Το Dieselgate είναι αναμφισβήτητα ένα από τα μεγαλύτερα εταιρικά σκάνδαλα της ιστορίας. Το σκάνδαλο βγήκε στο φως της δημοσιότητας τον Σεπτέμβριο του 2015, όταν η ίδια η Volkswagen αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι τοποθετούσε λογισμικό που αλλοίωνε τις εκπομπές ρύπων. Έτσι, οι ρύποι κατά τη διάρκεια των ελέγχων μέσα στα εργοστάσια ήταν χαμηλότεροι από ό,τι στους δρόμους.
Όπως η ίδια αναγνώρισε, περισσότερα από έντεκα εκατομμύρια αυτοκίνητά της, που πωλήθηκαν σε όλο τον κόσμο, ήταν εξοπλισμένα με παράτυπη τεχνολογία σχεδιασμένη να ελαχιστοποιεί τις ρυπογόνες εκπομπές κατά τη διάρκεια δοκιμών πιστοποίησης, για να εξαπατά στους ελέγχους για τις εκπομπές καυσαερίων, κάνοντάς τα να φαίνονται πιο καθαρά. Στην πραγματικότητα, τα αυτοκίνητα είχαν εκπομπές έως και 40 φορές μεγαλύτερες από τα επιτρεπόμενα επίπεδα.
Τέσσερα χρόνια μετά την ανακάλυψη του παγκόσμιου σκάνδαλου στις ΗΠΑ και τον θόρυβο που προκάλεσε, οι σχετικές εξελίξεις αλλά και οι αποκαλύψεις, «τρέχουν» ακόμη. Πριν λίγες ημέρες η αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) κατέθεσε αγωγή εναντίον της Volkswagen AG και του πρώην διευθύνοντος συμβούλου της, Martin Winterkorn, κατηγορώντας την εταιρεία ότι διέπραξε μια «μαζική απάτη».
Η SEC δήλωσε στην μήνυσή της που υπέβαλλε στο Σαν Φρανσίσκο ότι από τον Απρίλιο του 2014 μέχρι το Μάιο του 2015 η Volkswagen εξέδωσε πάνω από 13 δισεκατομμύρια δολάρια σε ομόλογα και τίτλους που υποστηρίζονται από περιουσιακά στοιχεία στις αγορές των ΗΠΑ, σε μια εποχή που ανώτερα στελέχη γνώριζαν ότι πάνω από 500.000 οχήματα ντίζελ στη χώρα υπερέβησαν σημαντικά τα νόμιμα όρια εκπομπών ρύπων.
Η Volkswagen «κέρδισε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, εκδίδοντας τίτλους με πιο ελκυστικά επιτόκια για την εταιρεία», ανέφερε η SEC, προσθέτοντας ότι η VW «ψεύδονταν επανειλημμένα και παραπλάνησε τους επενδυτές, τους καταναλωτές και τις ρυθμιστικές αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών, ούτως ώστε να πωλούν τα υποτιθέμενα αυτοκίνητα «καθαρού ντίζελ» και δισεκατομμύρια δολάρια εταιρικών ομολόγων και άλλων τίτλων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο οικονομικός αντίκτυπος
Η υπόθεση ως φαίνεται έχει τεράστιο οικονομικό αντίκτυπο για τον όμιλο, κυρίως λόγω των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου η VW έπρεπε να καταβάλει ένα μεγάλο χρηματικό πρόστιμο, αλλά και να αποζημιώσει τους εμπλεκόμενους πελάτες, έτσι ώστε το dieselgate να μπει στο αρχείο. Στην Ευρώπη, το κόστος τoυ σκανδάλου συνδέεται κυρίως με τις τεράστιες εκστρατείες ανάκλησης.
