Τὸ κείμενο τῶν ἀπαντήσεων ξεπέρασε τὸ ἐπιστολικὸ ὅριο
«Τὸ σύντομο ἀπαιτεῖ νὰ παραλειφθοῦν πολλὰ ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα, ἐνῷ τό νὰ θέλει ὁ λόγος νὰ εἶναι ὁλοκληρωμένος, σημαίνει ἡ γραφή μας νὰ φθάση σὲ μῆκος»2 λέγει ὁ Ἅγιος Φώτιος. Σὲ προϊδεάζω, π.Γιγάντιε, καταγράφοντας, ὑπὸ μορφὴν περιεχομένων, ποιά εἶναι τὰ θέματα ποὺ θὰ προσεγγιστοῦν.
Ὑπὸ Ἰωσὴφ μοναχοῦ Βιγλιώτου.
Α΄. Ἀποδεικνύεται ὅτι ὅ,που κι ἂν τοποθετηθεῖ ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστός, δὲν εἶναι «στατικός, ἀκίνητος καὶ αἰώνια νεκρὸς» πού θέλει ὁ Μητροπολίτης. Διαφορετικὰ θὰ πιστεύαμε σὲ ἕναν πεθαμένο, νεκρό, ἄρα ἀνύπαρκτο Θεό.
Β΄. Κονιορτοποιεῖται ἡ βλάσφημη θέση τοῦ Μητροπολίτη, ὅτι τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ ἔχουμε σῶμα «πεθαμένου Θεοῦ», γιατί ἂν ἦταν ἔτσι θὰ εἴχαμε Θεοεγκατάλειψη γιὰ τρεῖς ἡμέρες. Αὐτὸ συνιστᾶ Ἀρειοθεοπασχίτικη αἵρεση.
Γ΄. Ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Μητροπολίτης ὑποστηρίζει ἀναληθῶς ὅτι ἡ προσκύνηση τοῦ Ἐσταυρωμένου εἶναι συνήθεια μόνο τῶν Λατίνων, ἐνῷ, δυστυχῶς γι’ αὐτὸν, ἡ προσκύνηση τοῦ Ἐσταυρωμένου εἶναι βασικὴ προϋπόθεση στὸ νὰ εἶναι ἢ νὰ γίνει κάποιος Χριστιανός. Ἐπίσης ἡ ἐκ μέρους του… «βάπτιση» τοῦ Ἐσταυρωμένου σὲ Τίμιο Σταυρὸ εἶναι πρωτάκουστη. Ἀποδεικνύεται τὸ βλάσφημο τῶν συλλογισμῶν αὐτῶν.
Δ΄. Ἀποδεικνύεται ἀνακριβὲς ὅτι τὶς Παρασκευὲς δὲν ὑπάρχει ἀναφορὰ σὲ Ἐσταυρωμένο.
Ε΄. Παράθεση ὕμνων ποὺ καταρρίπτουν τὸν ἰσχυρισμό τοῦ Μητροπολίτη ὅτι «δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ὕμνος, ἕνα τροπάριο ποὺ νὰ ἀναφέρεται σὲ ‘’ Ἐσταυρωμένο’’ καί σέ λατρεία Ἐσταυρωμένου». Ἀποδεικνύεται, ἐπίσης, ὅτι ἡ ἄστοχη εἰρωνικὴ προσηγορία ἐκ μέρους τοῦ Μητροπολίτη «Ἐσταυρωμενολάτρες» περιποιεῖ ὑψίστην τιμὴν γιὰ τοὺς εὐσεβεῖς Χριστιανούς, ἐνῷ προσιδιάζει εὔστοχα, ἡ ἀπὸ μέρους τῶν εὐσεβῶν στοὺς ἐχθροὺς τῆς λατρείας τοῦ Ἐσταυρωμένου ἡ ἐπωνυμία, «Ἐσταυρωμενομάχοι».
ΣΤ΄. Ἰσχυρίστηκε ὅτι μετὰ τὴν Ἀνάσταση – Ἀνάληψη δὲν ἐπανερχόμαστε ποτὲ στὴν Σταύρωση. Τὰ ἐπιχειρήματα ἀποδεικνύουν τὸ ἀντίθετο.
Ζ΄. Ἀβάσιμος ὁ ἰσχυρισμός του ὅτι ἡ ἐπικέντρωση στὸν Ἐσταυρωμένο Χριστὸ ἐξαφάνισε τὴν Ἀνάσταση. Τὰ ἐπιχειρήματα ἀποδεικνύουν τό ἀντίθετο.
Η΄. Κατάρριψη τοῦ πρωτοφανοῦς …«ἐπιχειρήματος» ὅτι πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὑπάρχει ἡ Ἁγία Τριάδα καὶ ὅτι δὲν ἔχει θέση τίποτε ἄλλο ἐκεῖ.
Θ΄. Κατάρριψη τῆς βλάσφημης θέσης ὅτι δὲν σώζει ἡ Σταύρωση παρὰ μόνο ἡ Ἀνάσταση.
Ι΄. Κατάρριψη τῆς χλευαστικῆς τοποθέτησής του ἀπέναντι στὸν κλαυθμό καὶ ἰδιαίτερα τήν Μεγάλη Παρασκευή.
ΙΑ΄. Ἐσταυρωμένοι στὸ Ἅγιον Ὅρος. Γιατί στὸν Νάρθηκα τριῶν Μονῶν. Τί ἐπικρατοῦσε παλαιότερα καὶ τί ἐπικρατεῖ σήμερα.
Τὰ εὔστοχα ἐρωτήματα ποὺ μοῦ ἀπηύθυνες ἐσὺ καὶ ἄλλοι σεβαστὲ μου ἐν Χριστῷ ἀδελφὲ π. Γιγάντιε, μὲ ἀνάγκασαν νὰ πάρω εὐλογία, καὶ μὲ θερμὴ δέηση γιὰ θεία φώτιση, ἔλευσης ἐπ’ ἐμέ, τοῦ εὐτελοῦς καὶ νάνου, ἂν καὶ παντελῶς ἀνάξιος, μικρᾶς ἀκτῖνας θείου φωτὸς ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νὰ σοῦ γράψω γιὰ τὸ φλέγον ζήτημα τῆς ἀποπομπῆς τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Βῆμα Ναῶν.
Ἐπειδὴ κατὰ τὸν Σολομῶντα «παγίς (: παγίδα) ἰσχυρά ἀνδρὶ τὰ ἴδια χείλη»3 ὡς ἀφετηρία καὶ πρώτη πηγὴ ἄντλησης γιὰ τὴν χάραξη αὐτῶν τῶν γραμμῶν θὰ χρησιμοποιηθεῖ τὸ 25σέλιδο κείμενο4, τευχίδιο ποὺ συνέγραψε ὁ ἐπίσκοπος, μὲ τίτλο «Ἡ λανθασμένη θεολογικά…»5 «εἰ δὴ Ὁμήρου ( ἐδῶ : μητροπολίτου) ταῦτα»6, ( : ἐὰν βέβαια εἶναι τοῦ Μητροπολίτου αὐτά τά γραπτά ).
«Σκάβοντας ἐκεῖ μὲ τὸν λόγο, ἂς ἀνακαλύψωμε τὴν εὐρισκόμενην στὸ βάθος ἀπάτη»7 ὅπως ἔλεγε καὶ συνήθιζε νὰ κάνει ὁ Ἁγιορείτης Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς.
Α΄. Ἂς ἀκούσουμε πρῶτα τί πρεσβεύει καὶ διακηρύττει ὁ ἐπίσκοπος . «καὶ μένει ἐκεῖ ὁ Χριστὸς αἰώνια Ἐσταυρωμένος καὶ νεκρὸς»8. Διαβάζοντας «πάρα κάτω» τὸ ἐπίμαχο κείμενο, μένουμε ἄφωνοι. «Ὁπότε μένοντας ἐκεῖ πίσω σταυρωμένος καὶ κρεμασμένος ὅλον τὸν χρόνο, δὲν ἔχει ἀναστηθεῖ !…»9 sic καὶ «πιὸ κάτω» (μετὰ τὸ πέρας τῆς Θ.Λειτουργίας). «βρισκώμαστε στὴ συνέχεια μπροστὰ σὲ ἕναν Χριστὸ μόνιμα ‘’ Ἐσταυρωμένο’’ καὶ πεθαμένο…καί μάλιστα πεθαμένο ἐκεῖ ὅλον τὸν χρόνο… Ἀπελπισία !…»10 sic.
Ἄθελὰ του τὰ ἔγραψε ὁ Μητροπολίτης; Ἐν γνώσει του ἢ ἐν ἀγνοίᾳ; «οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν (: δὲν γνωρίζω, ὁ Θεὸς γνωρίζει). Μὲ αὐτή, ὅμως τὴ συλλογιστικὴ γραπτή του (εὐτυχῶς γιὰ ἐμᾶς), ἀποτύπωση καὶ ἔκφραση, κατρακυλᾶ σὲ ἀσεβῆ καὶ αἱρετικὰ βάραθρα (δυστυχῶς γι’ αὐτόν).
Οἱ ἁγιογράφοι, ζωγράφοι καὶ φωτογράφοι, ὅταν ἀποτυπώνουν ἕνα θέμα δημιουργοῦν τὴν αἴσθηση ὅτι τὸ στιγμιαῖο γεγονὸς παρέμεινε αἰωνίως ἔτσι;
Οἱ ἄνεμοι πάντα λυσσασμένοι; Πάντα τὰ κύματα βουνὰ κι ὁ ναυτικός… «παγωμένος» (στατικὸς αἰώνια) στὸ κατάρτι, τὰ πανιά; Ὁ ἀθλητὴς αἰωνίως στὸν ἀέρα; «Μὰ ἔτσι τὸν ἀποτύπωσε ὁ φακός». Αἰώνιο τὸ ἅλμα; Δὲν εἶχε πρὶν καὶ μετά ἡ ζωὴ τοῦ ἀθλητῆ; Οὔτε ἐφημερόπτερο ποὺ ζεῖ τὸ πολὺ μιὰ μέρα; Οὔτε δευτερόλεπτο ἕνα; Μὲ τὰ δυὸ τὰ χέρια κάτω πάντα ὁ ἐπίσκοπος; Δὲν τὰ σήκωσε ποτὲ νὰ πεῖ : «Ἵλεως, ἵλεως γενοῦ ἡμῖν Δέσποτα ἐπὶ ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν…»;
Συχνὰ οἱ ἁγιογράφοι εἰκονίζουν τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες μὲ τοὺς δημίους νὰ κρατοῦν φάσγανον (: ξίφος) ἐλάχιστα πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τοὺς λαιμούς τους. Τί σημαίνει αὐτό; Οἱ Ἅγιοι δὲν φονεύτηκαν; Δὲν ἁγίασαν; Καὶ πῶς τοὺς γιορτάζουμε; Καὶ πῶς ἔρχονται ὅταν τοὺς καλοῦμε σὲ βοήθεια; Ποιός ἄφρων θὰ ἐκφράσει τὴν ἄποψη ὅτι ὁ στατικὰ εἰκονιζόμενος ἐπὶ αἰῶνες ἐντὸς τῆς φάτνης ἢ τοῦ Ἰορδάνου Χριστός, εὑρίσκεται μέχρι σήμερα, «στατικὸς καὶ ἀκίνητος ἐκεῖ, ‘’αἰωνίως’’ ‘’ἐσαεὶ’’», ὅπως ὑποστήριξε ὁ Μητροπολίτης γιὰ τὸν εἰκονιζόμενο Ἐσταυρωμένο;
Μὲ μεγάλη δόση εἰρωνείας γιά τόν Ἐσταυρωμένο Χριστό ὁ γράψας τὸ ἐπίμαχο τευχίδιο ἀναφέρει ὅτι ὁ…« ‘’ Ἐσταυρωμένος’’ δὲν μπορεῖ νὰ ἔρθει γιατί εἶναι πεθαμένος ἐπάνω στὸν σταυρό, καὶ ὡς ἐκ τούτου στατικὸς καὶ ἀκίνητος ὁλόκληρο τὸν χρόνο… Λέμε ποτὲ σὲ ἀκίνητο καὶ πεθαμένο “ Ἔλα”; Ἀστεῖα πράγματα ! Ἔρχεται αὐτὸς ποὺ κινεῖται»11 sic.
Ἀναφωνοῦμεν ἀπὸ ἔκπληξη γιὰ τὸ ἄκουσμα. «Ἡμέτερος εἶ (: δικός μας εἶσαι ) ἢ τῶν ὑπεναντίων»12; καὶ αὐτοστιγμεὶ ἀπὸ τὸ ἄκουσμα ὁ νοῦς μας ταξιδεύει στὴν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ . «οἱ παραπορευόμενοι (: οἱ περαστικοὶ) ἐβλαστήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν καὶ λέγοντες»13 παραπλήσια τῶν ἀνωτέρω. Καί ὁ προφήτης ὁ μέγας Δαυΐδ ἐκεῖνος προεῖδε τὰ περὶ τοῦ Σταυροῦ γεγονότα, τὴν εἰρωνεία, τὴν χλεύη, τὸν γέλωτα. «πάντες οἱ θεωροῦντες με ἐξεμυκτήρισάν με, ἐλάλησαν ἐν χείλεσιν, ἐκίνησαν κεφαλήν»14. Στὰ χρόνια τοῦ χρυσοῦ στὴ γλῶσσα Ἰωάννου, ἐπικρατοῦσαν, ὅπως καὶ σήμερα, τυφωνικοὶ ἄνεμοι σύγχυσης καὶ ἀθεΐας. «Κἄν (καὶ ἐὰν) εἴπωμεν ὅτι ὁ Ἐσταυρωμένος ζῇ, γέλως εὐθύς, καίτοι (ἂν καὶ) τῆς οἰκουμένης βοώσης ἁπάσης, καὶ πάλαι καὶ νῦν . τότε μὲν ἀπὸ τῶν σημείων (θαυμάτων), νῦν δὲ ἀπὸ τῶν ἐπιστρεψάντων. οὐ γὰρ δὴ (δὲν εἶναι λοιπόν) νεκροῦ ταῦτα τὰ κατορθώματα!».15 Ἐφιστᾶ τὴν προσοχὴ ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης. «εἰρωνεύεστε καὶ παίζετε μὲ πράγματα ποὺ δὲν εἶναι παιχνίδια».
