Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, η πίστη στον έρωτα, ως γενεσιουργό των πάντων, και η ιερή τάση των ανθρώπων προς το κάλλος -αυτό που αποτυπώνεται στο ανθρώπινο σώμα, αλλά εκφράζει την ύψιστη ιδέα του θεϊκού- ήταν διάχυτα.
Ήταν μάλιστα τόσο γενικευμένα και απόλυτα, ώστε χαρακτήριζαν όλες τις πτυχές της ζωής τους, από την τέχνη και τη θρησκεία μέχρι την (πεζή) καθημερινότητα. Η -πλαστική» τέχνη μάλιστα, που αποτύπωνε απτά αυτό το κάλλος, με τον Φειδία, έφτασε σε ύψη που ποτέ ξανά στην ανθρώπινη ιστορία δεν μπόρεσε να πετύχει.
Οι αρχαίοι πρόγονοί μας όχι μόνον αναζητούσαν και επεδίωκαν το «ωραίο», αλλά επίσης το τιμούσαν με ιδιαίτερους τρόπους: Μόνη η Ελλάδα οργάνωνε -αγώνες κάλλους», τα λεγόμενο Καλλιστεία (μην μπερδεύεστε με τη σύγχρονη φιέστα, με την οποία δεν υπάρχει καμία σχέση, παρά μόνον στο όνομα).
Στις διάφορες τελετές, μόνο στην Ελλάδα οριζόταν η πρώτη θέση στον ωραιότερο, ενώ οι ιερείς και οι ιέρειες εκλέγονταν «μεταξύ των καλλίστων». Δεν λείπουν μάλιστα και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες χειροτονούνταν στρατηγοί και πρέσβεις με κριτήριο κυρίως την ωραιότητά τους!
Σε τέτοιο λοιπόν κόσμο, δεν ήταν δυνατό να μην εκτιμιόνται με ιδιαίτερο τρόπο οι εταίρες, οι οποίες συνδύαζαν το πνευματικό και το σωματικό κάλλος σε πολύ ανεπτυγμένα επίπεδα, καθώς επίσης και ψυχικά χαρίσματα ανάλογα με την ευγενική καλλιέργειά τους.
Οι εταίρες συναναστρέφονταν κυρίως τους καλλιτέχνες, τους φιλόσοφους, τους πολιτικούς, τους ποιητές… την κοινωνική και πνευματική ελίτ της εποχής τους θα λέγαμε, τους οποίους ενέπνεαν, αλλά και επηρέαζαν. Ήταν λοιπόν απόλυτα εύλογο -ίσως μάλιστα και μοιραίο-οι εταίρες να ασκούσαν εξουσία με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, αφού βρίσκονταν στο επίκεντρο της ζωής σημαντικών ανδρών.
Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, οι εταίρες ήταν πολυάριθμες, αφιερωμένες στη θεά Αφροδίτη, οι οποίες προκαλούσαν σχεδόν αποκλειστικά την προσοχή των ανδρών, ακόμη και των παντρεμένων. Οι πιο φημισμένες και ξακουστές ήταν οι εταίρες της Κορίνθου.
Δεν υπάρχουν πάντα σαφή στοιχεία για τους τρόπους με τους οποίους ασκούσαν την -έμμεση, αλλά ισχυρότατη- εξουσία τους οι εταίρες, ο καθένας όμως που έχει κάποια σχετική γνώση της κοινωνίας και των ηθών της εποχής μπορεί να «δει», πίσω από σημαντικές αποφάσεις ισχυρών ανδρών ή πίσω από μνημειώδη έργα καλλιτεχνών, την έντονη επίδραση κάποιας καλλιεργημένης και πανέμορφης εταίρας.
