Η ψυχαναγκαστική συμπεριφορά είναι μια πράξη κατά την οποία ένα άτομο νιώθει «εξαναγκασμένο» να επαναλαμβάνει κάτι ξανά και ξανά. Αν και οι ψυχαναγκαστικές πράξεις φαίνονται παράλογες ή ανούσιες και μπορεί να έχουν αρνητικές συνέπειες, το άτομο που βιώνει τον ψυχαναγκασμό νιώθει ανίκανο να σταματήσει τον εαυτό του/της.
Η ψυχαναγκαστική συμπεριφορά μπορεί να είναι μια φυσική πράξη, όπως το πλύσιμο των χεριών ή το κλείδωμα της πόρτας ή μια νοητική δραστηριότητα, όπως το μέτρημα των αντικειμένων ή η απομνημόνευση ολόκληρων καταλόγων. Όταν μια κατά τ’ άλλα αβλαβής συμπεριφορά γίνει δυσλειτουργική σημαίνει ότι επιδρά αρνητικά στη ζωή κάποιου, τότε αποτελεί σύμπτωμα της ψυχαναγκαστικής – καταναγκαστικής διαταραχής (OCD).
Καταναγκασμός vs. Εθισμός
Ο καταναγκασμός είναι τελείως διαφορετικός από τον εθισμό. Ο πρώτος αποτελεί μια έντονη επιθυμία να κάνουμε κάτι, ενώ ο εθισμός είναι μια σωματική ή χημική εξάρτηση από μια ουσία ή συμπεριφορά. Τα άτομα με μεγάλο πρόβλημα εθισμού θα συνεχίσουν την εθιστική συμπεριφορά τους, ακόμα και όταν καταλάβουν ότι βλάπτουν.
Οι δύο βασικές διαφορές ανάμεσα στον ψυχαναγκασμό και στον εθισμό είναι η απόλαυση και επίγνωση. Ο ψυχαναγκασμός σπάνια συνοδεύεται από απόλαυση, ενώ οι εθισμένοι θέλουν να κάνουν χρήση επειδή λαχταρούν την προσωρινή απόλαυση που τους προσφέρει.
Όσοι εμφανίζουν ψυχαναγκαστική – καταναγκαστική διαταραχή έχουν επίγνωση των συμπεριφορών τους και ενοχλούνται από αυτή τη γνώση, επειδή δεν περιέχει λογική σκέψη. Από την άλλη πλευρά, τα εθισμένα άτομα σπάνια έχουν πλήρη επίγνωση ή ενοχλούνται από τις αρνητικές συνέπειες των πράξεών τους.
Καταναγκασμός vs Συνήθεια
Σε αντίθεση με τους εθισμούς και τον ψυχαναγκασμό, που στερούνται το στοιχείο του ελέγχου, οι συνήθειες είναι πράξεις που επαναλαμβάνονται αυτοματοποιημένα και τακτικά. Για παράδειγμα, αν και μπορεί να γνωρίζουμε να πλένουμε τα δόντια μας, σχεδόν ποτέ δεν αναρωτιόμαστε συνειδητά γιατί το κάνουμε και αν πρέπει.
Οι συνήθειες αναπτύσσονται με το χρόνο μέσω εξοικείωσης, κατά την οποία επαναλαμβανόμενες πράξεις τελικά γίνονται υποσυνείδητες και δεν απαιτούν συνειδητή σκέψη. Οι καλές συνήθειες, όπως το πλύσιμο των δοντιών, συνήθως σχετίζονται με τη διατήρηση ή βελτίωση της υγείας μας.
Κάποιες συνήθειες όμως μπορούν να μετατραπούν σε ψυχαναγκασμό ή ακόμα και εθισμό. Για παράδειγμα, η καλή συνήθεια της συχνής άσκησης μπορεί να γίνει μια ανθυγιεινή ψυχαναγκαστική πράξη ή εθισμός όταν φτάσει στα άκρα.
Οι συνήθειες γίνονται εθισμός λόγω χημικής εξάρτησης, όπως στις περιπτώσεις του αλκοολισμού και του καπνίσματος. Φυσικά, η κύρια διαφορά ανάμεσα σε μια ψυχαναγκαστική συμπεριφορά και σε μια συνήθεια είναι η ικανότητα να επιλέξουμε να την κάνουμε ή όχι.
Συνηθισμένες ψυχαναγκαστικές συμπεριφορές
Διατροφή: Ψυχαναγκαστική υπερφαγία (συχνά συμβαίνει σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσουμε το στρες και φυσικά οδηγεί σε απόκτηση βάρους)
Αγορές: Όταν συμβαίνει σε υπερβολικό βαθμό που τελικά βλάπτει τη ζωή του ατόμου, αφήνοντάς το ανίκανο να ικανοποιήσει τις βασικές του ανάγκες ή να στηρίξει την οικογένειά του.
Έλεγχος: Ο ψυχαναγκαστικός έλεγχος περιγράφει τη συνεχή επιθυμία να δούμε αν έχουμε κλειδώσει και αν έχουμε κλείσει όλες τις συσκευές. Συνήθως προέρχεται από την έντονη αίσθηση προστασίας.
Συσσώρευση πραγμάτων: Αυτοί οι άνθρωποι δυσκολεύονται να πετάξουν πράγματα και συχνά γεμίζουν ολόκληρα δωμάτια με άχρηστα αντικείμενα.
Τυχερά παιχνίδια: Είναι με απλά λόγια η ανικανότητα να αντισταθούμε στην επιθυμία να στοιχηματίζουμε και δυσκολευόμαστε να σταματήσουμε ακόμα κι όταν έχουμε χάσει όλα μας τα χρήματα.
Σεξουαλική δραστηριότητα: Η ψυχαναγκαστική σεξουαλική συμπεριφορά χαρακτηρίζεται από συνεχή συναισθήματα, σκέψεις, επιθυμίες και συμπεριφορές για οτιδήποτε σχετίζεται με το σεξ. Πολλές φορές αυτό το άτομο εμπλέκεται ακόμα και σε παράνομες ενέργειες.
Όπως και με όλα τα ψυχικά προβλήματα, τα άτομα που πιστεύουν ή θεωρούν ότι αντιμετωπίζουν ψυχαναγκαστικές ή εθιστικές συμπεριφορές μπορούν να ζητήσουν τη βοήθεια ψυχολόγου.