Η Βενεζουέλα, η οποία έχει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο και αμφισβήτησε την ηγεμονία του αμερικανικού δολαρίου, ανακοινώνοντας μάλιστα τη χρήση του ευρώ αντί του δολαρίου για τις διεθνείς συναλλαγές της και την αγορά συναλλάγματος, είναι από καιρό στόχος της επιθετικότητας των ΗΠΑ.
Τώρα, όμως, οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα για «αλλαγή καθεστώτος» στη Βενεζουέλα. Κάλεσαν τον πρόεδρο Μαδούρο να παραιτηθεί και τον βενεζουελάνικο στρατό να τον απομακρύνει, «διόρισαν» έναν προσωρινό αλλά νόμιμο, μέχρι τις εκλογές, πρόεδρο, κάλεσαν τη διεθνή κοινότητα να τον αναγνωρίσει, κατάσχεσαν βενεζουελάνικη περιουσία στις ΗΠΑ και τη Βρετανία και επέβαλαν οικονομικές κυρώσεις. Οι ΗΠΑ, για να χαλαρώσουν τις κυρώσεις στη Βενεζουέλα, ζητούν ο έλεγχος της πετρελαϊκής εταιρείας της χώρας (PDVSA) να μεταφερθεί στον νέο «πρόεδρο» που έχουν αναγνωρίσει, στον Χουάν Γκουαϊδό και σε μια «δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση».
Σε ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ αναφέρεται: «Ο δρόμος για τη χαλάρωση επιβολής κυρώσεων για την PDVSA και τις θυγατρικές της είναι μέσω της ταχείας μεταφοράς του ελέγχου της εταιρείας στον προσωρινό πρόεδρο Χουάν Γκουαϊδό ή σε μια επερχόμενη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση που δεσμεύεται να λάβει συγκεκριμένες και ουσιαστικές ενέργειες για την καταπολέμηση της διαφθοράς». Σημειώνεται, δε, ότι η «μεταβίβαση του ελέγχου θα εξασφαλίσει ότι τα περιουσιακά στοιχεία της Βενεζουέλας θα διατηρηθούν για τον λαό της χώρας, αντί να κατασχεθούν και να οικειοποιηθούν από τον πρώην πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο».
Η διαχείριση των πετρελαϊκών αποθεμάτων της Βενεζουέλας αποτελεί το σημαντικότερο παράγοντα στην χάραξη της αμερικανικής στρατηγικής, ενώ μεγάλη ανησυχία προκαλούν στις ΗΠΑ οι προσπάθειες της Βενεζουέλας να αποδεσμευτεί από τη χρήση του δολαρίου στις διεθνείς τις συναλλαγές, αλλά και η στενή συνεργασία της με χώρες όπως η Κίνα και η Ρωσία, που παίζουν σημαίνοντα ρόλο στην παγκόσμια αγορά ενέργειας ως παραγωγοί και καταναλωτές.
Θα ήταν μεγάλα τα οικονομικά οφέλη των ΗΠΑ από μια επένδυση αμερικανικών πετρελαϊκών εταιριών στην χώρα, δήλωσε πρόσφατα άθελά του ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζον Μπόλτον ενώ τον περασμένο Νοέμβριο υπόσχονταν σε ομιλία του στο Μαϊάμι ότι οι ΗΠΑ θα αντιτάξουν κάτι στις δικτατορίες, όπως τις αποκάλεσε, στην Λατινική Αμερική: Βενεζουέλα, Κούβα και Νικαράγουα. Για την κυβέρνηση Τραμπ η Βενεζουέλα έχει ρόλο κλειδί, μιας και τόσο η Κούβα όσο και η Νικαράγουα εξαρτώνται από τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Βενεζουέλα. Σε περίπτωση ανατροπής του καθεστώτος Μαδούρο, θεωρείται σχεδόν βέβαιες πολιτικές αναταράξεις σε Κούβα και Νικαράγουα.
