Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης υιοθέτησε αυστηρή στάση απέναντι στην κριτική που δέχεται από την πολιτική δεξιά, απαντώντας με αιχμηρές δηλώσεις για «υπερπατριώτες» και «πατριώτες της φακής».
Της: Έπης Τρίμη
Η συγκεκριμένη φράση αφορά άτομα που, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, παρουσιάζουν έντονη κριτική χωρίς να έχουν πραγματικά συμβάλει σε εθνικά ζητήματα, όπως η προστασία των συνόρων ή η ενίσχυση της άμυνας.
Στόχος οι εθνικές προκλήσεις και το μεταναστευτικό
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε έμφαση στην ανάγκη να παραμείνει σταθερή η πολιτική της χώρας σε ζητήματα εθνικής κυριαρχίας, ιδίως στο πλαίσιο του ελληνοτουρκικού διαλόγου. Επανέλαβε ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να δεχτεί διαπραγματεύσεις που αφορούν την κυριαρχία της, ενώ εξέφρασε την ανάγκη να συνεχιστούν οι συνομιλίες με την Τουρκία, παρότι είναι μακριά η επίτευξη συμφωνίας για τις θαλάσσιες ζώνες και την ΑΟΖ.
Στο πεδίο του μεταναστευτικού, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η Ευρώπη προχωρά αργά αλλά σταθερά προς μια κατεύθυνση που ευνοεί τις ελληνικές θέσεις. Σημαντική ήταν και η αναφορά του στην πιθανότητα υιοθέτησης ενός μοντέλου ανάλογου με της Ιταλίας, που εξετάζει τη δημιουργία κλειστών κέντρων εκτός της Ε.Ε. για τους μετανάστες των οποίων οι αιτήσεις ασύλου απορρίπτονται
Αντιπαράθεση με τον Σαμαρά και κόκκινες γραμμές
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στις απόψεις του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, τονίζοντας ότι, παρόλο που τις σέβεται, διαφέρουν από τις ακραίες φωνές που προέρχονται από την πολιτική δεξιά. Σημείωσε επίσης τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης στα ελληνοτουρκικά ζητήματα, υπογραμμίζοντας ότι ενώ η Ελλάδα συζητά με την Τουρκία, αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει άμεση προοπτική συμφωνίας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε από τις Βρυξέλλες την απάντησή του στον Αντώνη Σαμαρά και όσα υποστήριξε ο πρώην πρωθυπουργός για τη στάση της κυβέρνησης σχετικά με τα ελληνοτουρκικά. «Πού ήταν οι υπερπατριώτες όταν προστατεύσαμε τα σύνορα στον Έβρο;» διερωτήθηκε ο κ. Μητσοτάκης, στέλνοντας το μήνυμά του.
«Επιτρέψτε μου να κάνω μια διάκριση μεταξύ των απόψεων του κυρίου Σαμαρά και των υπόλοιπων φωνών που ακούγονται γύρω από τα ζητήματα αυτά. Για τον κύριο Σαμαρά θα πω ότι οι απόψεις του είναι σεβαστές. Ο ίδιος μάλιστα είχε συναντηθεί με τον κ. Ερντογάν και θυμίζω ότι και επί ημερών του έγιναν διερευνητικές επαφές με την Τουρκία. Τώρα όμως αφήνω στην άκρη αυτό το θέμα. Διαπιστώνω ότι υπάρχουν πολλές εξαιρετικά ακραίες φωνές στην Ελλάδα από κόμματα τα οποία βρίσκονται στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας και από διάφορα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία περίπου κατηγορούν την κυβέρνηση και εμένα, τον υπουργό Εξωτερικών, ότι είμαστε μειοδότες, γιατί κάνουμε τι; Γιατί συζητούμε με την Τουρκία; Αναρωτιέμαι πού ήταν όλοι αυτοί οι υπερπατριώτες όταν εμείς προστατεύσαμε τα σύνορα της Ελλάδος στον Έβρο;», είπε αρχικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και συνέχισε:
«Πού ήταν όλοι αυτοί οι υπερπατριώτες όταν εμείς επεκτείναμε τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια στο Ιόνιο, όταν υπογράφαμε την αποκλειστική οικονομική Ζώνη με την Αίγυπτο, δημιουργώντας κυριαρχικά δικαιώματα με τη βούλα, με το νόμο πού ήταν όλοι αυτοί οι υπερπατριώτες όταν αγοράζαμε τα Rafale; Όταν κάναμε την παραγγελία για τα για τα F-35; Έχω μιλήσει και στο παρελθόν για «πατριώτες της φακής». Και εν πάση περιπτώσει σήμερα η Ελλάδα είναι σε θέση να συζητά με την Τουρκία πολιτισμένα, αλλά και σε μια θέση πολύ πιο ισχυρή απ’ ό,τι ήταν το 2019 και το συζητάμε. Δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε ούτε ξεπουλάμε ούτε προδίδουμε κανέναν. Και η χώρα έχει πληρώσει πολύ ακριβά στην ιστορία της αυτήν την ακραία ρητορική, η οποία δεν υπηρετεί τελικά τα εθνικά συμφέροντα και σίγουρα δεν κομίζει και καμία ουσιαστική εναλλακτική στο τραπέζι. Η Ελλάδα λοιπόν -σε αυτό στηρίζω απόλυτα τον υπουργό Εξωτερικών- θα εξακολουθεί να συνομιλεί με την Τουρκία όπως το έχουμε ήδη κάνει. Έχω συναντηθεί έξι φορές με τον κύριο Ερντογάν. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε συμφωνήσει ότι είμαστε κοντά σε μια συμφωνία για τα ζητήματα των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Έχουμε πολύ δρόμο ακόμα να διανύσουμε για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Αλλά ήθελα να δώσω αυτή τη λίγο πιο εκτεταμένη απάντηση προς όλους αυτούς, οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους πιο πατριώτες από ότι είμαστε όλοι εμείς. Υποψιάζομαι ότι σε μια πραγματική κρίση θα ήταν οι πρώτοι που «θα έβαζαν την ουρά στα σκέλια».
Ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες και επιστροφές μεταναστών
Αναφορικά με το μεταναστευτικό, ο πρωθυπουργός επικεντρώθηκε στη σημασία των επιστροφών μεταναστών που δεν δικαιούνται άσυλο, τονίζοντας ότι η ΕΕ κινείται προς μια κατεύθυνση που ευνοεί την Ελλάδα. Μια πιθανή λύση είναι η αποστολή των μεταναστών σε κέντρα εκτός της Ε.Ε., μια πρόταση που θα εξεταστεί περαιτέρω από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Συγκεκριμένα, ανέφερε: «Το γεγονός ότι καταφέραμε να πετύχουμε συμφωνία σχετικά με τα συμπεράσματα στο κεφάλαιο του μεταναστευτικού είναι μια πολύ θετική εξέλιξη και αν μου επιτρέπετε μια γενικότερη παρατήρηση: Η Ελλάδα από το 2019 υπερασπίζεται μια αυστηρή αλλά δίκαιη μεταναστευτική πολιτική, δίνοντας μεγάλη έμφαση στην εξωτερική διάσταση της μετανάστευσης, στην προστασία δηλαδή των εξωτερικών συνόρων, της Ευρωπαϊκής Ένωσης», συμπλήρωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σχετικά με το μεταναστευτικό.
«Και τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει σήμερα η Πολωνία με την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού προβλήματος από τη Λευκορωσία και τη Ρωσία, η Ελλάδα τα αντιμετώπισε πρώτη. Θέλω να θυμίσω ότι από τον Μάρτιο του 2020 δείχνουμε πλήρη συμπαράσταση σε μια χώρα η οποία αντιμετωπίζει αντίστοιχα προβλήματα. Αυτά τα χρόνια όμως, η πολιτική της Ευρώπης στο μεταναστευτικό άλλαξε και ήρθε πολύ πιο κοντά στις ελληνικές θέσεις και αυτό αποτελεί πια ένα αυταπόδεικτο συμπέρασμα. Το οποίο προκύπτει και από τα ίδια τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Η εξωτερική διάσταση της μετανάστευσης, η προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων, το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο αποτελούν επιτυχίες της Ευρώπης και είναι θέσεις οι οποίες είναι κοντά στις ελληνικές θέσεις. Η Ευρώπη έχει πάρει μια απόφαση. Είναι μια απόφαση η οποία προφανώς εξυπηρετεί και τα ελληνικά συμφέροντα, ότι δεν είναι δυνατόν να καθορίζουν οι διακινητές ποιος θα εισέρχεται στην ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτό το οποίο ερχόμαστε τώρα να συμπληρώσουμε ως επόμενο βήμα είναι να δρομολογήσουμε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για τις επιστροφές.
«Διότι η επιχειρηματολογία μας θα είναι μόνο πλήρης αν πούμε ότι εμείς καθορίζουμε ποιος θέλει να μπει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά όποιος δεν μπορεί και δεν έχει θέση στην Ευρώπη, γιατί δεν δικαιούται άσυλο, πρέπει να επιστρέφει στη χώρα από την οποία προήλθε. Και αυτό ακριβώς είναι το αντικείμενο και της οδηγίας που δώσαμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επεξεργαστεί γρήγορα νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία γύρω από τα ζητήματα των επιστροφών».