Ταινίες πρώτης προβολής: Η βρετανική πικάντικη κωμωδία, «Μικρά Πρόστυχα Γράμματα», με τις Ολίβια Κόλμαν και Τζέσι Μπάκλεϊ, το επικών διαστάσεων γουέστερν του Κέβιν Κόστνερ, «Horizon: Ένα Αμερικάνικο Έπος» και το αναζωογονητικό πρίκουελ της τεράστιας επιτυχίας «Ένα Ήσυχο Μέρος: Ημέρα Πρώτη», αναμένεται να τραβήξουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του κοινού το επόμενο επταήμερο.
Προβάλλεται ακόμη το ελληνικό ψυχολογικό θρίλερ «Ο Τελευταίος Ταξιτζής» του Στέργιου Πάσχου, ενώ από τις επανεκδόσεις ξεχωρίζει εμφανώς το αριστούργημα του Κένζι Μιζογκούτσι «Επιστάτης Σάνσο».
Μικρά Πρόστυχα Γράμματα (“Wicked Little Letters”) Κωμωδία εποχής, βρετανικής και αμερικάνικης παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Θία Σάροκ, με τους Ολίβια Κόλμαν, Τζέσι Μπάκλεϊ, Τίμοθι Σπολ, Αντζάνα Βασάν κα.
Όχι και τόσο κοντά στην παράδοση της φλεγματικής βρετανικής κωμωδίας, που συνδέεται απαλά με το μυστήριο, είναι αυτή η πικάντικη ταινία της Θία Σάροκ («Πριν Έρθεις Εσύ»), που δεν μας είχε πείσει για τις ικανότητές της, αλλά εδώ κάνει ένα ενθαρρυντικό βήμα.
Η Σάροκ, έχοντας μπροστά της το πνευματώδες, αλλά σχετικά άνισο, σενάριο του Τζόνι Σουίφτ – εμπνευσμένο από μία αληθινή ιστορία των αρχών του 20ου αιώνα – θα τα πάει αρκετά καλύτερα, αν και ορισμένες φορές δίνει την αίσθηση της χαμένης ευκαιρίας για μία ξεκαρδιστική κωμωδία, που περιέχει, ταυτόχρονα και αρκετά μηνύματα, για την υποκρισία της αστικής θρησκευόμενης αγγλικής κοινωνίας, την στερεοτυπική ισχύ των ανδρών, τη χειραφέτηση της γυναίκας, μέσω της ηρωίδας της.
Σε μια παραθαλάσσια αγγλική κωμόπολη, τη δεκαετία του ‘20, οι κάτοικοί της αναστατώνονται όταν αρχίζουν να λαμβάνουν ανώνυμες επιστολές, με βωμολοχίες.
Ανάμεσα στους αποδέκτες των «βρόμικων» γραμμάτων και η συντηρητική Ίντιθ, μεγαλοκοπέλα, μίας θεοφοβούμενης πατριαρχικής οικογένειας, η οποία έχει συνάψει φιλικές σχέσεις, με τη νέα γειτόνισά της, την Ιρλανδέζα μετανάστρια Ρόουζ, που ο άντρας της πέθανε στον πόλεμο, έχει μια κόρη και η συμπεριφορά της είναι ιδιαιτέρως προκλητική:
Ζει όπως επιθυμεί, βρίζει συνεχώς, πίνει στα μπαρ και κάνει σεξ φωναχτά, με τον μαύρο σύντροφό της.
Είναι η ιδανική για να βρεθεί κατηγορούμενη, με το αστυνομικό τμήμα να αποδέχεται την άποψη των συντηρητικών κατοίκων της περιοχής, αλλά και λόγω βλακείας, παρότι μία νεαρή μιγάδα αστυφύλακας έχει βάσιμες αντιρρήσεις.
Το φιλμ της Σάροκ, ξεκινά ενθαρρυντικά με την ανάγνωση μίας ξεκαρδιστικής επιστολής, στην οποία ακόμη και η βωμολοχία διαπερνιέται από έναν αδιόρατο βρετανικό καθωσπρεπισμό, ενώ ακολουθεί το ξετύλιγμα της ιστορίας και των χαρακτήρων.
