Ένας άνθρωπος, ανάλογα με τον χαρακτήρα του, μπορεί να αμυνθεί ή να προσαρμοστεί, προσωρινά ή έστω κατά κύκλους, σε συνθήκες απώλειας και απροσδιοριστίας.
Όταν όμως αυτή η μετέωρη αίσθηση… εξαπλωθεί στην κοινωνία, χωρίς την ίδια στιγμή να διεξάγεται η πολιτική σύγκρουση με καθαρούς όρους, έστω ολοκληρωτισμού, έστω πολέμου, όπου τα άτομα μπορούν να παίρνουν συγκεκριμένες θέσεις άμυνας ή και οργανωμένης αντεπίθεσης, τότε φαίνεται αναπόφευκτο να ενισχύονται οι τάσεις και πράξεις αυτοκαταστροφής και αυτοθυσίας…
Αλλά και σε αυτή την κατάσταση, που η δυνατότητα άμυνας μοιάζει «ματαιωμένη», υπάρχει ένα όριο, ένα κατώφλι, που όταν οι κοινωνικές συνθήκες το διαβούν τότε αναπτύσσεται μια δυναμική στην οποία η αντίδραση μπορεί να γίνει «αλυσιδωτή» και ανεξέλεγκτη. Στη χώρα μας αυτή η μετάβαση πρέπει να πυροδοτήθηκε από τη βίαιη και ταχύτατη προσχώρηση του 20% και πλέον του πληθυσμού σε μια κατάσταση σίγουρης και αμετάκλητης απώλειας, που η ψυχολογία της θα μπορούσε να συνοψιστεί στο «δεν έχω τίποτε περισσότερο να χάσω από όλο και περισσότερα από αυτά που έχω ήδη χάσει».
Και, βέβαια, αυτή η κατάσταση δεν κυριαρχείται μόνο από αρνητικά συναισθήματα που στρέφονται κατά του ίδιου του εαυτού, όπως άγχος, φόβο, ανασφάλεια, εξευτελισμό, απόγνωση και απελπισία, αλλά και από συναισθήματα που κατευθύνονται κριτικά και επιθετικά προς τις αιτίες της απειλής, όπως αμφισβήτηση, αηδία, θυμό, οργή, εκδικητικότητα και μίσος. Και όταν η συλλογική πολιτική έκφραση αυτής της αντίδρασης μένει αποσπασματική και χειραγωγήσιμη ή πνίγεται στην καταστολή τότε η διαμαρτυρία βρίσκει διέξοδο και στις τραγικές πράξεις αυτοχειρίας και τις ηρωικές πράξεις πολιτικής αυτοθυσίας.
Μέσα σε τρεις μόλις μέρες, δύο ακόμη Έλληνες, ο 45χρονος δάσκαλος Σάββας Μετοικίδης και ο 38χρονος λέκτορας Γεωλογίας Νίκος Παλυβός, δύο νέοι άνθρωποι, δύο ενεργοί πολίτες με προσόντα πολύτιμα για την ανάκαμψη της χώρας, αποφάσισαν να θυσιάσουν τη ζωή τους και να μετατρέψουν τη θυσία τους σε μήνυμα αφύπνισης για την κοινωνία.
Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για την περιφρόνηση και τη λάσπη που εγχώριοι νανοπολιτικοί ρίχνουν πάνω στο χώμα που σκεπάζει τους αυτόχειρες. Για τη λανθάνουσα παράνοια που «ειδικοί» τους καταλογίζουν. Για την αδυναμία και την υπερβολή που μέρος της κοινωνίας, από ακατανοησία ή φόβο, τούς χρεώνει. Για το γεγονός ότι η απάθεια είναι πανίσχυρη, συμπαγής και καλά στημένη για να την διαπεράσουν εύκολα και γρήγορα οι λέξεις και η σιωπή των αυτοθυτών. Για το πώς οι γνωστές πολιτικές τούς πλήγωσαν ανεπανόρθωτα και τους απαξίωσαν τις ζωές πριν τις αφαιρέσουν σε ένα υπόγειο ή μια πλατεία.
Αλλά μιλώντας πια για μια κοινωνία, που μεγάλο της τμήμα απεγνωσμένα αμύνεται, τα πολλά σχόλια περιττεύουν. Και δεν μιλάμε μόνο για άμυνα και αντίσταση στην οικονομική απώλεια, αλλά και στο έλλειμμα κοινωνικής δικαιοσύνης, κοινωνικής πρόνοιας και πολιτικής ηθικής. Αυτή η ενστικτώδης οργάνωση άμυνας της κοινωνίας, που προδίδει και τις ανεπάρκειες της δημοκρατίας, αφηγείται και την ιστορία της πολιτικής σύγκρουσης, όπως τη ζούμε σήμερα στη χώρα μας.
Σύγκρουση ανάμεσα σε μια αποτυχημένη πρόταση, που αποδείχτηκε ως πειραματιζόμενη επί ανθρώπων, και σε μια ενότητα αδοκίμαστων αλλά εξίσου επιχειρηματολογημένων εναλλακτικών. Ανάμεσα στην επανάληψη μιας μορφής αποτυχίας και στους κινδύνους μιας άλλης πορείας, που όμως επαγγέλεται πιο ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό. Χωρίς καμμία από τις δύο προοπτικές να μπορεί να αποδειχθεί λιγότερο ή περισσότερο καταστροφική για την κοινωνία και τα άτομα. Εκτός και αν η υπεροχή της κινδυνολογίας απέναντι στην πραγματικότητα έχει κάποια επιστημονική βάση – που βεβαίως δεν έχει.
Σε σημερινό άρθρό τους οι NYT γράφουν: «Το κεντρικό υπαρξιακό ζήτημα για την ευρωζώνη είναι το πώς θα ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο. Οι περικοπές στους προϋπολογισμούς επιβραδύνουν την ανάπτυξη και οδηγούν σε αύξηση της ανεργίας. Στη συνέχεια τα έσοδα πέφτουν καθώς λιγότεροι άνθρωποι πληρώνουν φόρους – πιέζοντας έτσι για ακόμη περισσότερη λιτότητα. Η οικονομική ανάπτυξη φαίνεται να απουσιάζει από την εξίσωση».
Φαίνεται, όμως, να απουσιάζει από την εξίσωση και κάτι πολύ πιο σημαντικό, που θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται και σαν η «Ευρωπαϊκή ματιά» στο πολιτικό δίλημμα: ο σεβασμός στον άνθρωπο. Διότι ούτε η λιτότητα μπορεί να συνεχίζεται χωρίς κόκκινες γραμμές και δίκαιη κατανομή των βαρών, ούτε η ανάπτυξη να μην προσωποποιείται στις ανθρώπινες ανάγκες, αλλά αντίθετα να υπηρετεί τυφλά τις απρόσωπες και άχροες ηθικά εντολές των αγορών.
Όπως έγραφε και ο Οδυσσέας Ελύτης στο «Ηλιος ο Πρώτος»: «Φεύγω με μια ματιά / Ματιά πλατειά όπου ο κόσμος ξαναγίνεται / Όμορφος από την αρχή στα μέτρα της καρδιάς.»…
Πηγή