«Είναι σπουδαίο να αγαπάς τον τόπο σου, τον πολιτισμό, το κλίμα, την ιστορία του. Αλλά είναι μεγαλύτερο δείγμα πατριωτισμού το να αντιπαρατίθεσαι στους δικούς σου όταν νομίζεις ότι έχουν άδικο» (Αμικάι , Εβραίος ποιητής).
γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος (φιλόλογος)
Η ανακίνηση της ονοματολογίας γύρω από το όνομα του κράτους των Σκοπίων (ΠΓΔΜ) πυροδότησε πολιτικές αντιπαραθέσεις, εθνικιστικές εξάρσεις, μανιχαϊστικές θέσεις (Πατριώτες – Προδότες) και ατελέσφορες ιδεοληψίες. Το Μακεδονικό για άλλους αποτέλεσε ευκαιρία για επίδειξη ενός ανέξοδου πατριωτισμού και για άλλους ευκαιρία να ανατρέξουν σε βιβλία και άρθρα για την ιστορία της Μακεδονίας.
Έτσι, η ιστορική αλήθεια καθίσταται δυσπρόσιτη, ενώ πλεονάζουν τα συνθήματα και η προπαγάνδα ενδεδυμένη με στοιχεία πατριωτικών συναισθημάτων. Οι εκδηλώσεις ενός υγιούς πατριωτισμού από πολλούς Έλληνες κεφαλαιοποιούνται πολιτικά από τα κόμματα, ενώ τα επιχειρήματα και ο ρεαλισμός εκλείπουν ή κατηγορούνται για ηττοπάθεια οι εκφραστές τους. Όμως «όσο οι άνθρωποι μαθαίνουν να σκέπτονται μόνο με συνθήματα είναι πάντα έτοιμοι να μιλήσουν με πυροβολισμούς» (Όργουελ).
Η μυστική διπλωματία για ένα τόσο κρίσιμο και πολύπλοκο εθνικό θέμα διχάζει τους πολιτικούς που ερίζουν για τα όρια της υποχώρησης της Ελλάδας στο θέμα του ονόματος. Αλήθεια, όμως, από πότε οι διπλωμάτες συζητούν για θέματα εθνικά με ανοιχτές «πόρτες»;
Άλλο η ενημέρωση σε θεσμικό επίπεδο κι άλλο η κοινοποίηση των βασικών θέσεων της χώρας μας στο όνομα μιας συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας στην ενημέρωση. Ακούγεται παρανοϊκό οι διπλωμάτες να εκδίδουν δελτίο τύπου μετά το τέλος κάθε διαπραγμάτευσης. Το δικαίωμα να γνωρίζει ο Ελληνικός λαός τις βασικές θέσεις για ένα θέμα εθνικά ευαίσθητο απέχει πολύ από το να διεκδικούμε οι διαπραγματεύσεις να γίνονται παρουσία δημοσιογράφων.
Είναι δικαίωμα του λαού να γνωρίζει τους βασικούς στόχους μιας διαπραγμάτευσης, αλλά οι μέθοδοι και οι τεχνικές επίτευξης του επιθυμητού στόχου ανήκουν στην αρμοδιότητα των αρμόδιων υπουργών και των διπλωματών.
Έτσι λειτουργούν οι σύγχρονες δημοκρατίες και η διεθνής διπλωματία, αρκεί οι «υπόγειες διαδρομές» να μην αποκρύπτουν την «αλήθεια» και να μην εισάγουν τα εθνικά δίκαια – συμφέροντα στο πολιτικό χρηματιστήριο. Φαίνεται πως δεν γίνεται διαφορετικά παρά να έρχονται σε σύγκρουση η θέση του Σολωμού «Ο λαός πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό, ό,τι είναι αληθινό»με την άποψη «Το δύσκολο για ένα διπλωμάτη δεν είναι το να είναι ειλικρινής, αλλά το να πείθει τους άλλους για την ειλικρίνειά του».