Β΄. Κι ἐνῷ ταξιδεύουμε μέσα στὸ κείμενο σὰν σὲ φουρτούνα, ξαφνικά (! ) θεατὲς σὲ νέο ναυάγιο! Δημιουργεῖ φρίκη τὸ ἄκουσμα! Ἄκουσον, ἄκουσον ! Ὅτι τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ δὲν τελεῖ Θεία Λειτουργία ἡ Ἐκκλησία «ἀκριβῶς γιὰ νὰ μὴν προσφέρει Σῶμα “πεθαμένου Θεοῦ”» (!!! ) στοὺς ἀνθρώπους…»17 sic. (Τὰ θαυμαστικὰ εἶναι δικά μας ).
Κάποιοι, λέγει ὁ Μ.Βασίλειος, προξενοῦν «ἀφορμάς πρὸς τὸ κατασμικρύνειν τοῦ Μονογενοῦς τὴν θεότητα»18, ξεχνῶντας ὅτι «ὁ Χριστὸς εἶναι «ἀχρόνως τῷ Πατρὶ συννημένος»19 καὶ ὅπου Σταυρός, ἐκεῖ καὶ ὁ Χριστός, ἐκεῖ καὶ ὁ Πατήρ. «Σῶμα πεθαμένου Θεοῦ» !!! Πρέπει νὰ ἔχει κανεὶς πολὺ τόλμη, μεγάλο θράσος, ἢ μεγάλη ἀνοησία γιὰ νὰ γράψη κάτι τέτοιο. Ἂν γιὰ τρεῖς ἡμέρες ὁ Χριστὸς ἦταν πεθαμένος, (κατὰ τὸν συγγραφέα), τότε ὀλόσωστα θεολόγησε ἕνας ἄγνωστος μὴ θεολόγος καὶ πρὸς τὸ παρόν, ὄχι θερμὸς πιστός, περαστικὸς ἀπὸ ἐμᾶς, διαβάτης προσκυνητής, ὁ ὁποῖος εἶπε εὐφυῶς. «Τότε, σύμφωνα μὲ αὐτόν, γιὰ τρεῖς μέρες δὲν εἴχαμε Θεό». Ἂν δὲν διαμαρτύρονται οἱ ὑπεύθυνοι, φωτίζει ὁ ἐν Τριάδι ἀληθὴς καὶ μόνος ζῶν Θεός, καὶ «οἱ λίθοι κεκράξονται»20 ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ «λίθου ὃν ἀπεδοκίμασαν»21, «ἡ δὲ πέτρα ᾖν ὁ Χριστὸς»22. Κι ἂν κάποιος διαμαρτυρηθεῖ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας (τοῦ Χριστοῦ πού εἶπε) «ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωὴ»23, τότε αἴρουν «λίθους ἵνα βάλωσιν ἐπ’ αὐτὸν»24.
Ὅσοι χλεύασαν τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ τὴν θεϊκὴ Του δύναμη, ὑπέπεσαν ἀνοήτως στὶς αἱρέσεις τοῦ Ἀρείου, τῶν μαθητῶν τοῦ Ἀνομοίου (Ἀετίου καὶ Εὐνομίου, Δ΄αἰῶνας) καὶ τῶν Θεοπασχιτῶν (Ε΄αἰῶνας). Λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς. «Ὁ Ἄρειος ἐπιμένων στὴν ἁπλότητα τοῦ Θεοῦ ἐθεώρει ἀφρόνως κτίσμα τὸν Υἱὸν καὶ ἔλεγε πολυθέους τούς μὴ φρονοῦντας οὕτως, ὡς δοξάζοντας δῆθεν πολλά, ἀγνοῶν ὁ ταλαίπωρος ὅτι γίνεται αὐτὸς ἄθεος καὶ πολύθεος, κατατέμνων εἰς κτιστὰ καὶ ἄκτιστα τὸν ἕνα Θεὸν καὶ διὰ τοῦ Υἱοῦ καταβιβάζων καὶ τὸν Πατέρα σὲ κτίσμα»25. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὸν Ἄρειο, ὁ Χριστὸς δὲν διέφερε τῶν κοινῶν νεκρῶν γιατί ἦταν κτίσμα. Ὡς ἐκ τούτου ὁ νεκρὸς ἐπὶ Σταυροῦ Χριστός, κατ’ αὐτόν, ἦταν ἕνα κοινὸ σῶμα χωρὶς τὴν θεότητά Του. Οἱ Θεοπασχίτες πάλι, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνὸ «λένε ὅτι μαζὶ μὲ τὴν σάρκα τοῦ Λόγου ἔπαθε καὶ ἡ θεότητά του»26, ὁπότε μὲ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ βρισκόμαστε μπροστὰ σὲ ἕνα «σῶμα πεθαμένου Θεοῦ»27, δηλαδὴ ἀπουσία Θεοῦ ὅπως προείπαμε. Σύμφωνα μὲ τὰ λεγόμενα τῶν παλαιῶν (Ἀρειοθεοπασχιτῶν ) καὶ τῶν σημερινῶν ὁμοίων τους Ἐσταυρομενομάχων, συμφωνοῦν στὸ ὅ,τι ἕνας τέτοιος Ἀρειοθεοπασχίτης Χριστὸς δὲν ἀκούει στὸ κάλεσμα «Ἔλα», γιατί, σύμφωνα μὲ αὐτοὺς εἶναι αἰώνια νεκρός. Ἀλλά, ξεδιαλύνει ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων. «Οὐ γὰρ ἦν ἄνθρωπος εὐτελής (: τιποτένιος) ὁ πάσχων, ἀλλὰ Θεὸς ἐνανθρωπήσας».28 καὶ ὁ θεόληπτος Δαμασκηνὸς. «οὔτε γὰρ τὰ ἀνθρώπινα ἀνθρωπίνως ἐνήργησεν – οὐ γὰρ ψιλός (: ἁπλοῦς ) ἦν ἄνθρωπος – οὐδὲ τὰ θεῖα κατὰ Θεὸν μόνον – οὐ γὰρ ἦν (: γιατί δὲν ἦταν) γυμνός (: μόνον) Θεός – ἀλλὰ Θεὸς ὁμοῦ ὑπάρχων καὶ ἄνθρωπος»29. «Μὴ σὺ γε τοῖς βροτέοισιν ἀτιμάζεις θεότητα»30 (μετάφρ. ἡμέτερη) : Ἐσὺ βέβαια μὴν ἀτιμάζεις τὴν θεότητα γιὰ τ’ ἀνθρώπινα. Ἐν προκειμένῳ. Βλέπεις ἄνθρωπο νεκρό; Ναὶ ἀλλὰ εἶναι Θεός. «βροτός (: ἄνθρωπος) ἀλλὰ Θεὸς»31.
Ἔτσι λοιπόν, ἀκούει τὶς παρακλήσεις καὶ τὶς προσευχές. Δὲν εἶναι νεκρὸς Θεὸς, ὁ Χριστός. Τὸ ὅτι ὁ συγγραφέας τοῦ τευχιδίου καταφέρεται ἐναντίον τοῦ Ἀρείου, τῶν Λατίνων κ.λπ. δὲν μᾶς ἐνθουσιάζει καθόλου. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς τακτικὴ εἶχαν διάφοροι αἱρετικοί, ὅπως π.χ. ὁ Καλαβρὸς Βαρλαάμ. Ἔγραφε ἐναντίον τῶν Λατίνων, ἀλλὰ τεχνιέντως τοὺς ὑποστήριζε, ἕως ὅτου ὁ Ἁγιορείτης Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς τόν ἀντιλήφθηκε, ξεσκέπασε καὶ κονιορτοποίησε.
Γ΄. Σὲ μιὰ ἄλλη σελίδα (σελ.22), τό «κίτρινο βιβλίο» ἀναπτύσσει μιὰ ἄλλη πρωτάκουστη καὶ κατάπτυστη θεολογία. Λέγει. «ἡ Ἐκκλησία σταυροπροσκυνᾶ -στὶς 14 Σεπτεμβρίου καὶ τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως- καὶ ὄχι ἐσταυρωμενο-προσκυνᾶ» (!!!) «ἐνῷ τὸν Ἐσταυρωμένο μόνο τὴν Μ.Παρασκευή (!!!) καὶ γιὰ μιὰ μόνο ἡμέρα (!!!). Διότι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε καὶ δὲν βρίσκεται ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ, γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν λέγεται πλέον Ἐσταυρωμένος ἀλλὰ Τίμιος Σταυρός…» (!!!). (Τὰ θαυμαστικὰ εἶναι δικά μας).
Πὲς μου ποῦ τὸ βρῆκες ; Ποῦ τὸ γράφει αὐτό ; Ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει. «Πόθεν (ἀπὸ ποῦ ἦλθες) εἰς τούτους τοὺς ὄντως ἀφωτίστους καὶ πολυσκίους λόγους ἐλήλυθας, ὦ φιλόσοφε»; λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς 32 . Ξένον ἄκουσμα! Ὄντως ξένον! Ἀλλότριον τῆς Ἐκκλησίας! Τί νὰ πρωτοσχολιάσει κανείς! Τὰ «ἄθεα γράμματα» ποὺ ἔλεγε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Τί λέγει «ὁ πρωτοστάτης τοῦ δράματος;»33. «Ἡ ἐκκλησία» ὅπως λέγει «σταυροπροσκυνᾶ καὶ ὄχι Ἐσταυρωμενο – προσκυνᾶ»; Ἴσως δὲν διάβασε αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνὸς ὅτι, ὅπου εἶναι τὸ σημεῖο τοῦ Χριστοῦ ἐκεῖ εἶναι καὶ Αὐτὸς (ὁ Χριστός). «Ἔνθα γὰρ ἂν ᾖ τὸ σημεῖον, ἐκεῖ καὶ αὐτὸς ἔσται»34 . Οὔτε τὸ ἄλλο ποὺ λέει ὁ ἴδιος, ὅτι ὅλα αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀφιερωμένα στὸν Θεὸ τὰ προσκυνοῦμε προσφέροντας τὸν σεβασμὸ στὸν ἴδιο. «Πάντα τοίνυν τὰ Θεῷ ἀνακείμενα προσκυνοῦμεν, αὐτῷ (σ’ αὐτὸν) τὸ σέβας προσάγοντες».35 Ἴσως δὲν γνωρίζει ὅτι ὅταν οἱ πιστοὶ δοῦν τὸν Σταυρὸ ἐνθυμοῦνται τόν Ἐσταυρωμένο, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων. «ὅταν γὰρ ἴδωσι τὸν Σταυρόν, ὑπομιμνήσκονται τοῦ Ἐσταυρωμένου»36. Βλέπεις ὅτι ἡ Ἐκκλησία Ἐσταυρωμένο – προσκυνᾶ; Προσκυνᾶς τὸν Σταυρό; Προσκυνᾶς καὶ τὸν Ἐσταυρωμένο Χριστό.
Καὶ ἄν, κατὰ τὴν ἄποψή του μετὰ τὴν Σταύρωση δὲν λέγεται Ἐσταυρωμένος ἀλλὰ Τίμιος Σταυρός, γιατί ὁ τῆς Ἀναστάσεως Ἄγγελος τὸν ἀποκαλεῖ Ἐσταυρωμένο; «οἶδα γὰρ ὅτι Ἰησοῦν ζητεῖτε τόν Ἐσταυρωμένον»37. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «ἡμεῖς δέ (: ἐμεῖς ὅμως) κηρύσσομεν Χριστὸν Ἐσταυρωμένον»38. Ὁ ἴδιος πάλι. «οὐ γὰρ ἔκρινα τοῦ εἰδέναι τι ἐν ὑμῖν εἰ μή (: δὲν ἔκρινα νὰ γνωρίζετε κάτι ἄλλο παρὰ) Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τοῦτον Ἐσταυρωμένον»39 Καὶ τὸ ἄλλο σπουδαῖο ποὺ ἔστειλε στοὺς ἀνόητους Γαλάτες. «Ὦ ἀνόητοι Γαλάτες. ποιός σᾶς φθόνησε καὶ δὲν πείθεσθε στὴν ἀλήθεια ἀφοῦ μπροστὰ σὲ σᾶς ζωγράφησα τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν Ἐσταυρωμένο»40. Τὰ κατωτέρω, «τὴν τοῦ Κυρίλλου (Ἱεροσολύμων), φωνὴν ἐπισείοντες τὴν λέγουσαν»41 «Τὸν Ἐσταυρωμένον καταγγέλομεν, (: κηρύττουμε), καὶ τρέμουσι νῦν δαίμονες»42. Ὁ ἴδιος ἐπαναλαμβάνει «Μὴ τοίνυν ἐπαισχύνου (: νὰ μὴ ντρέπεσαι) τὸν Ἐσταυρωμένο (γιὰ τὸν Ἐσταυρωμένο)»43. «Μὴ τοίνυν ἐπαισχυνθῶμεν ὁμολογῆσαι τόν Ἐσταυρωμένον»44. «Μὴ ἀρνήση τόν Ἐσταυρωμένον»45. Δὲν τὸν ἀρνούμεθα γιατί ἐνθυμούμεθα τὰ πρὶν καὶ τὰ μετὰ τῆς Σταυρώσεως. Ἐὰν μόνον Σταυρο – προσκυνοῦμε καὶ ὄχι Ἐσταυρωμενο – προσκυνοῦμε, τότε εἶναι σὰν νὰ λέμε ὅτι κάποιος ἀσθενὴς θὰ εὐχαριστεῖ τὸ ἄψυχο νυστέρι ποὺ ἀπὸ μόνο του δὲν μπορεῖ νὰ κάνει κάτι, καὶ ὄχι τὸν γιατρὸ ποὺ εἶναι ἡ ζωή, τὸ μυαλό, ἡ κίνηση καὶ ὁ δημιουργὸς τοῦ νυστεριοῦ. Μόνο ὅταν εἶναι παρὼν ὁ γιατρὸς παίρνει ζωὴ τὸ ἄψυχο νυστέρι καὶ σώζει ἀπὸ τὸν θάνατο. Ἀπόντος τοῦ γιατροῦ τὸ νυστέρι ἀπὸ μόνο του δὲν ἐνεργεῖ. Ἔτσι καὶ μὲ τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ ἢ στοὺς τύπους αὐτοῦ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, παρίσταται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, γιατί ὅπως λέγει ὁ ἐκ Δαμασκοῦ Ἰωάννης. «Ἔνθα γὰρ ἄν ἦ τὸ σημεῖον, ἐκεῖ καὶ αὐτός ἔσται» «Ὅπου ὑπάρχει τὸ σύμβολο (τοῦ Σταυροῦ), ἐκεῖ θὰ βρίσκεται καὶ ὁ ἴδιος»46. Λέγει ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ ἐρημίτης. «Ὅλων τῶν κακῶν προηγεῖται ἡ ἄγνοια, δεύτερη μετὰ ἀπὸ αὐτὴν ἔρχεται ἡ ἀπιστία»47. Πὲς μας : «Ἐκ ποίας Γραφῆς τὰ τοιαῦτα;»48 Ποῦ τὸ γράφει αὐτό;… Ἴσως ἔγινε καὶ δὲν πληροφορηθήκαμε Δεύτερη Βάπτιση Χριστοῦ, Ἐσταυρωμένου αὐτὴ τὴ φορά, μὲ ἀλλαγὴ ὀνόματος ἀπὸ Ἐσταυρωμένο σὲ Τίμιο Σταυρό, ὄχι ἐν Ἰορδάνῃ ἀλλὰ ἐν Περιστερίῳ, χωρὶς τὴν κάθοδο ὅμως, τοῦ τότε κατερχομένου ἐν εἴδει περιστερᾶς Ἁγίου Πνεύματος. Ἐμεῖς προσκυνοῦμε καὶ τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ μας, καὶ τοὺς τύπους (τοὺς διαφόρους Σταυροὺς) ποὺ ἔχουν τὸν τύπο (: τὸ σχῆμα) τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ἔστω κι ἂν ἔχει κατασκευαστεῖ ἀπὸ ἄλλο ὑλικό, διότι «ἐκεῖ καὶ αὐτὸς (ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστὸς) ἔσται»49.
