Η Ρουμανία, χώρα βαλκανική, ανατολικοευρωπαϊκή και κεντροευρωπαϊκή ταυτόχρονα, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 2007, ασκεί για πρώτη φορά στην ιστορία της την εξάμηνη προεδρία της Ε.Ε. από την 1η Ιανουαρίου του 2019, σε μια εξαιρετικά κρίσιμη για την Ευρώπη περίοδο, με το Brexit προ των πυλών, τις επικείμενες Ευρωεκλογές και με μια σειρά άλλα ανοικτά ζητήματα, καθοριστικά για το μέλλον. Αυτή η χώρα φιλοξένησε στις 29 Μαρτίου στο Βουκουρέστι και την 7η Τετραμερή Σύνοδο Ελλάδας – Βουλγαρίας – Σερβίας – Ρουμανίας, η οποία αναδεικνύει τη γεωπολιτική και γεωοικονομική δυναμική των Βαλκανίων, που μετατρέπονται, μέσω της περιφερειακής συνεργασίας και διασυνδεσιμότητας, σε ενεργειακό -και όχι μόνον- κόμβο της Ευρώπης.
Ωστόσο η ίδια η σημερινή Ρουμανία παραμένει ένας “μεγάλος άγνωστος”, όχι μόνον για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη. Με πληθυσμό 20 εκατομμυρίων και έκταση που φτάνει τα 238.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα η Ρουμανία είναι η 7η σε μέγεθος χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαθέτοντας έτσι μια τεράστια αλλά υπανάπτυκτη ύπαιθρο. Παρ’ ότι το 1/3 του ρουμανικού πληθυσμού (περίπου 6 εκατομμύρια άνθρωποι) ασχολείται με την αγροτο-κτηνοτροφία –το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ευρώπη– ο αγροτικός τομέας συνεισφέρει μόνον το 10% στην οικονομία της χώρας. Αν και υποανάπτυκτη και χαμηλής παραγωγικότητας, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά στάνταρτ, η αγροτική Ρουμανία, είναι ένας ιδανικός τόπος για βιολογικές καλλιέργειες. Τα παραμελημένα στο παρελθόν, άρα «καθαρά» από χημικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα, χωράφια και λιβάδια γύρω από τα Καρπάθια Όρη είναι ιδανικά για την ανάπτυξη βιολογικών μεθόδων στη γεωργία και στην κτηνοτροφία. Έτσι αν και η σημερινή αγροτική Ρουμανία μοιάζει εκ πρώτης όψεως μ’ έναν κόσμο που δύει, έχει ωστόσο τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης στο μέλλον μέσω των βιολογικών καλλιεργειών, του οικοτουρισμού και όχι μόνον. Αρκεί βεβαίως να μην αλλοτριωθεί, αλλά να συνεχίσει την ιδιότυπη αντίστασή της, και να διατηρήσει τις αξίες της μακραίωνης παράδοσής της.
Βουκουρέστι: Το νέο οικονομικό κέντρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης
Το Βουκουρέστι, η πρωτεύουσα της Ρουμανίας, κάποτε θεωρούνταν το «Παρίσι των Βαλκανίων». Την περίοδο του Μεσοπολέμου ακτινοβολούσε αυτάρεσκα σ’ ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Πέρασε όμως μια καταθλιπτική σκοτεινιά κατά την εποχή του Τσαουσέσκου, πενιχρά φωτισμένη και παρακμιακή, θυμίζοντας την ατμόσφαιρα ταινίας του Φριτς Λανγκ. Ωστόσο η πρωτεύουσα της Ρουμανίας, επανέρχεται και πάλι στο προσκήνιο, φοράει τα καλά της, φωταγωγείται, αναπαλαιώνεται, εκσυγχρονίζεται, κτίζονται γυάλινοι ουρανοξύστες και εμπορικά κέντρα, κι ετοιμάζεται να παίξει και πάλι έναν δραστήριο ρόλο στο βαλκανικό και ευρωπαϊκό γίγνεσθαι ως οικονομικό κέντρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Με πληθυσμό που ξεπερνά τα δύο εκατομμύρια κατοίκους το Βουκουρέστι αποτελεί μια μυστηριώδη πρόκληση για τους επισκέπτες του. Εκπέμπει μια αλλόκοτη γοητεία –μείγμα μιας πλούσιας και αντιθετικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και μιας δραματικής ιστορικής διαδρομής– και δημιουργεί μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, που δεν αφήνει κανέναν ασυγκίνητο. Η πρωτεύουσα της Ρουμανίας είναι μια ζωντανή αλλά και «σουρεαλιστική» πόλη, γεμάτη επιβλητικά μνημεία, τεράστιες δημόσιες πλατείες και λεωφόρους που συνθλίβουν με το υπερβολικό τους μέγεθος την ατομικότητα και τον άνθρωπο, υπενθυμίζοντας έτσι την ασημαντότητα του.
