Η πριγκίπισσα Νταϊάνα πέθανε πρόωρα και ξαφνικά σε ένα φρικτό, τροχαίο δυστύχημα στο Παρίσι την τελευταία ημέρα του Αυγούστου του 1996. Μετά από εξονυχιστική έρευνα των Αρχών ο θάνατος της συνδέθηκε με ένα μοιραίο ανθρωποκυνηγητό ανάμεσα στην πολυτελή λιμουνίζα της και τρεις μεγάλου κυβισμού μηχανές που οδηγούσαν παπαράτσι, διψασμένοι για μία ακόμα φωτογραφία της.
Ωστόσο, η πιο πολυφωτογραφημένη γυναίκα στον κόσμο αν μπορούσε να ερωτηθεί σήμερα για το ποια θεωρεί η ίδια πως είναι η αιτία του θανάτου της η απάντηση θα ήταν λογικά μία και μοναδική: «Έπεσα θύμα σχεδίου δολοφονίας». Τουλάχιστον αυτό ήταν κάτι που έμοιαζε να την προβληματίζει πολύ κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου της ζωής της.
Η ίδια δεν είχε αποκαλύψει ποτέ αν είχε κάποιους βάσιμους λόγους για τους οποίους φοβόταν τόσο πολύ ότι μία μέρα θα την δολοφονήσουν ή αν απλά ο τρόμος της οφειλόταν στις πολύ ταραχώδεις σχέσεις που είχε καλλιεργήσει με το παλάτι του Μπάκιγχαμ. Πάντως, όταν ο πολύ καλός της φίλος Τζιάνι Βερτσάτσε δολοφονήθηκε με δύο σφαίρες στο κεφάλι από τον Άντριου Κιουνάναν η Νταϊάνα άρχισε να σκέφτεται όλο και πιο έντονα ότι θα της συμβεί κάτι αντίστοιχο.
Όπως εξομολογήθηκε πρόσφατα ο σωματοφύλακας της, Λι Σάνσουμ, λίγες μόλις ημέρες μετά την κηδεία του διάσημου μόδιστρου βρήκε τη Νταϊάνα να κάθεται μόνη της στο κατάστρωμα του γιοτ του συντρόφου της Ντόντι Αλ Φαγιέντ. Τότε η πριγκίπισσα τον κοίταξε στα μάτια και τον ρώτησε: «Πιστεύεις ότι θα το κάνουν αυτό και σε μένα;».
Δεν ήταν η πρώτη φορά που η Νταϊανα εξέφραζε το φόβο ότι θα την δολοφονούαν. Την ανησυχία της είχε καταγράψει και σε μια επιστολή της στον Πολ Μπαρέλ. «Θα με σκοτώσουν ενώ θα είμαι σε ένα μικρό αεροπλάνο, σε ένα αυτοκίνητο που οδηγώ, σε ένα ελικόπτερο», είχε πει ακόμη στον σχεδιαστή φίλο της Ρομπέρτο Ντεβόρικ.
Επτά εβδομάδες μετά την επιστολή αυτή, η Νταϊάνα και ο Ντόντι αλ Φαγιέντ έχασαν τη ζωή τους στο φριχτό τροχαίο της γέφυρας Ντελ Αλμά στο Παρίσι.