Συνολικά, από το 2015, η υπόθεση έχει ήδη οδηγήσει σε δαπάνες ύψους 27 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ωστόσο, η Volkswagen έχει ήδη διακανονίσει το μεγαλύτερο μέρος τους. Αλλά το σκάνδαλο εξακολουθεί να ταλανίζει τα οικονομικά του VW Group. Ο Frank Witter, οικονομικός διευθυντής του Γερμανού κατασκευαστή, δήλωσε ότι το dieselgate κόστισε 5,5 δισ. ευρώ το 2018. Τον Ιούνιο, η Volkswagen καταδικάστηκε να καταβάλει πρόστιμο ύψους ενός δισεκατομμυρίου ευρώ και στη Γερμανία.
Και δεν έχει τελειώσει ακόμα η υπόθεση: Το 2019, η VW αναμένει το κόστος του σκανδάλου να ανέλθει στα δύο δισεκατομμύρια ευρώ. Και για το 2020, ότι θα της στοιχίσει ένα ακόμα δισεκατομμύριο, ενώ γερμανικός όμιλος ελπίζει να μην έχει κάποια κακή έκπληξη που θα επιβαρύνει ακόμα περισσότερο στο λογαριασμό.
Προηγήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο η κεντρική Ομοσπονδία Συνδέσμων Προστασίας Καταναλωτών κατέθεσε την πρώτη -στη Γερμανία- συλλογική αγωγή κατά της Volkswagen, ζητώντας να αποζημιωθούν οι οδηγοί πετρελαιοκίνητων. «Η VW εξαπάτησε και χρωστά αποζημιώσεις στους καταναλωτές, που υπέστησαν ζημίες» τόνισε ο Κλάους Μίλερ, πρόεδρος του Συνδέσμου Καταναλωτών.
VW: Η συλλογική αγωγή θα απορριφθεί
Από την πλευρά της, η VW θεωρεί ότι η συλλογική αγωγή δεν θα έχει επιτυχία, γιατί οι κάτοχοι πετρελαιοκινήτων παρά το σκάνδαλο, δεν διαθέτουν επιχειρήματα για να στηρίξουν αξιώσεις. Όπως επισημαίνει η κορυφαία αυτοκινητοβιομηχανία, τα αυτοκίνητα πέρασαν από τεχνικό έλεγχο, είναι ασφαλή και πήραν άδεια να κυκλοφορήσουν. Μέχρι τώρα εκκρεμούν 26.000 περιπτώσεις αγωγών από πελάτες της VW, ενώ αποφάσεις υπάρχουν μόνο σε 7.400 περιπτώσεις. Σύμφωνα με την αυτοκινητοβιομηχανία, σε επίπεδο πρωτοδικείων οι αγωγές απορρίφθηκαν.
Οι δικηγόροι των εναγόμενων κατηγορούν την VW ότι αναζητεί διακανονισμό μόνο όταν φτάσει η υπόθεση στο εφετείο. Αντίθετα, η VW απαντά ότι ο αριθμός των διακανονισμών είναι σχετικά χαμηλός.
Σε περίπτωση που η συλλογική αγωγή γίνει δεκτή, οι κάτοχοι πετρελαιοκινήτων θα μπορούν να καθορίσουν το ύψος της αποζημίωσης και ίσως να πρέπει να συνεχίσουν τη δικαστική διαμάχη. Η υπουργός Καταναλωτών, Καταρίνα Μπάρλεϊ, θεωρεί πάντως πιθανό η συγκεκριμένη αυτοκινητοβιομηχανία να φανεί διατεθειμένη σε αυτό το στάδιο να καταβάλει αποζημιώσεις και να μην περιμένει τη βροχή μεμονωμένων αγωγών.
Και να ήταν μόνο η Volkswagen
Μετά την Volkswagen, το σκάνδαλο με τις εκπομπές ρύπων στα ντιζελοκίνητα αυτοκίνητα περιέλαβε και την Audi, την Daimler, την BMW και την Opel. Μάλιστα, πριν λίγες ημέρες, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μεταφορών Αυτοκινήτων στο Βερολίνο ανακοίνωσε ότι θέλει να παραγγείλει την ανάκληση σχεδόν 100.000 οχημάτων ντίζελ της Opel. Ο λόγος είναι η ανακάλυψη μιας μη αποδεκτής συσκευής απενεργοποίησης για τον καθαρισμό των καυσαερίων. Η ανάκληση είναι επικείμενη, ανακοίνωσε το γερμανικό Υπουργείο Μεταφορών.
