«Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας»
(Ελύτης)
Αποτελεί κοινό τόπο η διαπίστωση πως η ιστορία του ανθρώπου είναι ταυτισμένη με την εξέλιξη της γλώσσαςτου. Αυτή ως κώδικας σημείων δε βοηθά μόνο τον άνθρωπο να σκέπτεται αλλά και να εκφράζει με σαφήνεια τις ταλαντώσεις του νου, τα κύματα της ψυχής αλλά και τις βαθύτερες επιθυμίες του.
του Ηλία Γιαννακόπουλου*
Ο λόγος, λοιπόν, είτε προφορικός είτε γραπτός μαρτυρά και την πνευματική πορεία του ανθρώπου στο μονοπάτι της ιστορίας.
Ιστορικά, ο προφορικός λόγος προηγήθηκε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αξιολογικά υπερτερεί του γραπτού. Με τον προφορικό λόγο ο άνθρωπος σάρκωσε την αγωνία του, τις ανησυχίες του, το φόβο του, την πίστη του, τις χαρές του, τις πνευματικές αναζητήσεις και γενικότερα έδωσε μορφή στα συναισθήματά του.
Μια από τις σημαντικότερες εκφράσεις του προφορικού λόγου στάθηκε η Ποίηση. Απροσχεδίαστα αλλά όχι άτεχνα ο πρωτόγονοςαλλά και ο άνθρωπος των «κοινωνιών» με τη βοήθεια της ποίησης αναζήτησε το Ωραίο και το Αληθινό.
Μέσα από τον ποιητικό λόγο όρισε τα όρια της ύπαρξής του ως πνευματικού και κοινωνικού όντος. Ο ποιητικός, δηλαδή, λόγος στάθηκε αρωγός στην προσπάθεια του ανθρώπου να ορίσει το Εγώ του ως Άτομο και ως Πολίτης.
Μέσα από τους στίχους σημάδεψε την πνευματική, πολιτική και ανθρώπινη πορεία του. Υπάρχουν στίχοι που με το πλούσιο σημασιολογικό τους φορτίο διαμόρφωσαν καταλυτικά τις κρίσεις και αξιολογήσεις μας για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων. Διεύρυναν τα όρια της φαντασίας μας, όξυναν την ευαισθησία μας και εμπλούτισαν την αισθητική μας. Στίχοι που μας έγιναν τόσο οικείοι που όταν τους χρησιμοποιούμε νιώθουμε πως είμαστε και οι δημιουργοί τους.
Προνομιακός χώρος της ποίησης στάλθηκε διαχρονικά η εξύμνηση της ηρωικής δράσης των αγωνιστών για την πολυπόθητη Ελευθερία:
α. «Εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης» ανέκραξε ο Έκτορας,
β. «Ίτε παίδες Ελλήνων… ελευθερούτε πατρίδα… Νυν υπέρ πάντων ο αγών». Έτσι, προέτρεπε ο Αισχύλος απευθυνόμενος στους Σαλαμινομάχους,
γ. «Ως πότε παλληκάρια να ζώμεν στα στενά/ κλεισμένοι σα λιοντάρια/ στις στάνες, στα βουνά» τραγούδαγε Ρήγας Φεραίος στο Θούριό του και
δ. «Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη/ των Ελλήνων τα ιερά/…χαίρε, ω Χαίρε ελευθεριά» υμνούσε ο Σολωμός την πολυπόθητη ελευθερία των Ελλήνων.
Η ποίηση δεν αποτύπωσε με τόση ένταση και γλαφυρότητα μόνο την πύρινη επιθυμία και το πάθος του Έλληνα και του παγκόσμιου ανθρώπου για εθνική ελευθερία, αλλά έδωσε μορφή και στις πολιτικές και κοινωνικές του αναζητήσεις και διεκδικήσεις. Οι παρακάτω στίχοι φανερώνουν με περισσή ενάργεια το ρόλο του ποιητικού λόγου στην έκφραση – κοινοποίηση του κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού:
α. «Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο , φως της αστραπής, / κ’ η Αλήθεια σου χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις./ Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν./ χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταβρώσουν» (Βάρναλης) και
β. «Το ζήτημα έχει τεθεί:/ Ή θα εξακολουθούμε να γονατίζουμε / όπως αυτός ο δραπέτης/ ή θα σηκώσουμε άλλον πύργο ατίθασο/ απέναντί τους» (Μ. Κατσαρός).
Εξίσου, όμως, σημαντική κρίνεται και η συμβολή του ποιητικού λόγου στην εξωτερίκευση του πιο πηγαίου και ανθρώπινου συναισθήματος, της Αγάπης και του Έρωτα. «Έρως ανίκατε μάχαν..» διατυμπάνιζε ο Σοφοκλής τον 5ο αιώνα χαρτογραφώντας τη βαθύτερη ουσία του Έρωτα.
Αλλά και η δημοτική ποίηση είναι πλούσια σε αναφορές στο μεγαλείο και στη δύναμη της αγάπης και τον έρωτα:
α. «Αν μ’ αγαπάς κ’ είν’ όνειρο, ποτέ να μην ξυπνήσω,/ γιατί με την αγάπη σου ποθώ να ξεψυχήσω»,
β. «Της θάλασσας τα κύματα τρέχω και δεν τρομάζω/ κι’ όταν σε συλλογίζομαι τρέμω κι αναστενάζω».
