«Όσο περισσότερο βασίζεσαι σε δυνάμεις έξω από σένα, τόσο περισσότερο εξουσιάζεσαι απ’ αυτές». (Χάρολντ Σέρμαν)
«Όσο συχνότερα κάνουμε πράξεις χωρίς να ξέρουμε τους λόγους, τις προϋποθέσεις και το αποτέλεσμά τους, τόσο συχνότερα γινόμαστε οι ίδιοι λόγος, προϋπόθεση και αποτέλεσμα των πράξεων άλλων. Όσο περισσότερο πιστεύουμε ότι είμαστε κύριοι πράξεων, των οποίων οι πραγματικοί κύριοι είναι άλλοι, τόσο περισσότερο θα είναι άλλοι κύριοί μας».
Η διαπίστωση αυτή του Ε.Α Ράουτερ «Η κατασκευή υπηκόων» περιγράφει με ενάργεια την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο άνθρωπος – αντικείμενο της προπαγάνδας. Βρίσκεται, δηλαδή, σε μια σύγχυση (διανοητική, ψυχική…) αφού αδυνατεί να συνειδητοποιήσει τα όρια των δύο πραγματικοτήτων, που καθορίζουν τη βαθύτερη ουσία της ύπαρξής του.
Η μια πραγματικότητα είναι αυτή που συνθέτει την αληθινή πλευρά του Εγώ του και η άλλη είναι αυτή που φαντασιώνεται και τον περιχαρακώνει σε μια ψευδή μορφή ελευθερίας και αυτοβουλίας. Τη δεύτερη μορφή πραγματικότητας διαμορφώνει και επιβάλλει στο άτομο η προπαγάνδα μέσα από αφανείς μηχανισμούς χειραγώγησης και εκμαυλισμού των συνειδήσεων.
Το άτομο, δηλαδή, περισσότερο πείθεται από άτομα που διεγείρουν τα συναισθήματά του και λιγότερο από τα αντικειμενικά γεγονότα. Η πλαστή πραγματικότητα – προϊόν φόβων, ελπίδων και ανασφαλειών – λειτουργεί ανασχετικά στη δυνατότητα του ατόμου να σκεφτεί ορθολογικά. Στην ουσία βιώνει τις συνέπειες της «μετα-αλήθειας» που ανακηρύχθηκε ως η λέξη της χρονιάς από το λεξικό της Οξφόρδης και μεταφράζεται ως «η πολιτική ρητορική – πρακτική που αγνοεί την αλήθεια και βασίζεται σε μια προσωπική, ενίοτε εντελώς πλαστή, εκδοχή της πραγματικότητας» ή για άλλους – Λεξικό Οξφόρδης «η μετα-αλήθεια χαρακτηρίζει καταστάσεις στις οποίες τα αντικειμενικά γεγονότα ασκούν λιγότερη επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης συγκριτικά με εκκλήσεις σε συναισθήματα και σε προσωπικές πεποιθήσεις».
Η φυγή
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα παραπάνω η προπαγάνδα (σε όλες της τις μορφές) σε ατομικό επίπεδο εξασφαλίζει έναν τρόπο φυγής από την αρνητική πραγματικότητα. Αποτελεί κοινό τόπο η διαπίστωση πως το άτομο, όταν βιώνει μια ζοφερή πραγματικότητα αναζητά ασφαλή διέξοδο. Η πίεση που νιώθει ενεργοποιεί τα αντισώματά του και κινητοποιεί κάθε μέσο για την απελευθέρωσή του. Ωστόσο, αυτή η διαφυγή δεν είναι πάντα εφικτή και γι’ αυτό το άτομο είναι ευάλωτο σε υποσχέσεις που ευαγγελίζονται μια άλλη «φωτεινή» πραγματικότητα.
Πάνω στην εσωτερική αυτή ανάγκη εδράζεται η δύναμη της προπαγάνδας που υπόσχεται έναν εύσχημο λόγο – τρόπο «φυγής» από τα αρνητικά βιώματα της κοινωνικής πραγματικότητας. Εξάλλου «δεν είναι τόσο τα γεγονότα που μας θλίβουν, όσο η ψευδής παράσταση που έχουμε γι’ αυτά» (Laupies). Έτσι, οι φορείς της προπαγάνδας με τη βοήθεια της γλώσσας – ρητορικής δομούν μια άλλη πραγματικότητα, αυτή της ψευδαίσθησης και της αυταπάτης. Δέσμιος ο ανασφαλής άνθρωπος της εποχής μας στα απατηλά συνθήματα των προπαγανδιστών, αδυνατεί να διακρίνει τα όρια του αληθινού και του φανταστικού και υποτάσσεται άκριτα στην εξουσία τους.
Βιώνει, δηλαδή, το άτομο – αντικείμενο της προπαγάνδας ένα σύνολο θετικών συναισθημάτων, αφού ερμηνεύει και εσωτερικεύει την πλαστή πραγματικότητα ως αληθινή. Με αδυνατισμένους τους νοητικούς του μηχανισμούς το άτομο και κάτω από το βάρος αρνητικών συναισθημάτων (άγχος, φόβος, αβεβαιότητα) καθίσταται εύκολο θύμα κάθε υπόσχεσης. Οι ειδικοί της προπαγάνδας χρησιμοποιώντας ειδικό λεξιλόγιο κατασκευάζουν με ψευδείς συλλογισμούς και ατεκμηρίωτα επιχειρήματα μια ανύπαρκτη πραγματικότητα που εκπέμπει ελπίδα και σιγουριά στους απογοητευμένους. Έτσι οι ψευδαισθήσεις εξουσιάζουν το νου του ανθρώπου, καταπραΰνουν τον ψυχικό πόνο και χαρίζουν φρούδες και ανείσπρακτες ελπίδες.