Η γερμανική εφημερίδα Bild ανέφερε ότι οι διωκτικές αρχές ερευνούν 95.000 οχήματα για να δουν εάν υπήρξε παράνομη χειραγώγηση των λογισμικών στα μοντέλα Insignia, Zafira and Cascada της Opel των ετών 2012, 2014 και 2017. Ο όμιλος PSA, στον οποίο ανήκουν τα εμπορικά σήμερα Opel και Vauxhall, αρνήθηκε να σχολιάσει.
Όπως αναφέρει και το αναλυτικό ρεπορτάζ του Guardian, αποδείχθηκε, η Volkswagen δεν ήταν η μόνη που διέφυγε το νόμο. Παρομοίως, η μεγάλη πλειοψηφία των πετρελαιοκίνητων οχημάτων δηλώνουν ψεύτικες ρυπογόνες εκπομπές. Μετά τις αποκαλύψεις στις ΗΠΑ, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δοκιμάζουν και άλλα μεγάλα εμπορικά σήματα. Στο Λονδίνο, η δοκιμαστική εταιρεία Emissions Analytics διαπίστωσε παραβιάσεις στο 97% των περισσότερων από 250 μοντέλων ντίζελ. «Με λίγες αξιόλογες εξαιρέσεις, όλοι το κάνουν» είναι το συμπέρασμα.
Φυσικά, το οδυνηρό φως που έδειξε το σκάνδαλο δεν εκθέτει μόνο τις εταιρίες. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι κυβερνήσεις που είναι επιφορτισμένες με την επιβολή του νόμου και την προστασία της υγείας των πολιτών τους δεν δικαιούνται να πέφτουν από τα σύννεφα. Οι ευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν δημιουργήσει νομική και τεχνική εμπειρογνωμοσύνη, τις προϋποθέσεις ρύθμισης και επιβολής που απαιτούνται για τους κανόνες ρύπανσης. Οι κυβερνήσεις, μοιάζει να μην θέλουν να κάνουν τίποτα. Η αποτυχία των κυβερνήσεων να επιβάλουν το νόμο είναι το κομμάτι που λείπει από αυτό το παζλ στις αυτοκινητοβιομηχανίες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορίζει τους κανόνες για το πόση ρύπανση μπορεί να παράγει ένα αυτοκίνητο. Ωστόσο, η επιβολή τους δεν εμπίπτει στις Βρυξέλλες, αλλά στις εθνικές κυβερνήσεις. Και μια εταιρεία αυτοκινήτων που ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει ένα νέο μοντέλο μπορεί να επιλέξει ποια χώρα το πιστοποιεί. Οι σχετικές εθνικές υπηρεσίες, από την πλευρά τους, είναι γενικά ανεπαρκείς, ελάχιστα χρηματοδοτούμενες και στερούνται τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης. Περίπου δώδεκα μεμονωμένα οχήματα πρέπει να ελέγχονται πριν εγκριθεί ένα νέο μοντέλο και οι δοκιμές διεξάγονται συχνά από εξωτερικούς εργολάβους. Όταν ολοκληρωθούν, οι παραδίδουν τα χαρτιά στις ρυθμιστικές αρχές, και τα αποτελέσματα συνήθως γίνονται δεκτά με ελάχιστες ερωτήσεις.
Η ΕΕ καλεί BMW, Daimler και Volkswage
Κατόπιν εορτής, το παρατηρητήριο αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την πλευρά του σχεδιάζει να αποστείλει επίσημες καταγγελίες σε BMW, Daimler και Volkswagen εντός της άνοιξης, όπου θα παραθέτει ενδείξεις συμπαιγνίας μεταξύ των τριών αυτοκινητοβιομηχανιών προς απόκρυψη στοιχείων για τους ρύπους των κινητήρων diesel, αναφέρει η Handelsblatt.
