Ταινίες πρώτης προβολής: Με έξι πρεμιέρες οδεύουμε προς την καρδιά του καλοκαιριού, κατά το οποίο τα θερινά σινεμά, παρά τις σοβαρές απώλειες, δείχνουν να αντέχουν στην κόντρα με τις τηλεοπτικές αθλητικές μεταδόσεις.
Από τις νέες ταινίες ξεχωρίζουν το θρίλερ «Longlegs», με έναν αγνώριστο Νίκολας Κέιτζ και η περιπέτεια καταστροφής «Τwisters», σίκουελ της γνωστής επιτυχίας του 1996, που αναμένεται να τραβήξει το ενδιαφέρον του ευρύτερου κοινού.
Σε επανέκδοση η ανεπανάληπτη δημιουργία του Βιτόριο ντε Σίκα «Κλέφτης Ποδηλάτων», μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών και τα εξαιρετικά «Πρόγευμα στο Τίφανις», με την Όντρεϊ Χέπμπορν και «Η Παράσταση Αρχίζει», το θρυλικό μιούζικαλ του Μπομπ Φόσι, με τον Ρόι Σάιντερ.
Longlegs Αστυνομικό θρίλερ, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Οζ Πέρκινς, με τους Μάικα Μονρό, Νίκολας Κέιτζ, Αλίσια Γουίτ, Μπλερ Άντεργουντ, Κίρναν Σίπκα, Ντακότα Ντάλμπι κα.
Ο Νίκολας Κέιτζ, που όσο απαξιώνεται και αποστασιοποιείται από τα μοντέλα του Χόλιγουντ τόσο γίνεται πιο αγαπητός, ρίχνεται αυτή τη φορά στα βαθιά και τα καταφέρνει άψογα. Και το σημαντικότερο, συμμετέχοντας σε ένα σφιχτοδεμένο και εξαιρετικού ενδιαφέροντος θρίλερ.
Ο Οζ Πέρκινς («The Blackcoat’s Daughter»), ο οποίος έχει δείξει ικανοποιητικά δείγματα γραφής, δεν αρκείται μόνο στη φόρμα ενός σκοτεινού και βαρύ αστυνομικού θρίλερ, που θυμίζει το «Seven», το «Zodiac» ή τη «Σιωπή των Αμνών», αλλά επεκτείνεται στον μεταφυσικό τρόμο, ιδίως προς το τέλος, όπου το φιλμ χάνει και μέρος της γοητείας του.
Έχει προλάβει, όμως, να διαπεράσει τον θεατή, αναδεικνύοντας την αποκρουστική φύση του κακού, μέσα σε μία ασφυκτική ατμόσφαιρα, που προκαλεί ανατριχίλες.
Η Λι Χάρκερ, μία ταλαντούχα πράκτορας του FBI, προσλήφθηκε πρόσφατα από την υπηρεσία για να ερευνήσει μια υπόθεση ενός κατά συρροή δολοφόνου, που κυκλοφορεί ελεύθερος από το 1975. Ο τρόπος δράσης του αποκρουστικού και παρανοϊκού δολοφόνου είναι ασυνήθιστος, καθώς πιστεύεται ότι είναι ικανός να πείσει τους άντρες να σφάξουν όλα τα μέλη της οικογένειάς τους. Αποτέλεσμα αυτής της ικανότητας; Έντεκα γυναίκες έχουν ήδη σφαγιαστεί, ενώ ο δολοφόνος παραμένει ασύλληπτος. Η έρευνα θα στραφεί προς τον αποκρυφισμό και ταυτόχρονα θα δημιουργηθούν δεσμοί μεταξύ του δολοφόνου και της νεαρής ντετέκτιβ.
Από την πρώτη κιόλας περίτεχνη και αρκούντως τρομαχτική σκηνή, ο Πέρκινς βάζει τα θεμέλια για ένα στιβαρό θρίλερ, με μπόλικη δόση τρόμου, αλλά και για μια ταινία με πολλές αναφορές στο είδος, αποτίοντας φόρο τιμής στον κινηματογραφικό τρόμο των περασμένων δεκαετιών.
Ένα μικρό ξανθό κορίτσι πλησιάζεται από έναν άντρα δασύτριχο και με χλωμό και παράξενα θηλυκό πρόσωπο – ναι, είναι ο Νίκολας Κέιτζ, που απολαμβάνει όσο ποτέ τον ρόλο του.
Ο Πέρκινς διατηρεί την παλαιομοδίτικη ατμόσφαιρα σε όλες τις σκηνές αναδρομής και ειδικά μέσα από εκείνες μέσα από τη ματιά του μικρού κοριτσιού, ενώ οι αστυνομικές έρευνες είναι γυρισμένες με σύγχρονο τρόπο, θυμίζοντας τον Φίντσερ και ειδικά στο «Zodiac».