Μερικές φορές όμως, στο πρόσωπο κάποιων από τις φημισμένες εταίρες ήταν τόσο έντονα και απροκάλυπτα τα εξουσιαστικά χαρακτηριστικά (δεν θα ήταν υπερβολή σε μερικές περιπτώσεις να λέγαμε ότι δεν ασκούσαν έμμεση -μέσω κάποιου άνδρα- αλλά άμεση εξουσία), ώστε να έχουν διασωθεί στην ιστορία, ανά τους αιώνες.
Είναι χαρακτηριστικές και ευχάριστες κάποιες ιστορίες που αξίζει τον κόπο να δούμε μαζί.Αναμφίβολα, η πιο ένδοξη και φημισμένη εταίρα της αρχαίας Ελλάδας ήταν η Ασπασία. Κι όχι βέβαια μόνον επειδή ήταν ιδιαίτερα όμορφη και καλλιεργημένη, αλλά κι επειδή υπήρξε σύντροφος του μεγαλύτερου στην εποχή του Αθηναίου άνδρα, του Περικλή. Η Ασπασία δεν επηρέαζε απλώς τον Περικλή. Μερικοί φτάνουν να λένε ότι ασκούσαν την εξουσία από κοινού και ότι όλες οι αποφάσεις που παίρνονταν για τα κοινά της πόλεως αποτελούσαν συμφωνία και των δύο.
Οι Έλληνες της εποχής τής χρεώνουν, μεταξύ άλλων, και τη σύγκρουση των Αθηναίων με τους Μεγαρείς, αιτία της οποίας υπήρξε -όπως λένε- η αρπαγή μιας παρθένας από τα Μέγαρα, της Σιμαίθης, από τον Αλκιβιάδη.
Όταν είδε την κοπέλα η Ασπασία, τη θαύμασε για την ομορφιά της και την πήρε στη «Σχολή» της (η οποία βρισκόταν μέσα στο σπίτι της, όπου ζούσε με τον Περικλή), για να τη μορφώσει και να την καταστήσει τέλεια εταίρα, μαζί με τις άλλες τρεις κοπέλες που ήδη εκπαίδευε.
Είναι χαρακτηριστική, κατά τη γνώμη μου, και ιδιαίτερα ενδεικτική για την ιερότητα με την οποία περιέβαλλε τον έρωτα, η απάντηση της Ασπασίας προς τον Αλκιβιάδη: «Μην την κάνεις δική σου τώρα, γιατί έτσι θα σβήσει πολύ σύντομα ο έρωτάς σου γι’ αυτήν, αφού είναι ακόμη αμόρφωτη. Άφησέ με να την εκπαιδεύσω, να την κάνω αντάξιό σου, και τότε θα μπορείς να την έχεις δική σου». Ο Αλκιβιάδης φυσικά δέχτηκε κι έτσι η κοπέλα έμεινε με την Ασπασία.
Οι Μεγαρείς, ύστερα από λίγο καιρό, έκλεψαν αιφνιδιαστικά, σε μια ανέμελη εκδρομή, δύο από τις εκπαιδευόμενες κοπέλες της Ασπασίας, τη Δροσίδα και την Πράξιλλα, σχεδόν μπροστά στα μάτια του Αλκιβιάδη και της Ασπασίας, οι οποίοι δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν.
Από τότε, ο Περικλής, καθοδηγούμενος φυσικά από τη γυναίκα του, άρχισε την επιθετική πολιτική του απέναντι στους Μεγαρείς, για τους οποίους, ούτως ή άλλως, οι Αθηναίοι έτρεφαν μεγάλο μίσος.
Τους ζήτησε πίσω τις δύο κοπέλες. Οι Μεγαρείς δέχτηκαν με την προϋπόθεση να τους επιστρέφουν τη Σιμαίθη. Η Ασπασία αρνούνταν κατηγορηματικά κάτι τέτοιο (η ίδια η απαχθείσα μάλιστα δεν ήθελε να επιστρέφει στην πατρίδα της, αλλά επέλεξε να παραμείνει κοντά στην Ασπασία) κι έτσι ο Περικλής απέκλεισε τους Μεγαρείς από τα λιμάνια της αθηναϊκής επικράτειας και την αγορά των Αθηνών, μέχρις ότου να επιστρέφουν τις δύο εκπαιδευόμενες της Ασπασίας.
