Το θέμα της ελεύθερης βούλησης είναι πολύπλοκο. Έχω την αίσθηση, ότι δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτοι. Η ύπαρξη ή όχι της ελεύθερης βούλησης είναι ένα μακραίωνο ερώτημα, με το οποίο ασχολήθηκαν φιλόσοφοι, ψυχολόγοι και, πιο πρόσφατα, νευροεπιστήμονες. Υπάρχουν δύο σχολές σκέψης. Επιγραμματικά, η μία υποστηρίζει ότι λαμβάνουμε τις αποφάσεις μας συνειδητά, με τον νου, ενώ η δεύτερη θεωρεί ότι αυτή η διεργασία γίνεται στο ασυνείδητο μέρος του εγκεφάλου και μετά από λίγο, η ήδη ειλημμένη απόφαση, κάνει την εμφάνισή της στον νου δημιουργώντας παράλληλα την ψευδαίσθηση ότι η απόφαση ήταν συνειδητή.
Οι περισσότεροι άνθρωποι θα υποστήριζαν ότι η κοινή λογική λέει ότι η πρώτη σχολή σκέψης είναι η σωστή και η δεύτερη είναι, απλώς, μία προσπάθεια να υπονομευθεί η έννοια της ελεύθερης βούλησης. Ωστόσο, δεν έχει βρεθεί ο τρόπος το προφανές να αποδειχθεί, και να γίνει σαφές πέραν πάσης αμφιβολίας. Έτσι, καταλήγουμε στο δίλημμα που κάποιες φορές θυμίζει αυτό του αυγού με την κότα.
Εμείς σήμερα θα προσπαθήσουμε να το αναλύσουμε, ελπίζω, διαθέτοντας κάποια ‟ελευθερία״ στις σκέψεις μας. Είναι μια ευκαιρία να αποδείξουμε ότι δε μένουμε γαντζωμένοι στις απόψεις μας και λαμβάνουμε αμερόληπτα τα επιχειρήματα όλων των πλευρών. Εξάλλου, ο Επίκουρος είπε να μη μένουμε στο άσπρο-μαύρο (αν και, βάσει κάποιων πληροφοριών που έχω, ήταν ΠΑΟΚ) της δίτιμης λογικής αλλά να δεχόμαστε την πλειοτιμία.
Ξεκινώ, λοιπόν, με κάποιες διευκρινήσεις για το θέμα:
Ελεύθερη βούληση είναι η ικανότητα του ατόμου και γενικότερα του κάθε έμβιου όντος να προβαίνει σε επιλογές χωρίς να περιορίζεται από ορισμένους παράγοντες.
Οι παράγοντες ιστορικού ενδιαφέροντος περιλαμβάνουν μεταφυσικούς περιορισμούς (όπως η θεολογική αιτιοκρατία), φυσικούς περιορισμούς (όπως φυλάκιση), κοινωνικούς περιορισμούς (όπως η απαγόρευση ή η απειλή τιμωρίας), και πνευματικούς περιορισμούς (όπως εμμονές ή φοβίες, νευρολογικές διαταραχές, ή γενετικές προδιαθέσεις).
Το ζήτημα της ελεύθερης βούλησης έχει συζητηθεί ευρέως σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, και συμπεριλαμβάνει όχι μόνο το κατά πόσο υπάρχει αλλά ακόμα και το πώς ορίζεται αυτή η έννοια.
Για το αν υπάρχει ή όχι συναντάμε άλλες δυο τουλάχιστον υποκατηγορίες απόψεων, τους συμβατιστές και τους αντισυμβατιστές.
Ένας πολύ γνωστός συμβατιστής είναι ο Ντάνιελ Ντένετ, Αμερικανός φιλόσοφος, συγγραφέας και γνωσιακός επιστήμονας. Σήμερα είναι συνδιευθυντής του Κέντρου Γνωσιακών Σπουδών, καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ταφτς, άθεος και υλιστής. Ο Ντάνιελ Ντένετ θεωρεί πως ο ντετερμινισμός με την ελεύθερη βούληση είναι συμβατά μεταξύ τους και μπορούν να συνυπάρχουν.
Πολλοί σύγχρονοι φιλόσοφοι θεωρούν αρκετά προβληματική την έλλειψη προόδου από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Οι νευροεπιστήμες όπως νευρολογία, ψυχιατρική κ.α., απορρίπτουν την συνειδητή ελεύθερη βούληση, μα όχι την αίσθηση αυτοκυριαρχίας του ατόμου.
Σύμφωνα με τις νευροεπιστήμες, το άτομο δεν επιλέγει τα γονίδια, το φύλο του, το αρχικό περιβάλλον και την αρχική διαμόρφωση του εγκεφάλου στη μήτρα, ούτε τις ενδοκρινολογικές του αναλογίες εκκρίσεων αλλά συνδιαμορφώνει τις σωματικές και νευρολογικές του συνθήκες.
Οι σπουδές, δείχνουν να περιορίζουν τη “βούληση” εντός των νομίμων πλαισίων, άρα, νευρολογικά το άτομο έχει περισσότερο “αυτοέλεγχο” όταν ελαττώσει την τυχαιότητα μέσω της μάθησης, και εκφράζει περισσότερες εναλλακτικές με ηπιότερες εκδηλώσεις.