Ο καπιταλισμός επιστρέφει, μαζί του και το ΔΝΤ
Η οικονομική κρίση, που έχει σαρώσει τη χώρα τα τελευταία τέσσερα χρόνια, έχει υποσκάψει έντονα την υποστήριξη της κυβέρνησης Μαδούρο και έχει αποθαρρύνει ένα μέρος των μπολιβαριανών υποστηρικτών του. Η κρίση προκλήθηκε από την απότομη πτώση στην τιμή του πετρελαίου και επιδεινώθηκε από τη διαφθορά. Ενισχύθηκε δε από τις επιθετικές κυρώσεις των ΗΠΑ τα τελευταία δύο χρόνια.
Επικαλούμενη ως πηγές αξιωματούχους των ΗΠΑ, η Washington Post ανέφερε ότι στρατηγική της κυβέρνησης Τραμπ είναι να «χρησιμοποιήσει τον προσφάτως ανακηρυγμένο μεταβατικό πρόεδρο της Βενεζουέλας ως εργαλείο ώστε να αρνηθεί να δώσει στον Μαδούρο τα έσοδα από το πετρέλαιο που προέρχονται από τις ΗΠΑ και τα οποία ουσιαστικά προσφέρουν στη Βενεζουέλα όλο το εισερχόμενο συνάλλαγμα».
Όπως αναφέρει το Grayzone, η δεξιά αντιπολίτευση της Βενεζουέλας από την πλευρά της έχει δεσμευτεί να προβεί σε μαζικές ιδιωτικοποιήσεις των κρατικών περιουσιακών επιχειρήσεων (ατσαλιού, τηλεπικοινωνιών, τσιμέντου, ηλεκτρισμού κ.λπ.) και να εφαρμόσει σκληρές νεοφιλελεύθερες καπιταλιστικές πολιτικές. Επιστροφή της απαλλοτριωμένης γης στους παλιούς γαιοκτήμονες, μαζικές απολύσεις στο δημόσιο τομέα, πλουσιοπάροχα πετρελαϊκά συμβόλαια για ξένες πολυεθνικές με πολύ ευνοϊκούς όρους κ.λπ.
Το 2017, η κυβέρνηση της Βενεζουέλας κήρυξε τη σύγκληση Συντακτικής Συνέλευσης, η οποία θα έχει την ισχύ να αναθεωρήσει το Σύνταγμα της χώρας και ουσιαστικά θα υπερβεί το κοινοβούλιο. Η αντιπολίτευση της Βενεζουέλας αρνήθηκε να αναγνωρίσει αυτό το σώμα και μποϊκοτάρισε τις εκλογές. Αντιθέτως, η αντιπολίτευση κράτησε υπό τον έλεγχό της την Εθνοσυνέλευση και αποφάσισε να τη διαχειριστεί ως ξεχωριστό παράλληλο νομοθετικό σώμα.
Η ελεγχόμενη από την αντιπολίτευση Εθνοσυνέλευση συνέταξε ένα «μεταβατικό» σχέδιο που περιγράφει ανοιχτά τις πολιτικές που θα ακολουθήσει η αντιπολίτευση, υπό την ηγεσία του Χουάν Γκουαϊδό, ως αναγνωρισμένη από τις ΗΠΑ κυβέρνηση στη Βενεζουέλα. Ο αναλυτής Ζορζ Μαρτίν εξήγησε τι σημαίνει αυτό σε άρθρο που δημοσίευσε η Venezuela Analysis.
Το «μεταβατικό σχέδιο» που συντάχθηκε από την Εθνοσυνέλευση είναι σαφές σχετικά με τους κεντρικούς στόχους στον πολιτικό και οικονομικό τομέα. Κάνουν λοιπόν λόγο για «σχέδια μετάβασης από ένα κεντρικό μοντέλο ελέγχου της οικονομίας σε ένα μοντέλο ελευθερίας και αγοράς που θα βασίζεται στο δικαίωμα του κάθε Βενεζουελάνου να δουλεύει υπό τις εγγυήσεις του δικαίου της ιδιοκτησίας και της ελευθερίας του επιχειρείν». «Οι δημόσιες εταιρείες θα μπουν σε μια διαδικασία αναδιάρθρωσης, που θα διασφαλίσει την αποδοτική και διαφανή τους διοίκηση, χρησιμοποιώντας επίσης τις συμφωνίες μεταξύ δημοσίου και ιδιωτών».
