Η τάση της εποχής στα αυτοκίνητα -και γενικότερα- αναμφισβήτητα ρέπει προς την οικολογία. Ολοένα αυστηρότερες εκπομπές ρύπων, νέες μέθοδοι μετρήσεων, ανάπτυξη της υβριδικής τεχνολογίας με το βλέμμα στην πλήρη ηλεκτροποίηση των μετακινήσεων. Τα ηλεκτρονικά σε όλα αυτά, αναμενόμενα κατέχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Σε κάθε παράμετρο λειτουργίας. Από τους χάρτες ανάφλεξης, μέχρι τον έλεγχο της πεταλούδας του γκαζιού.
Αυτό το τελευταίο ήταν μια από τις πρώτες «προειδοποιήσεις» για την επέλαση των ηλεκτρονικών, μαζί με την αντικατάσταση της υδραυλικής υποβοήθησης στο τιμόνι. Δεν αποκλείεται να έχετε ακούσει/αναφωνήσει πως «από τότε που βγήκε το ηλεκτρόγκαζο, χάθηκε η απόκριση». Δεν είναι απολύτως λάθος, ούτε όμως και αδιάψευστη αντίληψη. Υπάρχουν ηλεκτρόγκαζα που «ακούνε» μια χαρά στις προσταγές του δεξιού ποδιού, ωστόσο η αλήθεια είναι πως ειδικά οι πρώτες εφαρμογές της συγκεκριμένης τεχνολογίας, προκαλούσαν νευρικό κλονισμό με την υστέρησή τους. Μέχρι και «πατέντες» που ξεγελούσαν την ηλεκτρονική μονάδα δημιουργήθηκαν, για να βρουν την υγειά τους οι οδηγοί. Όμως πως μπορεί κάποιος να αντιμετωπίσει το προαναφερθέν lag μόνος του; Μέσω του οδηγικού του στυλ;
Καταρχάς, να πούμε εν τάχει την λειτουργία του ηλεκτρόγκαζου ή drive by wire. Ο οδηγός πατάει το πεντάλ του γκαζιού, το ποτενσιόμετρο μετράει το ποσό της δύναμης που ασκήθηκε, το στέλνει στην ηλεκτρονική μονάδα και από εκεί πηγαίνει στην πεταλούδα, όπου ένα μικρό μοτεράκι ελέγχει την κίνησή της. Όπως καταλαβαίνουμε, η διαδικασία η ίδια εμφανίζει υστέρηση σε σχέση με την αμεσότητα της ντίζας, όπου πεντάλ και πεταλούδα είναι απευθείας συνδεδεμένα μέσω του συρματόσχοινου. Οπότε δομικά και μόνο το ηλεκτρόγκαζο «χάνει» σε σχέση με την ντίζα. Αναλόγως μοντέλου και ρύθμισης, βέβαια, μπορεί η απόκριση να κυμανθεί μέχρι και στα ίδια επίπεδα ή σε… εκνευριστικά χαμηλότερα, όπως είπαμε για τα πρώτα αυτοκίνητα με ηλεκτρόγκαζο.
Η υστέρηση τώρα, μπορεί να εμφανιστεί με δυο μορφές. Η πρώτη είναι η πιο συνηθισμένη: ο οδηγός πατάει το γκάζι και η εντολή του αργεί να εφαρμοστεί. Το παρατηρούμε πιο έντονα στις «κοφτές» γκαζιές κατά το παρκάρισμα ή σε ανηφορική εκκίνηση, όπου –λόγου χάρη- δίνεις 4 και το αυτοκίνητο «ακούει» την 1. Η δεύτερη μορφή είναι πιο σπάνια και αφορά έναν μηχανισμό αυτοδιόρθωσης. Η μονάδα αναγνωρίζει πως έχει αργήσει και στέλνει περισσότερο σήμα από αυτό που της ζητήθηκε, ώστε να ισοσκελίσει το μικρό χρονικό διάστημα που έχασε. Γίνεται αντιληπτό σαν μίνι «κλωτσιά» ώθησης, εν είδει σπουλαρίσματος τουρμπίνας (φευγαλέα παρομοίωση, μην υπάρχουν παρεξηγήσεις).
Στο προκείμενο, τώρα: πώς αντιμετωπίζονται;
Και στις δυο περιπτώσεις, αυτός που «την πληρώνει» δεν είναι άλλος από τον συμπλέκτη. Το πατινάρισμα είναι το προφανές γιατρικό, ειδικά στο παρκάρισμα και τις εκκινήσεις. Και στο ζήτημα της αυτοδιόρθωσης, το πάτημα του συμπλέκτη χρησιμοποιείται για να ρεγουλάρει τον μικρό «λόξυγγα» που προκαλεί το ηλεκτρόγκαζο. Όμως, εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος: «πρέπει ντε και καλά να φάω τον δίσκο»; Όχι απαραίτητα!
Η καλύτερη λύση είναι η προσαρμογή στα «χούγια» του εκάστοτε ηλεκτρόγκαζου. Αντί για διακεκομμένες γκαζιές, υιοθετούμε σταθερό δεξί πόδι και μεταφέρουμε τις μικρομετρικές κινήσεις στο αριστερό. Ο δίσκος δεν υφίσταται στην συνεχή τριβή του πατιναρίσματος και προστατεύεται, ενώ παράλληλα κάνουμε δίχως εκνευρισμό την δουλειά μας. Προσέχουμε μόνο να διατηρούμε χαμηλά τις στροφές του κινητήρα (κοντά στις 1.200-1.500 σ.α.λ., εξαρτώμενοι και από τις συνθήκες βέβαια) ώστε να μην υποβάλλουμε τον συμπλέκτη στην ταλαιπωρία «ζεστό-κρύο» με το «πάτα-άσε».
Για το ηλεκτρόγκαζο που «κλωτσάει» απλά αφήνουμε τον συμπλέκτη με λίγο πιο αργό ρυθμό, ώστε η πλήρης εμπλοκή του να συγχρονιστεί με την υστέρηση του γκαζιού. Μπορεί να ακούγεται κάπως δύσκολο, όμως δεν απαιτεί τίποτα παραπάνω από μερικές δοκιμαστικές εκκινήσεις για να το αφομοιώσει κάποιος. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αποφεύγονται βαθιά πατήματα στο γκάζι, καθώς η μαζεμένη ροπή που θα έρθει μετά το lag μπορεί να προκαλέσει τινάγματα του αυτοκίνητου και, εφόσον κοντρολάρουμε με τον συμπλέκτη, γρήγορη φθορά του δίσκου. Έχουμε πάντα υπόψιν το εξής: το ηλεκτρόγκαζο αργεί να μεταφέρει το πάτημα του δεξιού πεντάλ, όχι το πόσο έντονα γίνεται αυτό.