Η αλήθεια πίσω από την εννοιολογική υπεροχή της ελληνικής γλώσσας


Ένας από τους πιο γνωστούς μύθους γύρω από την ελληνική γλώσσα είναι ο ισχυρισμός ότι είναι η μόνη «εννοιολογική» γλώσσα. Σύμφωνα με αυτόν τον ισχυρισμό, η ελληνική γλώσσα έχει μια ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στο «σημαίνον» και το «σημαινόμενο». Πιο συγκεκριμένα, προβάλλεται η άποψη ότι οι λέξεις στην ελληνική δεν είναι απλώς τυχαίες σειρές γραμμάτων, αλλά ότι το «σημαίνον» (ηχητική ή γραπτή εικόνα της λέξης) συνδέεται στενά με την έννοια της λέξης, κάτι που δεν ισχύει στις άλλες γλώσσες.

Παράδειγμα: Ο «Αστήρ» και η σχέση του με την έννοια

Σύμφωνα με τα υποστηρικτικά κείμενα του μύθου αυτού, η λέξη «αστήρ» αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα εννοιολογικής σύνδεσης. Η λέξη φέρεται να αποτελείται από το στερητικό «α-» και το ρήμα «ίστημι», που σημαίνει κάτι που δεν είναι σταθερό, κάτι που κινείται στον ουρανό. Με τον τρόπο αυτό, προβάλλεται η άποψη ότι υπάρχει πρωτογενής σχέση ανάμεσα στη λέξη και το εννοιολογικό της περιεχόμενο.

Καταρρίπτοντας τον μύθο

Παρά τους ισχυρισμούς αυτούς, οι γλωσσολόγοι επισημαίνουν ότι η ελληνική δεν διαφέρει στη δομή της από άλλες γλώσσες. Όπως σε κάθε γλώσσα, οι λέξεις δεν έχουν ενδογενή εννοιολογική σύνδεση με τις σημασίες τους· πρόκειται για αυθαίρετες συμφωνίες ή συμβάσεις που απλά επικρατούν και αναγνωρίζονται από τη γλωσσική κοινότητα.


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