Διανύοντας τη σκληρή πραγματικότητα της μετα-κομμουνιστικής εποχής, γνωστή και ως “Μετάβαση”, με τα προβλήματα αλλά και τις ευκαιρίες της, το Βουκουρέστι προσπαθεί να δημιουργήσει μια νέα ταυτότητα και να εξελιχθεί σε οικονομικό κέντρο των Βαλκανίων. Προσπαθεί να ανακαλύψει τον «παλιό καλό του εαυτό», καθώς κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου υπήρξε το ξακουστό «Μικρό Παρίσι» των Βαλκανίων. Μια πόλη με μεγάλη αστική τάξη, που μεταμόρφωνε τις προσόψεις των σπιτιών της –για χάρη της επιδειξιμανίας– σε μικρά «παλάτια»…
Το “φάντασμα” του Τσαουέσκου
Αναμφίβολα το Βουκουρέστι είναι μια βαλκανική μητρόπολη, με πολλές αντιθέσεις, ανατολικές και δυτικές επιρροές, παρακμιακή και σύγχρονη ατμόσφαιρα, Το φάντασμα του Τσαουσέσκου συνεχίζει να στοιχειώνει την πρωτεύουσα της Ρουμανίας μέσα από σύμβολα μιας μνημειακής αρχιτεκτονικής, που εξέφραζαν την επίσημη κομουνιστική ιδεολογία, όπως ο γιγαντιαίος «Οίκος του Λαού», το σημερινό κοινοβούλιο της χώρας.
Το καθεστώς του Τσαουσέσκου υπήρξε ένα από τα σκληρότερα σε όλη την κομμουνιστική Ανατολική Ευρώπη. Ο ρουμανικός λαός υπέφερε πολλά δεινά. H μεγαλομανία του Τσαουσέσκου εκφράστηκε και μέσα από την πρόθεσή του να «Συστηματοποιήσει», δηλαδή να καταστρέψει τα ρουμανικά χωριά, και να συγκεντρώσει τους κατοίκους τους στις πόλεις και ειδικά στο Βουκουρέστι. Για τον σκοπό αυτό ισοπέδωσε το κέντρο της ρουμανικής πρωτεύουσας ώστε να κτίσει μια «πόλη του μέλλοντος». Ήθελε να αστικοποιήσει όλο τον πληθυσμό της χώρας για να εξασφαλίσει οριστικά τον έλεγχο. Ο «Οίκος του Λαού» –όνομα που δόθηκε σεμνά για το προεδρικό μέγαρο– θα σκίαζε και διοικούσε την πόλη.
Ο φαραωνικού μεγέθους “Οίκος του Λαού” -ένα από τα μεγαλύτερα κτίρια στον κόσμο με χώρους που έχουν εμβαδόν 330.000 τετραγωνικά μέτρα- αποτέλεσε το αποκορύφωμα της μεγαλομανίας ενός ανθρώπου, που ισοπέδωσε την αρχιτεκτονική κληρονομιά του κέντρου του Βουκουρεστίου, με στόχο να έχει υπό τον έλεγχο του τα πάντα, διότι ήταν ένας μανιακός του ελέγχου, όπως άλλωστε και κάθε δικτάτορας. Τελικά ο ρουμανικός λαός δεν άντεξε άλλο την καταπίεση, ξεσηκώθηκε δυναμικά τον Δεκέμβριο του 1989, έριξε το καθεστώς και εκτέλεσε με συνοπτικές διαδικασίες τον δικτάτορα Νίκολα Τσαουσέσκου και τη σύζυγό του Έλενα…
Η Πιάτσα Ρομάνα του Βουκουρεστίου είναι μια πλατεία που συμπυκνώνει τον «εθνικό μύθο» της καταγωγής του ρουμανικού λαού, που ανήκει ως γνωστόν στην οικογένεια των λατινόφωνων λαών της Ευρώπης. Οι περισσότεροι Ρουμάνοι πιστεύουν πως είναι «κατευθείαν απόγονοι» των αρχαίων Δακών και Γετών, που δέχθηκαν τη λατινική γλώσσα από τους Ρωμαίους στρατιώτες τους οποίους εγκατέστησε εκεί τον 2ο μ.Χ. αιώνα ο Αυτοκράτορας Τραϊανός. Σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς όμως η «Λατινικότητα» των σημερινών Ρουμάνων μοιάζει κάπως με την «Ευρωπαϊκότητα» των Αργεντινών. Όπως και να ΄χει οι «εθνικοί μύθοι» είναι ένα συστατικό στοιχείο των σύγχρονων βαλκανικών εθνών.