Λέγεται μάλιστα -και είναι πάρα πολύ πιθανό- ότι το μέτρο αυτό κατά των Μεγαρέων αποτελούσε έμπνευση της Ασπασίας και κοινή απόφαση του ζευγαριού. Τότε όμως άρχισε να συζητιέται και η βοήθεια των Σπαρτιατών προς τους Μεγαρείς, που θορύβησε ιδιαίτερα τους Αθηναίους.
Έτσι, βρήκαν την ευκαιρία οι εχθροί του Περικλή να ασκήσουν τη δική τους προπαγάνδα ενάντια σ’ αυτόν και τη σύντροφό του. Κυρίως ο μονόφθαλμος θεατρικός συγγραφέας Έρμιππος μισούσε θανάσιμα τον Περικλή και συχνά τον σατίριζε και καυτηρίαζε δημοσίως, όχι μόνον την πολιτική του, αλλά και την προσωπική του ζωή.
Τότε λοιπόν, έκρινε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να επιτεθεί στην Ασπασία και μάλιστα να ζητήσει το θάνατό της με μήνυση που κατέθεσε. Το κείμενο της μήνυσης έχει, περιεκτικά, ως εξής:
…Η Ασπασία αδικεί, διότι δεν παραδέχεται τους θεούς τους υπό της πόλεως λατρευομένους, διότι εξεφράσθη ασεβώς περί των ιερών εθίμων των Αθηναίων και διότι παραδέχεται τας ερευνάς και τας γνώμας αθέων φιλοσόφων. Αδικεί επίσης διότι διαφθείρει την νεολαίαν με κινδυνώδεις λόγους και διότι διατηρεί παρ’ αυτή όχι μόνον νεάνιδας εταιριζούσας, αλλά και ελευθέρας γυναίκας, τας οποίας ωθεί εις την ακολασίαν και την διαφθοράν. Ποινή θάνατος.
Η δίκη έγινε και μάλιστα ο Έρμιππος κατάφερε να πείσει το δικαστήριο. Το γενικό κλίμα και η αίσθηση ήταν σαφώς εναντίον της Ασπασίας και η καταδίκη της θεωρούνταν βέβαιη, μέχρι που, ξαφνικά, ο Περικλής (ο οποίος καθόταν διαρκώς στο πλάι της και δεν την εγκατέλειψε ούτε στιγμή) ζήτησε από τους δικαστές να μιλήσει για την Ασπασία ως απλός άνθρωπος.
Οι δικαστές τού το επέτρεψαν και τότε, μέσα σε απόλυτη σιγή που επικράτησε στο δικαστήριο, ο Περικλής είπε λόγια μοναδικά, τα οποία όχι μόνον αθώωσαν την Ασπασία, αλλά συγκίνησαν τους περισσότερους Αθηναίους μέχρι δακρύων. Αξίζει να αναφέρουμε κάποια αποσπάσματα από τον ιδιαίτερο και συναισθηματικά φορτισμένο λόγο του:
_ Η γυνή αυτή είναι σήμερον σύζυγός μου. Εάν λοιπόν είναι όντως ένοχος των εγκλημάτων δια τα οποία την κατηγορούν, είμαι και εγώ συνένοχος… Ω άνδρες Αθηναίοι, δύναμαι να καυχώμαι ότι μετέχω της υμετέρας δόξης δια τα κατορθώματά σας, διότι αντί να μειώσω τον προς τους θεούς σεβασμόν της χώρας, τουναντίον τον κατέστησα περίβλεπτον όσον ουδείς προ εμού… Την δε σεμνοτυφίαν και τα ήθη- προήγαγον, προσπαθήσας να σας καταστήσω θεράποντος του υψηλού και του καλού, εχθρών πάσης διαφθοράς.