Ο περιορισμός της τυχαιότητας μέσω της διαμόρφωσης, αποδίδει πιο επιθυμητές συμπεριφορές, όμως νευρολογικά αυτό δεν ταυτίζεται με την ελεύθερη βούληση αλλά την χειραγώγηση αυτής, έστω θετικά, μέσω της ήπιας διαμόρφωσης του μυαλού και έμμεσα του χαρακτήρα.
Για να μη σας κουράζω, όμως, και καθώς η δική μου άποψη σε ένα τέτοιο θέμα δεν είναι η σημαντική, θα παραθέσω παρακάτω κάποια αποσπάσματα:
Ο Επίκουρος μας μίλησε για την παρέγκλιση την οποία προσπάθησε να εξηγήσει ώστε να απαλλάξει τον άνθρωπο από την αναγκαιότητα της μοίρας.Επειδή, όπως μας λέει ο Φρανσουά Σατελέ (Fr. Chatelet ιστορικός της φιλοσοφίας, στο βιβλίο του «Η Φιλοσοφία»), «προεκτεινόμενος στα ανθρώπινα,ο ελεύθερος και αυθόρμητος τρόπος κίνησης των ατόμων στη φύση, προσδιορίζει μια ελευθερία βούλησης ικανή να απαλλάξει τον άνθρωπο από την αιτιοκρατία της φύσης, καθώς του επιτρέπει να συμμετάσχει στην συγκροτητική αρχή της φύσης».
Έτσι στοιχειοθετήθηκε η θεωρία της ελεύθερης βούλησης του ατόμου κατά παρέκκλιση της άκαμπτης λογικής αλληλουχίας και του αιτιατού αλληλοκαθορισμού των γεγονότων.
Σκέφτομαι, λοιπόν, πώς συνδυάζεται το τυχαίο με τη θέληση; Διότι άλλο η παρέκκλιση και άλλο η βούληση. Άλλο η τύχη με την μορφή της πιθανότητας και άλλο η θέληση. Εξάλλου ούτε για την τύχη είμαστε υπεύθυνοι εμείς, έτσι δεν είναι;
Στη 16η Κύρια Δόξα του μας λέει ο Επίκουρος: «Λίγα στον μυαλωμένο άνθρωπο η τύχη προσθέτει, τα δε μέγιστα και κυριότατα ο λογισμός τα έχει διοικήσει, και καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου τα διοικεί και θα τα διοικήσει».
Επίσης, βρίσκουμε κάποιες ρήσεις του, που, σε ‘μένα προσωπικά, αφήνουν κάποιο παραθυράκι προς άλλες κατευθύνσεις.
Επίκουρος:
«Τίποτε δε γίνεται από το τίποτε» όσον αφορά την αιτιοκρατία.
Και, γενικότερα για την ελευθερία, «Εκλυτέον εαυτούς εκ του περί τα εγκύκλια και τα πολιτικά δεσμωτηρίου. Θα πρέπει να απελευθερωθούμε από τις καθημερινές και δημόσιες ασχολίες που μας δεσμεύουν».
Όπως και το «Μέγιστος καρπός της αυτάρκειας η ελευθερία» και να ρωτήσω με την ευκαιρία: ποιος νιώθει αυτάρκης;
Επίσης, η ελεύθερη βούληση, όσο δε συνοδεύεται από αποδείξεις, πώς μπορεί να ενταχθεί στον φιλοσοφικό υλισμό του Επίκουρου; Μήπως παραμένει ιδέα;
Τι λέει ένας “δικός μας”, κορυφαίος, νευροεπιστήμονας:
Γιώργος Παξινός: Ελεύθερη βούληση – Σκλάβοι του χθες ή αρχιτέκτονες του πεπρωμένου/μέλλοντος μας;
“Γνώθι Σαυτόν” – Athens Science Festival
Η υποκειμενική εμπειρία είναι ότι έχουμε ελεύθερη βούληση και όλη η επιστημονική ένδειξη ότι δεν έχουμε.
Βλέπουμε το παράδειγμα της αγάπης, που μας δείχνει ότι δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση στον τομέα των συναισθημάτων. Συχνά ακούμε «θέλω να τον ξεχάσω αλλά δεν μπορώ», δηλαδή, συνεχίζουν να αγαπούν κάποιον που τους έχει παρατήσει και δεν μπορούν να μεταβιβάσουν την αγάπη τους σε κάποιον άλλον που τους αγαπάει. Κατά τον ίδιον τρόπο δεν μπορούν να τους ξαναγαπήσουν και αυτοί που τους έχουν παρατήσει όσο και να επιμείνουν… Δεν μπορείς να διατάξεις την αγάπη, άρα, δεν έχεις καμία ελευθερία όσον αφορά την αγάπη.
Να κάνουμε μια πρόβλεψη: Οποιοσδήποτε από τους άνδρες (εδώ μέσα), γεννιόταν στη χώρα που λιθοβολούν τις γυναίκες που υποθέτουν ότι δεν τήρησαν τις εντολές των ιερών τους βιβλίων, θα είχε τις ίδιες πιθανότητες να μετάσχει στον λιθοβολισμό όπως οι ντόπιοι εκείνης της χώρας.