Δ΄. Ἀνακριβὲς εἶναι καὶ αὐτὸ ποὺ ἰσχυρίζεται ὅτι «σὲ ὅλες τις Παρακευὲς τοῦ χρόνου δὲν ὑπάρχει ἀναφορὰ σὲ ‘’Ἐσταυρωμένο’’»50. Γιατί προσπαθεῖ συνεχῶς, μὲ κάθε τρόπο νὰ ἀπομειώνει τόν «Ἐσταυρωμένο»; Καὶ γιατί μόνο τὶς Παρασκευές;
Τὰ Ἐκκλησιαστικὰ κείμενα χρησιμοποιοῦν πολλὲς περιφραστικὲς ἐκφράσεις, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται σὲ κάποιο σπουδαῖο πρόσωπο ἢ γεγονός. Γιὰ παράδειγμα, ὅταν λέμε. «ἐπὶ σταυροῦ τὰς ἀχράντους σου χεῖρας ἁπλώσας» ποιός εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μὲ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ ὑμνολογία, ἅπλωσε τὰ ἄχραντα χέρια του ἐπὶ σταυροῦ; Ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστός. Ἂν κάποιος μὲ ἑωσφορικὸ πεῖσμα ψάχνει αὐτούσια τὴν λέξη «Ἐσταυρωμένος», ἂς πεισθεῖ μὲ τὸν ἑπόμενο συλλογισμό. Οἱ λέξεις Μεσσίας καὶ Χριστὸς μποροῦν νὰ ἐναλλαχθοῦν χωρὶς νὰ ὑπάρξει κανένα ἀπολύτως πρόβλημα. Ἐνθουσιασμένος ὁ Ἀνδρέας λέει στὸν Σίμωνα Πέτρο . «εὑρήκαμε τὸν Μεσσίαν ὃ ἐστι μεθερμηνευόμενον Χριστός (: ποὺ σημαίνει Χριστός). Ἡ Σαμαρείτιδα λέει στὸν Χριστό. «οἶδα (: γνωρίζω) ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος (ποὺ σημαίνει) Χριστὸς» καὶ ὁ Χριστός. «ἐγὼ εἰμὶ (εἶμαι) ὁ λαλῶν σοι»51. Μεσσίας λοιπὸν σημαίνει Χριστὸς καὶ Χριστὸς σημαίνει Μεσσίας. Τὴν ἐναλλαγὴ τῶν λέξεων αὐτῶν Μεσσίας-Χριστός, τὴν δεχόμαστε παρ’ ὅτι εἶναι ἐτερόρριζες. Αὐτό μᾶς δίνει τὸ δικαίωμα νὰ ἐναλλάξουμε καὶ τὰ ὁμόρριζα συμφραζόμενα. π.χ. «Σταυρῷ προσηλωθεὶς» (ἄρα Ἐσταυρωμένος). Ἐὰν ὅμως ἐπιμείνει στὸ ἄγραφο τότε θὰ πρέπει κάποιος νὰ τοῦ πεῖ αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «πάλιν καὶ πολλάκις ἀνακυκλοῖς ἡμῖν (σὲ μᾶς) τὸ ἄγραφον. σὺ δὲ πόθεν τὸ ἀγέννητον λαβών ἔχεις (: ἐσὺ ὅμως ἀπὸ ποῦ ἔλαβες καὶ χρησιμοποιεῖς τὸ ἀγέννητον), ἢ τὸ ἄναρχον ἢ καὶ ἡμεῖς (: ἐμεῖς) τὸ ἀθάνατον»; «δὲν εἶναι φανερὸ ὅτι τὰ παίρνεις ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τὰ συνάγουν, ἂν καὶ δὲν λέγονται στὴν Γραφή;»52. Δεδομένων τῶν ἀνωτέρω δυνάμεθα νὰ ἁλιεύσωμε πολλὰ ἐδάφια ποὺ ἐννοεῖται ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστὸς στὴν Ἁγία Γραφή, στοὺς Πατέρες καὶ στὰ ὑμνολογικὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Στὴν Ὀκτώηχο Παρακλητική, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα ὀγκωδέστατο ὑμνολογικὸ βιβλίο τῆς Ἐκκλησίας ποὺ χρησιμοποιεῖται σχεδὸν καθημερινὰ στοὺς Ναούς, θὰ παρουσιάσουμε ἐλάχιστα ἀπὸ τὰ τροπάρια τοῦ Ὄρθρου τοῦ πρώτου ἤχου τῆς πρώτης ἀπὸ τὶς ὀκτὼ Παρασκευὲς (ὀκτὼ ἦχοι, ὀκτὼ ἑβδομάδες ποὺ ἀλλάζουν κάθε Σάββατο τὸ ἀπόγευμα). Στὰ καθίσματα. «Σταυρωθέντος σου Χριστὲ» (ἄρα Ἐσταυρωμένος), «Σταυρῷ προσηλωθεὶς» (Καὶ ἐδῶ Ἐσταυρωμένος). Στὶς ὠδὲς Α΄, Γ΄,Δ΄ «Ὦσπερ ἀμνὸν ἐπὶ Σταυροῦ … ἀναρτηθέντα τὸν Χριστόν…»( Ἐσταυρωμένος). «Ἐπὶ Σταυροῦ παλάμας ἥπλωσας» (Ἐσταυρωμένος). «Ἐπὶ Σταυρῷ σε θεασάμεναι ὑψούμενον» (Ἐσταυρωμένος). «Πῶς βλέψω σε ἐπὶ τοῦ ξύλου ἀνηρτημένον» (Ἐσταυρωμένος). Αὐτά τά ἐλαχιστότατα ἀπὸ ἐλάχιστο τμῆμα τοῦ ὀγκωδέστατου βιβλίου τῆς Παρακλητικῆς. Καταρρίφθηκε, χάριτι τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου μας ὁ μῦθος ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀναφορὰ σὲ Ἐσταυρωμένο στὶς Παρασκευὲς τοῦ χρόνου.
Ε΄. Συνεχίζοντας Βαρλααμίτικη τακτικὴ τὸ ἐπίμαχο κείμενο, μᾶς προκαλεῖ . «ἂς βροῦν κάποιοι ἕναν ὕμνο, ἕνα τροπάριο ποὺ νὰ ἀναφέρεται σὲ ‘’ Ἐσταυρωμένο’’ καὶ σὲ λατρεία τοῦ Ἐσταυρωμένου», καὶ γιὰ νὰ προσδώσει ὡς «αὐθεντία», κῦρος τῶν λεγομένων του, ἀποκοιμίζοντας τοὺς ἀδαεῖς, ἐμφανίζεται ὡς ὑπερορθόδοξος ἀγωνιστὴς τῆς πίστεώς μας, ὑποστηρίζοντας ὅτι «τέτοια λατρεία ὑπάρχει στοὺς δυτικοὺς Χριστιανούς, ὄχι στὴν καθ’ ἡμᾶς Ὀρθόδοξη παράδοση53.
Χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχὴ ὅσοι ἔχουν τὸν μέγιστο καὶ ἀξιοσέβαστο βαθμὸ τῆς ἀρχιερωσύνης, μήπως ἀντὶ νὰ εἶναι εἰς τύπον Χριστοῦ, φθάνουν νὰ ἐκφράζονται μὲ τὰ λεγόμενά τους αὐτά, κατὰ τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ ἀναφερθήκαμε ἐνωρίτερα. Παρέμεινε Θεὸς καὶ μετὰ τὴ νέκρωση τοῦ Σώματός Του. Ὅσο γιὰ τὸν ἰσχυρισμὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ὕμνος, οὔτε ἕνα τροπάριο, ὁ ὁποῖος νὰ ἀναφέρεται σὲ λατρεία Ἐσταυρωμένου, λυπούμεθα γιὰ τὴν ἀνακρίβεια ἀλλὰ καὶ τὴν βλασφημία ὅτι λατρεία Ἐσταυρωμένου ἀπουσιάζει στὰ καθ’ ἡμᾶς γιατί ὑπάρχει μόνο στοὺς δυτικούς. Ἂς παρουσιάσουμε ἕνα ἀπὸ τὰ πολλά : «Ὅτε (ὅταν) παρέστης τῷ Καϊάφᾳ ὁ Θεός», «καὶ παρεδόθης τῷ Πιλάτῳ ὁ Κριτὴς»54. Ποιός παρουσιάστηκε ἔμπροσθεν τοῦ Καϊάφα καὶ παρεδόθη στὸν Πιλάτο; Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Στὸν Σταυρὸ ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστὸς ἔπαψε, ὅταν πέθανε νὰ εἶναι Θεός; Ὄχι βέβαια. Εἶναι δυνατὸν ἐπισκοπικὰ χείλη νὰ πρεσβεύουν ὅ,τι καὶ οἱ Χιλιαστές; Ὅ,τι καὶ ὁ Ἄρειος; Ὅ,τι καὶ οἱ Θεοπασχίτες; ΒΕΒΑΙΩΣ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΥΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟ. Ὄχι γιατί εἶναι ἕνας θεὸς μὲ μικρὸ τὸ ἀρχικὸ γράμμα θήτα, ἀλλὰ ἐπειδή ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ!!! Ἐὰν ὅταν πέθανε ὁ Χριστὸς ἔπαψε νὰ εἶναι Θεός, τότε θὰ εἴχαμε μιὰ οἰκτρὴ Θεοεγκατάλειψη. Μακρυὰ ἀπὸ ἐμᾶς τέτοια βλασφημία!
Ἂς παρουσιαστοῦν καὶ κάποια ἄλλα ἐλάχιστα τροπάρια. «Ὁ Σταυρός σου Κύριε, ζωὴ καὶ ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ σου. καὶ ἐπ’ αὐτῷ πεποιθότες, σέ τόν σταυρωθέντα (ἄρα Ἐσταυρωμένος), Θεὸν ἡμῶν ὑμνοῦμεν ἐλέησον ἡμᾶς»55. Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ ΜΑΣ, ΑΡΑ ΤΟΝ ΛΑΤΡΕΥΟΥΜΕ !!!. Ἕτερον. «Τὸν δι’ ἡμᾶς Σταυρωθέντα, (τὸν Ἐσταυρωμένο) δεῦτε πάντες ὑμνήσωμεν…» καί στὸ τέλος «…σὺ ὑπάρχεις ὁ Υἱός μου καὶ Θεός μου»56. Τὸ δίστιχο τοῦ Συναξαρίου (α΄σκέλος) τονίζει. «Ζῶν εἶ Θεὸς σύ, καὶ νεκρωθεὶς ἐν ξύλῳ (ἄρα Ἐσταυρωμένος)»… Ἂν καὶ νεκρώθηκες στὸν Σταυρό, ΠΑΡΑΜΕΝΕΙΣ ΖΩΝΤΑΝΟΣ, ΓΙΑΤΙ ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΘΕΟΣ!!! Καὶ ἐπιπόλαια γράφεται ὅτι εἶναι «πεθαμένος Θεός»;57. «Βέβηλον ἔπος τῶν χειλέων»58 !!!