Θα ακολουθήσει μία μικρή κοιλιά, όταν η σκηνοθέτιδα πρέπει να χωρέσει τα κοινωνικά μηνύματά της, χωρίς να δείχνει την τόλμη που απαιτεί μία ξέφρενη κωμωδία, για να ακολουθήσει το τελευταίο απολαυστικό μέρος, στο οποίο κυριαρχεί το χιούμορ, η αποκάλυψη για την αποστολέα των γραμμάτων, το ξέσπασμα της ατίθασης Ιρλανδέζας, αλλά και το καλοκουρδισμένο φινάλε.
Η πρόθεση της Σάροκ να περάσει ορισμένα καλοδεχούμενα μηνύματα, με έναν συμβατικό τρόπο – για τη γυναικεία χειραφέτηση, την ανδροκρατούμενη κοινωνία, με την υπερβολή της χαζομάρας των ανδρών, την υποκρισία της εκκλησίας, τη μιγάδα αστυνομικίνα που είναι η μόνη η οποία αντιστέκεται στο κυρίαρχο ρεύμα – θα ρίξουν ελαφρώς το αποτέλεσμα.
Και επιπροσθέτως η επιλογή της, πολλές φορές να αφήνει στην άκρη τα κωμικά στοιχεία προς χάριν των μηνυμάτων και της καταπίεσης που υφίσταται η συντηρητική Ίντιθ.
Παρά ταύτα, είναι μία καλοστεκούμενη κωμωδία, που έχει ορισμένες ξεκαρδιστικές σκηνές κι ένα σενάριο που κρατά το ενδιαφέρον του κοινού μέχρι τέλους.
Και βεβαίως, δυο πρωταγωνίστριες, την Ολίβια Κόλμαν να υποδύεται άψογα τη συντηρητική καταπιεσμένη ερωτικά μεγαλοκοπέλα και την Τζέσι Μπάκλεϊ στον ρόλο της αδάμαστης Ιρλανδέζας να δίνει έναν φρέσκο αέρα στο μουχλιασμένο σκηνικό της αγγλικής κωμόπολης, ενώ εξαιρετικοί είναι και οι δεύτεροι ρόλοι, απ’ τους οποίους ξεχωρίζει ο Τίμοθι Σπολ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Σε μια παραθαλάσσια πόλη της Αγγλίας τη δεκαετία του ’20 μια Ιρλανδή μετανάστρια κατηγορείται για μια σειρά από ανώνυμες επιστολές με βωμολοχίες που λαμβάνουν οι κάτοικοι του χωριού.
Horizon: Ένα Αμερικάνικο Έπος (“Horizon: An American Saga – Chapter 1”) Γουέστερν, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Κέβιν Κόστνερ, με τους Κέβιν Κόστνερ, Σιένα Μίλερ, Σαμ Γουόρθινγκτον, Ντάνι Χιούστον, Γουίλ Πάτον, Τζένα Μαλόουν, Μάικλ Ρούκερ κα.
Το πρώτο μέρος ενός τετράπτυχου έπους για την αιματοβαμμένη κατάκτηση της Άγριας Δύσης, ενός φιλόδοξου γουέστερν του Κέβιν Κόστνερ, ο οποίος έχει γυρίσει μία από τις καλύτερες ταινίες του είδους των τελευταίων 40 χρόνων («Χορεύοντας με τους Λύκους») κερδίζοντας και το Όσκαρ καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας το 1991.
Ο Κέβιν Κόστνερ, βάζοντας περίπου 40 εκατομμύρια δολάρια από τη δική του περιουσία, για να χρηματοδοτήσει τις τέσσερις συνολικά ταινίες κόστους 100 εκατομμυρίων – οι πρώτες δυο είναι ήδη έτοιμες – θα βάλει ένα δύσκολο στοίχημα για την επιστροφή στο κλασικό γουέστερν – ακολουθώντας μία νεοκλασική φόρμα.