Νέος πλούτος και νέα φτώχεια
Παρά την οικονομική ανάπτυξη των δύο τελευταίων δεκαετιών, που επιταχύνθηκε μετά την είσοδο της χώρας στην Ε.Ε. το 2007, αρκετοί κάτοικοι του Βουκουρεστίου βρέθηκαν χωρίς δουλειά ή με μισθούς πείνας, αποκλεισμένοι και δυσαρεστημένοι, συγκροτώντας εκτεταμένους θύλακες φτώχειας. Ο καπιταλισμός μαζί με τις ευκαιρίες έφερε και μεγάλες ανισότητες. Αύξησε τη λαϊκή δυσαρέσκεια η οποία εκτονώνεται με τρόπους δημοκρατικούς, όπως οι μαζικές διαδηλώσεις, οι οποίες πριν από 30 χρόνια, κατά την εποχή του Τσαουσέσκου, ήταν κάτι το αδιανόητο.
Το εμπόριο ανθούσε πάντοτε στο Βουκουρέστι, εκτός από την περίοδο της «κομμουνιστικής παρένθεσης». Σήμερα η λεωφόρος Calea Victoriei είναι ένας από τους πιο ακριβούς και πολυσύχναστους δρόμους του κέντρου του Βουκουρεστίου, που φιλοξενεί καταστήματα με όλα τα γνωστά Brand Names της αγοράς και με τιμές ενοικίου πολύ υψηλές. Από την άλλη πολλοί κάτοικοι της πόλης αγωνίζονται καθημερινά για την επιβίωση και δεν απολαμβάνουν τους καρπούς του «καπιταλιστικού παραδείσου». Η οικονομική κατάσταση ωστόσο βελτιώνεται χρόνο με το χρόνο και υπάρχει η ελπίδα ότι τα πράγματα ίσως κάποτε να καλυτερεύσουν για όλους, αν και αυτό δε φαίνεται στον ορίζοντα.
Σ’ αυτή τη νέα εποχή για τη Ρουμανία πρωταγωνιστούν τα ιδιωτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και ειδικά η τηλεόραση, που προωθεί ένα νέο καταναλωτικό τρόπο ζωής. Η παρουσιάστρια του δελτίου ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού Αντένα 1, Αλεξάντρα Στοϊέσκου, παραδέχεται πως ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των σημερινών Ρουμάνων είναι να βρουν μια «νέα ταυτότητα».
Σε αναζήτηση ταυτότητας
Το Βουκουρέστι αλλάζει συνεχώς. Είναι μια πόλη σε φάση μεταμόρφωσης. Η ανοικοδόμηση είναι έντονη και πολλά πανύψηλα μοντέρνα κτίρια, που προορίζονται κυρίως για γραφεία επιχειρήσεων, ξεφυτρώνουν εκεί όπου προηγουμένως δεν υπήρχε τίποτε. Τα περισσότερα ανήκουν σε ξένους επενδυτές, που έλκονται από το φθηνό εργατικό δυναμικό και τη γεωγραφική θέση της πόλης.
Ως πρωτεύουσα της μεγαλύτερης βαλκανικής χώρας, με πληθυσμό 20 εκατομμύρια κατοίκους, το Βουκουρέστι προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες σε κάθε είδους επιχειρήσεις. Εκτός από την έκρηξη του κατασκευαστικού τομέα η ιδιωτική επιχειρηματικότητα είναι εμφανής σε κάθε μας βήμα, όπως φαίνεται κι από τα μαγαζάκια που ξεφυτρώνουν σε κάθε γωνία. Εδώ ο καθένας ονειρεύεται να γίνει επιχειρηματίας έστω κι αν ξεκινά από ένα μικρό πάγκο.