Ὅσοι λοιπόν, καὶ μεταξὺ αὐτῶν ὁ πρῶτος ὑποστηρικτὴς τῆς αἱρετικῆς ἔκφρασης αὐτῆς Μητροπολίτης, θεωροῦν ὅτι χρησιμοποιῶντας τὴν λέξη «Ἐσταυρωμενολάτρες» εἰρωνεύονται καὶ ὑποτιμοῦν τοὺς εὐσεβεῖς Χριστιανούς, ἂς γνωρίζουν καλὰ ὅτι αὐτὸ περιποιεῖ τιμὴ στοὺς Χριστιανούς. Αὐτοὶ ποὺ μάχονται ὅμως τὸν Ἐσταυρωμένο, δικαίως καὶ ἀξίως καλοῦνται (ὀνομάζονται ) «Ἐσταυρωμενομάχοι» ἢ «Χριστομάχοι», ὅπως «Παραβάτη» τὸν Ἰουλιανὸ ποὺ μεταξὺ ἄλλων καινοτόμησε καὶ νομοθέτησε τὴν ἀλλαγὴ τῆς προσωνυμίας τῶν Χριστιανῶν. Τοὺς ὀνόμαζε περιφρονητικά, Γαλιλαίους.59
Αὐτά τότε. Σήμερα, νέον δόγμα, ὄχι «ὑπὸ Καίσαρος», ἀλλὰ ὑπὸ Μητροπολίτου αὐτὴν τὴν φορά, «ἐξεφωνήθη» καὶ πλειὰς Μητροπολιτῶν καὶ Ἱερέων, δυστυχῶς, λόγῳ παραπληροφόρησης παραπλανήθη, καὶ πολλοὶ Ἐσταυρωμένοι μετατοπίσθηκαν σὲ «ἀθέατο τόπο». Ἐν ἀντιθέσει μὲ αὐτὸ ποὺ ὑποστήριξε ὁ Μητροπολίτης ὅτι «δὲν ὑπάρχουν ὕμνοι καὶ τροπάρια ποὺ νὰ ἀναφέρονται σὲ Ἐσταυρωμένο», πλειάδα αὐτῶν ἀναφέρονται σ’ Αὐτόν.
Περατώνουμε τὸν λόγο αὐτόν Ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστὸς εἶναι Θεός. Ἄρα ὅσοι λατρεύουν τόν Ἐσταυρωμένο λατρεύουν τὸν Χριστὸ ποὺ εἶναι Θεός μας. Ποῦ εἶδαν τὴν ὑπερβολὴ καὶ τὴν ἀκρότητα στὴν λατρεία αὐτὴ τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἀφοῦ εἶναι ὁ Θεός μας;
Ἂς περατώσουμε αὐτὸν τὸν λόγο μὲ τὴν καταληκτική παράκληση καὶ ὁμολογία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ στὸν λόγο του «Περὶ Σταυροῦ καὶ πίστεως στὴν Ἀκριβὴ Ἔκφραση Ὀρθοδόξου πίστεως» . «Οἱ τοῦτο προσκυνοῦντες ( Ἐμεῖς ποὺ προσκυνοῦμε αὐτὸ -τὸν Σταυρό-), τῆς μερίδος τύχοιμεν (νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς μερίδος ) Χριστοῦ τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ἀμήν»60.
ΣΤ΄. Ὀνόμασαν «Ἐσταυρωμένο» τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς μόνο. Ὑποστήριξαν ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἐπανερχόμεθα ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση καὶ Ἀνάληψη πίσω στὴ Σταύρωση.
α) Αὐτὴ τὴν φορὰ τὴν ἔκπληξη καὶ τὴν ἀπάντηση θὰ τὴν πάρουν ἀπὸ τὶς ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΕΣ ἀκολουθίες τῆς Παρακλητικῆς. Εἶναι γνωστὸ τοῖς πᾶσι ὅτι οἱ Κυριακὲς θεωροῦνται ἀναστάσιμες ἡμέρες, γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀπαγορεύονται οἱ γονυκλισίες. Ἄρα λογικά, κατ’ αὐτούς, δὲν ἔχει θέση τὸ πισωγύρισμα Ἀνάσταση-Σταύρωση- Ἀναστάση… Ἀλλὰ ἐδῶ, δὲν εἶναι ἔτσι. Ἐδῶ πλέκονται καὶ τὰ δύο κορυφαῖα γεγονότα, ἡ Σταύρωση καὶ ἡ Ἀνάσταση! Νὰ ἡ ἔκπληξη ἀλλὰ καὶ ἡ «χαριστικὴ βολὴ» στοὺς πεισμόνως διαφωνοῦντες. «Πρὸς ἀποφυγὴν παρεξηγήσεων ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ψάχνουν ἕνα λεξίδιο γιὰ νὰ τὸ κάνουν ξιφίδιο ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἡ «…χαριστικὴ βολὴ» εἶναι ἕνα καλοκάγαθο χαμόγελο!!!».
Ἂς ἀκούσουμε ἀπὸ τὰ Καθίσματα τοῦ Ὄρθρου τοῦ α΄ἤχου. «Σταυρῷ προσηλωθεὶς (ἄρα Ἐσταυρωμένος) ἑκουσίως Οἰκτίρμων…τό κράτος συνέτριψας δυνατὲ τῷ θανάτῳ σου». «Γυναῖκες…τοῖς μαθηταῖς ἐκήρυτταν τὴν ἔγερσιν ... Χριστός… συνήγειρε πάντας, τὸν τῆς κατακρίσεως φόβον, λύσας δυνάμει Σταυροῦ (ὅταν Σταυρώθηκες καὶ ἤσουν Ἐσταυρωμένος)». «Ἐν τῷ Σταυρῷ προσηλωθεὶς (Ἐσταυρωμένος) ἡ ζωὴ τῶν ἁπάντων … ἀνέστης τριήμερος Σωτήρ… Δόξα τοῖς σοῖς παθήμασι Χριστέ. δόξᾳ τῇ ἀναστάσει σου...». Βλέπεις; Σὲ ἕνα τροπάριο πηγαίνει καὶ ἔρχεται δυὸ φορές. Ποῦ εἶναι τὸ πρόβλημα; Τί ὑπερτιμήθηκε; Ἢ τί ὑποτιμήθηκε; Κανένα ἀπὸ τὰ δύο. Τὸ ἕνα εἶναι προϋπόθεση τοῦ ἄλλου. Δὲν θὰ ὑπῆρχε Ἀνάσταση ἂν δὲν ὑπῆρχε Σταύρωση κ.λπ.
β) Ἄλλη μιὰ ἔκπληξη στὴν Ἀναστάσιμη ἡμέρα τῆς Κυριακῆς. Ὑπάρχει στὸν Ὄρθρο Κανόνας Σταυροαναστάσιμος!!! Στὸν α΄ἦχο ἀναγράφεται «Ποίημα Κοσμᾶ». Ἂς ἀκούσουμε ἀπὸ τὴν α΄ ὠδὴ ἕνα μόνο, λόγῳ ἐλλείψεως χώρου. «Χριστὸς ὑψοῖ με (μὲ ὑψώνει) σταυρούμενος (Ἐσταυρωμένος), Χριστὸς συνανιστᾷ με νεκρούμενος (μὲ ἀνασταίνει μαζί του )». Παρατρέχουμε τὰ ἄλλα καὶ λέμε τρία ἀπὸ τοὺς Αἴνους (πάντα τῆς Κυριακῆς τοῦ α΄ἤχου). «Τὴν θεοπρεπῆ σου συγκατάβασιν δοξάζοντες ὑμνοῦμεν σε Χριστέ. Ἐτέχθης… ἔπαθες… ἑκουσίως ὑπέμεινας σταυρὸν (ἄρα Ἐσταυρωμένος), ἀνέστης…». «Ὅτε προσηλώθης τῷ ξύλῳ τοῦ σταυροῦ..» (Ἐσταυρωμένος). «…Τί συκοφαντεῖτε τὴν ἔγερσιν τοῦ σταυρωθέντος (τοῦ Ἐσταυρωμένου). ἀνέστης…».
γ) Καὶ ἄλλη ἔκπληξη!!! Θείας Λειτουργίας Μακαρισμοὶ Κυριακῆς (Παρακλητικὴ α΄ἤχου). «Διὰ βρώσεως ἐξήγαγε… διὰ σταυροῦ δὲ (ὅταν ἤσουν Ἐσταυρωμένος) τὸν ληστήν… τὴν ἀνάστασιν». «Προσκυνῶ σου τὰ παθήματα, (καὶ τὴν Σταύρωσιν ἄρα Ἐσταυρωμένος) δοξολογῶ καὶ τὴν ἀνάστασιν…». «Ἐσταυρώθης (Ἐσταυρωμένος) ἀναμάρτητε… ἀλλ’ ἐξανέστης ὡς Θεός…». Προσέξατε ὅτι δὲν κουράζουν οἱ ἐπαναλήψεις οὔτε προβληματίζει ἡ ἐναλλαγὴ Σταύρωσης – Ἀνάστασης κι αὐτὸ γιατί εἶναι ἀπὸ τὰ κορυφαῖα σωτήρια γεγονότα τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς πίστεως. Χάριτι τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ Ἀναστάντος Χριστοῦ διελευκάνθη καὶ αὐτὴ ἡ πτυχή.
Ζ΄. «Κατὰ τὴν τῶν ἀντιλεγόντων λέσχην»61 «ἡ ἔμφαση καὶ ἡ συναισθηματικὴ ἐπικέντρωση στὸν Ἐσταυρωμένο Χριστό, γεγονὸς ὁρατὸ καὶ χειροπιαστό… ἀπομείωσε τὴν Ἀνάσταση (!!!) γεγονὸς κατανοητό, ἀόρατο καὶ μὴ χειροπιαστὸ» καὶ τὴν ἐξαφάνισε (!!!) ἐντελῶς ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων62 (!!!).
Σ’ αὐτὰ θὰ τοῦ ἀπαντήσει ἡ κοσμοχαρμόσυνος ἀκολουθία τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Κυριακῆς τοῦ Πάσχα.
Αὐτὴ εἶναι ἡ κορυφαία καὶ πλέον ἀποστομωτικὴ ἔκπληξη!!!
«Ὡς ἐνιαύσιος ἀμνός… ὑπὲρ πάντων τέθυται (: θυσιάστηκε, ἄρα Ἐσταυρώθη ἄρα Ἐσταυρωμένος)… ἐκ τοῦ τάφου ὡραῖος … δικαιοσύνης ἔλαμψεν ἥλιος» (Ἀνάσταση)63. «Σαρκὶ ὑπνώσας ὡς θνητὸς (ποῦ «ὕπνωσε» ; Στὸν Σταυρὸ ὅταν ἦταν Ἐσταυρωμένος) τριήμερος ἐξανέστης (Ἀνάσταση)64. Στοὺς Αἴνους ψάλλονται τέσσερα «Ἀναστάσιμα» τῆς Ὀκτωήχου (πάλι ἡ Παρακλητική!) . «Ὑμνοῦμεν… τὸ σωτήριον Πάθος –(Ἐσταυρωμένος)… δοξάζομέν σου τὴν Ἀνάστασιν». «Ὁ Σταυρὸν ὑπομείνας ( Ἐσταυρωμένος) καὶ ἀναστὰς ἐκ τῶν νεκρῶν». «Τήν… Ἐτέχθης … ἔπαθες … ἑκουσίως ὑπέμεινας Σταυρόν. ( Ἐσταυρωμένος) Ἀνέστης».
Μετὰ τὸ Συναξάριον ἀναγιγνώσκεται τρεῖς φορὲς τὸ «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι… τὸν Σταυρόν σου... καὶ τὴν Ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν… Ἁγίαν Ἀνάστασιν ..διὰ τοῦ Σταυροῦ,τήν Ἀνάστασιν αὐτοῦ, Σταυρόν γὰρ ὑπόμεινας … θανάτῳ θάνατον ὤλεσεν» (Ἀνάσταση). (Ἀναγιγνώσκεται τὴν ἴδια ἡμέρα μαζὶ μὲ ἄλλα τροπάρια ἀντὶ Μεσονυκτικοῦ, Ὧρες, Ἀπόδειπνα ἕως τὸ Σάββατο τῆς Διακαινισήμου).
Οἱ Θεοφώτιστοι μελωδοὶ ἐναρμονίζονται πλήρως μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς πρὸς αὐτῶν Ἁγίους Πατέρες. Ἀκοῦμε τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. «Ἐπειδὴ τοὺς ὡμίλησε περὶ τοῦ πάθους καὶ τῆς Σταυρώσεως ὑπομνήσας ἐνδιάμεσως τὴν Βασιλεία (τῶν Οὐρανῶν) καὶ ὑπαινιχθεὶς ἔτσι τὴν Ἀνάσταση του»65. Δὲν πρέπει νὰ λανθάνη τῆς προσοχῆς μας ὅτι τὴν συμπόρευση τῶν δυὸ κορυφαίων αὐτῶν γεγονότων τὴν συναντοῦμε στὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο ποὺ ἐναποτίθεται ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης. Στὰ δύο του ἐξώφυλλα εἰκονίζονται ἀπὸ τὴν μία πλευρὰ ἡ Σταύρωση καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ Ἀνάσταση. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὶς δυὸ ὄψεις τοῦ «Σταυροῦ εὐλογίας», ὁ ὁποῖος εὑρίσκεται καὶ αὐτὸς ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης.
Η΄. Ἕνα ἀπὸ τά … «ἐπιχειρήματα» ποὺ χρησιμοποιήθηκαν ἦταν αὐτὸ τὸ περὶ συμβολισμῶν. Συγκεκριμένα ὅτι πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα εὑρίσκεται ἡ Ἁγία Τριάδα. Λέει λοιπόν. «Κοντολογὶς τὰ Τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι παρόντα πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ‘’ἀοράτως συνόντα’’ σὲ μᾶς, καὶ δὲν ἔχει θέση τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ Αὐτὰ σὲ αὐτὸν τὸν χῶρο τῆς Μεγάλης Ἐσχατολογικῆς Κόγχης τοῦ Ἱεροῦ Βήματος. Ὅ,τι ἄλλο ὑπάρχει ἢ προστίθεται ἐκεῖ, μόνο ἀλλοίωση καὶ σύγχυση μπορεῖ νὰ προκαλέσει κα ἀποπροσανατολισμό …»66.
