Εκτελέστηκε στις 25 Αυγούστου 1972 – Είχε κάψει ζωντανούς τη σύζυγό του, την πεθερά του και τα δυο ανήλικα παιδιά του
«Αγαπημένη μου μητέρα, σε πίκρανα και σε γέμισα πόνο και θλίψη, καθώς και τον πατέρα και τα αδέρφια, μην ξεχνάς όμως μητέρα, ότι ο Θεός επιτρέπει τον πόνο και την θλίψιν, χαρίζει όμως και υπόσχεται ελπίδα και υπομονή. Υπομονή, λοιπόν, μητέρα και θα δοξάσουμε όλοι τον Θεό μια μέρα».
Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που είχε γράψει στο αποχαιρετιστήριο γράμμα του, ο Βασίλης Λυμπέρης, ο τελευταίος θανατοποινίτης που εκτελέστηκε στη χώρα μας. Είχε κάψει ζωντανούς, την σύζυγό του, την πεθερά του και τα δυο ανήλικα παιδιά του.
Η εκτέλεσή του η οποία έγινε στο Ηράκλειο Κρήτης στις 25 Αυγούστου 1972, ήταν η τελευταία που αποφασίστηκε στην Ελλάδα, καθώς η θανατική ποινή από το 1974 και μετά δεν εφαρμόστηκε ποτέ, μέχρι την κατάργησή της με νόμο το 1994 και την οριστική απάλειψή της από το Σύνταγμα, το 2001.
Να τον συγχωρέσουν Θεός και άνθρωποι
Παρότι ο Βασίλης Λυμπέρης δεν γνώριζε την ακριβή μέρα, το βράδυ πριν την εκτέλεσή του, είχε ζητήσει να γράψει στη μητέρα του, σαν να είχε διαισθανθεί πως ο χρόνος του τελείωνε. Μόλις ολοκλήρωσε το γράμμα, το άφησε στο κρεβάτι και περίμενε τον ιερέα της ενορίας Κων. Ασπετάκη για να τον κοινωνήσει. Μπροστά του ο Β. Λυμπέρης δάκρυσε και παρακάλεσε «να τον συγχωρέσουν ο Θεός και οι άνθρωποι».
Λίγο αργότερα, στις 4:20 μπήκε στο κελί του ο αρχιφύλακας Γιάννης Καβαλιεράκης. Τον οδήγησε στο γραφείο του διευθυντή των φυλακών. Εκεί, παρουσία του αντιεισαγγελέα Πρωτοδικών Ηρακλείου του γραμματέα της Εισαγγελίας, του Διοικητή της Χωροφυλακής, ενός νεαρού ιερέα και άλλων υπηρεσιακών παραγόντων, του ανακοινώθηκε η ποινή του δικαστηρίου, η απόφαση του θανάτου καθώς και η ώρα της εκτέλεσης.
Η διαταγή είχε φτάσει 48 ώρες νωρίτερα. Ακούγοντας πως είχε φτάσει πια το τέλος, ο Βασίλης Λυμπέρης κατέρρευσε. Σωριάστηκε στην καρέκλα του δωματίου, χωρίς να μπορεί να ανάψει ούτε το τσιγάρο που κρατούσε στο χέρι του.
Αν και ο ίδιος, λίγες ημέρες μετά τη σύλληψή του, δεν έβρισκε κανένα λόγο για να συνεχίσει να ζει, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Αυτό που δημιούργησα εγώ δεν υπάρχει πλέον. Γιατί να ζω;», η αναγγελία της εκτέλεσής του, τον λύγισε.
Η ώρα της εκτέλεσης, σύμφωνα με το σωφρονιστικό κώδικα, ήταν η στιγμή που χαράζει, ώστε ο μελλοθάνατος να αντικρίσει για τελευταία φορά τον ήλιο. Οι στρατιώτες που προθυμοποιήθηκαν, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, να πάρουν μέρος στην εκτέλεση ήταν 30 από τους οποίους επελέγησαν 12, όπως όριζε ο κανονισμός.
Ο Βασίλης Λυμπέρης ζήτησε να του δέσουν τα μάτια. Ο επικεφαλής υπολοχαγός του αποσπάσματος του τα έκλεισε με ένα λευκό μαντήλι. Ο μελλοθάνατος στάθηκε ακίνητος, χωρίς να πει κουβέντα. Όταν άρχισαν να τον γαζώνουν οι σφαίρες, έπεσε στο έδαφος σφαδάζοντας.
Η σπαρακτική κραυγή της μάνας του Βασίλη Λυμπέρη η οποία σε απόσταση, μαζί με τον άλλο της γιο, έβλεπε τις σφαίρες να διαπερνούν το σώμα του παιδιού της, έχει χαραχτεί για πάντα στη μνήμη όσων βρίσκονταν στον τόπο της εκτέλεσης.