Η επέλαση του καπιταλισμού έχει μεταμορφώσει και αλλοιώσει το Βουκουρέστι. Πολλά πράγματα τα οποία προηγουμένως θεωρούνταν πολυτέλεια, σήμερα δεν είναι. Οι αλλαγές στο Βουκουρέστι είναι πλέον εμφανείς σε όλους τους τομείς. Ο σύγχρονος καταναλωτικός τρόπος ζωής έχει δώσει την ευκαιρία σε πολλούς να απολαύσουν τα καταναλωτικά αγαθά, αλλά οδήγησε και αρκετούς στο περιθώριο. Αποκτώντας και πάλι έναν ευρωπαϊκό «αέρα», όπως είχε και την περίοδο του Μεσοπολέμου, το Βουκουρέστι αναζητεί με αυτοπεποίθηση αλλά και προβληματισμό τη νέα του ταυτότητα.
Η απέραντη αγροτική Ρουμανία
Στις αρχές του 21ου αιώνα σχεδόν παντού στην Ευρώπη ο αγροτικός πολιτισμός αργοπεθαίνει. Τα χωριά μαραζώνουν, η ύπαιθρος ερημώνει δημογραφικά και η αγροτική οικονομία μέρα με την ημέρα συρρικνώνεται. Μόνον οι γενναίες επιδοτήσεις και ο εκσυγχρονισμός κρατούν ακόμη ζωντανή την ύπαιθρο στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο αγροτικός πολιτισμός βρίσκεται παντού σε υποχώρηση…
Παντού; Όχι βέβαια, καθώς υπάρχει μια περιοχή της Ευρώπης όπου ο αγροτικός πολιτισμός συνεχίζει να αντιστέκεται στην «επέλαση του εκσυγχρονισμού». Συνεχίζει να κρατά μακραίωνες παραδόσεις, αξίες, συνήθειες, πρακτικές και κι έναν τρόπο ζωής που έχει μείνει σχεδόν απαράλλακτος στο πέρασμα του χρόνου. Η περιοχή αυτή δεν είναι άλλη από την τεράστια ύπαιθρο της Ρουμανίας. Είναι η αγροτική Ρουμανία, που σε πείσμα του εκσυγχρονισμού και της ένταξης της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει ν’ ακολουθεί τους αργούς ρυθμούς περασμένων εποχών.
Η αγροτική Ρουμανία είναι ένας κόσμος προλήψεων και δεισιδαιμονιών όπως δείχνουν και τα παράξενα αποτροπαϊκά σύμβολα που υπάρχουν στις άκρες των ρουμανικών χωριών. Ορισμένα αγροτικά σπίτια στην περιοχή Μαραμούρες, στα βορειοδυτικα της χώρας, είναι τόσο καλοδιατηρημένα που μοιάζουν σα να βγήκαν από ρομαντικά μυθιστορήματα του 19ου αιώνα. Είναι στολισμένα και φροντισμένα με κάθε λεπτομέρεια από αντικείμενα και κομψοτεχνήματα που φτιάχτηκαν αποκλειστικά με τα χέρια και με πολύ μεράκι. Η περιοχή Μαραμούρες μοιάζει σαν να έχει βγει από τα παραμύθια. Εδώ τα σπίτια μοιάζουν με έργα τέχνης, καθώς οι κατασκευαστές τους φημίζονταν για το ταλέντο τους στην ξυλογλυπτική και στα χρώματα.
Στο Μαραμούρες η λέξη Άγχος υπάρχει μόνο στο λεξικό και ο εκσυγχρονισμός είναι άγνωστη λέξη. Για τα Δυτικά πρότυπα η περιοχή θεωρείται καθυστερημένη, αλλά διαθέτει πλούσια λαϊκή παράδοση και γνωρίζει καλά πώς να αυτοσυντηρείται. Η αυτάρκεια είναι το παν. Τα εσωτερικά των σπιτιών στο Μαραμούρες είναι μια πανδαισία χρωμάτων, ένα πάντρεμα χειροποίητων αντικειμένων, που αποπνέουν τον ιδρώτα αλλά και το μεράκι των ενοίκων τους. Παρά την ειδυλλιακή της εικόνα όμως η ζωή εδώ είναι σκληρή και οι νέοι προτιμούν να σπουδάσουν παρά να ασχοληθούν με τη γεωργία.
