Κολοσσιαία αγάλματα, χρυσά κτερίσματα, Κοράνια, στήλες, θυμιατήρια, εντυπωσιακοί αρχαιολογικοί θησαυροί που ήρθαν στο φως τις τελευταίες δεκαετίες αποκαλύπτουν την ιστορία της Αραβικής Χερσονήσου, σε μια περιοδεύουσα έκθεση που κάνει στάση στην Αθήνα.
Παλαιολιθικά εργαλεία, αγγεία της 3ης χιλιετίας π.Χ. που εντοπίστηκαν στο Ταρούτ, κολοσσιαία αγάλματα από την πόλη Αλ Ούλα, εντυπωσιακά χρυσά κτερίσματα του 1ου αι.μ.Χ., που ανασύρθηκαν από τον τάφο 6χρονου κοριτσιού στην πόλη Θατζ, επιτύμβιες στήλες που αποκαλύπτουν την ομορφιά της αραβικής γραφής, λατρευτικά αγαλματίδια, Κοράνια, κοσμήματα, θυμιατήρια, η εντυπωσιακή πόρτα του 17ου αιώνα από την Κάαμπα, χρηστικά και λατρευτικά σκεύη, θραύσματα τοιχογραφιών, είναι ορισμένα από τα 300 και πλέον αντικείμενα της έκθεσης «Οι Δρόμοι της Αραβίας – Αρχαιολογικοί Θησαυροί από τη Σαουδική Αραβία», που ανοίγει τις πόρτες σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη, στην Πειραιώς.
Ενα ταξίδι στο παρελθόν μιας χώρας και μιας ολόκληρης περιοχής υπόσχονται στους επισκέπτες ο εμπνευσμένος αρχιτεκτονικός σχεδιασμός του χώρου από τον σκηνογράφο Νίκο Σ. Πετρόπουλο, με αναπαραστάσεις ταφικών μνημείων του Μαντάιν Σάλεχ και το στήσιμο των εκθεμάτων από την επιμελήτρια της έκθεσης Μίνα Μωραΐτου, υπεύθυνη του Μουσείου Μπενάκη Ισλαμικής Τέχνης.
Η διοργάνωση επιδιώκει να είναι πολύ ευρύτερη από μια έκθεση σπάνιων ευρημάτων. Και αυτό γιατί αποκαλύπτει τον πολυδιάστατο χαρακτήρα και την ιστορία της Αραβίας από την προϊστορική εποχή έως και τον 20ό αιώνα, ενός τόπου που ακόμα και σήμερα δύσκολα επισκέπτεται κάποιος δυτικός, ενώ σπάνια έχουμε την ευκαιρία να δούμε μια τόσο πλήρη εικόνα του πολιτισμού του.
Κύριοι άξονές της είναι η τέχνη, οι εμπορικοί δρόμοι και οι προσκυνηματικές οδοί. «Μέσα από την έκθεση ξαναγράφεται η Ιστορία και το παρελθόν της Αραβίας», είπε χθες η Μίνα Μωραΐτου και πρόσθεσε ότι η έκθεση -που έχει περιοδεύσει σε πολλές χώρες από το 2010 μέχρι σήμερα- ανατρέπει την επικρατούσα άποψη, ότι η Αραβία δεν είχε κάποια σημαντική πολιτιστική έκφραση καθώς ήταν μια αχανής έκταση που κατοικούσαν νομαδικοί λαοί. Τα ευρήματα προέρχονται από αρχαιολογικές έρευνες που διενεργήθηκαν, μόλις τα τελευταία 50 – 60 χρόνια.
Τα έργα έχουν εκτεθεί χρονολογικά και, όπως σημειώνει η κ. Μωραΐτου, «από την προϊσλαμική εποχή αναδεικνύονται αρχαιολογικοί χώροι όπως το νησί Ταρούτ στον Αραβικό Κόλπο, με αγγεία της 3ης χιλιετίας π.Χ., και η όαση Τάιμα στη βορειοδυτική Αραβία, με λίθινες στήλες και κεραμικά.