Εκείνο, όμως, που κατέστη αντικείμενο ιδιαίτερης περιγραφής από τον ποιητικό λόγο είναι η εξουσία που ασκούν τα μάτια πάνω στο συναισθηματικό κόσμο του ερωτευμένου:
α. «Ποιος είδε τέτοιον πόλεμο να πολεμούν τα μάτια,/ χωρίς μαχαίρια και σπαθιά να γένουνται κομμάτια;» (Δημοτική ποίηση) και
β. «Δεν τα ηύρα πια ξανά – τα τόσο γρήγορα χαμένα…./τα ποιητικά τα μάτια, το χλωμό / το πρόσωπο… στο νύχτωμα του δρόμου…» (Καβάφης).
Τέλος, σημαντική είναι η συνεισφορά του ποιητικού λόγου και στη σκιαγράφηση του φόβου αλλά και του ανθρώπινου δέους απέναντι στο αναπότρεπτο γεγονός του θανάτου. «Γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα» γράφει αποφθεγματικά ο Σολωμός. Ο λαϊκός ποιητής συγκλονίζει τον αναγνώστη περιγράφοντας τον πόνο της Μάνας προς το νεκρό γιο της «Α δε φουσκώση η θάλασσα, ο βράχος δεν αφρίζει,/ κι’ αν δε σε κλάψη η μάννα σου, ο κόσμος δε δακρύζει» (Δημοτική ποίηση). Εξίσου, όμως, συγκλονιστικός είναι και ο λόγος του Παλαμά «Άφκιαστο κι αστόλιστο/ του Χάρου δε σε δίνω» (Ο τάφος).
Ο ποιητικός λόγος, λοιπόν, μας συντροφεύει σε κάθε στιγμή της ζωής μας. Μας ενθουσιάζει, μας εμπνέει, μας συγκινεί, μας φοβίζει και μας προβληματίζει. Είναι οι στίχοι που έγιναν κομμάτι της ζωής μας και της βιοθεωρίας μας. Ενδεικτικά, παρατίθενται μερικοί που φωτίζουν κάθε μας βήμα.
α. «Άστραψε φως κι εγνώρισε ο νιος τον εαυτό του» (Σολωμός)
β. «Τα σπλάχνα μου και η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν» (Σολωμός)
γ. «Τώρα θα το καταλάβεις Ιθάκες τι σημαίνουν» (Καβάφης)
δ. «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει» (Σεφέρης)
ε. «Λίγο ακόμα να σηκωθούμε ακόμα ψηλότερα» (Σεφέρης)
στ. «Όταν σφίγγουν το χέρι ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο (Ρίτσος)
ζ. «Θέλει αρετήν και τόλμη η Ελευθερία» (Κάλβος)
η. «Μην αμελήσετε./ Πάρτε μαζί σας νερό./ Το μέλλον μας έχει πολύ ξηρασία» (Μ. Κατσαρός)
θ. «Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής/ των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων» (Ν. Καββαδίας)
ι. «Για τους μεγάλους, για τους ελεύθερους, για τους γενναίους, τους δυνατούς, / Αρμόζουν τα λόγια τα μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία, τα δυνατά» (Ν. Εγγονόπουλος)
Μπορεί, βέβαια, στις μέρες μας «κανένας στίχος να μην κινητοποιεί τις μάζες», ωστόσο η ποίηση «μπορεί να αλλάξει τις συνειδήσεις των ανθρώπων που φτιάχνουν τον κόσμο» (Ελύτης).
Η ποίηση είναι ο σεισμογράφος της εποχής μας και ο παλμογράφος της εσωτερικής μας ζωής. Όσο φτωχαίνουμε εσωτερικά τόσο φτωχή γίνεται και η ποίηση. Παράλληλοι βίοι.
Ο ποιητής Μ. Αναγνωστάκης διακηρύσσει πως «η ποίηση είναι ο καλύτερος τρόπος να καλύψουμε το πρόσωπό μας». Εμείς, όμως, θέλουμε να έχουμε πρόσωπο και όχι προσωπείο. Γι αυτό χρειαζόμαστε την ποίηση όχι για να κρύψουμε το πρόσωπό μας αλλά για να το αποκαλύψουμε.
Ας καταστήσουμε, λοιπόν, την ποίηση εκρηκτική ύλη για τον ποιοτικό μετασχηματισμό του ανθρώπου, της κοινωνίας και για την αλλαγή του κόσμου προς μια θετική κατεύθυνση.
Εξάλλου η ποίηση υπάρχει παντού και μας βρίσκει πάντοτε «Εκεί που παλεύεις ν’ αποτινάξεις τα νέα δεσμά/ που ήρθαν μετά το ξέσπασμα της ανταρσίας σου/ που αγωνίζεσαι για την ελευθερία κι έπειτα βλέπεις/ πως η αμοίραστη ελευθερία για κάποιους γίνεται σκλαβιά/…να συμμαζέψεις κάπως και την κρυφή σου έπαρση…/ Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση» (Τίτος Πατρίκιος).
*Ο Ηλίας Γιαννακόπουλος είναι φιλόλογος