Το σενάριο της ζωής μας


Είμαι ΟΚ, είσαι ΟΚ;

Ο Eric Berne, ήταν ο ψυχοθεραπευτής που εισήγαγε τη Συνδιαλεκτική Ανάλυση, μια σπουδαία κατεύθυνση στη σύγχρονη ψυχοθεραπεία.
Χωρίς να προχωρήσω εδώ σε βάθος, θα σας πω τελείως επιγραμματικά ότι ο Berne διαχώριζε τα περιστατικά σε τέσσερις βασικές κατηγορίες, ανάλογα με τη θέση που υιοθετούσε το κάθε άτομο απέναντι στους άλλους:

1) Είμαι Okay, είσαι Okay. (Υγιής θέση)
2) Είμαι Okay, δεν είσαι Okay.
3) Δεν είμαι Okay, είσαι Okay.
4) Δεν είμαι Okay, δεν είσαι Okay.

Η ιδέα του ήταν ότι έχει θεμελιώδη σημασία το κατά πόσο αισθανόμαστε ότι είμαστε «εντάξει», ότι είμαστε δηλαδή επαρκείς για να βγούμε στη ζωή και την κοινωνία. Επίσης είναι σημαντικό το αν δεχόμαστε ή όχι ότι και αυτοί που έχουμε απέναντί μας είναι επίσης Okay.

Σαν παιδιά, είναι πιθανό να πήραμε από την οικογένειά μας (και τον κοινωνικό περίγυρο) ένα μήνυμα ότι δεν είμαστε ακριβώς Okay έτσι όπως είμαστε. Αυτό μπορεί να μας το πέρασαν είτε λεκτικά είτε μη λεκτικά. Τα παιδιά είναι πολύ ευαίσθητα και συλλαμβάνουν τις προσδοκίες που έχουμε από αυτά με διάφορους τρόπους (ενεργειακά – διαισθητικά – ενσυναισθητικά – σωματικά κ.τ.λ.).

Έτσι πολλά παιδιά μπορεί να τα έχουν παραμελήσει και να τα έχουν κάνει να αισθανθούν ανεπιθύμητα (ίσως και να τα παράτησαν ή να τα εγκατέλειψαν στ’ αλήθεια). Άλλες φορές πάλι, υπάρχει έντονη κριτική και οι γονείς περνούν στο παιδί το μήνυμα «για να σε αγαπώ θα πρέπει να καταφέρεις να …».

Έτσι από μικροί μαθαίνουμε να έχουμε υψηλούς στόχους και να παλεύουμε *υπερβολικά* σκληρά για να τους επιτύχουμε. Κάποια άλλα παιδιά έχουν στ’ αλήθεια πνιγεί από την υπερπροστασία (η αθάνατη Ελληνίδα μάνα). Υπάρχει γύρω τους ένας τόσο σφικτός κλοιός, που δεν τους επιτρέπει να αναπτυχθούν. Δεν μπορούν να αποκτήσουν εμπειρίες και να κάνουν λάθη ώστε να μάθουν από αυτά.

Πραγματικά δεν μπορούν ν’ ανασάνουν. Υπάρχουν ακόμη παιδιά που μεγαλώνουν μέσα από μια διαρκή χειραγώγηση. Ποτέ δεν τους λένε ευθέως τι σκέφτονται, αλλά τα καθοδηγούν με πλάγιους και έμμεσους τρόπους να ικανοποιήσουν τις γονεϊκές προσδοκίες.
Και ο κατάλογος συνεχίζεται…

Το να είσαι γονιός δεν είναι εύκολο. Κανείς μας δεν τελείωσε άλλωστε μια σχολή γονέων κι ακόμη κι αν είχε τελειώσει δεν θα μπορούσε πάλι να αποφύγει να κάνει λάθη! Το σημαντικότερο όμως λάθος που κάνουν (ασυνείδητα συνήθως) οι γονείς, είναι να διαπραγματεύονται την αγάπη τους. «Αν είσαι καλό παιδί θα σε αγαπάω, αλλιώς …» Ή «Αν δεν είσαι καλό παιδί δεν θα σε αγαπώ εξίσου…».