Μπορεί ο νους να επηρεάσει τον εγκέφαλο; (Ή, θα έλεγα εγώ, μπορεί το συνειδητό να επηρεάσει το ασυνείδητο;)
Όχι, ο νους δεν μπορεί να είναι ένας παράγοντας που θα επηρεάσει τη δραστηριότητα του εγκεφάλου. Ο νους είναι η δραστηριότητα του εγκεφάλου. Όπως η σκιά μας δεν μπορεί να μας αναγκάσει να κάνουμε κάτι, έτσι και ο νους δεν μπορεί να αναγκάσει τον εγκέφαλο να κάνει αυτό που δε θέλει. Αν ο νους ήταν ικανός να εξαναγκάσει τους νευρώνες του εγκεφάλου να ενεργοποιηθούν, θα παραβίαζε την αρχή της διατήρησης της ενέργειας.
Αν ο νους κυβερνά τον εγκέφαλο, τότε υπάρχει ελεύθερη βούληση και, κατά συνέπεια, ευθύνη για τα λεγόμενα και τις πράξεις μας. Αντίστροφα, αν ο εγκέφαλος κυβερνά το νου, τότε καταλήγουμε σε ένα μάλλον σκοτεινό συμπέρασμα· δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση (λόγω των δομών του ασυνείδητου που εδράζονται σ’ αυτόν).
Ο νους, λοιπόν, είναι η δραστηριότητα του εγκεφάλου και η συμπεριφορά το απότοκο από δυο επιρροές: Το γεννητικό προίκισμα και την εμπειρία.
Η αίσθηση, αντίληψη και συνείδηση εξαρτώνται πλήρως απ’ τον εγκέφαλο.
Ο εγκέφαλος αποφασίζει σε νευρολογικό σκοτάδι και στη συνέχεια ενημερώνει τον νου ο οποίος σκέφτεται ότι εκείνος πήρε την απόφαση. Στην πραγματικότητα η απόφαση ελήφθη πρό-γνωστικά. Αν, λοιπόν, ο εγκέφαλος ελέγχει τον νου δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση, επειδή οι εγκεφαλικές συνδέσεις, νευρομεταβιβαστές και συνάψεις θα πάρουν την απόφαση και η απόφαση αυτή θα πρέπει να βασίζεται μόνο σε γεγονότα που είναι φυσικά, χημικά, ηλεκτρικά ή τυχαία.
Ακόμα και στη σκέψη δεν υπάρχει ελευθερία. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε τις επόμενες τρεις σκέψεις μας, όπως ακριβώς δεν μπορούμε να προβλέψουμε τις επόμενες τρεις σκέψεις κάποιου άλλου. Ούτε μπορούμε να δούμε το ουράνιο τόξο και να αναγκάσουμε το μυαλό μας να το δει σε άσπρο-μαύρο.
Η νόσος του Αλτσχάιμερ θα κάνει μια ανεπιθύμητη επίσκεψη στους περισσότερους από ‘μας προς το τέλος της ζωής. Θα διαταράξει την εσωτερική δομή των νευρώνων μας και θα μας καταστήσει ζωντανά παραδείγματα ότι ο νους είναι το προϊόν του εγκεφάλου και δεν έχει καμία επίδραση σε αυτόν.
Ο ποιητής του 19ου αιώνα, Λόρδος Άλφρεντ Τέννυσον, είχε δίκιο κατά το ήμισυ όταν έγραψε στο ποίημα του Οδυσσέας «Είμαι μέρος όλων αυτών που έχω γνωρίσει». Το άλλο μισό της αλήθειας βρίσκεται στη γεννητική. Δεν πρόκειται να εγκαταλείψουμε την αγάπη που μας βασανίζει καθόλου ευκολότερα απ’ ό,τι μπορούμε να σβήσουμε τον πόνο μετά την εγχείρηση. Ποιος από μας δε θα ήθελε να απορρίψει την κατάθλιψη, τις ανησυχίες, τις εμμονές, τους καταναγκασμούς του;
Ποιοι είμαστε;
«Σε μια άκρη του σύμπαντος, πάνω σ’ έναν μικρό μπλε πλανήτη, που περιστρεφόταν γύρω από έναν ασήμαντο ήλιο, στις φτωχογειτονιές του γαλαξία, ανόρθωσαν το ανάστημα τους οργανισμοί που εν’ τούτης θεώρησαν τους εαυτούς τους προνομιούχους και… με ελευθέρα βούληση.»
Οι νευροεπιστήμονες συμφωνούν στο ότι τα γονίδια προσδίδουν προδιαθέσεις και αυτό το βρίσκουν ιδιαίτερα εύκολα σε μονοζυγωτικά δίδυμα. Η φύση έκανε μια τεράστια εξυπηρέτηση στους επιστήμονες. Τους παρέχει δίδυμα μονοζυγωτικά που έχουν ακριβώς το ίδιο γεννητικό προίκισμα· καμία διαφορά. Οποιαδήποτε διαφορά υφίσταται μεταξύ των δυο θα πρέπει να οφείλεται στο περιβάλλον. Δεν υπάρχει άλλος παράγοντας που να επηρεάσει τη συμπεριφορά.
Εάν, λοιπόν, εγώ είμαι ομοφυλόφιλος και ο Τάκης, ο σκληρός ο ιατρός είναι μονοζυγωτικό μου δίδυμο, οι πιθανότητες ότι κι εκείνος είναι ομοφυλόφιλος είναι 50%. Τεράστια η προδιάθεση! Αν δεν είχαμε καμιά συγγένεια κι εγώ ήμουν ομοφυλόφιλος, οι πιθανότητες να ήταν κι εκείνος ομοφυλόφιλος θα ήταν 1%, όπως ανά τον πληθυσμό. Είναι στατιστική. Αλλά επειδή είναι μονοζυγωτικός μου αδελφός έχει αυτήν την προδιάθεση, 50%.
