Δυνάμεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας προχώρησαν σε νέες αεροπορικές επιδρομές κατά θέσεων των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη. Σύμφωνα με πληροφορίες από το τηλεοπτικό δίκτυο Αλ Μασίρα, το οποίο στηρίζει τους Χούθι, οι επιδρομές στόχευσαν περιοχές στις επαρχίες Αμράν και Σαάντα κατά τις πρώτες ώρες της Δευτέρας 11 Νοεμβρίου.
Οι επιθέσεις αυτές φαίνεται να συνιστούν κλιμάκωση, καθώς ακολούθησαν τους βομβαρδισμούς της προηγούμενης νύχτας, που στόχευσαν αποθήκες όπλων κοντά στην πρωτεύουσα Σανάα. Το Σάββατο προς Κυριακή, επιβεβαιώθηκε από υψηλόβαθμο αξιωματούχο του Πενταγώνου ότι επλήγησαν αποθήκες προηγμένων όπλων των Χούθι.
Στόχος η στρατιωτική υποδομή των Χούθι
Η νέα αυτή σειρά επιθέσεων εστιάζεται σε κρίσιμες υποδομές των Χούθι, οι οποίες περιλαμβάνουν αποθήκες όπλων και στρατιωτικές βάσεις. Η Ουάσινγκτον και το Λονδίνο φέρονται να συνεργάζονται για την αποδυνάμωση των στρατιωτικών δυνατοτήτων των ανταρτών, οι οποίοι διατηρούν σημαντική παρουσία σε βόρειες περιοχές της χώρας.
Αν και οι επιδρομές δεν έχουν επιβεβαιωθεί επίσημα από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας, στρατιωτικές πηγές αναφέρουν ότι οι στόχοι περιλάμβαναν αποθήκες προηγμένων οπλικών συστημάτων, που ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν σε μελλοντικές επιθέσεις κατά στόχων στη Σαουδική Αραβία.
Ανησυχία για περαιτέρω κλιμάκωση της σύγκρουσης
Οι αεροπορικές επιθέσεις αυτές έρχονται σε μια περίοδο αυξανόμενης έντασης στην περιοχή, με τους Χούθι να απαντούν με πυραυλικές επιθέσεις σε σαουδαραβικά εδάφη. Η κλιμάκωση αυτή προκαλεί ανησυχία για μια νέα φάση της σύγκρουσης, που θα μπορούσε να περιπλέξει περαιτέρω τις ήδη εύθραυστες ειρηνευτικές συνομιλίες.
Συνεχείς επιθέσεις στην Υεμένη
Η Υεμένη παραμένει πεδίο σφοδρών συγκρούσεων μεταξύ των Χούθι και των δυνάμεων που υποστηρίζονται από τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα. Οι πρόσφατες επιθέσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας αναδεικνύουν την αυξανόμενη ανάμιξη των Δυτικών δυνάμεων στην περιοχή, με στόχο τον περιορισμό της επιρροής του Ιράν, το οποίο στηρίζει τους Χούθι.
Η ένταση στην περιοχή της Μέσης Ανατολής αυξάνεται, με τον διεθνή παράγοντα να επιχειρεί να ελέγξει την εξάπλωση των συγκρούσεων πέρα από τα σύνορα της Υεμένης.