Στην ευρύτερη αυτή περιοχή ανακαλύφθηκαν κολοσσιαία αγάλματα στην Ντεντάν, τη σημερινή Αλ Ούλα, πρωτεύουσα του βασιλείου των Λιχιανιτών. Ακολουθούν εντυπωσιακά κτερίσματα από την πόλη Θατζ και τη Χέγκρα (το σημερινό Μαντάιν αλ Σάλεχ), τη λεγόμενη “Πέτρα της Αραβίας”, από την εποχή των Ναβαταίων, καθώς και τα ευρήματα από την Κάριατ αλ Φάου, μια από τις σημαντικότερες εμπορικές πόλεις της νότιας Αραβίας: λατρευτικά αγαλματίδια, νωπογραφίες, κεραμικά, γλυπτά και επιγραφές.
Κατά τους πρώτους χρόνους της ισλαμικής περιόδου, διαγράφεται το νέο δίκτυο προσκυνηματικών και εμπορικών δρόμων, με κέντρα όπως οι πόλεις Αλ Ράμπαντα και Αλ Μαουιγιάτ, που οδηγούσαν σε μακρινές πόλεις της Μεσογείου και της Ασίας. Η σημασία των δύο ιερών πόλεων, της Μέκκας και Μεδίνας, παρουσιάζεται μέσα από έργα όπως η εντυπωσιακή πόρτα από την Κάαμπα του 17ου αιώνα, χειρόγραφα, καθώς και εκδόσεις περιηγητών του 19ου αιώνα».
Η έκθεση ξεκινάει από την προϊστορική εποχή, παρουσιάζει αρχαίους πολιτισμού, την ύστερη εποχή, την έλευση του Ισλάμ τον 7ο αιώνα και φτάνει έως τις μέρες μας. Επικεντρώνεται στις πιο πλούσιες πόλεις – οάσεις, που βρίσκονταν επάνω στους δρόμους του εμπορίου που αναπτύχθηκε από τον 8ο αιώνα π.Χ., κυρίως για τη μεταφορά του περιζήτητου θυμιάματος από τις νότιες και δυτικές ακτές της Αραβίας προς την ανατολική Μεσόγειο.
Για πολλούς αιώνες καραβάνια με καμήλες μετέφεραν μπαχαρικά, αρώματα, υφάσματα και πολύτιμους λίθους από την Ινδία και τη νοτιοανατολική Ασία, ενώ γυάλινα αντικείμενα, κεραμικά και λατρευτικά αγαλματίδια έφθαναν στην Αραβία.
Οι ανταλλαγές διαφαίνονται μέσα από πολυάριθμα αντικείμενα εμπνευσμένα από τις τέχνες της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, που είτε μεταφέρθηκαν με τα καραβάνια είτε παρήχθησαν τοπικά. Με την άνοδο του Ισλάμ, η Μέκκα έγινε θρησκευτικό κέντρο και το καθιερωμένο ετήσιο προσκύνημα (χατζ) μετέτρεψε τους δρόμους του εμπορίου σε προσκυνηματικές οδούς. Με τη γρήγορη εξάπλωση της νέας θρησκείας από την Ισπανία μέχρι την κεντρική Ασία και την Ινδία, πιστοί κατέφθαναν στην Αραβία, φέρνοντας μαζί τους αντικείμενα από μακρινές περιοχές.
Η παρουσίαση στο Μουσείο Μπενάκη αποτελεί τον 16ο σταθμό της περιοδείας της και σηματοδοτεί την πρώτη παρουσίασή της στη νοτιοανατολική Ευρώπη, καθώς ξεκίνησε από το Λούβρο, περιόδευσε σε τρεις ηπείρους και πόλεις όπως: Βερολίνο, Βαρκελώνη, Αγία Πετρούπολη, Ουάσινγκτον, Τόκιο, Αμπού Ντάμπι κ.ά.
Η έκθεση διοργανώνεται από τη Σαουδική Επιτροπή Τουρισμού και Εθνικής Κληρονομιάς, το Εθνικό Μουσείο του Ριάντ και το Μουσείο Μπενάκη με την υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού και τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Εξωτερικών. Συνοδεύεται από ελληνικό και αγγλικό κατάλογο, ειδικές ξεναγήσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα (αναλυτικά στο https://www.benaki.gr/index) και θα παραμείνει στην Πειραιώς έως τις 26 Μαΐου.