Εν’ τούτης, προσέξτε, δεν είναι 100%. Τι σημαίνει αυτό; Ότι και το περιβάλλον έχει μια τεράστια επίδραση. Το άλλο 50%.
Οι επιστήμονες μπορούν να ξεδιαλύνουν σε ορισμένες καταστάσεις τι ευθύνεται και κατά πόσον.
Συνεχίζω με τους:
Stephen Hawking – Leonard Mlodinow
Από το Βιβλίο “Το Μεγάλο Σχέδιο”
Έχουν οι άνθρωποι ελεύθερη βούληση;
Αν διαθέτουμε ελεύθερη βούληση,σε ποιο σημείο του εξελικτικού δέντρου εμφανίστηκε;
Διαθέτουν τα κυανοφύκη ή τα βακτήρια ελεύθερη βούληση, ή μήπως η συμπεριφορά τους είναι αυτόματη και εντός της επικράτειας των φυσικών νόμων;
Περιορίζεται η ελεύθερη βούληση σε όλους τους πολυκύτταρους οργανισμούς ή μόνο στα θηλαστικά;
Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ένας χιμπαντζής ασκεί την ελεύθερη βούλησή του όταν επιλέγει να μασουλίσει μια μπανάνα ή μια γάτα να σκίσει τον καναπέ σας; Τι θα λέγατε, όμως, για τον νηματώδη σκώληκα (Caenorhabditis elegans), ένα απλό πλάσμα αποτελούμενο από μόλις 959 κύτταρα; Αυτό μπορεί να μην πει ποτέ από μέσα του «Πω-πω, τι νοστιμιά αυτά τα βακτήρια στο δείπνο σήμερα», σίγουρα όμως έχει προτιμήσεις στο φαγητό, και είτε θα συμβιβαστεί με έναν μέτριο μεζέ είτε θα συνεχίσει προς αναζήτηση κάτι καλύτερου, ανάλογα με την πρόσφατη εμπειρία του. Μήπως εδώ έχουμε άσκηση της ελεύθερης βούλησης;
Όσο και αν εμείς οι ίδιοι αισθανόμαστε ότι μπορούμε να επιλέγουμε αυτό που θα κάνουμε, η κατανόηση της μοριακής βάσης της βιολογίας δείχνει ότι οι βιολογικές διεργασίες υπάγονται στους νόμους της φυσικής και της χημείας, άρα είναι εξίσου αιτιοκρατικά καθορισμένες όσο και οι τροχιές των πλανητών. Πρόσφατα πειράματα στο πεδίο των νευροεπιστημών ενισχύουν την άποψη ότι τις ενέργειές μας καθορίζει ο υλικός μας εγκέφαλος, σε συμφωνία πάντα με τους γνωστούς νόμους της επιστήμης, και όχι κάποιος παράγοντας εκτός της επικράτειας των νόμων αυτών.
Παραδείγματος χάριν, από μελέτη ασθενών που υποβλήθηκαν σε εγχείρηση στον εγκέφαλο διατηρώντας τις αισθήσεις τους βρέθηκε ότι, μέσω ηλεκτρικού ερεθισμού των κατάλληλων εγκεφαλικών περιοχών, μπορούμε να επαγάγουμε στον ασθενή την επιθυμία να κινήσει την παλάμη, το χέρι ή την πατούσα του, να κινήσει τα χείλη του και να μιλήσει. Είναι δύσκολο να φανταστούμε με ποιον τρόπο μπορεί να λειτουργεί η ελεύθερη βούληση αν η συμπεριφορά μας καθορίζεται από τους φυσικούς νόμους· φαίνεται, λοιπόν, ότι δεν είμαστε τίποτα περισσότερο από βιολογικές μηχανές, και ηελεύθερη βούληση δεν αποτελεί παρά μια ψευδαίσθηση.
Τόσο ο Αριστοτέλης όσο και ο Πλάτων πίστευαν -όπως και ο Καρτέσιος ή και, αργότερα, ο Αϊνστάιν- ότι οι φυσικές αρχές υπάρχουν «εξ ανάγκης», διότι υποτίθεται πως είναι οι μοναδικοί κανόνες που έχουν λογική βάση.
{Να θυμηθούμε και λίγο τον Επίκουρο που είπε στην προσφώνηση 9 «Η ανάγκη είναι κακό (πράγμα), αλλά δεν υπάρχει καμία ανάγκη να ζούμε κάτω από την ανάγκη».}
Λόγω της πίστης του στην εκπήγαση των φυσικών νόμων από τη λογική, ο Αριστοτέλης και οι οπαδοί του θεωρούσαν ότι θα μπορούσαμε να «παραγάγουμε» τους νόμους αυτούς χωρίς να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο με τον οποίο πραγματικά συμπεριφέρεται η Φύση. Η πίστη αυτή, καθώς και η εστίαση στο «γιατί» τα αντικείμενα ακολουθούν κανόνες αντί για ιδιαιτερότητες των κανόνων, τον οδήγησαν στη διατύπωση κυρίως ποιοτικών νόμων, συχνά λανθασμένων, οι οποίοι, σε κάθε περίπτωση, δεν αποδείχθηκαν ιδιαίτερα χρήσιμοι, ακόμη και αν δέσποσαν στην επιστημονική σκέψη επί αιώνες. Θα περνούσε πολύς καιρός ακόμη πριν αποτολμήσουν κάποιοι σαν τον Γαλιλαίο να αμφισβητήσουν την αυθεντία του Αριστοτέλη και να στρέψουν την προσοχή τους στο πώς πραγματικά λειτουργεί η Φύση, αντί για τις επιταγές του καθαρού«λόγου» ως προς το πώς θα έπρεπε να λειτουργεί.