Εδώ, στην πρώτη τρίωρη ταινία, που προβλήθηκε εκτός διαγωνισμού στις Κάννες, ουσιαστικά κάνει μία εκτεταμένη εισαγωγή ενός γουέστερν, με παραδοσιακά στοιχεία, που πλέον έχουν εκλείψει – τουλάχιστον σε επίπεδο σοβαρών παραγωγών.
Έχοντας εδώ και 25 χρόνια την ιδέα για αυτό το έπος, ο Κόστνερ βρήκε κλειστές πόρτες, κυρίως λόγω της έκτασης των ταινιών του και τα εξωτερικά γυρίσματα στην Γιούτα.
Μια ιδέα, που επεξεργάζεται ο Κόστνερ εδώ και 25 χρόνια και στην οποία δεν πίστεψε κανείς, καθώς μοιάζει περισσότερο με μίνι τηλεοπτική σειρά, πολλών χαρακτήρων, που εκτείνεται στις δύσκολες εποχές που δομήθηκε το αμερικάνικο έθνος πριν και μετά τον αμερικάνικο εμφύλιο πόλεμο.
Μέσα από ιστορίες οικογενειών και συγκρούσεών με ιθαγενείς, διασταυρώνοντας χαρακτήρες πολλών υποϊστοριών, με αντιπαραθέσεις και επεκτατικές διαθέσεις, το φιλμ φαντάζει ως ένα σημείο σαν μία επική σαπουνόπερα, χωρίς, ωστόσο, να γίνεται ιδιαιτέρως ενοχλητική.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Κόστνερ, εμφανίζεται αφού περάσει η πρώτη ώρα, υποδυόμενος έναν σκληρό έμπορο αλόγων, που κάτι κρύβει από το παρελθόν του.
Ο σκηνοθέτης Κόστνερ εστιάζει, με συνέπεια και ακολουθώντας τους κανόνες του κλασικού γουέστερν, στους ορίζοντες του αμερικάνικου τοπίου της Γιούτα, ενώ με την κάμερα διασχίζει το αχανές φυσικό σκηνικό αλλοτινών εποχών, παρακολουθώντας τις παράλληλες ιστορίες ανθρώπων που κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες, προσπαθούν να φτιάξουν το μέλλον τους σε έναν αφιλόξενο τόπο. Ενός πολυπρόσωπου ψηφιδωτού, μέσα από το οποίο εξιστορεί την κατάκτηση της Δύσης.
Από την οθόνη θα παρελάσουν ατελείωτα καραβάνια μεταναστών, ινδιάνοι με άγριες διαθέσεις, που καίνε καταυλισμούς, για να προστατέψουν την πατρίδα τους – ο Κόστνερ θα αποφύγει τον ρατσισμό που διέπει το κλασικό γουέστερν για τους ιθαγενείς, αλλά θα αφήσει και κάποια «γκρίζα» υπονοούμενα.
Ακόμη θα έρθουν αδίστακτοι λευκοί κυνηγοί, Κινέζοι μετανάστες, που στήνουν τις σιδηροδρομικές γραμμές, το αμερικάνικο ιππικό και μια σειρά από τυχοδιώκτες.
Με τη διαφορά, ότι ο Κόστνερ θα βάλει σε κεντρική θέση στην ταινία, ενός είδους αντρικού όπως το γουέστερν, τις γυναίκες και τον σημαντικό ρόλο που θα διαδραματίσουν στην πολυκύμαντη ιστορία.
Γενναίες γυναίκες, που αναγκάστηκαν να ξεπεράσουν τα όριά τους στην προσπάθεια να επιβιώσουν, να στήσουν το σπιτικό τους, να σώσουν τα παιδιά τους, σε μία εποχή που η ζωή δεν είχε καμία αξία.
Εν κατακλείδι, μία ταινία εκτεταμένης εισαγωγής, που υπόσχεται πολλά, διαθέτει πολυσύνθετους χαρακτήρες (κάποιοι απ’ τους οποίους μένουν ξεκρέμαστοι και αδιάφοροι), αποφεύγοντας την προφανή αναμέτρηση καλού- κακού, αλλά ορισμένες φορές να δείχνει ότι χάνει τον στόχο της, να σπαταλάει τον χρόνο σκορπίζοντας τις συγκινητικές σκηνές στους τέσσερις ανέμους, παρά το νοσταλγικό μουσικό σκορ του Τζον Ντέμπνεϊ, που παραπέμπει στο γουέστερν του ‘50. Σίγουρα, ένα φιλμ για τους λάτρεις του γουέστερν, που υπόσχεται μια καλύτερη συνέχεια. Ίδωμεν….
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Τοποθετημένο την περίοδο του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, το φιλμ εξερευνά τον τρόπο που κερδήθηκε και χάθηκε η Δύση, μέσα από ιστορίες ανθρώπων και οικογενειών.
Ένα Ήσυχο Μέρος: Ημέρα Πρώτη (“A Quiet Place: Day One”) Θρίλερ επιστημονικής φαντασίας, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Μάικλ Σαρνόσκι, με τους Λουπίτα Νιόνγκο, Τζόζεφ Κουίν, Άλεξ Γουλφ, Ντζιμόν Χουνσού κα.
Αναζωογονητικό πρίκουελ των διάσημων κι επιτυχημένων ταινιών τρόμου, που έρχεται να ξυπνήσει και πάλι τις φοβίες του κοινού, με το διαπεραστικό βλέμμα του Μάικλ Σαρνόσκι, που υπογράφει τη σκηνοθεσία, έχοντας πίσω του στην παραγωγή τούς Μάικλ Μπέι, Μπραντ Φούλερ και Τζον Κρασίνσκι, ο οποίος έβαλε τη σφραγίδα του στις προηγούμενες δύο ταινίες.
Δυο παραγωγές που κόστισαν ελάχιστα, ειδικά η πρώτη και έφεραν στην Paramount πάνω από 600 εκατομμύρια δολάρια. Όχι, όμως, αδικαιολόγητα, αφού όλα λειτούργησαν άψογα, με την έμπνευση του Κρανίνσκι να συναντά το μεράκι όλων των συντελεστών.
Η ταινία του Σαρνόφκσι, έχοντας απολέσει το στοιχείο της έκπληξης, εξακολουθεί να διατηρεί την αγωνία στα ύψη και να μοιράζει ανατριχίλες, ενώ το διακύβευμα δηλώνει παρών, καθώς ο άνθρωπος, στον αγώνα του για επιβίωση δεν πρέπει να γίνει σαν το τέρας.
Μια ακόμη ημέρα φασαρίας στους δρόμους της Νέας Υόρκης, με την Σαμ να τους περιδιαβαίνει αμέριμνη, κρατώντας αγκαλιά τον γάτο της.
Ξαφνικά, όλα έρχονται τα πάνω – κάτω, όταν ξεκινάει η εισβολή των εξωγήινων, πλασμάτων που πεινούν για ανθρώπινη σάρκα. Μέσα στο χάος, η Σαμ και οι υπόλοιποι επιζήσαντες του πρώτου κύματος της επίθεσης, θα ανακαλύψουν ότι εάν δεν κάνουν τον παραμικρό θόρυβο, είναι αόρατοι για τους αιμοδιψείς εξωγήινους.
Υποβλητικό θρίλερ τρόμου, που εκμεταλλεύεται για μια ακόμη φορά τη βωβή αφήγηση, προκειμένου να στήσει μια πανούργα αλληγορία αυτή της απειλής σε ένα χαώδες περιβάλλον, έναν κόσμο που φαίνεται εύθραυστος και ανήμπορος να μιλήσει, να δείξει τις αγωνίες του.
Με ένα σενάριο που δεν φλυαρεί, αλλά μας υποβάλει στην παντοδυναμία του φόβου, ο σκηνοθέτης θα αρπάξει την ευκαιρία για να μας προσφέρει αλλεπάλληλες σεκάνς τρόμου, που εναλλάσσει με αγωνιώδεις καταστάσεις, υπηρετώντας και εκσυγχρονίζοντας τις b movies επιστημονικής φαντασίας του ‘50, δένοντάς τες αρμονικά με τον τρόμο, παραπέμποντας σε σύγχρονους προβληματισμούς για την πορεία της ανθρωπότητας.