Πρωτοφανὲς ἐπιχείρημα. Ποῦ ὑπάρχει; Ποιός τὸ εἶπε; Σεβαστοὶ οἱ συμβολισμοί! Ἀνίεροι ὅμως οἱ μετέπειτα χειρισμοί, οἱ βλάσφημες διὰ γραφίδος καὶ λόγου τοποθετήσεις καὶ θέσεις, ἡ φιλοσοφικοαρειανοθεοπασχιτικὴ σκέψη, ἐνῷ δεσπόζει ἡ ἀπουσία Ὀρθόδοξης ἐπιχειρηματολογίας (Ἁγίας Γραφῆς καὶ Ἀγίων Πατέρων).
Ἐπὶ τοῦ «σωτηρίου Γολγοθᾶ»67 ἔχει τοποθετηθεῖ μαρμάρινη Ἁγία Τράπεζα καὶ πίσω ἀπ’ αὐτὴν Ἐσταυρωμένος σὲ φυσικὸ ἀνθρώπινο μέγεθος ἐπὶ Σταυροῦ. Ὁ Ἐσταυρωμένος εἶναι μετὰ τὸ 1810. Τὸ 1808 ἡ φωτιὰ ποὺ ξέσπασε στὸν Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως ἔκαψε πολλὰ πράγματα. Θαυματουργικὰ σώθηκε ὁ Ἐσταυρωμένος μὲ τὸν Σταυρό. Ὅλος ὁ καμένος Σταυρὸς γέμισε φυσαλίδες. Τὸ θαυμαστότερο εἶναι ὅτι ὁ Ἐσταυρωμένος, ποὺ ἦταν ἁγιογραφημένος ἐπάνω στὸ Ξύλο τοῦ Σταυροῦ, δὲν ἔπαθε ἀπολύτως τίποτε. Μεταφέρθηκε στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Μικρῆς Γαλιλαίας ποὺ εὑρίσκεται ἐπὶ τοῦ Ὅρους τῶν Ἐλαιῶν. Αὐτὸς ὁ παλαιὸς ἀντικαταστάθηκε μὲ τὸν σημερινὸ ὑπάρχοντα (μετὰ τὸ 1810). Πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ τὸν Ἐσταυρωμένο τὸ κενὸ εἶναι τόσο μικρὸ ποὺ μετὰ βίας περνάει ἄνθρωπος. Ἀπὸ ἐκεῖ δὲν περνάει κανείς. Οὔτε ὁ Πατριάρχης. Ἐκεῖ ποῦ βρίσκεται ἡ Ἁγία Τριάδα;
Οἱ τρεῖς πλευρὲς τοῦ Παναγίου Τάφου ἐφάπτονται τῶν τοίχων ποὺ τὸν περιβάλλουν. Ὅταν τελεῖται Θεία Λειτουργία ἐπὶ τοῦ Παναγίου Τάφου, (τελεῖται ὅταν δὲν λειτουργεῖ Ἐπίσκοπος) ποὺ εὑρίσκεται ἡ Ἁγία Τριάδα; Ἐκτὸς τοῦ Παναγίου Τάφου;
Ἂς σημειωθεῖ ὅτι ὅλοι οἱ Ναοὶ στοὺς Ἁγίους Τόπους πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ἔχουν τόν Ἐσταυρωμένο. Τὴν ρίζα τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Ἐσταυρωμένο τὴν ἀπέκτησαν ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους; Ὄχι ἀπὸ τὸν τῆς Ἀναστάσεως Ἄγγελο; Ὄχι ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο; Ὄχι ἀπὸ τὸν Ἅγιο Κύριλλο Ἱεροσολύμων; Ὄχι ἀπὸ ὅλους τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας; Θὰ ἔπρεπε νὰ περιμένουν χίλια χρόνια μετὰ ὄχι ἁπλῶς γιὰ νὰ ἀγαποῦν, ἀλλὰ νὰ λατρεύουν τον Ἐσταυρωμένο;
Ὁ πρῶτος Ναὸς ποὺ κτίστηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀθανάσιο τὸν Ἀθωνίτη (πρὸ τοῦ 962) ἦταν πρὸς τιμὴ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Μὲ τὴν ὑπόδειξη τῆς Παναγίας μας, κτίστηκε αὐθημερὸν καὶ ἀμέσως τὸν λειτούργησε γιατί, ὅ,τι ἔχτιζε τὴν ἡμέρα, τὸ γκρέμιζαν οἱ δαίμονες τὴ νύχτα, γιατί πλησίον ὑπῆρχε παλαιὸς ἐγκαταλελειμμένος τόπος εἰδωλολατρικῶν θυσιῶν καὶ εἶχαν ἐξουσία οἱ δαίμονες. Ἡ Ἁγία Τράπεζα τοῦ Ναοῦ εἶναι ἐντοιχισμένη στὸν ἀνατολικὸ τοῖχο τοῦ μικρότατου Ἱεροῦ Βήματος. Τέτοιους Ναοὺς τὸ Ἅγιον Ὅρος ἔχει δεκάδες. Ἐντὸς τῶν Ἱερῶν Μονῶν, στὶς κόδρες π.χ. Παρεκκλήσιο Ἁγίου Ἀθανασίου Ἀθωνίτου, ὅπου εὑρίσκετο τὸ Κελλὶ του κ.λπ. Πολλοὺς τέτοιους Ναοὺς, ἐπίσης, συναντοῦμε κατάσπαρτους στὴν Ἑλλάδα, τὴν Οἰκουμένη ὅλη. Ἐκεῖ, σ’ αὐτοὺς τοὺς Ναοὺς ποῦ εὑρίσκεται ἡ Ἁγία Τριάδα; Ἐκτὸς τοῦ Ναοῦ; Ἂς μὴν ὑποτιμοῦμε, λοιπόν, τόσο πολὺ τὴν μεγαλωσύνη τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ Ἁγία Τριάδα εἶναι σὲ ὅλο τὸ Ναὸ καὶ σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Πανταχοῦ παρών ὁ Θεός! Χάριτι τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ διελευκάνθη καὶ αὐτὸ τὸ ζήτημα.
Θ΄. Ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὸν γραφέα τοῦ τευχιδίου πῆραν θάρρος κάποιοι ἄλλοι, ἐπιπόλαιοι καὶ ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης «Ἡ ἀνοησία τοῦ καθενὸς ὅταν ἑνωθεῖ μαζὶ μὲ τῶν ἄλλων, γίνεται μεγαλύτερη ἐπειδὴ αὐξήθηκε τὸ πλῆθος»68. Ἄκριτα καὶ χωρὶς ἐπιχειρήματα, ὡς ἄλλοι σφενδονῖται σύμφωνα μὲ τὸν ἴδιο Ἅγιο «ὅπλισαν τὴν γλῶσσαν ἐναντίον τῶν ἐναρέτων»69, «κραυγάζοντες καὶ λέγοντες» ἀνοήτως ὅτι δὲν σώζει ἡ Σταύρωση, ἀλλὰ μόνο ἡ Ἀνάσταση (!!!).
Τά θεολογικὰ θέματα δὲν ἐκφράζονται μὲ τὸν στοχασμό, ἀλλὰ μὲ ἐπιχειρήματα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες. Τὸ ὅ,τι ἡ Σταύρωση εἶναι δυσκολότερη ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση, τὸ διαφωτίζει, ποιός ἄλλος; Ὁ χρυσοῦς στὴν γλῶσσα καὶ διαυγὴς στὴν διάνοια Ἰωάννης σχολιάζοντας τό «μπορεῖτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήρι ποὺ πρόκειται νὰ πιῶ»70. Ἂς ἀπολαύσουμε τὸ σχόλιο του. «…ποτήρι, ἐπειδὴ μὲ εὐχαρίστηση δεχόταν τὸν Σταυρό, καὶ βάπτισμα, ἐπειδὴ μὲ αὐτὸν καθάρισε τὴν οἰκουμένη. καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐκολία τῆς Ἀναστάσεως. Διότι, ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνος ποὺ βαπτίζεται μὲ νερό, σηκώνεται μὲ μεγάλη εὐκολία, χωρὶς νὰ ἐμποδίζεται καθόλου ἀπὸ τὴν φύση τῶν ὑδάτων, ἔτσι καὶ αὐτός, ἀφοῦ κατέβηκε στὸν θάνατο, ἀνέβηκε μὲ μεγάλη εὐκολία καὶ γι’ αὐτὸ ὀνομάζει αὐτὸ βάπτισμα»71. Ἡ κάθοδος ἁπλοῦ κολυμβητῆ σὲ θαλάσσιο βάθος, π.χ. πέντε μέτρων, ἀπαιτεῖ πολὺ προσπάθεια καὶ κόπο. Ἡ λεγόμενη ἄνωση ὅμως τὸν ἀνεβάζει εὔκολα καὶ γρήγορα. Κατ’ αὐτὴν τὴν ἀντιστοιχία ἡ Σταύρωση ἦταν τὸ δυσκολότερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἐπίγεια στάδια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, γιατί περιεῖχε πολύ χλεύη, πόνο καὶ στὸ τέλος τὴν ἀπάνθρωπη Σταύρωση.
Οἱ θεοφώτιστοι Ἅγιοι Πατέρες συνηγοροῦν καταφατικὰ στὴ θέση ὅτι σώζει ἡ Σταύρωση καὶ ὄχι στὴν ἀντίθετη ποὺ ὑποστηρίζουν οἱ νέοι … «θεολόγοι». «Ὁρᾶτε ὅπως (:βλέπετε ὅτι) καὶ πρό τοῦ τὸν Σταυρὸν παγῆναι (: νὰ ἐμπηχθῇ, νὰ καρφωθῇ) Σταυρὸς ἦν ὁ σώζων;». Καὶ πάλιν ὁ ἴδιος . «Ὁ τοῦ Χριστοῦ Σταυρὸς προανεκηρύττετο καὶ προετυποῦτο μυστικῶς ἐκ γενναιῶν ἀρχαίων, καὶ οὐδεὶς ποτε κατηλλάγη τῷ Θεῷ χωρίς τῆς τοῦ Σταυροῦ δυνάμεως»72. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνὸς ὀνομάζει τὸν Γολγοθᾶ «ὁ Γολγοθᾶς ὁ σωτήριος»73, τὸ δὲ Πάθος, τὴν σταύρωση τοῦ Χριστοῦ «σωτήριον πάθος»74 . Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς τὸν ὀνομάζει «ξύλον σωτήριον»75. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος ἔχει τὴν δική του συμμετοχὴ στὸ θέμα. «Ἵνα μή τις λέγῃ καὶ πῶς ἔνι (πῶς εἶναι δυνατὸν) εἰς τὸν Σταυρωθέντα (Ἐσταυρωμένον) πιστεύσαντες σωθῆναι… ἀλλ’ ἐπειδὴ ‘’ Ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον’’ διὰ τοῦτο ὁ ἔμψυχος αὐτὸς ναὸς σταυροῦται. ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόλυται ἀλλ’ ἔχει ζωὴν αἰώνιον. Ὁρᾷς τήν τοῦ Σταυροῦ αἰτίαν καὶ τὴν ἐξ’ αὐτοῦ σωτηρίαν;»76. Ὁ Ἀθωνίτης καὶ μέγας θεολόγος Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς ἐπεξηγεῖ. «Προχωρῶντας δὲ ὁ Μωϋσῆς καὶ τὸν τύπον αὐτὸν καὶ τὸ σχῆμα τοῦ Σταυροῦ καὶ τὴν δι’ αὐτοῦ τοῦ τύπου σωτηρίαν προανέδειξε σαφέστατα»77. «Ὁ ἀπὸ τὸν Ἄρειο Πάγο θεοφάντωρ» Διονύσιος, δέχεται τὴν σωτήρια δύναμι τοῦ Σταυροῦ. «Εἰπὲ δὲ αὐτῷ. Τί λέγεις περὶ τῆς ἐν τῷ σωτηρίῳ σταυρῷ γογονυίας ἐκλείψεως;»78. Πάλιν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς. «… ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ … σεπτὸς καὶ σωτήριος…»79 (δὲν θὰ ἦταν … ἄρα εἶναι σεπτὸς καὶ σωτήριος). Ὁ Θεοδώρητος Κύρρος ἀναφέρει στὸν βίο ἑνὸς ἄλλου Πέτρου ἀπὸ τὸν μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ Ἀπόστολο, ὅτι αὐτὸς εἶπε σὲ ἄρρωστη μὲ ὀφθαλμιαῖα πάθηση. «… δέξαι τὸ θεόσδοτον φάρμακον. Ταῦτα εἰπὼν ἐπέθηκε τὴν χεῖρα τῷ ὀφθαλμῷ καὶ τοῦ σωτηρίου Σταυροῦ τὸ σημεῖον τυπώσας τὴν νόσον ἀπήλασεν»80. Ὁ Πέτρος αὐτὸς εἶχε πάει στὴν Παλαιστίνη «ἵνα τούς τὰ σωτήρια παθήματα δεξαμένους θεασάμενος τόπους…»81. Χάριτι τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποδείξαμε ὅτι ἡ Σταύρωση σώζει γιατί ἴδιος ὁ Θεὸς εἶναι στὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, στὰ Θεοφάνεια, στὴν Σταύρωση, στὴν Ἀνάσταση καὶ στὴν Ἀνάληψη. Ὅλες αὐτὲς οἱ ἰδιαίτερες ἐπὶ γῆς στιγμὲς τοῦ Χριστοῦ σώζουν γιατί ἡ θεότητά του δὲν ἐνεκρώθη ποτέ.