Το βιβλίο αυτόασπάζεται την άποψη της επιστημονικής αιτιοκρατίας, σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχουν θαύματα, ή εξαιρέσεις στους νόμους της Φύσης.
Κάποιες λίγο πιο σκληρές-ντετερμινιστικές απόψεις από τον:
Sam Harris – Ανελεύθερη Βούληση
(Σπούδασε φιλοσοφία και είναι νευροεπιστήμονας με διδακτορικό)
«…Θα πρέπει λοιπόν να θεωρήσουμε την τωρινή κατάσταση του σύμπαντος ως το αποτέλεσμα της προηγούμενης και αιτία εκείνης που θα ακολουθήσει. Αν υποθέσουμε ότι για κάθε στιγμή μια διάνοια θα μπορούσε να κατανοήσει όλες τις δυνάμεις που θέτουν σε κίνηση τη φύση και την αντίστοιχη κατάσταση όλων των υπάρξεων που τη συνθέτουν, μια τέτοια τεράστια διάνοια που θα ήταν σε θέση να αναλύσει τα δεδομένα, θα συμπεριελάμβανε στην ίδια εξίσωση τις κινήσεις των μεγαλύτερων σωμάτων του σύμπαντος, καθώς και αυτές των μικρότερων ατόμων. Γι’ αυτήν τίποτα δεν θα ήταν απροσδιόριστο και το μέλλον, όπως και το παρελθόν, θα της ήταν απολύτως γνωστά…»
(Μαρκήσιος Π. Σ. Λαπλάς Από το Essai philosophique sur les probabilites, 1814)
Στην ντετερμινιστική οπτική των Λαπλάς και Χάρις η ύπαρξη των δύο ασύμβατων μεταξύ τους εννοιών, του τυχαίου και της ελεύθερης βούλησης, οφείλεται σε ένα και μόνο υποκειμενικό παράγοντα, την ελλιπή γνώση.
Ωστόσο, η βούληση, όπως και η συνείδηση, υπόκειται και στην εξελιξιαρχία, στη διαδικασία της εξέλιξης. Θα μπορούσε λοιπόν η ελεύθερη βούληση να προκύψει στο μέλλον, όπως άλλωστε συνέβη και με τη συνείδηση στο παρελθόν. Πιθανώς όμως όχι, γιατί… θα είναι μάταιο να περιμένει κανείς από ένα ντετερμινιστικό σύμπαν να αφήσει εκουσίως ελεύθερη τη βούληση.
Η πρωτότυπη αντίληψη της ελεύθερης βούλησης ως ψευδαίσθησης οφείλεται στις εργασίες και στα πειράματα του ψυχολόγου Ντάνιελ Γουάγκνερ, ο οποίος έγινε γνωστός με την έκδοση του βιβλίου του The illusion of conscious will, το 2002.
Και το πολύ σημαντικό έργο του Γουάγκνερ, με τη σειρά του, βασίστηκε στα πρωτοπόρα πειράματα σχετικά με την καθυστέρηση του χρόνου έναρξης της συνειδητής πρόθεσης, κατά τις αρχές της δεκαετίας του 80, του φυσιολόγου Βενιαμίν Λίμπετ, ο οποίος προφανώς θα ήταν απογοητευμένος με τα αποτελέσματα των πειραμάτων του, μιας και αυτά έθεταν υπό αμφισβήτηση την ελεύθερη βούληση, ενώ αυτός πίστευε και συνέχισε να πιστεύει σε αυτή.
Στην πραγματικότητα, η ελεύθερη βούληση είναι κάτι παραπάνω από μια ψευδαίσθηση (ή κάτι λιγότερο), με την έννοια ότι το νόημά της δεν είναι λογικοφανές. Είτε η βούλησή μας καθορίζεται από προϋπάρχουσες αιτίες, και συνεπώς δεν είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτές, είτε είναι αποτέλεσμα της τύχης, και συνεπώς πάλι δεν είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτές.
Κανείς δεν έχει περιγράψει ποτέ κάποιο τρόπο με τον οποίο οι πνευματικές και οι φυσικές διεργασίες μπορούν να εκδηλωθούν έτσι ώστε να αποδεικνύουν την ύπαρξη ελευθερίας. Οι περισσότερες ψευδαισθήσεις είναι φτιαγμένες από πιο στέρεα υλικά.