Εις τας τοιαύτας όμως προσπάθειας μου, η γυνή αύτη, η εκ Μιλήτου Ασπασία, όχι μόνον δεν με παρημπόδισεν, αλλά τουναντίον με υπεβοήθησε και με παρώρμησε… Η σημερινή λαμπρότης των Αθηνών είναι έργον της. Το δε όνομά της θα συνδέεται όχι με την παρακμήν των Αθηνών, αλλά με την πλέον υπέροχον αυτών ακμήν, ισχύν και λαμπρότητα. Κατόπιν όλων αυτών έρχεται ο’Ερμιππος και σας λέγει να αποσπάσετε την έγκριτον αυτήν γυναίκα -την σύζυγον του Περικλέους- από τους κόλπους του. Φρίκη.
Στο σημείο αυτό ο πάντα ήρεμος Περικλής δάκρυσε, γεγονός που έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στους Αθηναίους και συζητήθηκε με ιδιαίτερη φόρτιση από στόμα σε στόμα. Η Ασπασία βέβαια, ύστερα από τέτοια μεγαλειώδη παρέμβαση, αθωώθηκε σκορπίζοντας χαρά στο μεγαλύτερο μέρος του λαού.
Πολλά έχουν γραφτεί για τη μεγάλη και σπουδαία αυτή εταίρα από τη Μίλητο, η οποία παρέμεινε στο πλάι του Περικλή μέχρι το θάνατό του, πιστή και με αυτοθυσία, με τον κίνδυνο μάλιστα να μολυνθεί κι εκείνη από την πανώλη που σκότωσε τον Περικλή.
Το όνομά της έσβησε μετά το θάνατο του μεγάλου άνδρα. Κάποιοι λένε ότι παντρεύτηκε κάποιον άξεστο άνδρα, αλλά αυτό μάλλον είναι ανακρίβεια που προέρχεται από το φθόνο των ανθρώπων.
Η Ασπασία χάθηκε, ταυτόχρονα με το θάνατο του Περικλή, μολονότι έζησε, φτωχή και άσημη, αρκετά ακόμη χρόνια.
Η Γλυκερά είναι εταίρα της εποχής του Μεγαλέξανδρου, για την οποία οι σύγχρονοι χρονικογράφοι γράφουν με ιδιαίτερο ενθουσιασμό. Πέρα από τα κάλλη της, τα οποία ήταν σπάνια και ακατανίκητα -όπως λεγόταν- διακρινόταν για την ευφυΐα των απαντήσεών της και την ετοιμολογία της. Επίσης, υπήρχε κάτι απροσδιόριστο στην προσωπικότητά της, που προκαλούσε σφοδρό και ανεξέλεγκτο πάθος στους άνδρες που τη συναναστρέφονταν.
Καταρχάς, εραστής της Γλυκέρας ήταν ο φίλος του Μεγαλέξανδρου, ο Αρπαλος. Όταν μάλιστα διορίστηκε απ’ αυτόν διοικητής στη Βαβυλώνα, πήρε μαζί του και τη Γλυκέρα.
Πολύ γρήγορα, έγινε εκεί γνωστή για τα αμύθητα ποσά που δαπανούσε. Το ίδιο βέβαια τρυφηλός και ακόλαστος ήταν και ο Αρπαλος. Κατασπαταλούσε μάλιστα όλους τους θησαυρούς που του εμπιστεύτηκε ο Αλέξανδρος, μαζί με την ερωμένη του, με την οποία ήταν πολύ ερωτευμένος. Όταν του προτάθηκε να τον ανακηρύξουν βασιλιά της Βαβυλώνας, το δέχτηκε μόνον με την προϋπόθεση να γίνει η Γλυκέρα βασίλισσα. Φυσικά η απάντηση ήταν δική του, όλοι όμως υποστηρίζουν ότι η πανέμορφη εταίρα ήταν αυτή που τον ώθησε στην απόφαση αυτή.
