Το μέγεθος και η θέση των ινομυωμάτων στη μήτρα μπορούν σε κάποιες περιπτώσεις να επηρεάσουν την επιτυχή έκβαση μιας εγκυμοσύνης. Στο 70% των περιπτώσεων το μέγεθος των ινομυωμάτων δεν αλλάζει κατά τη διάρκεια της κύησης και μόνο στο 30% μπορεί να αυξηθεί ο όγκος τους, κυρίως κατά το πρώτο τρίμηνο. Η μέση αύξηση του όγκου είναι 10%, ενώ μπορεί να υπάρξει μια μέγιστη αύξηση που να φτάσει στο 25%. Τα μικρού μεγέθους ινομυώματα εμφανίζουν στατιστικά μεγαλύτερη τάση για αύξηση, σε αντίθεση με τα μεγαλύτερα (>6 εκ.) που φαίνεται να επηρεάζονται λιγότερο. Ανάλογα με τη θέση τους, τα ινομυώματα διακρίνονται σε υποορογόνια, ενδοτοιχωματικά και υποβλεννογόνια (που εισέρχονται στην κοιλότητα της μήτρας) και η διάγνωση και διάκρισή τους είναι υπερηχογραφική.
Ευτυχώς για τις εγκύους, στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα ινομυώματα δεν επηρεάζουν καθόλου την εγκυμοσύνη. Η επίδρασή τους στην κύηση σχετίζεται από το μέγεθος, τον αριθμό και τη θέση τους στη μήτρα. Πιο συγκεκριμένα, έγκυες με ινομυώματα μπορεί να εμφανίσουν τα εξής:
Πόνος στο υπογάστριο: Είναι η πιο συνηθισμένη επιπλοκή κατά τη διάρκεια της κύησης. Όσο μεγαλύτερο το ινομύωμα, τόσο πιθανότερο να προκαλέσει πόνο, κυρίως κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο.
Αυτόματες αποβολές: Εμφανίζονται κυρίως στο πρώτο τρίμηνο της κύησης και συσχετίζονται με τον αριθμό και τη θέση των ινομυωμάτων. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ένα μόνο ινομύωμα έχει μικρότερο κίνδυνο σε σχέση με πολλαπλά, καθώς και ότι υποβλεννογόνια ινομυώματα αυξάνουν τον κίνδυνο σε σχέση με ενδοτοιχωματικά και τα υποορογόνια ινομυώματα.
Αιμορραγία πρώτου τριμήνου: Μεγαλύτερος κίνδυνος στις γυναίκες με υποβλεννογόνια ινομυώματα.
Αποκόλληση πλακούντα: Μεγαλύτερος κίνδυνος στις γυναίκες με υποβλεννογόνια και μεγάλου μεγέθους ινομυώματα.
Πρόωρος τοκετός.
Ανώμαλη προβολή εμβρύου και δυστοκία: Μεγάλα ινομυώματα, πολλαπλά και κυρίως όταν βρίσκονται στο κατώτερο τμήμα της μήτρας αυξάνουν τις πιθανότητες για ανώμαλη προβολή εμβρύου και δυστοκία.
Αιμορραγία μετά τον τοκετό. Μεγάλου μεγέθους ινομυώματα και κυρίως τα ενδοτοιχωματικά μπορεί να εμποδίζουν τη μήτρα να συσπαστεί μετά τον τοκετό με μηχανισμό που διαταράσσει την αρχιτεκτονική των ινών του μυομητρίου.
Η διαχείριση των ινομυωμάτων κατά τη διάρκεια της κύησης σχετίζεται με την κλινική κατάσταση που προκαλούν και στην πλειονότητα είναι συντηρητική, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να είναι χειρουργική.
Ο πόνος αντιμετωπίζεται με παυσίπονα, ενυδάτωση και κατάκλιση. Η αιμορραγία πρώτου τριμήνου αντιμετωπίζεται με κατάκλιση. Η αποκόλληση πλακούντα, αν είναι μεγάλη, οδηγεί σε καισαρική τομή. Το ίδιο συνήθως ισχύει και για τις ανώμαλες προβολές. Όσον αφορά την αιμορραγία μετά τον τοκετό, η αντιμετώπιση είναι αρχικά συντηρητική και, σε επίμονες και μη ελεγχόμενες καταστάσεις, χειρουργική.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η στατιστική ευνοεί τις εγκύους με ινομυώματα για μια ασφαλή και χωρίς επιπλοκές εγκυμοσύνη. Ο μαιευτήρας πρέπει να βρίσκεται πάντα σε ετοιμότητα για να αναγνωρίζει και να αντιμετωπίζει τυχόν επιπλοκές.
Επιμέλεια: Ξενοφώντας Παπαθανάκος, Μαιευτήρας – Γυναικολόγος