Για την Εκκλησία ο νονός ή ανάδοχος είναι άνθρωπος ο οποίος δημιουργεί έναν ισόβιο δεσμό με το παιδί, αφού ουσιαστικά μετατρέπεται σε πνευματικό πατέρα με όλες τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται ένας τέτοιος ρόλος. Γίνεται μέλος της οικογένειας του παιδιού αλλά και το παιδί μέλος της δικής του οικογένειας.
Νονός δεν μπορεί να γίνει κάποιος που ανήκει σε διαφορετικό θρήσκευμα, καθώς στη διαδικασία που προηγείται του μυστηρίου ο νονός καλείται να αποδείξει την πίστη του λέγοντας τρεις φορές το «Πιστεύω».
Επίσης ανάδοχοι δεν μπορούν να γίνουν, οι γονείς του παιδιού, δηλωμένοι άπιστοι και άτομα τα οποία έχουν τελέσει πολιτικό γάμο.
Σύμφωνα με μια λαϊκή παράδοση τα παιδιά που έχουν βαπτιστεί από τον ίδιο άνθρωπο, θεωρούνται συγγενείς. Γι αυτό και αρκετοί φροντίζουν να βαπτίζουν μόνο αγόρια ή μόνο κορίτσια. Αυτό σύμφωνα με την Εκκλησία δεν ισχύει.
Αυτονόητο ωστόσο θεωρείται το γεγονός πως ο νονός δεν μπορεί να συνάψει σχέσεις με το βαφτιστήρι. Η ίδια απαγόρευση ισχύει και για τους κουμπάρους.
Οι γονείς δηλαδή του παιδιού δεν μπορούν να συνάψουν σχέσεις με τον νονό και την σύζυγο του.
Στην περίπτωση μάλιστα που συμβεί ένας τέτοιος γάμος η Εκκλησία θα τον θεωρήσει άκυρο και ο κληρικός που θα τον έχει επιτελέσει θα καθαιρεθεί.