Η χρήση της λέξης «κριντζάρω» είναι ευρέως διαδεδομένη στη νεολαία και γίνεται κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η λέξη «κριντζάρω» προέρχεται από το αγγλικό «to cringe», το οποίο σημαίνει «να νιώθω ντροπή ή αηδία». Στην ελληνική γλώσσα, η αντίστοιχη λέξη του «κριντζάρω» είναι «νιώθω ετεροντροπή». Δηλαδή, νιώθω ντροπή εξαιτίας της στάσης και των πράξεων κάποιου άλλου προσώπου. Η λέξη «ετεροντροπή» είναι ουσιαστικό και σημαίνει «ντροπή που νιώθει κάποιος για τις πράξεις ή τη στάση κάποιου άλλου προσώπου». Για παράδειγμα, εάν κάποιος νιώσει ντροπή για το ότι ο φίλος του συμπεριφέρεται με ντροπιαστικό τρόπο, μπορεί να πει «νιώθω ετεροντροπή».
Χρησιμοποιείται για να εκφράσει το συναίσθημα της ντροπής που νιώθει κάποιος εξαιτίας της στάσης ή των πράξεων κάποιου άλλου προσώπου.
Για παράδειγμα, αν κάποιος δει κάποιον να συμπεριφέρεται με ντροπιαστικό τρόπο, μπορεί να πει «κριντζάρω». Ή, εάν κάποιος ακούσει κάποιον να λέει κάτι άβολο ή αμήχανο, μπορεί επίσης να πει «κριντζάρω».
Η χρήση της λέξης «κριντζάρω» είναι ευρέως διαδεδομένη στη νεολαία και γίνεται κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.