Ο φυσιολόγος Βενιαμίν Λίμπετ έγινε διάσημος όταν χρησιμοποίησε έναν ηλεκτροεγκεφαλογράφο (EEG) για να δείξει ότι η δραστηριότητα στον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου μπορεί να εντοπιστεί γύρω στα 300 χιλιοστά του δευτερολέπτου πριν ο άνθρωπος αισθανθεί ότι αποφάσισε να πραγματοποιήσει μια κίνηση. Μια άλλη εργαστηριακή μελέτη επέκτεινε περαιτέρω αυτήν την εργασία του Λίμπετ, χρησιμοποιώντας έναν λειτουργικό μαγνητικό τομογράφο (fMRI). Ζητήθηκε σε όσους συμμετείχαν στο πείραμα να πιέσουν το ένα από τα δύο κουμπιά καθώς παρακολουθούσαν ένα «ρολόι» που απαρτιζόταν από μια τυχαία σειρά γραμμάτων, τα οποία εμφανίζονταν σε μια οθόνη. Ανέφεραν το γράμμα που ήταν ορατό στην οθόνη τη στιγμή που αποφάσιζαν να πιέσουν το ένα από τα δυο κουμπιά. Οι επιστήμονες ανακάλυψαν δυο περιοχές του εγκεφάλου που περιείχαν πληροφορίες σχετικά με το ποιο κουμπί πάτησαν οι συμμετέχοντες 7 έως 10 γεμάτα δευτερόλεπτα πριν αυτοί πάρουν την απόφαση συνειδητά. Τελευταία, απευθείας εγγραφές του εγκεφαλικού φλοιού έδειξαν ότι η δραστηριότητα και μόνο 256 νευρώνων αρκεί για να προβλεφθεί με ακρίβεια της τάξεως του 80% η απόφαση ενός ανθρώπου να κινηθεί, 700 χιλιοστά του δευτερολέπτου πριν το συνειδητοποιήσει ο ίδιος.
Ακόμα και αν δεν ήταν έτσι, ακόμα και αν όλες οι νοητικές διεργασίες γίνονταν ταυτόχρονα με τις υποβόσκουσες εγκεφαλικές, δεν μπορώ να αποφασίσω για την επόμενη σκέψη μου ή πρόθεση μέχρι να παρουσιαστεί η ίδια η σκέψη ή η πρόθεση. Ποια θα είναι η αμέσως επόμενη νοητική κατάστασή μου; Δεν το γνωρίζω, απλώς συμβαίνει. Πού χωράει η ελευθερία σ’ αυτό;
Αν δε γνωρίζεις σε τι κατάσταση θα είσαι στη συνέχεια, δεν έχεις καθόλου τον έλεγχο.
Να δούμε κάποιες απόψεις επιγραμματικά:
Ο Εμμάνουελ Καντ γράφει για την Ελευθερία ότι είναι απόλυτα απαραίτητη (υπογραμμίζει την Unentbehrlichkeit) αλλά και απόλυτα ακατανόητη (Unbegreiflichkeit). Θα έπρεπε να βρεθεί «ένας νόμος της αιτιότητας μέσω ελευθερίας». (Ein Gesetz der Kausalität durch Freiheit).
«Η ελεύθερη βούληση και η βούληση που υποτάσσεται σε ηθικούς νόμους είναι ένα και το αυτό πράγμα».
Νίκος Δήμου
Η έννοια της ελεύθερης βούλησης είναι ασυμβίβαστη με την επιστήμη και ιδιαίτερα με την ψυχιατρική. Μία απόφαση χωρίς αίτια, χωρίς κίνητρα, (αυτό σημαίνει ελεύθερη) θα ήταν αδύνατο να ερευνηθεί ή ακόμα και να κατανοηθεί. Θα ανήκε στον χώρο της μεταφυσικής – από τον οποίο έτσι κι αλλιώς προέρχεται η ιδέα μίας ελεύθερης βούλησης. Η ιστορία του προβλήματος της ελεύθερης βούλησης ή αυτεξούσιου -όπως αποκαλείται σήμερα- είναι η προσπάθεια να διασωθεί φιλοσοφικά μία θεολογική σύλληψη.
Ο B.F. Skinner θεωρούσε την ελεύθερη βούληση μία ψευδαίσθηση και την ανθρώπινη πράξη εξαρτώμενη από τις συνέπειες προηγούμενων πράξεων. Εάν οι συνέπειες είναι κακές, υπάρχει μια μεγάλη περίπτωση η πράξη να μην επαναληφθεί. Εάν οι συνέπειες είναι καλές, ωστόσο, οι πράξεις που οδηγούν εκεί θα γίνουν πιο πιθανές.Ο B.F. Skinner αυτό το ονόμασε ως αρχή της ενίσχυσης.
Λέει επίσης: «Η συμπεριφορά είναι το αποτέλεσμα δυο και μόνον παραγόντων επί των οποίων δεν έχουμε καμία επιλογή. Του περιβάλλοντος -δεν επιλέγουμε την κοινωνία που γεννηθήκαμε- και του γεννητικού μας προικίσματος -δεν επιλέγουμε τους γονείς μας, ούτε αν η μητέρα μας κάπνιζε εγκυμονούσα.»
Αυτό σημαίνει ότι αφού δεν έχουμε επιλογή στους γονείς μας αλλά ούτε στην κοινωνία που γεννηθήκαμε, και αναγκαστικά θα ζήσουμε μέχρι κάποια ηλικία, -δηλαδή, καμία επιλογή της φύσης ή της ανατροφής- αποκλείεται, θεωρητικός, να έχουμε ελεύθερη βούληση.
Ο Christof Koch (νευροεπιστήμονας) λέει ότι θα μπορούσε να αποδείξει ότι υπάρχει ελευθέρα βούληση αν κάποιος, κάτω από όμοιες συνθήκες, όχι μόνο εξωτερικές αλλά και εσωτερικές καταστάσεις του εγκεφάλου, όπως π.χ. υπογλυκαιμία (δηλαδή πεινάει), θα μπορούσε να συμπεριφερθεί διαφορετικά.