Μια αξιοπρόσεκτη προσπάθεια, που παρά τα χολιγουντιανά κλισέ, υπηρετεί ένα καθηλωτικό και αφηγηματικά υποδειγματικό θρίλερ επιβίωσης και βεβαίως δικαιώνει σε μεγάλο βαθμό την απόπειρα αναγέννησης των ταινιών «Ένα Ήσυχο Μέρος».
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η πρώτη μέρα της εισβολής των εξωγήινων τεράτων που βύθισαν τη Γη στη σιωπή.
Ο Τελευταίος Ταξιτζής Δραματικό θρίλερ, ελληνικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Στέργιου Πάσχου, με τους Κώστα Κορωναίο, Κλέλια Ανδριολάτου, Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Έκτορα Λιάτσο κα.
Ελληνικό ψυχολογικό θρίλερ, που ξεφεύγει από τη μετριότητα και ως ένα σημείο από την αυτοαναφορικότητα του νέου ελληνικού σινεμά, διαθέτει στιβαρή ματιά και ένα σενάριο, που αν μη τι άλλο στέκεται σε καλά επίπεδα.
Ο Στέργιος Πάσχος επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη έπειτα από επτά χρόνια και το «Άφτερλωβ», με το οποίο είχε κάνει το ντεμπούτο του σε ταινία μεγάλου μήκους, ακολουθώντας μια πιο στρωτή αφήγηση, κάνοντας πέρα τη μεταμοντέρνα οπτική και τις υπερβολές, προτιμώντας να εισχωρήσει με προσοχή στους χαρακτήρες και κυρίως του ήρωά του.
Ενός οικογενειάρχη, που φαινομενικά έχει τακτοποιήσει τη ζωή του, αλλά υποφέρει από τη συμβιβασμένη ζωή του και δεν θα αργήσει να ξεσπάσει, επηρεασμένος από το υπερεγώ του.
Ο Θωμάς, άφησε τα όνειρά του για τη λογοτεχνία για να γίνει ταξιτζής. Το βράδυ των Χριστουγέννων ένας μεσήλικας πελάτης του, αφού τραγουδά έναν βλάχικο σκοπό, φτάνοντας στον προορισμό του αρνείται να πληρώσει το αντίτιμο της κούρσας, υποστηρίζοντας ότι η διαδρομή κοστίζει λιγότερο.
Πληρώνει, βγαίνει και αυτοκτονεί με το όπλο του, στη μέση του δρόμου. Ο ταξιτζής πανικοβάλλεται, ψάχνει μάταια για βοήθεια, μέχρι που στην τσάντα του πελάτη του, εντοπίζει λίγες δεσμίδες χρημάτων.
Τις παίρνει και αφού ελέγχει ότι δεν υπάρχει αυτόπτης μάρτυρας, φεύγει από τον τόπο της αυτοκτονίας. Όμως, γρήγορα θα το μετανιώσει και θα αποφασίσει να επιστρέψει στο σημείο του θλιβερού περιστατικού, όπου τυχαία θα συναντήσει την αποξενωμένη κόρη του εκλιπόντα, με την οποία θα συνευρεθεί ερωτικά στα καθίσματα του ταξί.
Το δράμα αλλά και η αγωνιώδης έξαψη έχουν πυροδοτηθεί για δεύτερη φορά, καθώς η ερωτική αυτή περιπέτεια, για την κοπέλα, που έχει μόνιμη σχέση, είναι μία νύχτα ψυχολογικής αποφόρτισης και για εκείνον, που έχει κουραστεί από τη μονοτονία του γάμου του είναι μια σπίθα αρσενικής αυτοεπιβεβαίωσης.