Η αγωνία και το κλίμα φόβου κρύβεται πολλές φορές στο φόντο των πλάνων, ενώ ο Πέρκινς αξιοποιεί στο έπακρο τον πραγματικό τρόμο, πολλές φορές και τον μεταφυσικό – εκεί που χάνει ορισμένους πόντους – για να δημιουργήσει μία ανατριχιαστική σκοτεινή ατμόσφαιρα και ρίγη στους θεατές.
Η Μάικα Μονρό, στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι απολύτως πειστική, μεταφέροντας τα συναισθήματά της στην οθόνη, ο Νίκολας Κέιτζ, σχεδόν αγνώριστος τα πάει περίφημα, ενώ και οι ηθοποιοί που τους πλαισιώνουν συμβάλλουν στην αγωνιώδη ενέργεια της ταινίας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η πράκτορας του FBI Λι Χάρκερ αναλαμβάνει την επίλυση της υπόθεσης ενός κατά συρροή δολοφόνου. Σύντομα ανακαλύπτει μία προσωπική σχέση μαζί του και θα πρέπει να τον σταματήσει πριν χτυπήσει ξανά.
Τwisters Περιπέτεια, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Λι Άιζακ Τσανγκ, με τους Γκλεν Πάουελ, Ντέζι Έντγκαρ-Τζόουνς, Ντάριλ ΜακΚόρμακ, Κίρναν Σίπκα, Άντονι Ράμος, Μάουρα Τίρνι κα.
Θεαματικότατη περιπέτεια καταστροφής, διά χειρός Λι Άιζακ Τσανγκ, του Αμερικάνου, νοτιοκορεάτικης καταγωγής, σκηνοθέτη, που μας είχε δώσει ενθαρρυντικά διαπιστευτήρια με το Minari πριν τέσσερα χρόνια, όταν ήταν ακόμη ένας δημιουργός ανεξάρτητων παραγωγών.
Πρόκειται για το σίκουελ της μεγάλης επιτυχίας του 1996 «Τwister», το οποίο διαθέτει μία πλούσια παραγωγή, από τη σύμπραξη των Universal Pictures, Warner Bros και Amblin Entertainment (με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ στην εκτέλεση παραγωγής) και διευθυντή παραγωγής τον Φρανκ Μάρσαλ.
Ο Τσανγκ, θα αξιοποιήσει τις εντυπωσιακές δυνατότητες των ψηφιακών εφέ, ενώ ταυτόχρονα θα ακολουθήσει με συνέπεια τους κανόνες του ψυχαγωγικού σινεμά: Με μία δόση κωμωδίας και δράματος, δύο δόσεις ρομάντζου και τρεις δόσεις περιπέτειας και αγωνίας.
Η Κέιτ Κούπερ είναι μία πρώην κυνηγός καταιγίδων, που δεν μπορεί να ξεπεράσει τα τραύματά της από μία παλαιότερη τραγωδία που προκλήθηκε από ανεμοστρόβιλο.
Τώρα πια, μελετάει μοτίβα καταιγίδων από την ασφάλεια του σπιτιού της στη Νέα Υόρκη, αλλά θα παρασυρθεί από ένα φίλο της στις ανοιχτές πεδιάδες της Οκλαχόμα, για να δοκιμάσουν ένα πρωτοποριακό σύστημα εντοπισμού.
Εκεί, θα συναντήσει τον Τάιλερ Όουενς, έναν γοητευτικό και απερίσκεπτο σταρ social-media, που έχει γίνει διάσημος με τις αναρτήσεις για τις ριψοκίνδυνες περιπέτειες του με το κυνήγι καταιγίδων, με τον οποίο θα ενώσουν τις δυνάμεις τους προκειμένου θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν την καταστροφή από την ένωση δυο τεράστιων ανεμοστρόβιλων.
Χωρίς να υπάρχει στο σενάριο, κάποιος από τους παλαιότερους χαρακτήρες της αρχικής ταινίας, ο Τσανγκ θα έχει την ευχέρεια να δημιουργήσει τους δικούς του ενδιαφέροντες χαρακτήρες, παρότι πολύ λίγο ξεφεύγει από τις συνταγές των ταινιών καταστροφής.
Το στόρι, που φυσικά έχει και ένα μικρό πέρασμα του γνωστού μηνύματος για την κλιματική κρίση και την περιβαλλοντική καταστροφή, θα παρασύρει τους θεατές σε μια ψυχαγωγική περιπέτεια, στην οποία θα αντιπαρατεθούν οι φυσικές καταστροφικές δυνάμεις με τους επιστήμονες και τους ατρόμητους ανθρώπους της περιπέτειας.
Τα κλισέ χρησιμοποιούνται με μέτρο, καθώς τα ανοιχτά τοπία της Οκλαχόμα και η ψηφιακή δύναμη της φύσης έχουν το δικό τους πρωταγωνιστικό ρόλο στο φιλμ, ενώ η σύζευξη των χαρακτήρων στέκεται σε ικανοποιητικό επίπεδο, για μια ταινία καταστροφής.
Η Έντγκαρ Τζόουνς και ο Γκλεν Πάουελ είναι σε κάτι ταιριαστό για την γκάμα των ερμηνευτικών τους ικανοτήτων, ενώ συμπαθητικοί είναι και οι υπόλοιποι ηθοποιοί, αν και ορισμένες στιγμές συνειδητοποιείς ότι οι τρομεροί τυφώνες είναι οι πρωταγωνιστές της ταινίας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Καθώς η περίοδος των καταιγίδων εντείνεται και πρωτοφανή καιρικά φαινόμενα κάνουν την εμφάνισή τους, οι δρόμοι μιας μετεωρολόγου με τραυματική εμπειρία και ενός διάσημου κυνηγού της περιπέτειας και των social media διασταυρώνονται.
Υπάρχει Πάντα το Αύριο (“C’è ancora domani”) Κοινωνική δραματική κομεντί, ιταλικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Πάολα Κορταλέζι, με τους Πάολα Κορταλέζι, Βαλέριο Μασταντρέα, Ρομάνα Ματζόρα Βεργκάνο, Φραντσέσκο Σαντοράμε κα.
Και μόνο οι θύμησες του νεορεαλισμού, που προσφέρει φαινομενικά στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο η ηθοποιός Πάολα Κορταλέζι, ήταν αρκετές απ’ ό,τι φαίνεται για να κάνει αυτή την, τουλάχιστον άνιση και με αρκετές αστοχίες, κοινωνική δραμεντί, για την πατριαρχική ιταλική κοινωνία, την κακοποιητική συμπεριφορά των συζύγων έναντι των γυναικών και την αφύπνιση της γυναικείας χειραφέτησης, την πιο εμπορική ταινία πέρσι και μία από τις εμπορικότερες όλων των εποχών στη γείτονα χώρα.
Οι βασικές ενστάσεις για την ταινία έχουν σχέση με την απλοϊκή έως και συνειδητά αφελή προσέγγιση του θέματος, το ύφος και τη σκηνοθετική αντίληψη της ταινίας.
Και αυτό διότι δεν πρόκειται για μια νεορεαλιστική ταινία, ούτε ένα είδος αναβίωσης του νεορεαλισμού, αλλά εμφανώς μία προσπάθεια μίμησης της νεορεαλιστικής ατμόσφαιρας και της σύνδεσής της, κάποιες φορές, εξόφθαλμα και ανεπιτυχώς με τον «μαγικό ρεαλισμό».
Το φιλμ, γυρισμένο σε ασπρόμαυρο, προσεγγίζει το φεμινιστικό της θέμα, με ένα οικογενειακό δράμα και ενδοοικογενειακής κακοποίησης, που εξελίσσεται σε μια εργατική συνοικία της μεταπολεμικής Ρώμης, περισσότερο ως μία απομίμηση του νεορεαλιστικού ρεύματος, ρίχνοντας στο παιχνίδι παραπομπές με ντε Σίκα και Φελίνι, ενώ η ερμηνεία της σκηνοθέτριας -πρωταγωνίστριας ακουμπά πολλές φορές συνειδητά στις εμβληματικές εμφανίσεις των Άννα Μανιάνι και Σοφία Λόρεν (στα όρια της ιεροσυλίας).
Στην Ιταλία, αμέσως μετά τον πόλεμο κι ενώ οι Αμερικάνοι στρατιώτες κάνουν ακόμη περιπολίες στη Ρώμη, η οικογένεια της Ντέλια, μιας απλής ταπεινής νοικοκυράς, βρίσκεται σε αναταραχή λόγω του επικείμενου αρραβώνα της αγαπημένης πρωτότοκης κόρης.
Ο άνδρας της Ντέλια, που την χτυπά σε καθημερινή βάση, για ασήμαντες αφορμές, την κακοποιεί λεκτικά, την περιφρονεί μπροστά στα παιδιά της – ο μικρός γιος βρίζει χειρότερα και από τον πατέρα του – είναι ο αφέντης, στον οποίο δεν τολμούν να πουν για τη σχέση της κόρης.
Μέχρι που θα μάθει ότι οι γονείς του υποψήφιου γαμπρού είναι πλούσιοι και θα αλλάξει στάση, αλλά και η Ντέλια, αφού θα αποτρέψει τον επικείμενο γάμο, όταν συνειδητοποιεί ότι ο χαριτωμένος και ερωτευμένος νεαρός, κρύβει μέσα του έναν άντρα σαν τον δικό της.
Επιεικώς, η ταινία θα μπορούσε να σταθεί σαν ένα κοινωνικό μελόδραμα εποχής, αν δεν υπήρχε αυτή η εξόφθαλμη μίμηση του νεορεαλισμού, καθώς διαθέτει ένα καλοστεκούμενο σενάριο, με αρχή, μέση και δυστυχώς, ένα καταστροφικό φινάλε.
Ο χαρακτήρας της ηρωίδας είναι σχετικά προσεγμένος, μια γυναικεία οικεία φιγούρα του παρελθόντος – ίσως και του παρόντος, που προσπαθεί να κρατήσει την οικογένειά της, να κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να εξασφαλίσει ένα καλύτερο αύριο για τα παιδιά της, να πάρει, με όποια δύναμη της απομένει, τη ζωή της στα χέρια της.
Αντιθέτως, ο σύζυγος είναι στα όρια της καρικατούρας, ενώ η κόρη είναι σχετικά πειστική, κυρίως με τους καυγάδες που έχει με τη μάνα της, επειδή ανέχεται τη συμπεριφορά του άντρα της.
Πέρα από τη μοδάτη σύνδεση της ταινίας με το metoo, η ταινία πάσχει και στον τρόπο που αντιμετωπίζει τη φτώχεια, τα στερεότυπα της εποχής και την κακοποίηση.
Για τη σκηνοθέτιδα αυτά δεν οφείλονται στην άγνοια και την κληρονομιά της ταξικής καταπίεσης, στις ιδεολογίες μίσους που άκμασαν για δεκαετίες στην Ιταλία, αλλά ως κατάλοιπα ενός καθυστερημένου λαού, που μπορούν να αντιμετωπιστούν με ευσεβείς πόθους και την περιβόητη και πολυσύνθετη «αμερικάνικη βοήθεια».
Στα αρνητικά και η πενιχρή αναφορά στην ιστορική περίοδο που ξεδιπλώνεται η ιστορία, όταν η Ιταλία μόλις έχει απελευθερωθεί – με έναν μαύρο Αμερικάνο στρατιώτη να συμβολίζει την πρόοδο και την υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η φτώχεια να εμφανίζεται ως μία φυσική εξέλιξη και τα καυτά πολιτικά θέματα της εποχής να εκλείπουν παντελώς.
Ακόμη και η αναφορά στους μαυραγορίτες της προηγούμενης περιόδου, που βρέθηκαν με χρήματα μετά τον πόλεμο (η οικογένεια του νεαρού που θέλει να παντρευτεί την κόρη της Ντέλια) είναι ασθενική.
Για να φτάσουμε στο καταστροφικό φινάλε, όπου βλέπουμε την ηρωίδα να ολοκληρώνει την επανάστασή της, πηγαίνοντας να ψηφίσει στις πρώτες εκλογές, που δίνεται το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, λες και αυτό να είναι αρκετό , για τη χειραφέτησή τους, όταν ακόμη και σήμερα βλέπουμε ότι υπάρχει πολύς δρόμος για να ξεφύγουν οι γυναίκες από την καταπίεση, τη φτώχεια, τα στερεότυπα, το σύστημα υποταγής, που επιβάλλεται στους ασθενέστερους αυτού του κόσμου.
Με δυο κουβέντες: Άλλα τα μάτια του λαγού και άλλα της κουκουβάγιας…
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στη μεταπολεμική Ιταλία, η οικογένεια της Ντέλια, μιας απλής νοικοκυράς, βρίσκεται σε αναταραχή λόγω του επικείμενου αρραβώνα της αγαπημένης της πρωτότοκης Μαρστέλα. Η άφιξη ενός μυστηριώδους γράμματος ωστόσο θα πυροδοτήσει το κουράγιο της Ντέλια να αντιμετωπίσει τον βίαιο σύζυγό της και να φανταστεί ένα καλύτερο μέλλον.
Fly me to the Moon Κομεντί, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Κρεγκ Μπερλάντι, με τους Τσάινγκ Τέιτουμ, Σκάρλετ Γιόχανσον, Γούντι Χάρελσον, Άννα Γκαρσία, Κρις Έβανς κα.