Με απλά λόγια οι μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνουν ιδιωτικοποίηση του πετρελαίου και άνοιγμα στις πολυεθνικές εταιρίες, μαζική απόλυση εργαζομένων από τις κρατικές επιχειρήσεις και είσοδος ιδιωτικών κεφαλαίων σε αυτές: μια πολιτική λεηλασίας που έχει αποδειχθεί ήδη καταστροφική σε όλες τις χώρες στις οποίες έχει εφαρμοστεί. Το Reuters επίσης ανέφερε ότι ο Γκουαϊδό «εξετάζει το ενδεχόμενο να υποβάλει αίτηση για χρηματοδότηση από διεθνή ιδρύματα, όπως είναι το ΔΝΤ, ώστε να χρηματοδοτήσει την μεταβατική του κυβέρνηση».
Η επαναποικιοποίηση της Λατινικής Αμερικής
Η φιλελεύθερη κυβέρνηση του Καναδά, υπό την ηγεσία του πρωθυπουργού Τζάστιν Τριντό, ο νέος ακροδεξιός ηγέτης της Βραζιλίας Μπολσονάρο και ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών (ΟΑΣ) προσχώρησαν στον μέτωπο Τραμπ , αναγνωρίζοντας τον Χουάν Γκουαϊδό και επικυρώνοντας το «διπλωματικό πραξικόπημα». Ομοίως, οι συμμαχικές των ΗΠΑ κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική, συμπεριλαμβανομένης της Αργεντινής, της Χιλής, της Κολομβίας, της Κόστα Ρίκα και του Ισημερινού, στρατεύτηκαν στο πλευρό του Τραμπ.
Οι λίγες αριστερές κυβερνήσεις της περιοχής, η Βολιβία, η Κούβα και η Νικαράγουα, συνέχισαν να αναγνωρίζουν τη κυβέρνηση του Μαδούρο, όπως και ο πρόσφατα εκλεγμένος αριστερός πρόεδρος του Μεξικού Αντρές Μανουέλ Λόπεζ Ομπραντόρ. Ο πρόεδρος της Βολιβίας, Έβο Μοράλες, προειδοποίησε ότι «τα νύχια του ιμπεριαλισμού επιδιώκουν πάλι να χτυπήσουν θανάσιμα τη δημοκρατία και την αυτοδιάθεση των λαών της Νότιας Αμερικής», προσθέτοντας, «δεν θα είμαστε πλέον η αυλή των ΗΠΑ».
Η αμερικανική κυβέρνηση, οι σύμμαχοί της και τα μέσα ενημέρωσης που στηρίζουν αναφέρονται στον Νικολά Μαδούρο ως «αυταρχικό δικτάτορα». Αυτό που δεν αναφέρουν είναι ότι η Βενεζουέλα εξακολουθεί να έχει τακτικές εκλογές, με ηλεκτρονικό σύστημα ψηφοφορίας και η κυβέρνηση της Βενεζουέλας είχε ζητήσει από τον ΟΗΕ την αποστολή παρατηρητών.
Ένας από τους λίγους εκλεγμένους αξιωματούχους στις ΗΠΑ που μίλησε εναντίον του πραξικοπήματος είναι Δημοκρατικός βουλευτές Ro Khanna από την Καλιφόρνια, ενώ οι περισσότεροι προοδευτικοί Αμερικανοί πολιτικοί παρέμειναν σιωπηλοί. Οι υποστηρικτές της αλλαγής καθεστώτος στη Βενεζουέλα επιμένουν ότι αυτή η αντιδημοκρατική κίνηση είναι αναγκαία για την «υπεράσπιση της δημοκρατίας». Και δεν κάνουν λάθος, η αναταραχή δεν είναι παρακινημένη από την αντίσταση στον αυταρχισμό.
Το μοντέλο που επιδιώκουν να εφαρμόσουν στη Βενεζουέλα είναι η επαναφορά του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και η επαναποικιοποίηση της Λατινικής Αμερικής. Οποιοσδήποτε καταιγισμός για την αποκατάσταση της δημοκρατίας είναι απλώς μια προσποίηση. Κανείς απ’ αυτούς τους ανθρώπους δεν έχει την παραμικρή ανησυχία για την «ανθρωπιστική κρίση» στη Βενεζουέλα και σίγουρα, το κίνητρό τους δεν είναι το ενδιαφέρον τους για τη «δημοκρατία» ή τα «ανθρώπινα δικαιώματα».