Ι΄. Τὸ καινοφανὲς καὶ κενοφανὲς κείμενο ἀναφέρει, ὅτι ἀφοῦ τελειώσει ἡ Θεία Λειτουργία «βρισκόμαστε στὴ συνέχεια μπροστὰ σὲ ἕναν Χριστὸ μόνιμα ‘’ Ἐσταυρωμένο ‘’ καὶ πεθαμένο… καὶ μάλιστα πεθαμένο ἐκεῖ ὅλον τὸν χρόνο… Ἀπελπισία!…». Σὰν αὐτὴν τὴν ἀπελπισία ποὺ διακρίνει τοὺς Δυτικοὺς Ἐσταυρωμενολάτρες Χριστιανοὺς πού, ἐπικεντρωμένοι στὸν νεκρὸ «Ἐσταυρωμένο καὶ ἔχοντας γι’ αὐτὸν τὸν λόγο ἀπολέσει τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, βρίσκονται σὲ μόνιμα ὑπαρξιακὰ ἀδιέξοδα ποὺ ἐμφανίζονται ὡς ψυχολογικὰ προβλήματα, καὶ καταφεύγουν στὶς λύσεις ποὺ προσφέρει ἡ Ψυχολογία…»82sic. Καὶ πάλι σὲ ἄλλο σημεῖο «ἔχοντας ἀπολέσει παντελῶς τὴν αἴσθηση καὶ τὴν ἐμπειρία τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν προσδοκία τῆς Ἀνάστασης τῶν νεκρῶν», (σ.σ. ἡ ἀνόητη καὶ ἀνακριβὴς αὐτὴ θέση τοῦ ἐπισκόπου ἀπαντήθηκε ἐνωρίτερα), συνεχίζει λοιπὸν τὸ κείμενό του. «καὶ κάθεται καὶ πελαγοδρομεῖ μὲ ἀτέρμονο συναισθηματικὸ κλάμα γιὰ τόν… ‘’καημένο τὸν Χριστὸ’’ ποὺ πάσχει καὶ ὑποφέρει ἐπάνω στὸν Σταυρὸ μισοπεθαμένος καὶ στὴν συνέχεια μόνιμα πεθαμένος, καθηλωμένος καὶ κρεμασμένος πάνω στὸν Σταυρὸ ὅλον τὸν χρόνο»83. Θεωρεῖ ὅτι αὐτό ἔπαθε ἡ Δυτικὴ Χριστιανοσύνη, Ρωμαιοκαθολικὴ καὶ Προτεσταντική καὶ τὸ κληροδότησε σ’ ἐμᾶς.
Ἐδάκρυσε ὁ Χριστός «ἐπί νεκρῷ», τόν Λάζαρον. «Ἐπὶ νεκρῷ ἐδάκρυσας Σωτήρ, φιλάνθρωπε, ἵνα δείξῃς πᾶσι τοῖς λαοῖς», ὅτι ἐνῷ εἶσαι Θεός, ἐνεφανίσθης σ’ ἐμᾶς ἄνθρωπος, καὶ μὲ τὴ θέλησί σου ἐδάκρυσες, προβάλλοντας αὐτὰ σ’ ἐμᾶς, «τύπους… ἐνδιαθέτου στοργῆς» (: τύπους ἐγκάρδιας ὁλόψυχης στοργῆς)84.
Ἔκλαψαν οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ μάλιστα ὄχι μία, ὄχι δυό, ἀλλὰ τρεῖς ἡμέρες, μέχρι τὴν τρίτη ἡμέρα ποὺ ἀναστήθηκε. «Ἐκείνη (ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία)… πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ’ αὐτοῦ γεονομένοις, (: στοὺς μαθητὲς δηλαδή), πενθοῦσι καὶ κλαίουσι»85 (: ποὺ πενθοῦσαν καὶ ἔκλαιγαν). Πενθοῦσαν καὶ ἔκλαιγαν στὴν οἰκία ποὺ διέμεναν, δὲν ἔκλαψαν γιὰ τὸν Σταυρό; Ἔκλαιγαν οἱ μαθήτριες τοῦ Χριστοῦ στὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ, μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἡ Μαρία «κλαίουσα ἔξω»86 δὲν θὰ ἔκλαιγαν καί κατὰ τὴν Σταύρωση; Ἦσαν «μακρόθεν» τοῦ Σταυροῦ γυναῖκες πολλὲς ποὺ διακονοῦσαν τὸν Ἰησοῦν87 «αἱ ( : οἱ ὁποῖες) καὶ ἐκόπτοντο καὶ ἐθρήνουν αὐτὸν»88. Καὶ ἡ Παναγία Θεοτόκος Μαρία; Λένε κάποιοι ὅτι δὲν ἔκλαψε, γιατί δὲν ἀναφέρεται στὰ Εὐαγγέλια κάτι τέτοιο. Στὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ δίκαιος Συμεών «εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ» (τοῦ Χριστοῦ), «… καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς ( : σὲ ἐσὲ τὴν ἴδια) τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία»89. Δίκοπο μαχαίρι θὰ διαπεράσει τὴν καρδιά σου. Θρηνοῦσαν καὶ ἔκλαιγαν ὅλες καὶ ὅλοι αὐτοὶ καὶ δὲν ἔκλαιγε ἡ Παναγία; Ἂν εἶναι δυνατόν!
Ἡ Μαρία καὶ οἱ Ἰουδαῖοι ἔκλαιγαν γιὰ τὸν Λάζαρο ποὺ εἶχε πεθάνει πρὶν τέσσερις ἡμέρες90. Γιὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου «ἐποίησαν κοπετὸν μέγαν»91. Ὅταν πέθανε ἡ Ἁγία Ταβιθά, οἱ χῆρες ποὺ εἶχαν εὐεργετηθεῖ ἀπ’ αὐτὴν ἔκλαιγαν92. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶπε στοὺς Ἐφεσίους ὅτι δὲν θὰ τὸν ξαναδοῦν πάλι ὅλοι93 τότε «ἱκανός (: ἀρκετὸς) ἐγένετο κλαυθμὸς πάντων καὶ ἐπιπεσόντες ἐπὶ τὸν τράχηλον τοῦ Παύλου κατεφίλουν αὐτόν, ὀδυνώμενοι μάλιστα ἐπὶ τῷ λόγῳ, ὧ εἰρήκει (: ποὺ εἶχε πεῖ), ὅτι οὐκέτι μέλλουσι τὸ πρόσωπον αὐτοῦ θεωρεῖν»94 (: ὅτι δὲν πρόκειται νὰ ξαναδοῦν τὸ πρόσωπό του).
Γιὰ τὸν Στέφανο, ἔκλαυσαν «ἐπ’ αὐτῷ». Γιὰ τὴν Ταβιθά, ἔκλαψαν. Γιὰ τὸν Παῦλο, ἔκλαψαν. Γιὰ τὸν Λάζαρο ἐπίσης. Γιὰ τὰ Ἅγια Πάθη τοῦ Χριστοῦ, ἀσυγκίνητοι; Ναί, θὰ πεῖ κάποιος, εἶπε στὶς γυναῖκες νὰ μὴν κλαῖνε γι’ αὐτόν, ἀλλὰ νὰ κλαῖνε γιὰ τὸν ἑαυτό τους95. Αὐτὸ ὅμως δὲν σταμάτησε τοὺς μαθητὲς καὶ τὶς μαθήτριές του ἀπὸ τὸ νὰ μὴν κλάψουν γιὰ τὰ φοβερὰ ἐκεῖνα γεγονότα. Δὲν ἄκουσες τὸν Χριστό μας ὁ ὁποῖος ἐπαίνεσε τὴν πράξη τῆς γυναικός τῆς ἀλειψάσης Αὐτὸν μὲ μύρο; «…ἔργον καλὸν εἰργάσατο εἰς ἐμέ… βαλοῦσα γὰρ αὕτη τὸ μύρον τοῦτο ἐπὶ τοῦ σώματός μου, πρὸς τὸ ἐνταφιάσαι με ἐποίησεν καὶ ὅπου κηρυχθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο σὲ ὅλο τὸν κόσμο θὰ διαλαληθῇ ὅ,τι ἔκανε εἰς μνήμην αὐτῆς»96. Προεικόνηση τοῦ ἐνταφιασμοῦ Του! Ἄκουσε καὶ ἄλλο. «Ἠγόρασαν ἀρώματα» Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη «ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσι τὸν Ἰησοῦν»97 (τὸν νεκρὸν Ἰησοῦν). Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἀναφέρει ἀνωνύμως γυναῖκες οἱ ὁποῖες «ἑτοίμασαν ἀρώματα καὶ μύρα»98 καὶ τὴν ἑπομένη «ἦλθον ἐπὶ τὸ μνῆμα φέρουσι ἅ ἡτοίμασαν ἀρώματα» καὶ κάποιοι ἄλλοι μαζὶ μ’ αὐτὲς99. Θὰ τὶς εἰρωνευτεῖτε καὶ αὐτές; Ἦταν ὅλα αὐτὰ περιττά; Ὁ Χριστὸς ποὺ δάκρυσε «ἐπὶ Λαζάρῳ» καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι ποὺ ἔκλαιγαν κατὰ τὶς ὧρες τῆς Σταύρωσης τοῦ Χριστοῦ καὶ μετὰ ἦταν ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τοὺς Ρωμαιολατινοπροτεστάντες καὶ χρειάζοντο τὴν ὑποστηρικτικὴ ἀρρωγὴ τῆς σύγχρονης Ψυχολογίας; Τὸ «μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα»100 ὑπὲρ ἡμῶν εἶναι (: εἶναι ὑπέρ μας). Δὲν ἀπαγόρευσε τελείως τὴν λύπη γιὰ τοὺς νεκρούς, ἀλλὰ τὸ πένθος μας νὰ μὴν παρομοιάζει μὲ αὐτὸ τῶν μὴ Χριστιανῶν.
Ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν κάποια ἡμέρα περιῆλθε σὲ ἔκστασι. Ὁ ἀββᾶς Ἰωσὴφ εἶχε πολὺ θάρρος σ’ αὐτὸν καὶ ἀφοῦ τοῦ ἔβαλε μετάνοια τὸν παρεκάλεσε νὰ τοῦ πεῖ ποῦ ἦταν. Τοῦ εἶπε ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν μὲ πολὺ δυσκολία ὅμως. «Ὁ λογισμός μου ἦταν ὅπου ἐστέκετο ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Θεοτόκος, καὶ ἔκλαιε δίπλα στὸν Σταυρό. Καὶ ἐγὼ ἤθελα νὰ κλαίω πάντα ἔτσι»101. Ἀκούσας ὅτι ἐκοιμήθη ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος, δακρύσας εἶπε. «Μακάριος εἶσαι ἀββᾶ Ἀρσένιε, γιατί ἔκλαυσες τὸν ἑαυτό σου σ’ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο. Γιατί ὁ μὴ κλαίων τὸν ἑαυτό του ἐδῶ, θὰ κλαύσει αἰωνίως ἐκεῖ». Καὶ ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος καὶ ὁ Ἀββᾶς Ποιμὴν ἔχρηζαν τήν ἐκ τῆς Ψυχολογίας βοήθεια;
Ἄξιον μνείας τὰ περὶ Ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου γιὰ τὸ θέμα. Ὁ Ὅσιος ἔφερε πάντοτε χειρομάνδηλον εἰς τὸ στῆθος του, τὸ ὁποῖον ἦτο συνήθως «διάβροχον δάκρυσι»102. Μιὰ λεπτομέρεια ἀπὸ τὴν πενθική του συμπεριφορὰ πρὸς τοὺς νεκροὺς ἀδελφοὺς πρὶν τὴν Ἐξόδιο ἀκολουθία. Δάκρυα «κρουνηδὸν» χάριν τῶν τέκνων του.
Ἄκουσε καὶ τὸν Μ. Ἀθανάσιο. «Καὶ ἐν δάκρυσιν ἐν νυκτὶ παρακαλεῖν τὸν Κύριον»103. Αὐτὰ τὴν νύκτα. Γιὰ τὴν ἡμέρα. «Ὅταν ἀνατέλλει ὁ ἥλιος νὰ βλέπῃ τὸ βιβλίο στὰ χέρια σου, καὶ μετὰ τὴν τρίτην ὥραν (ἐνάτην πρωϊνὴν) νά κάνεις συνάξεις, γιατί αὐτὴν τὴν ὥρα ὑψώθηκε τὸ Ξύλον τοῦ Σταυροῦ. Τὴν ἕκτη ὥρα (δωδεκάτην μεσημβρινὴν) ὁμοίως νὰ κάνεις τὶς προσευχὲς «μετὰ ψαλμῶν καὶ κλαυθμοῦ καὶ δεήσεως», γιατί αὐτὴν τὴν ὥρα ἐκρεμάσθη ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ. Τὴν ἐνάτην ὥρα (τὴν τρίτην ἀπογευματινὴν) «πάλιν ἐν ὕμνοις καὶ δοξολογίαις, μετὰ δακρύων ἐξομολογουμένη τὰ παραπτώματά σου τὸν Θεὸν ἱκέτευε, ὅτι ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ, ὁ Κύριος κρεμάμενος ἐπὶ Σταυροῦ ἀπέδωκε τὸ πνεῦμα…»104. Ἔπαθε ὁ Χριστὸς σταυρικὸ θάνατο γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Δακρύοντες ἐμεῖς καθημερινὰ γιὰ τὸ ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν σωτήριον Πάθος Του.
Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος. «Τώρα εἶναι καιρὸς πολέμου καὶ μάχης, ἀγρυπνίας καὶ προφυλάξεως, ὀπλίσεως καὶ παρατάξεως». Σὺ ὅμως γελᾶς καὶ παίζεις; «Εἶναι καιρὸς πολέμου καὶ σὺ μεταχειρίζεσαι τὰ τῶν χορευόντων;»105. Εἶναι καιρὸς πνευματικῶν ἀγώνων καὶ σὺ κάνεις ὅ,τι κάνουν οἱ χορευτές; Κι ἂν δὲν χορεύεις, χτυπᾶς παλαμάκια στοὺς χορευτές;
Ἕνας ἄλλος λόγος ποὺ εἴμεθα δακρυορροῦντες εἶναι ὅτι τὰ δάκρυα εἶναι φάρμακον. «Μεγάλη γὰρ ἀρετὴ ἐστι τὸ δάκρυον καὶ μέγα κατόρθωμα, καὶ μεγάλαι ἁμαρτίαι καὶ ἀνομίαι διὰ δακρύων ἀπαλείφονται. Μαρτυρεῖ δὲ μοί (:μοῦ τὸ βεβαιώνει) τὸ Ἅγιον Εὐαγγέλιον»106. Ἐκεῖ φέρνει γιὰ παράδειγμα τὸν Πέτρο ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν τριτὴ ἀκοὴ τῆς λαλιᾶς τοῦ ἀλέκτορος (: τοῦ πετεινοῦ), «ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς»107 καὶ τονίζει ὅτι ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν κλαυθμὸν ἐξάλειψε τὴν τόσο μεγάλη ἁμαρτία τῆς ἀρνήσεως. «Τί ἦταν χειρότερο ἀπὸ τὸ κακὸ αὐτό, ὅτι τρεῖς φορὲς μὲ ὅρκο ἀρνήθηκε τὸν δεσπότην (τὸν Κύριο) καὶ τὴν τόσο μεγάλη ἀνομία διὰ δακρύων (μὲ τὰ δάκρυα) ἐξήλειψε»108. «Ὁρᾷς (:βλέπεις) ἡλίκην (:πόση) δύναμιν ἔχουσι τὰ δάκρυα;»109 . Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ χάρισμα δὲν τὸ ἔχουν ὅλοι. «Οὐχ οἱ πολλοὶ ἔχουσι τὸ χάρισμα τῶν δακρύων, ἀλλ’ ὅσοι τὸν νοῦν ἔχουσιν ἄνω, ὅσοι τῶν γηίνων ἐπιλανθάνονται, ὅσοι τῆς σαρκὸς πρόνοιαν οὐ ποιοῦσιν, οἵτινες οὐκ ἐπίστανται ὅλως, εἰ εἴη κόσμος (:οἱ ὁποῖοι δὲν γνωρίζουν κἂν ἐὰν ὑπάρχει κόσμος), οἵτινες ἐνέκρωσαν τὰ μέλη τά ἐπὶ τῆς γῆς, τούτοις μόνοις δίδοται πένθος δακρύων»110. Τὸ χάρισμα τῶν δακρύων ἔχουν μόνον οἱ ἀνωτέρω ἀναγραφόμενοι.
Ἀπαγόρευση τοῦ κλαυθμοῦ καὶ μάλιστα τὶς ἡμέρες τῶν Ἁγίων Παθῶν! Σὰν νὰ μήν βγῆκαν ἀπὸ στόματα ἀνθρώπων ἀλλὰ παγοκολῶνας ἢ τοῦ ἀναίσθητου και ἀσυγκίνητου ἀμονιοῦ, ἢ ἀπὸ τὰ ἀσυγκίνητα βράχια. Ναί, ἀλλὰ καὶ τὰ βράχια τότε ἔσπασαν «ἐρράγησαν»! Καὶ ὁ ἥλιος, ἀντάρτης στὴ φυσικὴ πορεία «τὰς ἀκτῖνας ἐναπέκρυψε». Δὲν ἄντεχε τὸ φρικτὸ θέαμα. Σκότος ἐπὶ ὧρες τρεῖς! Ἐσεῖς οὔτε δάκρυα δύο; Ἔστω ἕνα! Γιατί κανένα;
Πῶς θὰ σταματήσεις τὰ μάτια ὅταν ἀκούσεις τὰ Εὐαγγέλια καὶ τοὺς ὕμνους τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος; Πῶς δὲν θὰ γίνει ἡ καρδιά σου χίλια κομμάτια ὅταν ἀκούσεις τὸ «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου…»111 ! Πῶς θὰ ψάλλεις τὸν «εὐσυμπάθητον θρῆνον» τοῦ Ἰωσήφ τοῦ Ἀριμαθαίας Κηδευτοῦ χωρὶς νὰ τρέμουν τὰ πόδια σου; «…Οἴμοι γλυκύτατε Ἰησοῦ!…», «…δι’ ἐμὲ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον…». Εἶναι δυνατόν νὰ μὴν ἀντιλαλήσει στ’ αὐτιά σου ; «Πῶς σε κηδεύσω Θεέ μου»; Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν γίνεις ὅλος ἄλλος, ὅταν ἀκούσεις στὸ τέλος τὸν Παιᾶνα. «…ἢ ποῖα ᾄσματα μέλψω, τῇ σῇ ἐξόδῳ Οἰκτίρμον; Μεγαλύνω τὰ Πάθη Σου, ὑμνολογῶ καὶ τὴν Ταφήν Σου. Σὺν τῇ Ἀναστάσει, κραυγάζων. Κύριε δόξα σοι».
Ὡς πρὸς τὰ περὶ ἐμοῦ. Τὰ προηγούμενα σπουδαῖα μοῦ πρόσθεσαν βαθειὰ κατάνυξη καὶ ὑπέρμετρη ὄχι ἁπλῶς ἀγάπη, ἀλλά Λατρεία πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστόν! Δὲν θέλω νὰ ξαναγελάσω ποτὲ πάλι! Ζητῶ συγνώμη γονατιστὸς, μετὰ κλαυθμοῦ καὶ δακρύων συγνώμη ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμο καὶ ἰδιαίτερα ἀπὸ τὸν ὑπὲρ τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καί ἐμοῦ τοῦ εὐτελοῦς Ἐσταυρωμένο Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν γιὰ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν, τὰ ἀστεῖα καὶ τούς γέλωτες ποὺ κατὰ καιροὺς κακῶς καὶ ἀνοήτως ἔπραξα.
Βρῆκα ἕνα ράκος (:κουρέλι) γιὰ νὰ σκουπίζω τὰ δάκρυά μου, ὅπως ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος, ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι καί νὰ κλαίω κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ μαζὶ μὲ τὸν ἀββᾶ Ποιμένα «ὅπου ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Θεοτόκος ἕστηκε (: ἐστέκετο), καὶ ἔκλαιεν ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος»112.
Ὅσοι ἐπιμένουν καὶ δὲν θέλουν τὸν κλαυθμό γιὰ τὸν Χριστό, εἶναι σὰν νὰ μᾶς λένε ὅτι δὲν πρέπει νὰ τὸν ἀγαποῦμε. Γιὰ τὰ πολὺ ἀγαπημένα μας πρόσωπα ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀγάπη μας πρὸς αὐτὰ δακρύζουμε καὶ κλαῖμε. Ἐμεῖς τὸν Χριστὸ δὲν τὸν ἀγαπᾶμε ἁπλῶς. ΤΟΝ ΛΑΤΡΕΥΟΥΜΕ! Μὲ τὰ δάκρυά μας πρὸς Αὐτόν, δείχνουμε καὶ τὴν ἄπειρη ἀγάπη μας πρὸς Αὐτόν. Κλαῖμε ἀπὸ θεῖο ἔρωτα, ποὺ αὐτὸ δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὶς σαρκικὲς καὶ τὶς ψυχιατρικὲς παθογένειες. Ἀλλά ποῦ νὰ μιλήσεις σήμερα γιὰ θεῖο ἔρωτα, χαρμολύπη…
Αὐτὰ γιὰ τὸ θέμα αὐτό π.Γιγάντιε. Σὺ ὡς φιλομαθὴς ποὺ εἶσαι, ἀναζήτησε καὶ πρόσθεσε τὶς ἀναφορὲς τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἰδιαιτέρως τῶν Νηπτικῶν. Μὴν ξεχάσεις νὰ ἀνατρέξεις στοὺς λόγους τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἰδιαίτερα στὸν Ζ΄ (7ο ) λόγο του «Περὶ χαροποιοῦ πένθους» καὶ στοὺς βίους τῶν Ἁγίων. Αὐτὰ καταχώρισέ τα εὐλαβικὰ στὴ δική σου μνήμη καὶ γραφή. Θὰ σὲ βοηθήσουν πάρα πολύ στὴν πνευματική σου ζωή.
Γιὰ τὸ θέμα αὐτό. «ταῦτα οἱ τόν Ἐσταυρωμένον προσκυνοῦντες»113 (: Αὐτὰ πιστεύομε ἐμεῖς ποὺ προσκυνοῦμε τόν Ἐσταυρωμένο).
ΙΑ΄. Γιὰ ὅσους ὑποστηρίζουν ὅτι τὰ μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὅρους δὲν ἔχουν Ἐσταυρωμένους πίσω ἀπὸ τὶς Ἅγιες Τράπεζες ἀλλὰ τοὺς ἔχουν στὸν Νάρθηκα.
Κάποιες Ἱερὲς Μονὲς ὅπως. Βατοπεδίου, Ἰβήρων, Διονυσίου εἶναι ἀληθὲς ὅτι στὸν Νάρθηκα ἔχουν μεγάλους Ἐσταυρωμένους ἁγιογραφημένους σὲ μεγάλους περίτεχνους Σταυρούς. Ὁ Ἐσταυρωμένος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων προέρχεται ἀπὸ τὸ Κελλὶ τοῦ Ἁγίου ἀσκητῆ παπᾶ-Τύχωνα. Χάριν εὐλαβείας πρὸς τὸν Ἅγιο Γέροντα μετέφεραν οἱ Ἰβηρίτες Πατέρες τὸν Ἐσταυρωμένο αὐτὸν καὶ τὸν τοποθέτησαν στὸν Νάρθηκα τοῦ Καθολικοῦ τῆς Μονῆς. Ὡς πρὸς τοὺς ἕτερους δυὸ Ἐσταυρωμένους, αὐτοὶ κοσμοῦσαν τὶς κορυφὲς τῶν παλαιῶν Τέμπλων τῶν δύο Μονῶν. Γενομένης ἀντικαταστάσεως τῶν Τέμπλων αὐτῶν ἦταν ἀδύνατη ἡ ἐπαναφορά τους λόγῳ τοῦ ὕψους τῶν Σταυρῶν αὐτῶν. Τοποθετήθηκαν λοιπόν, στοὺς Νάρθηκες αὐτῶν τῶν Ἱερῶν Μονῶν. Συνεπῶς δὲν ἐκπληροῦν κάποια παλαιὰ Ἁγιορείτικη παράδοση. (Κατέγραψα ταῦτα ἀπὸ παλαιούς, εὐλαβέστατους, Ἁγιορεῖτες φυσικά, Γέροντες). Δὲν εἶναι λοιπὸν τί καὶ πῶς σκέφτεται ἐπιπόλαια ὁ καθεὶς ἢ πῶς στοχάζεται, ἀλλὰ μετὰ προσοχῆς νὰ διερευνᾶται τὸ ἱστορικὸ βάθος καὶ τὸ γιατί. Στὸ Ἅγιον Ὅρος δὲν ὑπάρχει κοινὴ θέση σ’ αὐτό. Ἄλλα Μοναστήρια ἔχουν ὄπισθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης Ἐσταυρωμένους καὶ ἄλλα Σταυρούς. Σταυροὺς ὄπισθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης ἔχουν οἱ Ἱερὲς Μονὲς Λαύρας καὶ Βατοπεδίου, οἱ ὁποῖοι θεωροῦνται τοῦ Μεγάλου, καὶ Ἁγίου, Κωνσταντίνου καὶ ἀπολαμβάνουν ἰδιαιτέρας τιμῆς καὶ φήμης. Ο Ἐσταυρωμένος τῆς Ἱ.Μονῆς Παντοκράτορος τοῦ 15ου αἰῶνος φυλάσσεται λόγῳ παλαιότητος στὸ σκευοφυλάκιο τῆς Μονῆς. Εἶναι ἕνα ἀποδεικτικὸ στοιχεῖο τί ἐπικρατοῦσε στὸ Ἅγιον Ὅρος.
Σεβαστὲ καὶ ἀγαπητὲ ἐν Κυρίῳ π.Γιγάντιε, ὅταν ὑπάρχει ἕνα πρόβλημα ὑγείας, ὁ ἰατρὸς τρέχει νὰ σώση αὐτὸ τὸ μέλος τοῦ σώματος ποὺ ἀσθενεῖ, καὶ ὄχι τὰ ὑγιῆ. Ἔτσι κι ἐμεῖς τώρα δὲν ἀσχοληθήκαμε μὲ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὰ Θεοφάνεια, τὴν Ἀνάσταση, τὴν Ἀνάληψη. Ὅλα κύρια, σωτήρια καὶ προσκυνητά. Αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὅμως ἡ Σταύρωση, ὁ Σταυρὸς καὶ ὁ Ἐσταυρωμένος εἶναι κάποια ἀπὸ τὰ κινδυνευόμενα. Στὶς ἡμέρες μας ἐλεεινὰ εὐτελίζονται καὶ ἀπομειώνονται ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστης μας ἢ ἀδαεῖς δικούς μας.
Ὅπως λέγει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος Ἀλεξανδρείας καὶ τῆς Οἰκουμένης ὁ φωτήρ. «Ἔγραψα ἐπειδὴ ἐρώτησες περὶ τῆς πίστεως μας, καὶ ἐξ’ αἰτίας ἐκείνων ποὺ ἀρέσκονται νὰ φλυαροῦν μὲ νέες ἐπινοήσεις, καὶ οἱ ὁποῖοι δὲν σκέφτονται ὅτι αὐτὸς ποὺ ὁμιλεῖ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του λέει πολλὰ ψεύδη»114 καὶ «ὅταν δὲ ὀρθοτομεῖται ὁ λόγος τῆς ἀληθείας115, τότε κοσμίως διαμαρτυρόμεθα». «Καὶ ἂν δὲν ἀκουγόμαστε μέχρι κάτω, θὰ ἀνεβοῦμε σὲ ὅρος ὑψηλὸν»116 καὶ «θὰ φωνάξουμε ἐκεῖ»117 βροντοφωνεῖ ὁ ἐπώνυμος τῆς θεολογίας Γρηγόριος, γιατί «ὅσοι ἀστοχοῦν περὶ τὴν ἀλήθειαν»118 «θὰ προχωροῦν ὅλο καὶ περισσότερο στὴν ἀσέβεια καὶ ἡ διδασκαλία τους θὰ ἐξαπλωθεῖ σὰν γάγγραινα»119.