Σοπενάουερ
«Ο άνθρωπος μπορεί να κάνει αυτό που θέλει, αλλά δεν μπορεί να θέλει αυτό που θέλει».
Αϊνστάιν
ΣΙΓΟΥΡΑ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ με τη φιλοσοφική έννοια. Όλοι δρουν όχι μόνο υπό την επιρροή ενός εξωτερικού καταναγκασμού αλλά επίσης σύμφωνα και με μια εσωτερική ανάγκη. Η ρήση του Σοπενχάουερ ότι «ο άνθρωπος μπορεί να δρα όπως αυτός θέλει, αλλά όχι να θέλει όπως αυτός θέλει» αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για εμένα από τη νεότητα μου και μια συνεχή παρηγοριά και μια αμείωτη πηγή υπομονής στις δυσκολίες της ζωής, της δικιάς μου και των άλλων. Αυτό το συναίσθημα φιλεύσπλαχνα μετριάζει την αίσθηση υπευθυνότητας που τόσο εύκολα μπορεί να σε παραλύσει και μας εμποδίζει στο να πάρουμε τους εαυτούς μας και τους άλλους ανθρώπους πολύ σοβαρά· συντελεί σε μια άποψη της ζωής στην οποία το χιούμορ, προπαντός, έχει τη θέση που του αρμόζει.
Και: «Ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω τι εννοούν οι άνθρωποι όταν μιλούν για την ελευθερία της βούλησης. Έχω την αίσθηση, για παράδειγμα, ότι επιθυμώ ένα πράγμα ή κάτι άλλο· αλλά το τι σχέση μπορεί να έχει αυτό με την ελευθερία δεν μπορώ να το καταλάβω καθόλου.»
Βολταίρος
«Δεν μπορώ να μη θέλω αυτό που θέλω.»
Χαράρι
“Οι άνθρωποι προφανώς και έχουν βούληση, έχουν επιθυμίες και μερικές φορές είναι ελεύθεροι να τις πραγματοποιήσουν. Αν λέγοντας «ελεύθερη βούληση» εννοείς την ελευθερία να κάνεις αυτό που επιθυμείς, τότε, ναι, οι άνθρωποι έχουν ελεύθερη βούληση. Αν όμως ως «ελεύθερη βούληση» εννοείς την ελευθερία να επιλέγεις τι επιθυμείς, τότε, όχι, οι άνθρωποι δεν έχουν ελεύθερη βούληση.”
Και τέλος κάποια παραδείγματα, που θεωρώ ότι κάνουν πιο εύληπτα τα ευρήματα της επιστήμης, από το βιβλίο:
“Σε αναζήτηση σκοπού σε έναν κόσμο χωρίς σκοπό – Λ.Ζούρους”
(Εξελικτικός Βιολόγος και πανεπιστημιακός)
[…]Οι περιορισμοί είναι όλων των ειδών. Πρώτα είναι οι βιολογικοί, που όμως στη συνέχεια αποκτούν κοινωνική δύναμη. Δεν είχα επιλογή για το χρώμα το ματιών μου. Αυτό καθορίστηκε τη στιγμή που το σπερματοζωάριο του πατέρα μου μπήκε στο ωάριο της μητέρας μου. Επομένως, ήδη από αυτή την πρώτη στιγμή, η ελευθερία μου ως προς το χρώμα των ματιών μου έπεσε στο μηδέν.
Συμβαίνει τώρα να ζω σε έναν κόσμο όπου το χρώμα των ματιών συνδέεται με τη γοητεία που το ένα φύλο ασκεί στο άλλο, που σημαίνει ότι η επιρροή μου στο αντίθετο φύλο τελεί υπό περιορισμούς, οι δυνατότητές μου (= η ελευθερία μου) είναι περιορισμένες στο κοινωνικό σύνολο – όχι βέβαια στο μηδέν, όπως συνέβη με την επιλογή του χρώματος των ματιών. Συμβαίνει ακόμα να ζω σε έναν κόσμο όπου η επιρροή μου στο αντίθετο φύλο έχει επιπτώσεις για έναν σωρό άλλες προοπτικές (οικογενειακή ευτυχία, κτλ.), και αυτό με κάνει να συμπεράνω ότι και γι’ αυτές τις προοπτικές η ελευθερία μου είναι περιορισμένη (αν και σε μικρότερο βαθμό απ’ ό,τι η γοητεία μου).
Μετά τη σύντηξη του σπερματοζωαρίου με το ωάριο, και κάποια στιγμή μετά τη γέννηση, έρχεται η εντολή «μάθε να μιλάς». Ο εξωτερικός κόσμος αποφασίζει 100% για το ποια θα είναι η μητρική μας γλώσσα. Και ό,τι ισχύει για τη γλώσσα ισχύει για τη θρησκεία, για τις κοινωνικές μας έξεις, για τα «πιστεύω» μας. Και όλο αυτό το διαρκώς ογκούμενο κοινωνικό πλέγμα (πέστε το εφόδιο, πέστε το φορτίο – η επιλογή της λέξης είναι δική σας) περιορίζει συνεχώς τις επιλογές μας, περιορίζει την ελευθερία μας: στον επαγγελματικό προσανατολισμό, στην επιλογή συντρόφου, στις πολιτικές προτιμήσεις μας.
