Δεν είμαι από εκείνους που είχαν από μικροί μούρλα να ανακαλύψουν την καταγωγή τους. Ξέρω, ωστόσο, πως ο παππούς μου, ο μπαμπάς του μπαμπά μου, που δεν γνώρισα ποτέ, ήταν από την Καππαδοκία, έναν ιστορικό τόπο με αρχαίες ρίζες που αναφέρεται για πρώτη φορά στα κείμενα του Ηροδότου. Αυτό το μυστικιστικό, γοητευτικό σημείο του χάρτη, στην ανατολική μεριά της Μικράς Ασίας, το οποίο ανήκει σήμερα σε πέντε διαφορετικές τουρκικές επαρχίες και που είναι γνωστό σε όλο τον κόσμο για τις μονολιθικές εκκλησίες, σμιλευμένες μέσα στις σπηλιές μίας έντονα ηφαιστειογενούς περιοχής.
Καππαδοκία σημαίνει στα περσικά «η χώρα των όμορφων αλόγων», απλά γιατί ήταν γεμάτη όμορφα άλογα. Φαίνεται πως σε εκείνα τα μέρη έχουν μία παραπάνω εμμονή με το να λένε τα πράγματα με το όνομα τους και για να συνεννοούνται ευκολότερα, έδιναν ο ένας στον άλλον επίθετα περιγραφικά που σε χαρακτήριζαν ανάλογα με το ποιος ήταν ο πατέρας σου. Κάπως έτσι η κατάληξη «ογλού» έγινε το viral εκείνων των καιρών. «Ογλού» στα τουρκικά σημαίνει παιδί, δηλαδή αν σε λένε Τσαβόσογλου – για να κάνουμε reference στην εξωτερική μας πολιτική – είσαι «το παιδί του Τσαβούς». Αντίστοιχα αν σε λένε Τουρούτογλου είσαι «το παιδί του Τουρούτ».
Δεν έχω ιδέα ποιος ήταν ο Τουρούτ, αν ήταν ο ίδιος ο παππούς μου ή κάποιος πολύ πριν από αυτόν, στα λεξικά δεν υπάρχει μετάφραση, στο Google Translate ούτε λόγος και ο πατέρας μου δεν έχει ιδέα. Ξέρω πάντως με σιγουριά ότι έχω περάσει 36 χρόνια με το επίθετο αυτού του άγνωστου, πιθανόν συμπαθέστατου, ανθρώπου κάτι που προκαλεί σταθερά στην καθημερινότητα μου συχνούς, μικρούς, τραγελαφικούς θανάτους.
1. Εντάξει,δεν είχα ποτέ την απαίτηση να με λέμε Τεπενδρή, Λεονάρδου ή Ζέρβα. Από την άλλη δεν είμαι και τόσο άτυχη όσο εκείνος ο συμμαθητής μου στο δημοτικό που τον έλεγαν Νίκο Βυζάκη. Κάθε φορά που η δασκάλα έλεγε το όνομα του στην τάξη απλωνόταν ένα γέλιο πηχτό σαν χιόνι πάνω στο αμάξωμα αυτοκινήτου. Πάντως και με το δικό μου επίθετο έπεφτε χάχανο τρελό και μάλιστα μερικές φορές τα πράγματα ήταν λιγάκι χειρότερα γιατί, μέσα σε όλα, το «ογλού» έχει και μία μελωδικότητα. Φανταστείτε 25 παιδιά να λένε στο ριπίτ την κατάληξη του επιθέτου σου, σαν κουκουβάγιες σε ατελείωτη λούπα. Δεν υπονοώ, βέβαια, πως η κατάσταση μου είχε οποιαδήποτε σχέση με σχολικό εκφοβισμό ή κάτι αντίστοιχα σοβαρό. Απλά ήταν ένας λόγος για να αισθάνομαι κάθε μέρα άβολα όταν ο καθηγητής έλεγε δυνατά το όνομα μου. Αυτή η έννοια του «άβολου» χτίστηκε σταδιακά μέσα μου, μία μόνιμα αγωνία που δεν ξεπεράστηκε ποτέ στο πέρασμα του χρόνου.
Καππαδοκία σημαίνει στα περσικά «η χώρα των όμορφων αλόγων», απλά γιατί ήταν γεμάτη όμορφα άλογα. Φαίνεται πως σε εκείνα τα μέρη έχουν μία παραπάνω εμμονή με το να λένε τα πράγματα με το όνομα τους
2.Οι πιθανότητες να δει ένας άνθρωπος γραμμένο το επίθετο μου και να το διαβάσει σωστά είναι περίπου 0,7 στις εκατό. Το νούμερο είναι πραγματικό. Κάποια στιγμή άρχισα να μετράω πόσοι το έχουν προφέρει «Τουρουτόγλου», πόσοι «Τουρτούρογλου» και πόσοι «Τορότογλου» και έβγαλα τα στατιστικά. Μεταξύ μας, δεν έχω καταλάβει ακριβώς τι είναι αυτό που σας μπερδεύει, για να διαμαρτυρηθώ κι εγώ μία φορά για τον πόνο μου. Όλο αυτό κάποια στιγμή σε κάνει να νιώθεις μία κάποια αμηχανία. Ακόμα και στην ενήλικη ζωή σου φτάνεις στο σημείο να αγχώνεσαι υπόγεια κάθε φορά που ξέρεις ότι κάποιος άγνωστος θα χρειαστεί, για τον οποιοδήποτε λόγο να διαβάσει από χαρτί το όνομα σου. Κορυφαία στιγμή της καριέρας μου όταν πρόεδρος δικαστηρίου με φώναξε στο βήμα ως μάρτυρα κάποιας παλιάς επαγγελματικής υπόθεσης και ολόκληρη η αίθουσα ξαπλώθηκε στο πάτωμα από τα γέλια.
