Ο τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας του άτυχου Σάκη, Δημήτρης Σούρας μιλάει για το άγριο φονικό – Όπως αναφέρει θα προκύψουν νέα στοιχεία για τη δολοφονία στη Χαλκίδα
Η 38χρονη το 2008 φαίνεται να είχε ερωτική επαφή με το θύμα, ο οποίος ήταν φίλος του συζύγου της. Ο άντρας της ενημερώθηκε για αυτό με δυο ανώνυμα τηλεφωνήματα που δέχθηκε το 2011 και το 2021. Όπως ανέφερε η κατηγορουμένη, τον Οκτώβριο του 2021 κάλεσε το θύμα στο κινητό του τηλέφωνο παρουσία του συζύγου της ζητώντας του – όπως λέει- να περάσει από το μαγαζί που διατηρούσε να συζητήσουν.
Αυτός φαίνεται πώς ήταν και ο λόγος που η 38χρονη αποφάσισε να τον σκοτώσει με πολλαπλές μαχαιριές. Δήλωσε ότι είναι ντροπιασμένη και ζήτησε συγγνώμη. Όπως αποκάλυψε ο τεχνικός σύμβουλος που όρισε η οικογένεια του θύματος, Δημήτρης Σούρας, για την υπόθεση θα προκύψουν νέα στοιχεία για τα οποία έχει ήδη γνώση ο ίδιος.
«Εκείνος το δέχθηκε και ήρθε αμέσως .Τον ρώτησα γιατί απευθύνθηκε σε τρίτους και διέδιδε ότι είχαμε επαφές, εκείνος αρνιόταν τα πάντα ενώ ο σύζυγός μου άκουγε τα πάντα κρυμμένος σε παρακείμενο χώρο. Στην ουσία με έβγαζε τρελή. Εγώ του έλεγα ότι ο σύζυγός μου γνώριζε για το περιστατικό του 2008. Εκείνος απαντούσε πως εγώ και ο σύζυγός μου είμαστε τρελοί και να πάω σε ψυχίατρο. Στη συνέχεια έφυγε από το μαγαζί…Τον κάλεσα ξανά την επόμενη μέρα για να πετύχω τον σκοπό μου και να πει τι έγινε τότε όμως εκείνος αρνήθηκε και μου είπε να σταματήσω να τον ενοχλώ γιατί θα καταφύγει σε δικαστήριο…»
Λίγες μέρες αργότερα όπως ισχυρίστηκε η ίδια, ο σύζυγός της συνάντησε κι εκείνος το θύμα ζητώντας του μην τους ενοχλήσει ποτέ ξανά και ότι σταματάει η φιλία τους. Η κατηγορουμένη υποστηρίζει ότι αρχικά απευθύνθηκε σε πνευματικό και στη συνέχεια επισκέφθηκε ψυχίατρο 2 φορές. Το 2021 και το 2023.
Το 2021 η ψυχίατρος διέγνωσε κατάθλιψη της χορήγησε αγωγή για 6 μήνες, όμως η 39χρονη δεν τη συνέχισε. Ενώ το 2023 άλλος ψυχίατρος διέγνωσε βαθιά θλίψη και άρνηση. Έκανε συνεδρίες μαζί του μέχρι και πριν το συμβάν. Είχε προγραμματισμένη συνεδρία την προηγούμενη μέρα από το άγριο φονικό, όμως δεν πήγε όπως λέει.
«Το προηγούμενο βράδυ είχαμε τσακωθεί με τον σύζυγό μου, με έδιωξε και μου ζήτησε να μην κοιμηθώ μαζί του κι εγώ όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκα και έφερνα στο μυαλό μου όλα όσα είχαν συμβεί μέχρι τότε. Είχαν μάθει και τα παιδιά τι είχε συμβεί, ένιωθα εντελώς απομονωμένη μέσα στο σπίτι μου και αναζητούσα έναν τρόπο για να λυθεί όλη αυτή η κατάσταση. Περίπου στις 6 το πρωί ξεκίνησα να ντύνομαι αθόρυβα, πήρα δυο μαχαίρια από την κουζίνα, μπήκα στο αμάξι και έφυγα με κατεύθυνση τη Χαλκίδα και το σπίτι του θύματος. Ήθελα να τον υποχρεώσω με κάποιον τρόπο να πάμε μαζί εκείνη τη στιγμή στον σύζυγό μου και να αναλάβει ευθύνες και να του εξηγήσει τι είχε συμβεί…»
Ενώπιον της δικαιοσύνης περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια τη σκηνή του εγκλήματος. Προηγήθηκε πάλη.
«Πάρκαρα το αυτοκίνητό μου λίγο πιο κάτω από το σπίτι του κι όταν τον είδα να κατεβαίνει και να πηγαίνει προς το αυτοκίνητό του, μπήκε μέσα και τότε εγώ άνοιξα την πόρτα του οδηγού και δείχνοντάς του το μαχαίρι του είπα: “Πάμε τώρα στον σύζυγό μου να του μιλήσεις, να αναλάβεις τις ευθύνες σου και να του εξηγήσεις τι έχει συμβεί…».
Ακολούθησε καυγάς με το θύμα να βρίζει την κατηγορουμένη – όπως η ίδια ισχυρίστηκε.
«Μωρή κ…… φύγε από εδώ» και σήκωσε το χέρι του να με χτυπήσει. Τότε εγώ ξεκίνησα να τον μαχαιρώνω, δεν θυμάμαι λεπτομέρειες. Ήταν όμως καθισμένος και προσπάθησε να βγει έξω. Βγήκε έξω και τότε ένιωσα να φεύγει το μαχαίρι από το χέρι μου. Υπήρξε πάλη και τότε έβγαλα από την τσέπη το δεύτερο μαχαίρι και συνεχίσαμε να παλεύουμε ενώ εγώ συνέχισα να τον μαχαιρώνω. Μετά αυτός έπεσε κάτω και εγώ περίμενα εκεί την αστυνομία…».