Το αποτέλεσμα αυτού ήταν ότι όλοι μας μάθαμε σαν παιδιά μα φερόμαστε με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Υιοθετήσαμε ένα ρόλο για να μπορέσουμε να ενταχθούμε στο οικογενειακό (και κατ’ επέκταση στο κοινωνικό) σύστημα. Το άγχος της απόρριψης στην αδύναμη παιδική ηλικία είναι τόσο μεγάλο που κανείς μας δεν το ρίσκαρε.

Προκειμένου να είμαστε σίγουροι ότι μας αποδέχονται, πρόθυμα αναλάβαμε το ρόλο που μας φόρτωσαν. Λόγω της βαθιάς μας ανάγκης να είμαστε συνδεδεμένοι με την οικογένειά μας, δεχτήκαμε άνευ όρων τη «συμφωνία». Σαν συνέπεια αυτού απομακρυνθήκαμε από τον αληθή εαυτό μας, την πραγματική μας ουσία.
Έτσι σε μια πολύ τρυφερή ηλικία, πήραμε χωρίς να το θέλουμε, μια σημαντική απόφαση που στιγμάτησε όλη τη μετέπειτα ζωή μας.

Αποφασίσαμε να γίνουμε όπως μας ήθελαν κι όχι όπως εμείς θα θέλαμε. Με άλλα λόγια δηλαδή, αντί να λάβει χώρα αβίαστα η διαδικασία αυτή που είναι γνωστή ως «αυτορύθμιση», συνέβη μια προσαρμογή!

Κάποιοι από εμάς μεγαλώσαμε πριν την ώρα μας, αναλάβαμε ευθύνες που δεν ήταν ακόμη δικές μας και μάθαμε να θέτουμε στόχους ανεβάζοντας συνεχώς τον πύχη. Στην πορεία για την επίτευξη αυτών των στόχων αφήσαμε στην άκρη την παιδικότητά μας με τις «σαχλαμάρες» της, το γέλιο και τα παιγνίδια, καθώς και όλα αυτά τα μικρά «χαζά» πράγματα από τα οποία τρέφονται η ψυχή, η φαντασία και τα όνειρα η των παιδιών. Εν ολίγοις αποστερήσαμε τη ζωή μας από αυτή τη Χαρά, που μόνον τα παιδιά μπορούν να γνωρίσουν.

Κάποιοι άλλοι μάθαμε για τα καλά το συμβιβασμό. Εκπαιδευτήκαμε να μη διεκδικούμε ποτέ αυτό που θέλουμε γιατί δεν πρέπει. Γίναμε υποχωρητικοί και ξέρουμε να λέμε πάντα «ναι» γιατί έτσι θα είμαστε αρεστοί και αποδεκτοί από την αγέλη.

Σε κάποιους πάλι λειτούργησε η αντίθετη όψη αυτού του μηχανισμού και μάθαμε να λέμε πάντα «όχι». Είναι η ταύτιση με τον αρνητικό ρόλο του μαύρου προβάτου, του κακού, του επαναστάτη κ.λ.π. Κι έτσι διάγουμε το βίο μας εγκλωβισμένοι σε μια συνεχή (και συνήθως αναίτια) αντίδραση.

Κάποιοι αποσυρθήκαμε σε έναν φανταστικό, ρομαντικό κόσμο, ο οποίος είναι λιγότερο επώδυνος από την πραγματικότητα. Χάσαμε την επαφή μας με τους άλλους ανθρώπους και στην πραγματικότητα δεν είμαστε ποτέ παρόντες στα όσα συμβαίνουν γύρω μας.

Κάποιοι μάθαμε να λέμε συνεχώς ψέματα και να χειραγωγούμε τους άλλους. Δεν μπορούμε να εδραιώσουμε μια αληθινή σχέση γιατί αυτό που πρωτίστως επιθυμούμε είναι να έχουμε την (ψευδαίσθηση) του παντοδύναμου ελέγχου. Προσπαθούμε να καθοδηγούμε τους συντρόφους μας σύμφωνα με τις δικές μας επιθυμίες και παίζουμε ατελείωτα παιγνίδια μαζί τους με ολέθρια αποτελέσματα.

Οι ρόλοι και τα πρότυπα συμπεριφοράς που υπάρχουν δεν σταματούν εδώ. Τα παραπάνω ήσαν μόνο κάποια παραδείγματα από ένα μακροσκελή κατάλογο. Ο Eric Berne στο βιβλίο του “Παιγνίδια που παίζουν οι άνθρωποι” περιγράφει με μεγάλη γλαφυρότητα τουλάχιστον 80 διαφορετικά παιγνίδια και ρόλους, στα οποία εκπαιδευόμαστε καθώς μεγαλώνουμε.

Συνήθως μαθαίνουμε τους ρόλους των γονιών μας, αφού αυτοί αποτελούν τα πιο πρόσφορα πρόσωπα για αντιγραφή. Τους ξέρουμε πολύ καλά και τους μελετάμε καθημερινά. Τί πιο λογικό από το να υιοθετήσουμε και τους τρόπους τους…

Στην τρυφερή παιδική ηλικία το ότι παίξαμε αυτούς τους ρόλους με επιτυχία μας βοήθησε να ανταπεξέλθουμε στις τότε αντίξοες συνθήκες του περιβάλοντος που ζούσαμε. Το πρόβλημα ωστόσο εμφανίζεται στο παρόν. Γιατί τώρα αυτά τα πρότυπα συμπεριφοράς μας είναι τελείως δυσλειτουργικά.

Τώρα που ήμαστε ενήλικες και δυνατοί δεν τα έχουμε πια ανάγκη. Αλλά εξακολουθούμε να δρούμε με τον ίδιο τρόπο σαν αυτόματα. Τότε αναγκαστήκαμε να αποκοπούμε από τον αληθή εαυτό μας και το εσωτερικό παιδί μέσα μας συνεχίζει να είναι πολύ πληγωμένο από αυτό. Όλη αυτή η κακή εκπαίδευση που πήραμε κυλάει στις φλέβες μας.

Τότε δεν μας δέχτηκαν και δεν μας αγάπησαν όπως ακριβώς ήμασταν. Μας υποχρέωσαν (με τον τρόπο του ο καθένας) να αλλάξουμε, να προσαρμοστούμε και να γίνουμε κάτι διαφορετικό από τις «προδιαγραφές» μας.

Έτσι τώρα κι εμείς επιμένουμε να συντηρούμε τη θέση μας (συχνά με ένα ισχυρό παιδικό πείσμα), περιμένοντας να λάβουμε αυτά που μας χρωστούσαν τότε οι γονείς μας, δηλαδή αγάπη άνευ όρων, κατανόηση και αποδοχή.

Σαν αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, οι σχέσεις των ανθρώπων γίνονται δύσκολες και πολύπλοκες. Όταν προσπαθούμε να έρθουμε σε αληθινή επαφή με κάποιον, όταν τον πλησιάζουμε και μικραίνουν οι αποστάσεις, η κατάσταση αρχίζει να στρεβλώνει.

Είτε πρόκειται για ερωτική σχέση είτε για φιλική, δεν είμαστε αυθεντικοί αλλά παίζουμε τα γνώριμα παιγνίδια μας. Η οικειότητα φέρνει στην επιφάνεια βαθιά κρυμμένες πληγές μέσα μας και δεν είναι σπάνιο να σαμποτάρουμε εμείς οι ίδιοι τις σχέσεις μας, επαναλαμβάνοντας παλιές συνήθειες κατηγορίας, απαίτησης, απομόνωσης, κρυμμένων προσδοκιών, συμβιβασμού ή χειρισμού…

Ο τρόπος με τον οποίο αγαπηθήκαμε από τους γονείς μας ως παιδιά, έχει σφραγίσει καθοριστικά τον τρόπο που βλέπουμε σήμερα τον εαυτό μας και τους άλλους. Το κλειδί λοιπόν είναι να μπορέσουμε να εντοπίσουμε το «σενάριο της ζωής μας».

Αν συνειδητοποιήσουμε το μηχανισμό που κρύβεται πίσω από τις ασυνείδητες αντιδράσεις μας, θα έχουμε την επιλογή και να τον ξηλώσουμε. Αυτό είναι το δώρο της ψυχοθεραπείας. Γιατί όσο παίζουμε κάποιο ρόλο, η ζωή μας είναι στην ουσία πλαστή. Αν μάθουμε να είμαστε αυθεντικοί όμως, η καθημερινότητά μας θα γίνει πιο πλούσια, πιο βαθιά και θα μας προσφέρει αληθινή απόλαυση.

Νίκος Σπανός, ψυχοθεραπευτής και σύμβουλος προσωπικής ανάπτυξης

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