Μία σπίθα που θα πυροδοτήσει το δράμα και τις υπόγειες εκρήξεις του ήρωα, καθώς οι ερωτικές επιθυμίες αλληλοσυγκρούονται, ενώ η φαντασιοπληξία ενός πενηντάρη σκοντάφτει πάνω στα νιάτα και στη προδομένη σύζυγο, που μπορεί να υπομένει.
Ένα φιλμ, που τελικά έχει το ενδιαφέρον του, κυρίως, λόγω της στιβαρής φόρμας του, αλλά και των καλογραμμένων χαρακτήρων.
Χαρακτήρες που υπηρετούν σε ικανοποιητικό βαθμό, ο Κώστας Κορωναίος με τη φυσικότητά του, η Κλέλια Ανδριολάτου με την ανεπιτήδευτη γοητευτική φρεσκάδα της και η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, που είναι εξαιρετική ως σύζυγος, αν και περιορισμένη ασφυκτικά από το σενάριο.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Θωμάς, ένας πενηντάρης κατ’ ανάγκην ταξιτζής, ζει μαζί με τη γυναίκα του και τον έφηβο γιο του. Παρότι έχει σπουδάσει φιλολογία και αγαπάει πολύ τη λογοτεχνία, ποτέ δεν κατάφερε να ζήσει σύμφωνα με τις προσδοκίες του. Όταν ένας πελάτης του θα αυτοκτονήσει η ζωή του θα βγει από τη βαρετή τροχιά της.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Επιστάτης Σάνσο (“Sansho Dayu”) Το μεγαλειώδες αριστούργημα του Κένζι Μιζογκούτσι, σε επετειακή επανέκδοση για τα 70 χρόνια από την πρεμιέρα του.
Ένας παραδοσιακός ιαπωνικός μύθος μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη ποιητικά, μιλώντας για τη φτώχεια, τη θέση της γυναίκας και τις φεουδαρχικές πεποιθήσεις που ακολουθούν την ιαπωνική κοινωνία.
Μαγικά πλάνα, από τον Καζούο Μιγιαγκάβα, έναν από τους καλύτερους διευθυντές φωτογραφίας της ιαπωνικής σχολής και υπέροχες ερμηνείες από τους Κινούγιο Τανάκα, Γιοσάκι Χαναγιάκι, Εϊτάρο Σίντο.
Το συγκλονιστικό στόρι, μας μεταφέρει στη μεσαιωνική Ιαπωνία, όταν ένας ιδεαλιστής κυβερνήτης δεν υπακούει τις προσταγές του κυρίαρχου φεουδάρχη και η σύζυγος και τα δυο παιδιά του αφήνονται να επιβιώσουν μόνοι τους, με αποτέλεσμα να απαχθούν από ληστές.
Η μητέρα πουλιέται ως πόρνη και τα παιδιά γίνονται σκλάβοι στο φέουδο του σκληρού επιστάτη Σάνσο, όπου μεγαλώνουν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες. Από τις ταινίες που δεν πρέπει να χάσει κάθε γνήσιος σινεφίλ.
Gas Station ή Τα Περιστέρια της Λαχώρης Ενδιαφέρον ελληνικό ντοκιμαντέρ του Θωμά Σίδερη για το τραγικό ναυάγιο στην Πύλο και τις απάνθρωπες συνθήκες των κυκλωμάτων διακίνησης μεταναστών.
Το φιλμ, που γυρίστηκε σε τρεις χώρες, Ελλάδα, Πακιστάν και Λιβύη, περιλαμβάνει σημαντικά ντοκουμέντα, κυρίως τις τηλεφωνικές συνομιλίες των μεταναστών με τις οικογένειές τους λίγο πριν ξεκινήσουν το μοιραίο ταξίδι τους για την Ιταλία, καθώς και τις βιντεοσκοπήσεις, που έκαναν οι ίδιοι οι μετανάστες με το κινητό τους τηλέφωνο στα λιβυκά κέντρα κράτησης.
Η εμπεριστατωμένη έρευνα, που κράτησε οχτώ μήνες, αναδεικνύει τη ζοφερή πραγματικότητα της μετανάστευσης, για ανθρώπους που ψάχνουν ένα καλύτερο αύριο και καταλήγουν εξαθλιωμένοι στην Ευρώπη ή και στα βάθη της Μεσογείου.
Ακόμη ένα χρήσιμο ντοκιμαντέρ του Θωμά Σίδερη («Τα Ρόδια του Ναγκόρνο Καραμπάχ»).
Ο Πάντα-Πανγκ στην Αφρική (“Panda Bear in Africa”) Πολύχρωμο, διασκεδαστικό animation, ολλανδικής και διεθνούς συμπαραγωγής 2024, σε σκηνοθεσία Ρίχαρντ Κλάους και Κάρστεν Κίλεριχ.
Συμπαθητικό φιλμάκι, που προβάλλεται μεταγλωττισμένο στα ελληνικά, για τη φιλία και τους κινδύνους της ζωής, μεταφέροντας τη δράση στην Αφρική, όπου το νεαρό αρκουδάκι Πάντα θα προσπαθήσει να σώσει τη δράκαινα φίλη του, από έναν τρελό μπαμπουΐνο και του κροκόδειλου συνεργού του.
Η Μεγάλη Ανατριχίλα (“The Big Chill”) Η διάσημη ταινία του Λόρενς Κάσντανς σε επανέκδοση, 40 χρόνια από την πρώτη της προβολή.
Από τις πλέον επιδραστικές ταινίες της δεκαετίας του ‘80, με ένα έξοχο καστ, των τότε ανερχόμενων ταλαντούχων ηθοποιών, που οι περισσότεροι εξελίχθηκαν σε σταρ.
Το εξαιρετικό σενάριο του Κάσνταν, που αξιοποίησαν τα μέγιστα οι πρωταγωνιστές, μας μεταφέρει στη συνάντηση μίας παρέας φίλων από το πανεπιστήμιο, στην κηδεία ενός συμφοιτητή τους, που αυτοκτόνησε.
Ένα Σαββατοκύριακο, όπου θα διασταυρωθούν οι ιστορίες των επτά φίλων, που έζησαν την επανάσταση των λουλουδιών, διαδήλωσαν κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, εμπνεύστηκαν από ριζοσπαστικές απόψεις και παραισθησιογόνα και κατέληξαν βολεμένοι, αναπολώντας την αθωότητα των νιάτων τους.
Μια μελαγχολική όσο και νοσταλγική ταινία συνειδητοποίησης, ενοχών και πληγών που δύσκολα επουλώνονται στην εποχή του Ρίγκαν. Τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ και διακριτικές πολλών αποχρώσεων ερμηνείες από τους Γουίλιαμ Χαρτ, Γκλεν Κλόουζ, Κέβιν Κλάιν, Τομ Μπέρετζερ, Τζεφ Γκόλνμπλαμ, Μεγκ Τίλι κα.
The Straight Story (“The Straight Story”) Ένας εντελώς διαφορετικός Ντέιβιντ Λιντς, με μια ιστορία ανθρώπινη και αρκούντως συγκινητική.
Το σενάριο, που δεν υπογράφει ο ίδιος ο Λιντς και βασίζεται σε μία αληθινή και αξιοπερίεργη ιστορία, θέλει έναν ηλικιωμένο άντρα από την επαρχία, να ξεκινά ένα μακρύ ταξίδι, διασχίζοντας τη μισή Αμερική, με το μοναδικό μέσο που έχει, μία μηχανή του γκαζόν, με αυτοσχέδιο τρέιλερ, όταν μαθαίνει ότι ο αποξενωμένος αδελφός του είναι ετοιμοθάνατος.
Έμπλεη συναισθημάτων και διακριτικών σχολίων, η ταινία ανοίγει έναν ιδιότυπο διάλογο με το κοινό.
Και αναδεικνύει ως πρωταγωνιστή έναν βετεράνο κασκαντέρ, τον Ρίτσαρντ Φάρνσγουορθ, ο οποίος έφτασε μέχρι τις υποψηφιότητες για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου. Δίπλα του η Σίσι Σπέισεκ και ο Χάρι Ντιν Στάντον.