Είχε την αξίωση να της αποδίδουν τιμές βασίλισσας, κάτι το οποίο και η ίδια αποδεχόταν με ικανοποίηση. Κάποτε, έστειλε στους Αθηναίους ένα φορτίο σιταριού, προς τιμήν της Γλυκέρας. Από τότε, οι απαιτήσεις του για να της φέρονται ως βασίλισσα έγιναν κατάφορες.
Όταν ο Μεγαλέξανδρος πληροφορήθηκε τις σπατάλες και τις ασωτί-ες του Αρπαλου, διέταξε τη σύλληψη και τη φυλάκισή του. Αυτός τότε διέφυγε στην Αθήνα, μαζί φυσικά με τη Γλυκέρα. Εκεί, προσπάθησε να στρέψει τους Αθηναίους εναντίον του μεγάλου στρατηλάτη.
Πίσω από την προσπάθεια αυτή, κατά μεγάλο ποσοστό βρισκόταν η όμορφη ερωμένη του. Επειδή όμως δεν ευοδώθηκαν τα σχέδιά τους, κατέφυγαν στην Κρήτη. Εκεί, ο Αρπαλος δολοφονήθηκε.
Η Γλυκέρα επέστρεψε, φτωχή και άσημη, στην Αθήνα, όπου συνδέθηκε γρήγορα με πολλούς ονομαστούς άνδρες. Όμως ο έρωτας της ζωής της υπήρξε ο ποιητής Μένανδρος, με τον οποίο έζησε μέχρι το θάνατό του, αφοσιωμένη στο πλάι του.
Φίλη του Μεγαλέξανδρου και πανέμορφη εταίρα ήταν η Θαΐς. Βέβαια, ο Αλέξανδρος στις εκστρατείες του συνοδευόταν από πολλές εταίρες, εξίσου όμορφες και χαρισματικές. Αναφέρω όμως εδώ ξεχωριστά τη Θαίδα, επειδή αυτή ευθύνεται -σύμφωνα με τον Κλείταρχο, που συνόδευε τον Αλέξανδρο σε όλες τις εκστρατείες του και τις κατέγραφε- για τον εμπρησμό των ανακτόρων στην Περσέπολη.
Η Θαΐς λοιπόν ήταν Αθηναία, λογιζόταν δε μεταξύ των πιο επισήμων στα γλέντια που έκανε ο Αλέξανδρος με τους στρατηγούς του και διάφορες γυναίκες, επειδή ήταν η ερωμένη του Πτολεμαίου.
Πριν εκστρατεύσει κατά του Δαρείου ο στρατηλάτης έκανε μεγάλο γλέντι, με πολλές γυναίκες, ποτό, μέθη και γενικότερη κραιπάλη – πράγμα το οποίο δεν ήταν ασυνήθιστο για τον Αλέξανδρο.
Μέσα λοιπόν στη γενική μέθη και ευθυμία, σηκώθηκε με ένα ποτήρι στο χέρι η Θαΐς και φώναξε, ώστε να ακουστεί από όλους, ότι είναι πολύ χαρούμενη, αλλά θα αισθανόταν μεγαλύτερη ευτυχία και δικαίωση, αν πυρπολούσε το σπίτι του Ξέρξη, ο οποίος είχε κάψει την πατρίδα της την Αθήνα. Μάλιστα, είπε με πάθος ότι θα ήθελε εκείνη πρώτη να ανάψει τη φωτιά και να διαδοθεί παντού πως μια γυναίκα εκδικήθηκε περισσότερο τους Πέρσες, απ’ ό,τι οι ναύαρχοι και οι στρατηγοί.
Πρώτος ο Αλέξανδρος σηκώθηκε και της πήγε μια λαμπάδα. Τον ακολούθησαν όλοι, επευφημώντας και επιδοκιμάζοντας τον ίδιο και τη Θαίδα. Πήραν και τις δάδες στα χέρια τους και προχωρούσαν όλοι προς τα ανάκτορα.