Μόνο με σκληρή δουλειά και υπομονή μπορεί ν’ αντέξει κανείς τη ζωή στα χωριά της Ρουμανίας. Η εγκαρτέρηση και η υπομονή είναι τα κλισέ της ψυχής της ρουμάνικής αγροτιάς. Οι Ρουμάνοι αγρότες μοιάζουν από τη φύση τους να αποδέχονται τη μοίρα τους, να κουβαλούν αγόγγυστα τις αλυσίδες τους, να υποφέρουν με σωφροσύνη την «αρχοντιά της δουλείας» τους.
Η ρουμανική ύπαιθρος είναι ένας τόπος με παμπάλαια έθιμα, που έχουν ολοφάνερες παγανιστικές καταβολές. Εδώ οι ντόπιοι φορούν ακόμη περήφανα τις παραδοσιακές τους στολές και με ενθουσιασμό συμμετάσχουν στα πατροπαράδοτα έθιμά τους.
Οι βοσκοί στη Ρουμανία ακολουθούν τους πατροπαράδοτους τρόπους εκτροφής των ζώων, χρησιμοποιώντας μόνο τα χόρτα της περιοχής τους ως ζωοτροφή, που είναι απολύτως βιολογική –κάτι που δεν έχουν ανάγκη να το πιστοποιήσουν, γιατί είναι ολοφάνερο. Για τους ανοιχτόκαρδους βοσκούς του Μάραμουρες η πιο σημαντική στιγμή της ημέρας είναι εκείνη του αρμέγματος. Λέγοντας αστεία αλλά και σοφά λόγια, που είναι αποτέλεσμα μιας κατασταλαγμένης ήρεμης ζωής, οι βοσκοί αποσπούν με τα έμπειρα χέρια τους το γάλα των αιγοπροβάτων από το οποίο γίνεται ίσως το καλύτερο βιολογικό τυρί των Βαλκανίων. Αυτές οι εικόνες είναι μια ανάμνηση της εξοχής της παιδικής μας ηλικίας.
Θα μπορέσει άραγε η αγροτική Ρουμανία να συνεχίσει την “αντίσταση” της απέναντι στον οδοστρωτήρα του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού και του καπιταλισμού, που εξισώνει τις εμπορικές αξίες με τις ηθικές; Όσο οι φωτιές στις καλύβες των βοσκών στις καταπράσινες πλαγιές των Καρπαθίων θα συνεχίσουν να καίνε, τόσο θα συνεχίσει να υπάρχει και η ελπίδα πως δεν θα χαθεί κι αυτός ο τελευταίος θύλακας αγροτικού πολιτισμού της Ευρώπης.
Η βαλκανική Γεωποιητική των Αντιθέσεων
Εν τέλει η σημερινή Ρουμανία αποτελεί μια απρόσμενη έκπληξη. Μια αντίθεση και μια σύνθεση ταυτόχρονα. Μια φιλική χώρα, με παθιασμένους κατοίκους, που έχει να προσφέρει πολλά διδάγματα, και ειδικότερα εκείνο της συνεχούς αναγέννησης έπειτα από την καταστροφή.
Στα Βαλκάνια πρέπει να περισυλλέξουμε τα θραύσματα που μας άφησαν οι τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος, να τα συγκολήσουμε, έστω και ετερόκλητα, και να δημιουργήσουμε νέες μορφές έκφρασης, τέχνης, πολιτισμού και συνθέσεις, έστω κι αν όλο αυτό μοιάζει επιφανειακά ως “Φράνκεσταϊν” στα μάτια των υπόλοιπων “αποστειρωμένων” Ευρωπαίων. Η δύναμη των Βαλκανίων και των σφριγηλών και βασανισμένων από την Ιστορία λαών τους βρίσκεται μέσα σ’ αυτή τη Γεωποιητική των Αντιθέσεων.
Επιμέλεια: Γιώργος Στάμκος, συγγραφέας και δημοσιογράφος