Ωστόσο, όποια κι αν είναι η έκβαση για την επίλυση του Σκοπιανού ή του Μακεδονικού (άλλη μια διαφωνία κι αυτή) πρέπει να διατυπωθούν κάποιες αλήθειες. Γιατί μόνο με τη βοήθειά τους μπορούμε να λειτουργήσουμε σωστά ως υπεύθυνοι πολίτες. Αλήθειες που μπορεί να ματώνουν και να πληγώνουν ή να απομυθοποιούν αλλά στο τέλος συνδράμουν θετικά στη διαμόρφωση μιας υγιούς στάσης – θέσης απέναντι στα εθνικά θέματα.
Γιατί τα άτομα και οι λαοί αρέσκονται να ζουν με τις ψευδαισθήσεις τους, αφού η αλήθεια τους τρομάζει, δικαιώνοντας το Νίτσε «Μερικές φορές οι άνθρωποι δε θέλουν να ακούσουν την αλήθεια, γιατί δε θέλουν να καταστρέψουν τις ψευδαισθήσεις».
ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ
Αλήθεια 1: Η Μακεδονία ως γεωγραφικός χώρος από την αρχαιότητα έως σήμερα εκτείνεται πέραν της Ελληνικής Μακεδονίας και μέρος αυτής βρίσκεται στο κράτος των Σκοπίων και της Βουλγαρίας. Τα όρια κατά καιρούς αλλάζουν και ο κάθε λαός τα επεκτείνει ή τα συρρικνώνει ανάλογα με τις εθνικές σκοπιμότητες. Αυτή η ελαστικότητα των συνόρων δημιουργεί σύγχυση και επιτρέπει σε κάθε κράτος να διεκδικεί το «κομμάτι» που του ανήκει.
Ωστόσο, ένα πράγμα δεν αμφισβητείται, η Ελληνικότητα του αρχαίου κράτους των Μακεδόνων (Περδίκκας Α, Φίλιππος, Μ. Αλέξανδρος).
Οι Σκοπιανοί αμφισβητούν κατά κύριο λόγο το δικαίωμα της «μονοχρησίας» του ονόματος Μακεδονία. Αυτή η εγγενής αδυναμία σαφούς γεωγραφικού προσδιορισμού της Μακεδονίας γεννά τις αμφισβητήσεις, τις αντιπαλότητες και επωάζει τους παντοειδείς αλυτρωτισμούς.
Το πρόβλημα, λοιπόν, εστιάζεται όχι τόσο στα γεωγραφικά όρια της Μακεδονίας όσο στο αν αυτοί που κατοικούν στη Μακεδονία είναι Μακεδόνες. Αναπόφευκτα οδηγούμαστε στην καταγραφή και αποδοχή μιας άλλης – της δεύτερης αλήθειας.
Αλήθεια 2: Για τους Μακεδόνες της σημερινής ελληνικής Μακεδονίας δεν υφίσταται καμία αμφισβήτηση, ακόμη κι από τους θανάσιμους εχθρούς της ελληνικότητας της Μακεδονίας. Κι αυτό γιατί κατοικούν σε μια περιοχή από τη γέννηση του Μακεδονικού κράτους (8ος αιώνας π.Χ) μέχρι σήμερα. Οι Μακεδόνες της ελληνικής Μακεδονίας είναι Έλληνες, αφού η έννοια Μακεδόνας είναι υπάλληλη της έννοιας – γένους Έλληνας.
Ποιους, όμως, μπορούν να πείσουν οι Σκοπιανοί ότι και οι ίδιοι είναι Μακεδόνες; Οι κάτοικοι των Σκοπίων κατά κύριο λόγο είναι απόγονοι των διαφόρων Σλαβικών φύλων που εγκαταστάθηκαν στο γεωγραφικό διαμέρισμα των σημερινών Σκοπίων κατά τον 6ο – 7ο αιώνα μ.Χ. Απλές αλήθειες και ιστορικά γεγονότα. Εθνολογικά και αιματολογικά οι Σκοπιανοί δεν έχουν καμία σχέση με τους αρχαίους Μακεδόνες.
Όποια παραχάραξη της ιστορίας κι αν επιχειρήσουν, δύσκολα θα γίνουν πιστευτοί.