Προπορευόταν φυσικά ο Αλέξανδρος, από πίσω η Θαΐς και ακολουθούσαν όλοι οι υπόλοιποι. Λέγεται μάλιστα πως όταν έφτασαν εκεί, πρώτη η Θαΐς, μετά τον βασιλιά, έριξε την αναμμένη δάδα στα ανάκτορα.
Κι έτσι, σύμφωνα με την επιθυμία της φλογερής εταίρας, όλος ο κόσμος έλεγε την επόμενη ημέρα ότι την ιεροσυλία του Ξέρξη στην Αθήνα την εκδικήθηκε, ύστερα από πολλά χρόνια, μια γυναίκα που διακατεχόταν από το ίδιο πάθος.
Αθηναία εταίρα η οποία έμεινε στην ιστορία, όχι τόσο για τα σωματικά κάλλη και την καλλιέργεια της, όσο για την ψυχική δύναμη και την αυτοθυσία της, ήταν η Λέαινα.
Η εταίρα αυτή ήταν ερωμένη του Αρμοδίου, τον οποίο αγαπούσε πολύ και του ήταν αφοσιωμένη. Ο Αρμόδιος ήταν αυτός που, μαζί με τον Αριστογείτονα, σκότωσε τον Ίππαρχο, αδελφό του τύραννου Ιππία.
Ο Ιππίας τότε συνέλαβε τη Λέαινα και την υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια για να ομολογήσει ποιος σκότωσε τον αδελφό του. Η Λέαινα έδειξε σπάνιο θάρρος. Όταν όμως τα βασανιστήρια εντάθηκαν, φοβήθηκε για τον εαυτό της ότι δεν θα άντεχε και θα λύγιζε.
Για το λόγο αυτό, έκοψε με τα δόντια της τη γλώσσα της, ώστε ακόμη κι αν ήθελε να ομολογήσει, να μην μπορούσε. Ο Παυσανίας μάλιστα αναφέρει ότι «έφτυσε» τη γλώσσα της στο πρόσωπο του ίδιου του Ιππία.
Τελικά, η όμορφη γενναία εταίρα πέθανε από τα βασανιστήρια και οι Αθηναίοι, προς τιμήν της, έστησαν στα προπύλαια της Ακρόπολης με χαλκό την «Άγλωττον Λέαιναν».
Φρύνη του José Frappa. Η Φρύνη απεικονίζεται με προτεταμένα τα στήθη της ενώπιον των ενόρκων.
Φρύνη: H Φιλοχρήματη Θεά!
Εξουσία πνευματική και καλλιτεχνική κυρίως άσκησε η θεωρούμενη πιο όμορφη απ’ όλες τις εταίρες, η Φρύνη. Είχε μάλιστα λένε τέτοια σωματικά χαρίσματα, ώστε κάποια στιγμή θεωρήθηκε από τους συμπατριώτες της ότι δεν ήταν μια κοινή θνητή, αλλά η ίδια η θεά Αφροδίτη!
Φυσικά, έγινε πολύ διάσημη και αξιόλογη εταίρα στην Αθήνα. Ήταν όμως πάρα πολύ φιλοχρήματη, γι’ αυτό πολλοί την παρομοίαζαν με τη Χάρυβδη, που καταβρόχθιζε τα σκάφη και τα πληρώματα τους – έτσι, έλεγαν, καταβρόχθιζε η Φρύνη τα χρήματα των εραστών της.
Υπήρξε ερωμένη του Πραξιτέλη, του μεγάλου γλύπτη, τα σημαντικότερα έργα του οποίου οφείλονται στη Φρύνη. Ήταν αυτή που τον ενέπνεε, καθώς δεν υπήρχε όμοια της στην ομορφιά του προσώπου και στην εκπληκτική αρμονία του σώματος.