Κοίταξε αλλού και έδωσε τη χαριστική βολή
Ο επικεφαλής υπολοχαγός του εκτελεστικού αποσπάσματος ο οποίος έπρεπε να ρίξει τη χαριστική βολή στο Βασίλη Λυμπέρη, δεν μπόρεσε να το κάνει και διέταξε έναν επιλοχία να τον αντικαταστήσει. Αμήχανος κι επιλοχίας, άφησε το περίστροφο που κρατούσε και πήρε ένα αυτόματο όπλο το οποίο έστρεψε στο πεσμένο σώμα του Β. Λυμπέρη και κοιτώντας ο ίδιος αλλού, πυροβόλησε.
Όπως μάλιστα διηγούνται όσοι ήταν «αυτόπτες μάρτυρες» της εκτέλεσης, από τον εκνευρισμό του επιλοχία, το όπλο εκπυρσοκρότησε τρεις φορές και οι τρεις σφαίρες παραμόρφωσαν το κρανίο του νεκρού. Για πολλούς μήνες μετά, λεγόταν πως ο επιλοχίας κυκλοφορούσε μόνος του στο στρατόπεδο, παραμιλώντας πως από τις δικές του σφαίρες έπεσε νεκρός ο Βασίλης Λυμπέρης. Παρόλο που οι συνάδελφοι του τον διαβεβαίωναν πως είχε πεθάνει από τις έξι σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος, εκείνος δεν μπορούσε να το δεχτεί. Μέχρι που ο διοικητής της Σ.Ε.Α.Π. τον απάλλαξε για έξι μήνες από τα καθήκοντά του…
Την ημέρα που εκτελέστηκε ο Βασίλης Λυμπέρης, είχε επίσης προγραμματιστεί και η εκτέλεση του συνεργού του, Παύλου Αγγελόπουλου, ο οποίος είχε επίσης καταδικασθεί από το Κακουργιοδικείο της Αθήνας, τέσσερις φορές σε θάνατο.
Η εκτέλεση αυτή όμως δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Ο Παύλος Αγγελόπουλος ήταν τότε μόλις 18 ετών. Μετά από τρία χρόνια, η ποινή του μετατράπηκε -σύμφωνα με το νόμο- σε ισόβια κάθειρξη.
Μου φώναξε πως θα πληρώσω για όλα
Σχεδόν επτά μήνες πριν την εκτέλεση του Βασίλη Λυμπέρη, η σύζυγός του η οποία έδωσε μάχη να κρατηθεί στη ζωή επί 20 ημέρες στο νοσοκομείο αλλά τελικά πέθανε, είχε προλάβει να αποκαλύψει στους αστυνομικούς πως εκείνος έβαλε φωτιά στο σπίτι τους, για να τους κάψει όλους. «Κοιμόμουνα και άκουσα θόρυβο. Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και είδα τον άνδρα μου να σκορπά με ένα δοχείο βενζίνη. Μόλις με είδε, μου φώναξε πως θα πληρώσω για όλα. Του φώναξα πως είναι κακούργος και έβαλα τις φωνές, αλλά κανείς δεν με άκουγε. Με άρπαξε και με πέταξε στις φλόγες και με κρατούσε εκεί για να καώ ζωντανή. Έκλεισε και την πόρτα για να μην γλιτώσουμε», είχε πει η γυναίκα λίγο πριν ξεψυχήσει, στους αστυνομικούς.
Ο Βασίλης Λυμπέρης δεν άργησε να παραδεχτεί την ενοχή του. «Εγώ το έκανα αλλά δεν ήθελα να κάνω κακό στα παιδιά μου. Αιτία ήταν η πεθερά μου» είπε στην Αστυνομία. Πίστευε πως η σχέση του με τη σύζυγό του είχε κλονιστεί εξαιτίας της πεθεράς του. Για αυτό ζήτησε μάλιστα τη βοήθεια του 18χρονου συνεργού του, υποσχόμενος ότι θα του κάνει δώρο ένα αυτοκίνητο …
Η εκτέλεση του Βασίλη Λυμπέρη έκλεισε το «μαύρο» κύκλο των θανατικών εκτελέσεων ανδρών, ποινικών κρατουμένων στην Ελλάδα.
Η τελευταία γυναίκα που εκτελέστηκε
Η τελευταία πάντως γυναίκα που εκτελέστηκε στη χώρα μας ήταν η 40χρονη Μανιάτισσα Αικατερίνη Δημητρέα η οποία είχε καταδικαστεί 4 φορές σε θάνατο, γιατί δολοφόνησε δηλητηριάζοντας με παραθείο την 70χρονη μητέρα της, τον αδερφό της τη θεία της και το τον 5χρονο ανιψιό της ενώ η 4χρονη ανιψιά της γλύτωσε γιατί δεν έφαγε το δηλητηριασμένο λουκούμι.