Στα κείμενα αναμένεται να εκτίθενται λεπτομερώς οι κατηγορίες από πλευράς ΕΕ, οι οποίες ενδεχομένως να οδηγήσουν σε επιβολή προστίμων.
Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα, έγγραφα των εισαγγελιών σε Μπράουνσβαϊγκ και Μόναχο αποκαλύπτουν ότι οι τρεις εταιρείες συνεργάστηκαν για απόκρυψη πληροφοριών σχετικά με τις εκπομπές ρύπων και προειδοποιούσαν η μία την άλλη να μην αποκαλύψει λεπτομέρειες των σχετικών δοκιμών στις αρχές.
Η Daimler παρείχε αυτοβούλως στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2014, ενώ η Volkswagen προχώρησε στην ίδια κίνηση το 2016.
Η Daimler δεν απάντησε σε σχετική ερώτηση του πρακτορείου Reuters, ενώ η BMW αρνήθηκε επισήμως να σχολιάσει το δημοσίευμα. Η Volkswagen δήλωσε επίσης αδυναμία σχολιασμού του ζητήματος, σημειώνοντας: «Ο όμιλος Volkswagen και οι θυγατρικές του έχουν συνεργαστεί πλήρως με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα συνεχίσουν να το πράττουν».
Dieselgate στην Ελλάδα
Τέσσερα χρόνια μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου έρχονται στο φως τα πρώτα στοιχεία για τις διαστάσεις του στην ελληνική αγορά και για τις επιπτώσεις του στον αέρα που αναπνέουμε.
Οπως αποκαλύπτεται από επίσημο έγγραφο του υπουργείου Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών στην Ελλάδα εντοπίστηκαν 20.445 επιβατικά αυτοκίνητα εταιρειών του ομίλου Volkswagen με «πειραγμένο» λογισμικό, το οποίο έδινε ψευδείς ενδείξεις για τις εκπομπές ρύπων, αποκρύπτοντας τα πραγματικά στοιχεία.
Τα περισσότερα (8.735) είναι Volkswagen διαφόρων τύπων και μοντέλων. Εχουν εντοπισθεί επίσης με λογισμικό που δίνει παραποιημένα στοιχεία 6.647 Skoda, 2.538 Audi και 2.525 SEAT διαφόρων μοντέλων.
Πολλά ανακλήθηκαν για να υποστούν βελτιώσεις, ενώ σε 7.013 δεν έχουν γίνει ακόμα οι διορθωτικές παρεμβάσεις. Ολα τα στοιχεία είναι επίσημα και προέρχονται από έγγραφο του υπουργείου Μεταφορών, το οποίο κατατέθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2019 στη Βουλή και αποκαλύπτει ότι σε περισσότερα από 7.000 αυτοκίνητα, ακόμη δεν έγιναν οι αντίστοιχες διορθωτικές παρεμβάσεις και εξακολουθούν να εκπέμπουν ρύπους-δηλητήριο.
Μάλιστα, δεδομένου ότι σε επίπεδο καταναλωτών έχει ανοίξει ο δρόμος για αποζημίωση από τη VW Group, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία θα καταβάλει αποζημίωση 5.200 ευρώ σε Έλληνα καταναλωτή, κάτοχο αυτοκινήτου Volkswagen, που έφερε το παράνομο λογισμικό παραποίησης των εκπομπών ρύπων και είχε δικαιωθεί.
Το «πειραγμένο» λογισμικό εκτός των άλλων σημαίνει περισσότερους ρύπους στην ατμόσφαιρα, χαμηλότερη φορολογία και λιγότερα τέλη κυκλοφορίας, που υπολογίζονται με βάση τα όρια εκπομπών ρύπων.
Ερευνα: Σχεδόν το 50% των πρόωρων θανάτων οφείλεται στις εκπομπές ρύπων πετρελαιοκίνητων
Περίπου 385.000 άνθρωποι σε όλον τον κόσμο πέθαναν πρόωρα το 2015 εξαιτίας των εκπομπών ρύπων από τις εξατμίσεις των οχημάτων, όπως διαπίστωσε μια αμερικανική μελέτη, τα συμπεράσματα της οποίας δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα. Η μελέτη μάλιστα χαρακτηρίζει κυριότερο υπαίτιο του φαινομένου τους κινητήρες ντίζελ.