Αλήθεια 3: Στην παραπάνω αλήθεια, όμως, θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει (σεβόμενος τους κανόνες των «δισσών λόγων») το δικαίωμα κάθε ανθρώπου ή λαού να «α υ τ ο π ρ ο σ δ ι ο ρ ί ζ ε τ α ι». Το δικαίωμα αυτό, του ατομικού ή εθνικού αυτοπροσδιορισμού είναι διεθνώς κατοχυρωμένο στο βαθμό που δεν υποκρύπτει σκοπιμότητες αμφισβήτησης του δικαιώματος κάποιων άλλων να αυτοπροσδιορίζονται πάνω στη βάση αδιαμφισβήτητων ιστορικών γεγονότων.
Αν οι σημερινοί Σκοπιανοί ψυχολογικά νιώθουν Μακεδόνες, αυτό θα συνιστούσε έπαινο για το μεγαλείο της αρχαίας Μακεδονίας, που ήταν αμιγώς Ελληνική. Πολιτιστικά, αιματολογικά και εθνολογικά, όμως, μια τέτοια αίσθηση και επιθυμία αυτοπροσδιορισμού είναι επιτρεπτή και αθώα ή υποκρύπτει έναν επικίνδυνο αλυτρωτισμό στην ευαίσθητη περιοχή των Βαλκανίων;
Ίσως στη σκέψη των διεθνών οργανισμών αλλά και των κυβερνώντων των διαφόρων ξένων κρατών να φαίνεται ακατανόητη και παράλογη η άρνηση της Ελλάδας να αποδεχτεί το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των Σκοπιανών, ως Μακεδόνων. Και αυτό γιατί οι Σκοπιανοί έχουν ένα απλό επιχείρημα. Ζούνε σε μια περιοχή που ονομάζεται Μακεδονία (αν και όχι σε όλη της την έκταση) και γι’ αυτό νομιμοποιούνται να αυτοπροσδιορίζονται ως Μακεδόνες.
Η άρνησή τους να ονομάζονται Δαρδανοί, Παίονες ή Σλάβοι (που ως όνομα βρίσκεται πιο κοντά στην ιστορική αλήθεια) βεβαιότατα φανερώνει έναν διακηρυγμένο αλυτρωτισμό που είναι καταγεγραμμένος στο προοίμιο και σε κάποια άρθρα του συντάγματος των Σκοπίων.
Η οικειοποίηση κάποιων προσώπων (Μ. Αλέξανδρος) ή συμβόλων (ο ήλιος της Βεργίνας) αποκαλύπτει με τον πιο εναργή τρόπο τις μύχιες εθνικές τους προθέσεις – επιδιώξεις.
Αλήθεια 4: Στις παραπάνω φοβίες και ενστάσεις των Ελλήνων οι Σκοπιανοί θα μπορούσαν να αντιτείνουν πως το κράτος τους υφίσταται με το όνομα Μακεδονία από το 1945, με νονό τον Τίτο. Άλλοι γυρίζουν πιο πίσω, μέχρι το 1913 όταν με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων και την κατάρρευση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας η «Τουρκική» Μακεδονία με ασαφή γεωγραφικά όρια γνωρίζει μια μετακίνηση πληθυσμών με τον καθορισμό των νέων συνόρων των Βαλκανίων.
Μπροστά στα νέα αυτά δεδομένα που προέκυψαν με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων λαοί και κράτη προσπαθούσαν να αυτοπροσδιοριστούν άλλοτε με εθνολογικά – αιματολογικά κριτήρια κι άλλοτε με πολιτιστικά ή γεωγραφικά. Έτσι ο όρος Μακεδονία κατέστη πεδίον όπου συγκρούονται συμφέροντα και ανομολόγητες βλέψεις.
Από τα πράγματα ο σαφής γεωγραφικός προσδιορισμός του χώρου της Μακεδονίας καθίσταται δύσκολος, αφού σε αυτόν κυριαρχούν περισσότερο οι εθνικιστικές συμπεριφορές και λιγότερο η ιστορία και τα ιστορικά δεδομένα.