«Όσο περισσότερο, όμως, εξουσιάζεται από δυνάμεις έξω από σένα, τόσο περισσότερο εξουσιάζεται απ’ αυτές». (Χάρολντ Σέρμαν)
Ο μαζάνθρωπος
Ένα άλλο στοιχείο που είναι συνυφασμένο με την προπαγάνδα είναι και το φαινόμενο της ομοιομορφίας που γεννά ένα νέο τύπο ανθρώπου, το μαζάνθρωπο. Η προπαγάνδα ως μια διαδικασία ενστάλαξης στο νου του ανθρώπου ιδεών, αρχών και πολιτικών απόψεων με στόχο τον επηρεασμό της κοινής γνώμης ρυθμίζει καταλυτικά τη συμπεριφορά της. Μέσα από αφανείς μηχανισμούς και τελειοποιημένα τεχνικά μέσα (εικόνα, ήχο….) το άτομο οδηγείται σε μια πνευματική τύφλωση και πιέζεται να ομοιωθεί προς τους άλλους. Συμμορφώνεται τυφλά προς τις ιδέες που διοχετεύονται, αφού πριν έχουν απενεργοποιηθεί οι αμυντικοί μηχανισμοί της λογικής.
Το άτομο, δηλαδή, χάνει την αυτοβουλία του και καθίσταται υπηρέτης των υποσυνείδητων δραστηριοτήτων του, τις οποίες οι προπαγανδιστές καθοδηγούν κατά βούληση. Οι πολίτες δεν λειτουργούν πλέον ως πολιτικά υποκείμενα αλλά μεταπίπτουν στην κατάσταση της «μάζας» που χαρακτηρίζεται από την αγελαία συνείδηση κι από την επιθυμία να αναζητά «ηγέτες» και «μεσσίες». Γιατί «Η δύναμη της αγέλης είναι ο λύκος, και η δύναμη του λύκου είναι η αγέλη».
Τα μαζικά άτομα, κάτω από το καθεστώς μιας «υποχρεωτικής ομοιομορφίας» δεν σκέφτονται λογικά, δεν γνωρίζουν τις αποχρώσεις, δεν ανέχονται τον αντίλογο και δεν προάγουν – καλλιεργούν στο εσωτερικό τους τις διαλεκτικές συζητήσεις. Αντιδρούν μανιχαϊστικά. Είναι ετεροκίνητα, εύπιστα, ευμετάβλητα, ασταθή, παρορμητικά και συντηρητικά. Σκύβουν με δουλοπρέπεια μπροστά σε μια ισχυρή εξουσία.
Το θύμα της προπαγάνδας αισθάνεται σιγουριά μέσα στην «αγέλη» των άλλων, που κι αυτοί έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου.
Μια διαδικασία, δηλαδή, που ακυρώνει τις ιδιαιτερότητες, διαβρώνει το διαφορετικό και επιβάλλει μια μαζική ταυτότητα.
Έτσι το μαζικό άτομο, θύμα της προπαγάνδας, πνευματικά ατροφικό και υπεξούσιο, κυριευμένο από ένα αίσθημα ανασφάλειας και ηθικά ετερόνομο, παύει να νιώθει ξεχωριστή οντότητα και βιώνει τις συνέπειες μιας γενικευμένης αλλοτρίωσης.
Ο ανορθολογισμός
Όταν, λοιπόν, οι πολίτες είναι έκθετοι στους μηχανισμούς της προπαγάνδας κι αδυνατούν να χειριστούν τις ψευδαισθήσεις και τις ανασφάλειές τους, τότε παύουν να λειτουργούν και ως πολίτες με τη ριζική έννοια του όρου. Καθίστανται επιρρεπείς στην κοινωνική ποδηγέτηση, στην πολιτική χαλιναγώγηση και στην ιδεολογική χειραγώγηση.
Αποστρέφονται την αλήθεια κι αναζητούν διεξόδους στην πραγματικότητα των συνθημάτων των επιτήδειων της προπαγάνδας. Είναι τόσο έντονη η επιθυμία τους να υπερβούν τα καταπιεστικά συναισθήματα που τους κατακυριεύουν, που απορρίπτουν κάθε προσπάθεια ορθής κρίσης. Γι’ αυτούς η αλήθεια είναι ο κίνδυνος που μπορεί να αποδομήσει το «κράτος» των ψευδαισθήσεών τους. Εδώ δικαιώνεται η θέση του Νίτσε
«Μερικές φορές οι άνθρωποι δε θέλουν να ακούσουν την αλήθεια, γιατί δε θέλουν να καταστρέψουν τις ψευδαισθήσεις τους».
Όταν, όμως, οι πολίτες συμπεριφέρονται ανορθολογικά και αρέσκονται στη βεβαιότητα – δύναμη της αγέλης, όταν επιλέγουν τη συμμόρφωση από τη διαφωνία και όταν άκριτα καθίστανται οι ιμάντες μιας «συναίνεσης» που έντεχνα προωθούν οι φορείς της προπαγάνδας τότε δεν πλήττεται μόνο το αυτεξούσιό τους αλλά και η δημοκρατία.
«Στις καταπιεστικές κοινωνίες χρησιμοποιείται η κάνη των όπλων. Στις δημοκρατικές η συναίνεση κατασκευάζεται με την προπαγάνδα» (Τσόμσκι).
Η διέξοδος βρίσκεται στην ανησυχία, στη διαφορετικότητα και στην αντίσταση σε ό,τι μας υποβιβάζει ως αυτόβουλα όντα. Οι μυλόπετρες της προπαγανδιστικής ομοιομορφίας δεν μπορούν να πολτοποιήσουν την καθαρή σκέψη και την ατομικότητα.
Γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος