Το αγοράκι με τα κάπως αχτένιστα μαλλιά είχε εδώ και κάμποσα λεπτά σκύψει το κεφάλι. Οι φωνές που ακούγονταν από το προαύλιο το κούραζαν πλέον πολύ, αν και βαθιά μέσα του ζήλευε όλο αυτό το τσούρμο των παιδιών που χοροπηδούσε πέρα δώθε.
Με κλειστά μάτια προσπάθησε να απομονώσει τον ήχο από την εικόνα, καθώς την δεύτερη δεν την άντεχε πια!
“Γιαννάκη, τι κάνεις εδώ μόνος στην τάξη με κλειστά μάτια; Μπορείς να μου εξηγήσεις γιατί αυτό το πράγμα συμβαίνει εδώ κι έναν μήνα περίπου;”.
“Κυρία… βαριέμαι κάπως… είμαι και λίγο κρυωμένος…”.
Ο 8χρονος μαθητής προσπαθούσε μάταια να “πετύχει” τη σωστή δικαιολογία. Πώς μπορούσε να πει την αλήθεια, εκείνο που έκρυβε μες την ψυχούλα του;
Η δασκάλα κατάλαβε βέβαια πως ο μικρός δεν έλεγε αλήθεια, ωστόσο δεν του επέτρεψε την περαιτέρω παραμονή στην αίθουσα εν ώρα διαλείμματος.
Τα παιδιά από την τάξη του απόρησαν που τον είδαν ύστερα από τόσον καιρό στο προαύλιο. Βέβαια δεν φαινόταν και πολύ χαρούμενος μα δεν έδωσαν και τόση σημασία αφού ήθελαν να συνεχίσουν το ανέμελο παιχνίδι τους.
Ένα κορίτσι, όμως, αυτό που δεν μιλούσε και πολύ με τον συμμαθητή του τον Γιάννη, είχε άλλη άποψη.
“Γιάννη, να σε ρωτήσω κάτι;”. Ο μικρός ήξερε πως δεν μπορούσε να το αποφύγει και κούνησε το κεφάλι του καταφατικά.
“Θέλεις ένα κομμάτι από την τυρόπιτά μου; Έτσι κι αλλιώς είναι πολύ μεγάλη, πού να χωρέσει στο μικρό μου στομαχάκι;”.
Ο Γιάννης πήρε διστακτικά το μικρό κομμάτι τυρόπιτας στα χέρια του. Τι “δώρο”ήταν αυτό! Το βλέμμα του μα κυρίως ο τρόπος που έτρωγε τα μαρτυρούσαν όλα – αυτό το παιδί πεινούσε στην κυριολεξία!
Κανείς δεν γνώριζε τι συνέβαινε τον τελευταίο καιρό στο σπίτι του, κανείς δεν γνώριζε το δράμα που βίωνε. Η μητέρα του ήταν εδώ και δύο μήνες σε κώμα και ο άνεργος πατέρας του προσπαθούσε με πολύ μεγάλη δυσκολία να τα βγάλει πέρα με εκείνον και τα άλλα τέσσερα ανήλικα παιδιά. Φαγητό σπάνια έμπαινε πλέον στο σπίτι κι αυτό σε πολύ μικρές ποσότητες.
Ο Γιάννης ντρεπόταν να ζητήσει οτιδήποτε από τους συμμαθητές του κι έτσι κατέπνιγε δάκρυα και πείνα κι απομονωνόταν σε κάθε διάλειμμα μέσα στην τάξη.
Την επόμενη μέρα μια μεγάλη έκπληξη περίμενε τον Γιάννη την ώρα που κάθισε στην θέση του. Στη γωνία του θρανίου υπήρχε ένα μικρό τάπερ μέσα στο οποίο είδε μια μπανάνα κομμένη άτσαλα στη μέση, ένα κομμάτι τοστ και μια καραμέλα.
Κάτω από όλα αυτά υπήρχε ένα σημείωμα: ”Αυτό το τάπερ είναι πλέον δικό σου και κάθε μέρα θα το γεμίζουμε, φτάνει να μας πεις το μυστικό που σε κάνει τόσο καλό στο μπάσκετ, χαχα. Σε αγαπάμε, οι συμμαθητές σου!”.
Χριστίνα Καρρά, συγγραφέας-καθηγήτρια