Τα πετρελαιοκίνητα οχήματα ευθύνονταν για το 47% των θανάτων, σύμφωνα με την έκθεση, αλλά το ποσοστό αυτό φθάνει στο 66% στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ινδία όπου τα αυτοκίνητα ντίζελ είναι περισσότερα.
Η έρευνα διεξήχθη από επιστήμονες του Παγκόσμιου Συμβουλίου για τις Καθαρές Μεταφορές (ICCT), μιας μκο η οποία το 2015 αποκάλυψε το Dieselgate. Στη συγκεκριμένη έρευνα συνεργάστηκαν με το ICCT δύο αμερικανικά πανεπιστήμια.
«Η μεγάλη επιβάρυνση για τη δημόσια υγεία από τα πετρελαιοκίνητα οχήματα στην Ευρώπη υπογραμμίζει την ανάγκη για τη θέσπιση κανόνων παγκοσμίου επιπέδου για τις εκπομπές αλλά και την τήρηση και την επιβολή των κανόνων», δήλωσε ο ένας από τους συγγραφείς της έκθεσης, ο Τζόσουα Μίλερ του ICCT, ο οποίος έκανε έκκληση για επείγουσες ενέργειες ώστε να αντικατασταθούν τα οχήματα με υψηλές εκπομπές.
Στην ευρεία αυτή μελέτη οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο παγκόσμιος τομέας μεταφορών ήταν υπεύθυνος για το 11%, δηλαδή για 3,4 εκατομμύρια πρόωρους θανάτους, ετησίως οι οποίοι οφείλονταν στη μόλυνση από τα αιωρούμενα σωματίδια PM2.5 και από την έκθεση στο τροποσφαιρικό όζον.
Το κόστος από τα προβλήματα υγείας που προκαλεί η ατμοσφαιρική ρύπανση, η οποία οφείλεται στα μέσα μεταφοράς και η οποία σχετίζεται με ασθένειες όπως καρδιακά νοσήματα, παθήσεις των πνευμόνων, εγκεφαλικά και διαβήτη, εκτιμάται ότι ανήλθε σε 880 δισ. ευρώ το 2015, είπαν οι επιστήμονες.
Μόνο στην Κίνα περίπου 114.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας των εκπομπών ρύπων των εξατμίσεων αυτοκινήτων τη συγκεκριμένη χρονιά. Στις ΗΠΑ 22.000 θάνατοι φέρεται ότι συνδέονται με τη ρύπανση από τις εξατμίσεις, εκ των οποίων το 43% ήταν από πετρελαιοκίνητα οχήματα. Η Ινδία στο μεταξύ κατέγραψε 74.000 πρόωρους θανάτους από τις εξατμίσεις των οχημάτων σε σχέση με 13.000 στη Γερμανία, 7.800 στην Ιταλία και 6.400 στη Γαλλία. Σε γενικές γραμμές, η εικόνα ήταν χειρότερη στη Γερμανία με 17 πρόωρους θανάτους ανά 100.000 κατοίκους οφειλόμενους στη ρύπανση από τα μέσα μεταφοράς — τρεις φορές υψηλότερους από τον παγκόσμιο μέσον όρο.
Το Μιλάνο, το Τορίνο, η Στουτγάρδη, το Κίεβο, η Κολωνία, το Βερολίνο και το Λονδίνο συγκαταλέγονται στις πόλεις με τα υψηλότερα ποσοστά θανάτων οφειλόμενα στη ρύπανση αυτού του τύπου, όπως υπογραμμίζουν οι συγγραφείς της μελέτης, οι οποίοι προειδοποιούν ότι οι εκτιμήσεις τους είναι «συντηρητικές» καθώς στη μελέτη τους δεν έλαβαν υπόψη τους όλους τους τύπους των βλαβερών εκπομπών ρύπων ή των συνδεόμενων με τη ρύπανση ασθενειών.