3. Αντίστοιχα χαμηλές είναι οι πιθανότητες του να καταλάβει κάποιος το επίθετο μου με την πρώτη φορά όταν του το λέω εγώ η ίδια. Κάποτε πίστευα πως τίθεται θέμα ορθοφωνίας και ότι προφανώς δεν μιλάω τόσο καθαρά. Μεγαλώνοντας αποφάσισα να το λέω δυνατά και συλλαβιστά, τονίζοντας κάθε γράμμα ξεχωριστά ώστε να μην μπαίνω στη διαδικασία να το λέω ξανά και ξανά μέχρι ο άλλος να καταλάβει τι του λέω. Φαίνεται τελικά πως το πρόβλημα δεν έχει καμία σχέση με τη δική μου προφορά. Απλώς όλοι (όλοι όμως) επιμένουν να ακούν «Κουρούτογλου» αντί για «Τουρούτογλου» γιατί για κάποιον λόγο το κάπα τους ακούγεται πιο λογικό από το ταφ. Λατρεμένο στιγμιότυπο εκείνη η φορά που ήμουν στο γραφείο και προσπαθούσα για 5 λεπτά να εξηγήσω το επίθετο μου σε διάσημο συνεντευξιαζόμενο από το τηλέφωνο.
4. Όλα τα παραπάνω ηχούν ασήμαντα κα φαιδρά εάν τα βάλεις δίπλα στο εξής απίθανο σκηνικό: Ξεκινώντας να γράφω σε διάφορα μικρά ή πιο μεγάλα σάιτ, άρχισα να δίνω κείμενα για ελληνική μουσική σε μία από τις πιο γνωστές ιστοσελίδες της χώρας στον συγκεκριμένο τομέα. Εκείνη την εποχή κάτω από το σάιτ λειτουργούσε ένα forum όπου ο αναγνώστης είχε την δυνατότητα να μπει και να πει τη γνώμη του για έναν δίσκο, ένα κείμενο, να τσακωθεί ή να συμφωνήσει. Σε αυτό το forum εμφανίστηκε κάποια στιγμή μία ομάδα η οποία ισχυριζόταν πως η συντακτική ομάδα δουλεύει τον κόσμο ψιλό γαζί και πως πρόκειται για τους ίδιους ουσιαστικά ανθρώπους που υπογράφουν όλα τα κείμενα με απίστευτα ψευδώνυμα που είναι αδύνατον να υπάρχουν στα αλήθεια. «Πώς είναι δυνατόν να υπάρχει άνθρωπος που λέγεται έτσι,» έγραφε χαρακτηριστικά κάποιος. Με άλλα λόγια, το επίθετο μου μπορούσε να περάσει μόνο ως αποκύημα της φαντασίας. Πάλι καλά που δεν ήθελα να γίνω ηθοποιός ή τραγουδίστρια. Επίσης ευτυχώς που το forum έκλεισε κάποια στιγμή και ησύχασα.
Κορυφαία στιγμή της καριέρας μου όταν πρόεδρος δικαστηρίου με φώναξε στο βήμα ως μάρτυρα κάποιας παλιάς επαγγελματικής υπόθεσης και ολόκληρη η αίθουσα ξαπλώθηκε στο πάτωμα από τα γέλια.
Μέσα σε όλα τα παραπάνω υπάρχουν και εκείνοι που δεν θέλουν να σου πουν ευθέως το προφανές. Ότι: «Ναι, βρε παιδί μου είναι κάπως κακόηχο το επίθετο σου». Ή το ακόμα πιο ακριβές: «Η αλήθεια είναι πως ακούγεται λιγάκι αστείο» ή κάτι άλλο αντίστοιχα ειλικρινές. Συνήθως είναι φίλοι σου που σε συμπαθούν και υποθέτουν ότι θα είναι κάπως άβολο για σένα. Είναι εκείνοι που είτε καταλήγουν να σου πουν «Εντάξει, ρε συ, δεν είναι τόσο άσχημο», είτε το ακόμα λιγότερο πειστικό «Εμένα πάντως μου αρέσει». Παιδιά, σας αγαπώ αλλά δεν σας πιστεύει κανείς, το ξέρετε φαντάζομαι.