Οι δημοτικοί σύμβουλοι του Εδιμβούργου ψήφισαν την τελευταία εβδομάδα ώστε να είναι η πόλη η πρώτη στην Μεγάλη Βρετανία που θα επιβάλει «τουριστικό φόρο». Η ψηφοφορία η οποία απαιτεί νομοθέτηση από το κοινοβούλιο της Σκοτίας πριν τεθεί σε ισχύ, καλεί σε χρέωση 2 λιρών για κάθε διανυκτέρευση, σε όλα τα καταλύματα, κατά την πρώτη εβδομάδα παραμονής του επισκέπτη.
Η κίνηση του Εδιμβούργου ακολουθεί τα σχέδια της Βενετίας να επιβάλει χρέωση εισόδου στους ημερήσιους επισκέπτες και η οποία ανάγκασε τον ιταλό υπουργό τουρισμού Gian Marco Centinaio να αναρωτηθεί: «θέλουμε να γίνουν μια χώρα που απωθεί τους τουρίστες;».
Οι «τουριστικοί φόροι» δεν είναι κάτι νέο. Πολλές πόλεις ανά τον κόσμο έχουν επιβάλει εισφορές στα δωμάτια των ξενοδοχείων. Κινούνται, όπως δείχνει μια χρήσιμη έκθεση (2017 Greater London Authority report) από ένα συγκεκριμένο ποσό, όπως προτείνει το Εδιμβούργου έως ποσοστιαίες χρεώσεις επί του λογαριασμού, με τις τελευταίες να εξαρτώνται από την κατηγορία του ξενοδοχείου.
Οι υποστηρικτές των τουριστικών χρεώσεων συνήθως επικαλούνται δυο επιχειρήματα: είτε ότι το σημείο κατακλύζεται από επισκέπτες, όπως στην περίπτωση της Βενετίας, είτε ότι οι τουρίστες χρησιμοποιούν υποδομές και πρέπει να μοιράζονται το βάρος της πληρωμής τους.
Είναι αλήθεια ότι οι τουρίστες χρησιμοποιούν πάρκα, δοχεία απορριμμάτων, δωρεάν ή επιδοτούμενα μουσεία και αναλώνουν χρόνο της αστυνομίας, όλες υπηρεσίες που πληρώνονται από τους φόρους των κατοίκων. Στη συζήτηση αναφορικά με τους φόρους που επιβάλλονται στους τουρίστες υπάρχει μια αίσθηση ότι οι τελευταίοι αποτελούν «μπελά». Γεμίζουν τα πεζοδρόμια και τα τρένα, τριγυρίζουν στους δρόμους, δεν ξέρουν που πηγαίνουν και γενικά δημιουργούν ένα χάος. Η Βενετία υποστηρίζει ότι χρειάζεται τα έσοδα από το τέλος εισόδου για να μαζέψει τα σκουπίδια που αφήνουν πίσω τους.
Πόσους τουρίστες μπορεί να φιλοξενήσει μια πόλη πριν προκληθεί συνωστισμός για όλους; Ο διεθνής τουρισμός αυξάνει ραγδαία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού, ένα σώμα του ΟΗΕ, προβλέπει ανάπτυξη 3,8% στις διεθνείς τουριστικές αφίξεις μεταξύ 2010 και 2020. Το 2017 υπήρξαν 1,3 διεθνείς τουριστικές αφίξεις, άνοδος 7% έναντι της αμέσως προηγούμενης χρονιάς.
Οι περισσότεροι πηγαίνουν στην Ευρώπη, 51% το 2017. Οι προορισμοί σε Ασία και Ειρηνικό ήταν οι πιο δημοφιλείς με 24%. Το 16% πήγε στην Αμερική. Μόλις 4% στη Μέση Ανατολή και 5% στην Αφρική.
Μεταξύ των επιμέρους κρατών, Γαλλία, Ισπανία και ΗΠΑ ήταν οι τρεις μεγαλύτεροι διεθνείς προορισμοί. Το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν έβδομο. Ηταν πίσω από Κίνα, Ιταλία και Μεξικό, αλλά είναι μια αξιέπαινη επίδοση για μια χώρα με αναξιόπιστο καιρό και λίγα σε ότι αφορά παραλίες ή θέρετρα για σκι.
Οι κάτοικοι των πλέον επισκέψιμων χωρών ίσως πιστεύουν ότι οι παραπάνω επιδόσεις είναι αρκετές και οι άνθρωποι θα πρέπει να αρχίσουν να επιλέγουν προορισμούς σε Αφρική και Μέση Ανατολή, στους οποίους πραγματικά χρειάζονται. Αλλά, ενώ ο τουρισμός, αν τύψει ορθής διαχείρισης, μπορεί να είναι μέσο για ανάπτυξη, η ιδέα ότι οι πλουσιότερες χώρες μπορούν να προχωρήσουν χωρίς τουρίστες ή με πολύ λιγότερους, είναι τρομερά εφησυχαστική.
Η Γαλλία είχε τη δική της εμπειρία από την πτώση του τουρισμού το 2016, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της προηγούμενης χρονιάς. Ο αριθμός διεθνών τουριστών υποχώρησε μόλις 2,2% αλλά το οικονομικό αντίκτυπο ήταν εμφανές. «Το 2016 ήταν ένα είδος εφιάλτη για εμάς», δήλωσε αξιωματούχος του γραφείου τουρισμού του Παρισιού.
Οι τουρίστες δεν στηρίζουν μόνο τις θέσεις εργασίας σε ξενοδοχεία και εστιατόρια. Δημιουργούν απασχόληση, μεταξύ άλλων, τους προμηθευτές τροφίμων, ποτών και ειδών σπιτιού, αλλά και στους κατασκευαστές επίπλων και λευκών ειδών. Θέατρα και οδηγοί ταξί καταλαβαίνουν άμεσα πότε οι τουρίστες σταματούν να έρχονται.
Υπάρχει ένα επιχείρημα, τόσο σε οικονομικούς, όσο και σε περιβαλλοντικούς όρους, για τις χώρες που στοχεύουν σε χαμηλότερες αυξήσεις στον αριθμό και υψηλότερη ανάπτυξη στο τουριστικό έσοδο. Οι επισκέπτες που ξοδεύουν περισσότερα είναι ξεκάθαρα πιο πολύτιμοι από αυτούς που ξοδεύουν λιγότερα.
Ενώ οι ΗΠΑ είναι τρίτες σε διεθνείς τουριστικές αφίξεις είναι ξεκάθαρα πρώτες σε τουριστικά έσοδα, κερδίζοντας πάνω από τρεις φορές περισσότερα απ’ όσα Ισπανία και Γαλλία.
Υπό αυτό το πρίσμα ο προτεινόμενος τουριστικός φόρος του Εδιμβούργου έχει νόημα. Οι επισκέπτες που ξοδεύουν πολλά δεν θα αποθαρρυνθούν από μια χρέωση μόλις δυο λιρών, ενώ όσοι ταξιδεύουν με το σακίδιο στην πλάτη ίσως αποφασίσουν ότι οι διακοπές είναι τώρα πολύ ακριβές. Αδικο για τους τελευταίους, αλλά καλύτερο για την πόλη αν εξασφαλίσει αυξανόμενο μερίδιο από τουρίστες που δαπανούν πολλά.
Θα τους κερδίσει όμως; Αυτό είναι το στοίχημα. Αν οι πλούσιοι τουρίστες αποφασίσουν επίσης να σταματήσουν να επισκέπτονται την πόλη, οι κραυγές θα ακουστούν πέρα από το δημοτικό συμβούλιο της πόλης.
Του Michael Skapinker