Ο λόγος του πολλαπλού φονικού, είναι ότι η Δημητρέα, είχε εγκαταλειφθεί από το σύζυγό της, λόγω του δύστροπου χαρακτήρα της, κάτι που της το υπενθύμιζε καθημερινά η οικογένειά της η οποία δε σταμάτησε να της το καταλογίζει. Η Αικατερίνη Δημητρέα εκτελέστηκε στις 10 Ιουλίου του 1965 στου Γουδί.
Επιβεβλημένη η κατάργηση της θανατικής ποινής
Με τουλάχιστον 21.919 ανθρώπους να έχουν καταδικαστεί σε θάνατο παγκοσμίως, η ανάγκη πλήρους κατάργησης της θανατικής ποινής σε όλες τις χώρες, όπου ακόμη εφαρμόζεται είναι επιβεβλημένη και άμεση.
«Η θανατική ποινή αποτελεί σύμπτωμα της κουλτούρας της βίας και όχι τρόπος αντιμετώπισής της. Γνωρίζουμε πως επιστρατεύοντας την υποστήριξη των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, μπορούμε να εναντιωθούμε σε αυτήν τη σκληρή τιμωρία και να σταματήσουμε τη θανατική ποινή σε παγκόσμιο επίπεδο», τονίζει η Διεθνής Αμνησία με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα Κατά της Θανατικής Ποινής (10 Οκτωβρίου).
Στις σύγχρονες κοινωνίες , παρά τους αγώνες για την αναγνώριση της ζωής ως υπέρτατο αγαθό και δικαίωμα, η θανατική ποινή συνεχίζει να εφαρμόζεται σε διάφορες χώρες, όπως οι ΗΠΑ ενώ στην Ευρώπη έχει πλέον καταργηθεί και αποτελεί παρελθόν
Ρεκόρ εκτελέσεων στην Κίνα
Το θλιβερό ρεκόρ στις εκτελέσεις θανατοποινιτών, σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Αμνηστείας, κατέχει η Κίνα με περισσότερες από 1000 εκτελέσεις το 2017, ακολουθούμενη από το Ιράν, την Σαουδική Αραβία και το Ιράκ. Στις ΗΠΑ, ο αριθμός των θανατοποινιτών που οδηγήθηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα ή εκτελέστηκαν με άλλο τρόπο πέρυσι ανήλθε σε 23.
Η Διεθνής Αμνηστία κατέγραψε το 2017, τουλάχιστον 993 εκτελέσεις σε 23 χώρες, ποσοστό 4% μικρότερο από ότι ήταν το 2016 (1.032 εκτελέσεις) και 39% σε σχέση με το 2015 (όταν η οργάνωση κατέγραψε 1.634 εκτελέσεις, τον μεγαλύτερο αριθμό από το 1989). Τουλάχιστον 2.591 καταδίκες σε θανατική ποινή καταγράφηκαν το 2017 σε 53 χώρες, μια σημαντική μείωση σε σχέση με τον αριθμό-ρεκόρ των 3.117 ποινών που καταγράφηκαν το 2016. Αυτοί οι αριθμοί δεν περιλαμβάνουν τις χιλιάδες καταδίκες σε θάνατο και εκτελέσεις που, όπως πιστεύει η Διεθνής Αμνηστία, επιβλήθηκαν και εφαρμόστηκαν στην Κίνα, όπου ο αριθμός εκτελέσεων που γίνονται μέσα στη χώρα αποτελεί κρατικό μυστικό.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστεία, πτώση παρουσιάζει ο αριθμός των εκτελέσεων σε όλη την Υποσαχάρια Αφρική, από πέντε το 2016 σε δύο το 2017, με τη Σομαλία και το Νότιο Σουδάν να είναι οι μόνες γνωστές χώρες που συνεχίζουν τις εκτελέσεις. Ωστόσο, αν και εκθέσεις δείχνουν πως η Μποτσουάνα και το Σουδάν ξεκίνησαν πάλι τις εκτελέσεις το 2018, η οργάνωση επισημαίνει πως αυτό δεν πρέπει να επισκιάσει τα θετικά βήματα που έκαναν οι υπόλοιπες χώρες της περιοχής.
«Τα τελευταία 40 χρόνια, έχουμε γίνει μάρτυρες μιας πολύ θετικής αλλαγής της στάσης των κρατών ως προς τη τη θανατική ποινή, αλλά χρειάζεται να γίνουν πιο άμεσες κινήσεις για να σταματήσει αυτή η τρομακτική πρακτική κρατικών δολοφονιών», », έχει δηλώσει ο Ινδός ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα και Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστείας από το 2010 έως τον Ιούλιο του 2018, Salil Shetty προσθέτοντας πως είναι καιρός πια η αποτρόπαια αυτή ποινή να ανήκει μόνο στα βιβλία της ιστορίας…