Ο Γερμανός αεροναυπηγός Kurt Tank (1898-1983), έμεινε στην ιστορία ως ο δημιουργός του θρυλικού Fw-190, που μαζί με το Bf-109 του Willy Messerschmitt, αποτέλεσαν τη ραχοκοκκαλιά της ναζιστικής πολεμικής αεροπορίας κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά την ήττα των Γερμανών στο πόλεμο, ο Kurt Tank συνέχισε να εργάζεται στο σχεδιασμό μαχητικών αεροσκαφών, αρχικά στην Αργεντινή και κατόπιν στην Ινδία.
Ο Kurt Tank ήταν ο σχεδιαστής του Focke-Wulf Fw 200 Condor, που πρωτοπέταξε το 1937 και το επόμενο έτος πραγματοποίησε την πρώτη απευθείας πτήση Βερολίνο – Νέα Υόρκη. Το Condor θα χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, ως αεροσκάφος θαλάσσιας επιτήρησης.
Το διασημότερο αεροσκάφος του Tank όμως, δεν είναι άλλο από το θρυλικό Fw-190, που πρωτοπέταξε το 1939 και λόγω της επιτυχίας του, παράχθηκαν πάνω από 20.000 μονάδες. Στα τέλη του 1944, θα αρχίσει να σχεδιάζει το Ta-152, που θα μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα έως 750 χλμ/ώρα, όντας ένα από τα γρηγορότερα εμβολοφόρα όλων των εποχών.
Μετά τον πόλεμο, ο Tank αναζήτησε εργασία στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Εθνικιστική Κίνα και την ΕΣΣΔ. Όταν οι σχετικές διαπραγματεύσεις απέτυχαν, κατέληξε στην Αργεντινή και το Instituto Aerotécnico, παίρνοντας μαζί του πολλούς από τους συνεργάτες του από την Focke-Wulf. Το ινστιτούτο μετονομάστηκε σε Fábrica Militar de Aviones, και εκεί σχεδίασε το IAe Pulqui II που ήταν βασισμένο στο σχέδιο του Focke-Wulf Ta 183 που δεν είχε προλάβει να ολοκληρωθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Το Pulqui II, ήταν ένα αεροσκάφος με εξαιρετικά χαρακτηριστικά, άλλα τόσο τα τεχνικά προβλήματα που το βασάνιζαν, όσο και η απομάκρυνση του Περόν από την εξουσία του 1955, σήμαναν το τέλος της παρουσία των Γερμανών σχεδιαστών στην Αργεντινή.
Επόμενος σταθμός στη σχεδιαστική καριέρα του Tank, ήταν η Ινδία, όπου σχεδίασε το Marut, το πρώτο επιχειρησιακό αεριωθούμενο μαχητικό της χώρας που μπήκε σε παραγωγή.
Το Marut σχεδιάστηκε ως ένα υπερηχητικό μαχητικό αναχαίτισης, αλλά η έλλειψη αξιόπιστων και αρκετά ισχυρών κινητήρων, δεν του επέτρεψαν να σπάσει το φράγμα του ήχου. Τελικά του ανατέθηκε ο ρόλος της εγγύς υποστήριξης. Πρωτοπέταξε το 1961 και τέθηκε σε υπηρεσία το 1967, με 147 μονάδες να παράγονται συνολικά.
Ενώ οι κομψές γραμμές του HF-24 Marut ήταν εμφανείς, το πλήρες δυναμικό αυτού του εξαιρετικού σχεδιασμού δεν εκπληρώθηκε ποτέ λόγω αδύναμων κινητήρων. Αρχικά χρησιμοποιήθηκαν ένα ζευγάρι turbojet Bristol Siddeley Orpheus 703 που κατασκευάστηκαν κατόπιν αδείας από Hindustan Aircraft Ltd.
Η Aero Engine Division της HAL ήταν η πρώτη εταιρία στην Ασία – εκτός των κομμουνιστικών χωρών – που παρήγαγε ανάλογους κινητήρες. Η ινδική κυβέρνηση απέκτησε επίσης άδεια για την κατασκευή του αεροσκάφους Folland Gnat Mk 1 και του κινητήρα του Orpheus 701, με ονομαστική δύναμη 4,700 lb.
Οι συζητήσεις μεταξύ της Bristol Siddeley και της ινδικής κυβέρνησης πραγματοποιήθηκαν το 1960 και το 1961 με σκοπό την ολοκλήρωση της ανάπτυξης του Orpheus 12 ή τη συνέχιση της ανάπτυξης του turbfan BS.75 ως πιθανού κινητήρα για το HF-24. Αυτές οι συνομιλίες δεν οδήγησαν σε αποτέλεσμα.
Το 1961 η σοβιετική κυβέρνηση προσεγγίστηκε από τους Ινδούς για να διερευνήσει τη δυνατότητα τοποθέτησης ρωσικού κινητήρα στο Marut. Έξι turbojets RD-9F εισήχθησαν από την ινδική κυβέρνηση το 1961 αλλά μετά από σχετικές δοκιμές, δεν απέδωσαν αυτά που αναμένονταν. Ένας λόγος για την απόφαση αυτή ήταν το γεγονός πως το Marut δεν θα μπορούσε ποτέ να ξεπεράσει τα 1,5 Mach, τη στιγμή που οι Ινδοί ήταν πεπεισμένοι πως το αεροσκάφος μπορούσε να ξεπεράσει ακόμη και τα 2 Mach.
Μέχρι το 1963, αποφασίστηκε να διατηρηθεί ο κινητήρας Orpheus 703 ως βασικός κινητήρας του Marut Mk 1, αλλά να παράλληλα να καταβληθούν προσπάθειες για την αύξηση των επιδόσεών του.
Το 1964, μια ινδική αποστολή επισκέφθηκε το Κάιρο για να βοηθήσει στην πτητική δοκιμή του αιγυπτιακού turbojet E-300, που αναπτύχθηκε από μια ομάδα υπό τον αυστριακό καθηγητή Ferdinand Brandner, για το εγχώριο μαχητικό HA-300. Η ινδική βοήθεια επικεντρώθηκε στην προμήθεια ενός αεροσκάφους HF-24 Marut για δοκιμές πτήσης του E-300. Το 1964 συμφωνήθηκε οι δύο χώρες να παράγουν από κοινού ένα νέο μαχητικό, με την Ινδία να αναλαμβάνει τη κατασκευή του αεροσκάφους και η Αίγυπτος του κινητήρα. Το 1969, η ιδέα εγκαταλείφθηκε.
Τεχνολογικοί περιορισμοί καθώς και πολιτικοί λόγοι, δεν επέτρεψαν στο αεροσκάφος του Kurt Tank, να φτάσει στα επίπεδα που (σχεδιαστικά τουλάχιστον) μπορούσε. Τη στιγμή που το Marut ξεκινούσε να μπαίνει σε μαζική παραγωγή, η ινδική κυβέρνηση άρχισε να παραλαμβάνει αεροσκάφη όπως το Su-7 και το Hawker Hunter, τα οποία πλαισιώθηκαν λίγο αργότερα από Mig-21, Mig-27 και Jaguar. Από εκείνο το σημείο και έπειτα, οποιαδήποτε απόπειρα περαιτέρω ανάπτυξης του Marut ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Το αεροσκάφος αποσύρθηκε από την ινδική αεροπορία το 1990.