπεριλάβει στις εκτιμήσεις τους τον παράγοντα IMO 2020.
Πιο συγκεκριμένα βάσει των προβλέψεων του ΙΕΑ το 2020 ο κλάδος της διύλισης διεθνώς μπορεί να προσθέσει 1,2 εκ. βαρέλια νέου ναυτιλιακού καυσίμου (στα 29 εκ. βαρέλια την ημέρα που είναι σήμερα η παγκόσμια δυναμικότητα). Η ποσότητα αυτή αντιστοιχεί μόλις στο 30% της τρέχουσας κατανάλωσης ναυτιλιακού καυσίμου υψηλής περιεκτικότητας σε θείο. Η ζήτηση για νέα ναυτιλιακά καύσιμα, μπορεί ενδέχεται να είναι ακόμη μεγαλύτερη προκαλώντας ανοδικές πιέσεις στις τιμές του ντίζελ κίνησης ακόμη και στα αεροπορικά καύσιμα. Ταυτόχρονα, πιέσεις αναμένεται να υπάρξουν και στις τιμές του Brent και του αμερικανικού WTΙ εξαιτίας των αναγκών των διυλιστηρίων για πιο γλυκές και ελαφριές ποικιλίες αργών.
Του Χάρη Φλουδόπουλου