Τα δεσμά των κοινωνικών καταβολών δε διαφέρουν πολύ σε ακαμψία από τα δεσμά των βιολογικών καταβολών. Η ιδέα ότι μπορούμε να τα καταλύσουμε είναι ουσιαστικά μια αυταπάτη.
Συνήθως είμαστε ικανοποιημένοι που τα πράγματα πάνε όπως τα φέρνει η φύση – είτε μιλούμε για το βιολογικό είτε για το κοινωνικό της πρόσωπο. Μπορεί μάλιστα να είμαστε υπερήφανοι που τα πράγματα πάνε έτσι γιατί αυτός, νομίζουμε, είναι ο σωστός δρόμος (θυμηθείτε την πλάνη του ιδιοκεντρισμού). Μάλιστα παίρνουμε μέτρα να μην ξεφύγουν από αυτόν τον δρόμο τα παιδιά μας, κάνουμε ό,τι μπορούμε για να τους δώσουμε την πρέπουσα «αγωγή». Η ιδέα ότι η αγωγή μπορεί να ενέχει έναν μεγάλο βαθμό περιορισμού της ελευθερίας τους, σπάνια είναι μέρος των ανησυχιών μας. Ας το παραδεχθούμε: η ελευθερία της βούλησής μας είναι πολύ πιο περιορισμένη από ό,τι θέλουμε να πιστεύουμε· αντιπροσωπεύει ένα πολύ μικρό μέρος του δυνητικού φάσματος της ελευθερίας που ανοίγεται μπροστά μας τη στιγμή που γεννιόμαστε. Η ιδέα περί ελευθερίας της βούλησης έχει όλα τα γνωρίσματα μιας δαρβινικής πλάνης.
Τελειώνοντας να πω ότι μπορείτε να διαφωνήσετε ελεύθερα, ο Επίκουρος στην 40η προσφώνηση του λέει. «Αυτός που ισχυρίζεται ότι όλα γίνονται αναγκαστικά (ότι είναι προκαθορισμένα) δεν μπορεί να επιπλήξει κάποιον που νομίζει ότι δε γίνονται όλα αναγκαστικά (ότι δεν είναι προκαθορισμένα). Διότι ακόμη και αυτή η άποψη θα πρέπει αναγκαστικά να ειπωθεί»…
Εγώ δεν έχω καταλήξει σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα και πώς να το κάνω όταν δεν έχει καταλήξει ούτε η επιστήμη. Μόνο ενδείξεις έχουμε μέχρι τώρα και αυτές εξιστόρησα μαζί με απόψεις και συμπεράσματα των γνωστότερων και καταξιωμένων επιστημόνων. Απλώς, θα ήταν καλό να είμαστε, όσο αυτό είναι εφικτό, «ελεύθεροι» από τις προλήψεις. Να μην επηρεαστούμε από το φαινόμενο της γνωστικής ασυμφωνίας που παρατηρείται όταν τα γεγονότα συγκρούονται με τα πιστεύω μας. Αν το δούμε το θέμα μεροληπτικά θα υποστηρίζουμε εσαεί την θέση μας και αυτό δε θα βοηθήσει στα συμπεράσματα. Εξάλλου, όπως έλεγε ο Επίκουρος: «Στην θεωρητική συζήτηση κερδισμένος βγαίνει αυτός που νικήθηκε, στον βαθμό που έμαθε κάτι περισσότερο». Οι καλές ιδέες πρέπει να επισημαίνονται και να κρατούνται. Μια ωραία ιδέα, που συγκράτησα, μιλάει για έναν σύγχρονο δυισμό (ο εγκέφαλος μου κι εγώ). Κι εδώ, θα ήθελα να πω ότι, από όσο κατάλαβα στην έρευνα μου, δεν τίθεται ζήτημα δυισμού. Ο εαυτός μας είναι ο εγκέφαλός μας και το αντίστροφο, άρα, η βούληση εμπίπτει και αυτή εξ ολοκλήρου στη νομοτέλεια του εγκεφάλου και των φυσικών νόμων που τον διέπουν.
Όσοι ισχυρίζονται ότι υπάρχει ελεύθερη βούληση φέρουν ως επιχείρημα ότι μπορούν να επιλέξουν. Να αποφασίσουν ανάμεσα στο μαύρο ή το άσπρο, ας πούμε. Όμως μπορεί να έχουν κάποιους περιορισμούς σε άλλα χρώματα. Να μην υπάρχει το δικαίωμα επιλογής στο κόκκινο. Σ’ αυτό ακριβώς εδράζονται και οι διαφωνίες όσον ισχυρίζονται ότι δεν έχουμε ελεύθερη βούληση. Και ρωτώ: όταν υπάρχει έστω και ένας περιορισμός πώς μπορούμε να μιλάμε για ελευθερία;
Επομένως, υπάρχει τελικά ελεύθερη βούληση; Ναι, υπάρχει – αν όχι στην απώτατη πραγματικότητα, τουλάχιστον υπό τη λειτουργική έννοια που είναι αναγκαία για την ψυχική μας υγεία -για να έχουμε σώας τας φρένας- και, ως εκ τούτου, για τη διαιώνιση του ανθρώπινου είδους.
Ας σκεφτούμε όμως: Υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε στην ύπαρξη μιας αντικειμενικής πραγματικότητας;
Επιμελείται ο Χρήστος Μαυρόπουλος