Λέγεται ότι ο Πραξιτέλης δοξάστηκε χάρη στη μοναδική ομορφιά της Φρύνης και ότι η Φρύνη πέτυχε τόσους ερωτικούς θριάμβους (που την έκαναν πάμπλουτη) χάρη στον Πραξιτέλη. Ασκούσε δε τέτοια εξουσία πάνω του, ώστε εικάζεται πως χωρίς αυτήν ο Πραξιτέλης δεν θα είχε φτάσει ποτέ την τέχνη του στα ύψη όπου την έφτασε.
Είχε μάλιστα τόσο πολλά χρήματα, ώστε ήθελε να ανοικοδομήσει τα ερειπωμένα τείχη των Θηβών αποκλειστικά από τη δική της περιουσία, με τον όρο να υπάρξει επιγραφή που να λέει: –Αλέξανδρος μεν κατέστρεψεν, ανέστησε δε Φρύνη η εταίρα». Κάτι τέτοιο όμως οι Θηβαίοι δεν το δέχτηκαν κι έτσι η Φρύνη δεν προχώρησε στο σχέδιό της.
Ενδεικτικό της σπάνιας ψυχολογικής εξουσίας που ασκούσε, όχι μόνον πάνω στους καλλιτέχνες (που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι απέναντι στο ωραίο), αλλά σε μεγάλα πλήθη λαού, είναι το περιστατικό που συνέβη σε κάποια γιορτή των Ελευσινίων και Ποσειδωνίων στην Ελευσίνα.
Όταν λοιπόν το πλήθος είχε κατακλύσει την παραλία της Ελευσίνας και οι γιορτές είχαν αρχίσει με κάθε μεγαλοπρέπεια, η Φρύνη έβγαλε τα ρούχα της, έλυσε τα μαλλιά της και προχώρησε τελείως γυμνή μέσα στη θάλασσα.
Το πλήθος την επευφημούσε με αλαλαγμούς ενθουσιασμού, οι οποίοι γρήγορα μετατράπηκαν σε ιερή έκσταση, καθώς άρχιζαν να φωνάζουν ότι πρόκειται για την Αφροδίτη και όχι για κάποια θνητή. Μάλιστα γονάτισαν για να αποτίσουν φόρο τιμής στη θεά, μέσα σε κλίμα θεϊκής και ερωτικής φρενίτιδας.
Η φήμη μάλιστα ότι δεν ήταν θνητή, αλλά θεά είχε διαδοθεί τόσο, ώστε αυτή την έσωσε σε μελλοντικό δικαστήριο που έγινε εις βάρος της, κατηγορούμενη για ασέβεια (όπως η Ασπασία και πολλοί άλλοι). Όλο το συντηρητικό δικαστήριο ήταν εναντίον της, μέχρι που ο δικηγόρος της μεταχειρίστηκε το επιχείρημα ότι οποιαδήποτε καταδικα-σπκή απόφαση θα προκαλέσει τη μήνη των θεών, αφού θα τολμήσουν οι θνητοί να καταδικάσουν μια θεά!
Για να τους πείσει μάλιστα, την οδήγησε στο πιο εμφανές σημείο της Ηλιαίας (ανώτατου δικαστηρίου της εποχής) και ξέσκισε τα ρούχα της για να δουν όλοι ότι το λαμπρό κάλλος της ήταν τόσο τέλειο, ώστε δεν μπορούσε παρά να είναι θεϊκό. Έτσι, η Φρύνη αθωώθηκε. Η σαρκική εξουσία πολλές φορές αποδεικνύεται δυνατότερη από οποιαδήποτε άλλη, πολιτική ή δικαστική…
Για το τέλος της ζωής της δεν έχουμε στοιχεία, το μόνο γνωστό είναι ότι εξακολούθησε να είναι εταίρα, μέχρι τα γεράματά της.
Η απαγορευμένη ιστορία της Ελλάδας / Συλλογικό έργο