Η πρόσβαση στην υγειονομική φροντίδα είναι θεμελιώδες δικαίωμα, όμως για πολλούς πολίτες στην Ελλάδα και παγκοσμίως, αυτό το δικαίωμα παραμένει ανέφικτο λόγω του υψηλού κόστους. Έρευνες καταδεικνύουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις του ΟΟΣΑ όσον αφορά τη συχνότητα ιατρικών επισκέψεων ανά άτομο, με σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα να είναι οι υπερβολικές ιδιωτικές δαπάνες υγείας.
Το πρόβλημα του κόστους και οι διεθνείς συγκρίσεις
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό ιδιωτικών δαπανών υγείας στην ΕΕ, με το 38% των συνολικών δαπανών να επιβαρύνουν άμεσα τους πολίτες. Ενδεικτικά, το ποσοστό αυτό είναι υπερδιπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (15%). Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ότι πάνω από το 9% των Ελλήνων αναφέρουν μη ικανοποιούμενες ανάγκες για ιατρική περίθαλψη λόγω κόστους, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που κυμαίνεται μόλις στο 2,3%.
Το κόστος δεν αποθαρρύνει μόνο τις ιατρικές επισκέψεις, αλλά περιορίζει και τη δυνατότητα για βασικές ιατρικές εξετάσεις. Στην Ελλάδα, το 16,7% του γενικού πληθυσμού δηλώνει ότι δεν μπορεί να καλύψει τις αναγκαίες εξετάσεις, έναντι 3,3% στην ΕΕ.
Οι συνέπειες για τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα
Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο στα χαμηλά εισοδήματα. Περίπου το 23% των πολιτών από τα χαμηλότερα εισοδηματικά επίπεδα δηλώνουν ότι δεν έλαβαν την απαραίτητη ιατρική φροντίδα, ενώ για τα υψηλά εισοδήματα το ποσοστό αυτό πέφτει στο 3,4%. Η άνιση πρόσβαση στην υγεία διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες και δημιουργεί επιπρόσθετες πιέσεις στα δημόσια νοσοκομεία.
Συγκριτικά δεδομένα ιατρικών επισκέψεων
Η Ελλάδα κατατάσσεται ανάμεσα στις τελευταίες χώρες του ΟΟΣΑ, με λιγότερες από τρεις ιατρικές επισκέψεις ανά άτομο το χρόνο. Αντίθετα, η Νότια Κορέα, που διαθέτει ένα εξαιρετικά προσβάσιμο δημόσιο σύστημα υγείας, καταγράφει κατά μέσο όρο 16 επισκέψεις ανά πολίτη το χρόνο. Στη Σουηδία, οι πολίτες επισκέπτονται το γιατρό μόλις 2,3 φορές το χρόνο, κυρίως λόγω των μεγάλων καθυστερήσεων για ραντεβού.
Αναγκαίες μεταρρυθμίσεις
Η Ελλάδα χρειάζεται άμεσες μεταρρυθμίσεις για να περιορίσει το κόστος πρόσβασης και να ενισχύσει τη χρηματοδότηση του δημόσιου συστήματος υγείας. Η εμπειρία άλλων χωρών, όπως η Γερμανία και η Νότια Κορέα, δείχνει ότι ένα ισχυρό, προσιτό δημόσιο σύστημα μπορεί να καλύψει αποτελεσματικά τις ανάγκες του πληθυσμού, μειώνοντας τις ανισότητες.
Το υψηλό κόστος υγείας δεν είναι μόνο ένα οικονομικό ζήτημα, αλλά μια ηθική πρόκληση για την κοινωνία. Η ισότιμη πρόσβαση στην υγειονομική φροντίδα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την κοινωνική συνοχή και την ευημερία όλων των πολιτών.