Τὸ χαοτικὸ κείμενο τοῦ Μητροπολίτη καὶ τῶν ὁμοφρόνων ὁμοϊδεατῶν του εἶναι «νέες πλάκες γραμμένες μὲ ἀσέβεια»120, «τὸ νέφος ποὺ σκοτείνιασε τὸν ἥλιο»121 ἀφοῦ καταφέρθηκε κατὰ τοῦ Νοητοῦ Ἡλίου, βάλλων λίθους κατ’ αὐτοῦ. Ἡ ὅλη ὑπόθεση τῆς ἔξωσης τοῦ Ἐσταυρωμένου ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Βῆμα, ἔφθασε σὲ ἀπρόσμενα ἀποτελέσματα. Παραλλάσσοντας τὸ γνωστὸ γνωμικό. ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ, τὰ φύλλα καλύτερα, τοὺς δῆθεν θιγόμενους συμβολισμοὺς ποὺ ἐπικαλέστηκε ὁ Μητροπολίτης, ΝΑ ΚΑΕΙ ΤΟ ΔΑΣΟΣ, νὰ διασαλευθοῦν τὰ ἴδια τὰ περὶ Θεοῦ δόγματα. Ἀφοῦ ἐξαφανίζει τόν Ἐσταυρωμένο μὴ δεχόμενος Ἐσταυρωμενοπροσκύνηση, καταργεῖ τὸν Χριστό, ἄρα καὶ τὸν Πατέρα («ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμὲν»122) ἄρα καταργεῖ τὴν Ἁγία Τριάδα, δεχόμενος μάλιστα καὶ ἄκουσον, ἄκουσον (!!!) «ἀπουσία Θεοῦ». Γιὰ τοὺς λόγους αὐτοὺς καὶ ἄλλους πολλοὺς ποὺ περιλαμβάνει τὸ εὐτελὲς τευχίδιο, θὰ καταχωρηθῇ στὴν ἀντιχριστιανικὴ γραμματεία.
Ὅλοι κάνουμε λάθη. Εὔχομαι ὁ Μητροπολίτης νὰ τείνει εὐήκοον οὗς καὶ νὰ ἀναδιπλωθεῖ. Ἡ ἀπόσυρση τοῦ βλάσφημου «γραφίματος» εἶναι ἐπιβεβλημένη μὲ τὸν χαρακτηρισμὸ τοῦ κατεπείγοντος. Εὔχομαι τὴν ἄμεση ἐπιστροφὴ τοῦ Ἐσταυρωμένου στὴν θέση ποὺ τοῦ ἀξίζει.
Εἶμαι εὐγνώμων στὸν Μητροπολίτη, γιατί ἀσχολούμενος μὲ τὸ θέμα αὐτό, λόγῳ τῶν ἐνεργειῶν του καὶ τῶν δημοσιευμάτων του, μοῦ προξένησε ἀντίθετα ἀποτελέσματα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ περίμενε. Γ Ι Γ Α Ν Τ Ω Σ Ε ΤΗΝ ΛΑΤΡΕΙΑ ΜΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ Ε Σ Τ Α Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο ΘΕΟΝ ΗΜΩΝ ΚΥΡΙΟΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ.
Αὐτῷ ἡ δόξα, ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνησις
σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι
νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Ὑστερόγραφο : Ἐγράφη «ὅ,τι ἔδωσε ὁ Θεὸς»123. Εὐγνωμόνως καὶ μετὰ δακρύων Τὸν εὐχαριστοῦμε! Αὐτὸ τὸ κείμενο ποὺ σοῦ στέλνει ἕνας νᾶνος στὸν νοῦ π.Γιγάντιε, συν- ἔγραψαν πολλοί, πάρα πολλοί! Ὅσοι παρότρυναν στὴν συγγραφή, ὅσοι ἔστειλαν τὴν Ἱερατικὴ καὶ μοναχική τους εὐχή, ὅσοι προσευχήθηκαν γιὰ θεία φώτιση καὶ πόνεσαν γιὰ τὰ ἀσεβέστατα σοφίσματα, γιὰ τὰ ραπίσματα, τὸν εὐτελισμό, τὸν διασυρμὸ καὶ τὴν ἔξωση τοῦ Ἐσταυρωμένου ἐκ τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καὶ τὴν τοποθέτησή Του, ὅπως ἀναγράφεται στὸ τευχίδιο σὲ «ἀθέατο σημεῖο»124 (στὸ ἀποθηκάκι του νεοκώρου;) «πρός… τιμὴν τῶν Ἱερέων» (μετὰ ἀπὸ παραπληροφόρηση Ἀρχιερέων), στὰ ἀνήλια, ὅπως τότε, βάθη τοῦ Πραιτωρίου, ἐπαναλαμβάνοντας μετὰ ἀπὸ δυὸ χιλιάδες χρόνια τόν διασυρμό, τήν χλεύη, τὴν φυλακή, τὸ Πάθος καὶ τὴν Σταύρωσή Του.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ :
1. | Ἔξοδ. 10,21. | 2. | Ἀγ. Φωτ. ΕΠΕ 3,358. |
3. | Παροιμ 6,2. | 4. | Ἔκτασης κειμένου ἀπό 7-32 σελίδα. |
5. | ΤΕΥΧΙΔΙΟ : «Ἡ λανθασμένη θεολογικὰ καὶ αὐθαίρετα μόνιμη τοποθέτηση τοῦ Ἐσταυρωμένου τῆς Μ.Παρασκευής μέσα στὸ Ἱερὸ Βῆμα καὶ πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα», συγγρ.Μητρ. Περιστερίου, κ.Γρηγ.Δ.Παπαθωμᾶς, 2024. | 6. | Μ.Βασιλείου, ΕΠΕ 7, 344. |
7. | Ἁγ Γρ. Παλ., Ε.Π.Ε. 6, 533. | 8. | μνημ. ἔργο σελ.8. |
9. | ἔ.ἀ. σελ.20. | 10. | ἔ.ἀ. |
11. | μνημ. ἔργο σελ.17. | 12. | πρβλ. Ἰησ. Ναυῆ, 5,13. |
13. | Μαρκ.25,29. | 14. | Ψαλμ.21,8. |
15. | Ἁγ. Ἰω.Χρυσ. ΕΠΕ 20,50. | 16. | Ἁγ. Ἰω.Πηλ. ΕΠΕ 3,453. |
17. | μνημ. ἔργο σελ.32. | 18. | Μ.Βασ. 7,34. |
19. | ἔ.ἀ. | 20. | Λουκ.19,40. |
21. | Ματθ.21,42. Μάρκ.12,10. Λουκ.20,17. | 22. | Α΄Κορ.10,4. |
23. | Ἰω. 14,6. | 24. | Ἰω. 8,59. |
25. | Ἁγ. Γρηγ.Παλ. ΕΠΕ 4, 441. | 26. | Ἁγ. Ἱω.Δαμ. ΕΠΕ 8,535. |
27. | μνημ. ἔργο σελ.32. | 28. | Ἁγ. Κυρ. Ἱερ. Κατήχηση ΙΓ΄ ΣΤ΄. |
29. | Ἁγ. Ἱω.Δαμ. ΕΠΕ 1,392. | 30. | Ἁγ. Γρ.Θεολ. ΕΠΕ 8,258. |
31. | ἔ.ἀ. | 32. | Ἁγ. Γρ. Παλ.ΕΠΕ 1,574. |
33. | Ἁγ. Ἱσ.Πηλ. ΕΠΕ2, 187 καὶ 189. | 34. | Ἁγ. Ἱω.Δαμ. ΕΠΕ 1,454. |
35. | ἔ.ἀ. | 36. | Ἁγ. Κυρίλ. Ἱερ.Κατήχηση Φωτιζ.ΙΓ΄ΛΣΤ΄. |
37. | Ματθ.28,5.Μαρκ.16,6. | 38. | Α΄Κορ.1,23. |
39. | Α΄Κορ.2,2. | 40. | Γαλ.3,1. |
41. | Φωτίου ΕΠΕ 7,530. | 42. | Κατηχ.Δ΄, ΙΓ΄. |
43. | Κατ.ΙΓ’ ΛΔ΄. | 44. | ἔ.ἀ. ΙΓ΄ΛΣΤ΄. |
45. | ἔ.ἀ. ΙΓ΄ΛΜ΄. | 46. | Ἁγ. Ἰω.Δαμ.ΕΠΕ1, 455. |
47. | Ἁγ.Μαρκ. Ἔρημ.ΦΕΠΕ 13,65. | 48. | Μ. Ἀθαν.ΕΠΕ 3,172. |
49. | Ἁγ. Ἰω.Δαμ. ἔ.ἀ. | 50. | μνημ. ἔργο σελ.23. |
51. | Ἱω.4,25. | 52. | Ἁγ.Γρ.Παλ.ΕΠΕ 7,326. |
53. | μνημ. ἔργο σελ.23. | 54. | Τριώδιον. Ἀκολουθία τῶν Παθῶν ΙΒ΄Ἀντίφωνο, Κάθισμα. |
55. | ἔ.ἀ. ΙΕ΄ Ἀντίφωνον. | 56. | ἔ.ἀ. Κοντάκιον. |
57. | μνημ. ἔργο σελ.32. | 58. | ἔ.ἀ. Τροπάριον, η΄ ὠδῆς. |
59. | Ἁγ. Γρηγ.Θεολ. ΕΠΕ 3,100 καὶ 104. | 60. | Ἁγίου Ἰω. Δαμ.ΕΠΕ 1,456. |
61. | Ἅγιος Γρηγ.Παλ. ΕΠΕ 6,30. | 62. | μνημ. ἔργο σελ.23. |
63. | Ὄρθρος, Τροπ. δ΄ ὠδῆς. | 64. | Ἐξαποστειλάριον. |
65. | Ἰω. Χρυσ.ΕΠΕ 12,197. | 66. | μνημ. ἔργο σελ. 20-21. |
67. | πρβλ. Ἀγ. Ἰω.Δαμ. ΕΠΕ 1, 452. | 68. | Ἄγ. Ἰσιδ.Πηλ.ΕΠΕ 5,293. |
69. | Ἄγ. Ἰσιδ.Πηλ.ΕΠΕ 2,153. | 70. | Ματθ.20,22. |
71. | Ἴωαν. Χρυσ. ΕΠΕ 35,289 καὶ 291. | 72. | Ἁγ.Γρηγ.Παλ.ΕΠΕ 9,282. |
73. | Ἰω.Δαμασκ.ΕΠΕ 1,452. | 74. | ἔ.ἀ.5,498. |
75. | Ἅγ.Γρ.Παλ.ΕΠΕ 9,398. | 76. | Ἁγ. Ἰω.Χρυσ, ΕΠΕ 13,436. |
77. | Ἁγ.Γρηγ.Παλ.ΕΠΕ 9,302. | 78. | Ἁγ.Διον. Ἀρεοπ.ΦΕΠΕ 3,508. |
79. | Ἁγ. Γρηγ.Παλ. ΕΠΕ 9,322. | 80. | Θεοδ.Κυρρ. ΦΕΠΕ 4,226. |
81. | ἔ.ἀ.4,220. | 82. | μνημ. ἔργο σελ.20. |
83. | μνημ. ἔργο σελ.24-25. | 84. | Τριώδιο Σάβ.Λαζάρου Τρόπ.Ζ’ ὠδή. |
85. | Μάρκ.16,9 καὶ 10. | 86. | Ἰωάν.20,11. |
87. | Ματθ.27,55. | 88. | Λουκ.23,27. |
89. | Λουκ.2,35. | 90. | Ἰω.11,33. |
91. | Πράξ.8,2. | 92. | Πράξ.9,39. |
93. | Πράξ.20,25 | 94. | Πράξ.20,37-38. |
95. | Λουκ.23,28. | 96. | Ματθ.26,7-13. |
97. | Μαρκ.16,1. | 98. | Λουκ.23,56. |
99. | Λουκ.24,1. | 100. | Α΄Θεσ.4,13. |
101. | Ἀποφθέγματα Γερόντων ΦΕΠΕ 1,591. | 102. | Ὅσ. Ἄθαν. Ἀθων.Νικοδ.Μπιλάλη Νεοσκητιώτου, Τόμ.Α΄141. |
103. | Μ. Ἀθαν.ΕΠΕ 11,191. | 104. | Μ. Ἀθαν.ΕΠΕ 11,90. |
105. | Ἁγ. Ἰω.Χρυσ.ΕΠΕ 21, 129. | 106. | Μ. Ἀθαν. ΕΠΕ11,198. |
107. | Ματθ.26,75 | 108. | ἔ.ἀ.200. |
109. | ἔ.ἀ. | 110. | ἔ.ἀ. |
111. | Μ.Πέμπτη, Ἀκολουθία τῶν Ἁγίων Παθῶν, ΙΕ΄ Ἀντίφωνον. | 112. | Ἀποφθ. Γερ., ΦΕΠΕ σελ.591. |
113. | Ἅγ.Γρηγ.Θεολ.ΕΠΕ 3,216. | 114. | Μ. Ἀθαν. ΕΠΕ 12,195. |
115. | Β΄Τιμ.2,15. | 116. | Ἤσ.40,9. |
117. | Ἄγ.Γρηγ.Θεολ.ΕΠΕ 4,201. | 118. | Β΄Τιμ.2,18. |
119. | Β΄Τιμ.2,16-17. | 120. | Ἁγ. Γρηγ.Θεολ.ΕΠΕ 10,281. |
121. | πρβλ. Ἁγ.Γρ.Θεολ.7,326. | 122. | Ἱω. Ι΄22-30. |
123. | πρβλ.Ἁγ.Γρ.Παλ.ΕΠΕ 7,174. | 124. | μνημ. ἔργο σελ.9. |