Οι Σκοπιανοί, λοιπόν, υποστηρίζουν πως ποτέ από το 1913 και περισσότερο από το 1945 δεν ετέθη θέμα αμφισβήτησης του ονόματος της χώρας τους. Οι Έλληνες, για διαφορετικούς κάθε φορά λόγους, δεν αντέδρασαν στην οικειοποίηση του ονόματος Μακεδονία από τη χώρα – κράτος των Σκοπίων. Μια γενιά Σκοπιανών γεννήθηκε, μεγάλωσε και ενηλικιώθηκε με το όνομα Μακεδονία χωρίς ποτέ να αμφισβητηθεί από ΄κάποιο κράτος ή διεθνή οργανισμό η ταυτότητάτους.
Αν οι Έλληνες κατηγορούν τους Σκοπιανούς για καιροσκοπισμό και κλοπή ονόματος και συμβόλων, τότε τι μπορούμε εμείς οι νεότεροι να προσάψουμε στην μυωπία της ελληνικής διπλωματίας και στην ανεπάρκεια των Ελλήνων πολιτικών;
Τώρα καλούνται οι σημερινοί Έλληνες διπλωμάτες να βρουν πειστικά επιχειρήματα για να πείσουν τους σύγχρονους Σκοπιανούς πως δεν είναι Μακεδόνες γιατί έγινε κάποιο λάθος ή πως το όνομά τους είναι προϊόν κλοπής και αυθαίρετης οικειοποίησης. Θα το μπορέσουν;
Αλήθεια 5: Η πέμπτη αλήθεια συμπυκνώνει όλες τις προηγούμενες και αποτυπώνει την πραγματικότητα για το όνομα της FYROM. Από την ανεξαρτησία του 1991 και εντεύθεν ονομάζεται Μακεδονία. Το συνταγματικό όνομα της χώρας, «Μακεδονία» έγινε αποδεκτό από 130χώρες (και πληθαίνουν συνέχεια) και από τον ΟΗΕ ως Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ). Με το όνομα αυτό συντάχθηκε και η Ελλάδα με επί μέρος συμφωνίες (1995, 2008), μέχρι την τελική συμφωνία για την οριστικοποίηση του ονόματος.
Στις διεθνείς σχέσεις και συναλλαγές η FYROM, άμεσα ή έμμεσα, επιβάλλει το συνταγματικό της όνομα (Μακεδονία) χωρίς ιδιαίτερες αμφισβητήσεις από τις άλλες χώρες, πλην εξαιρέσεων. Οι κάτοικοι των ξένων χωρών αποκαλούν τη FYROM Μακεδονία κι αδυνατούν να κατανοήσουν την εμμονή των Ελλήνων για άρνηση του ονόματος Μακεδονία.
Οι γειτονικές χώρες Αλβανία, Βουλγαρία και Τουρκία χρησιμοποιούν το όνομα Μακεδονία για τη FYROM, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη χώρα μας. Το 1977 ο ΟΗΕ και κατ’ ακολουθία και η Ελλάδα αναγνώρισαν την ύπαρξη στα Σκόπια της «μακεδονικής» γλώσσας.
Από το 2007 κι εντεύθεν πολιτικοί, κόμματα, διπλωμάτες κι επιστήμονες προτείνουν μια σύνθετηονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό που θα ισχύει έναντι όλων (erga omnes).
«Το κακό με τους περισσότερους ανθρώπους είναι ότι σκέφτονται με τις ελπίδες, τους φόβους ή τις επιθυμίες τους αντί με το μυαλό τους» (Γουίλ Ντουράντ).
Έχοντας ως αφετηρία τις παραπάνω πέντε θέσεις κι ακολουθώντας την παραγωγική μέθοδο νομοτελειακά οδηγούμεθα στην σκιαγράφηση των πιθανών ωφελημάτων ή ζημιών από μια πιθανή λύση στο θέμα του ονόματος της FYROM.
Η ΛΥΣΗ: ΚΕΡΔΗ – ΖΗΜΙΕΣ
Σε μια διαπραγμάτευση η κάθε χώρα θέτει ως στόχο το «μέγιστο» που μπορεί να πετύχει αλλά και το «ελάχιστο» που μπορεί να αποκομίσει. Στον πόλεμο αλλά και στις διαπραγματεύσεις ο δυνατόςεπιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του.
Για την Ελλάδα το μέγιστο θα είναι η απουσία του ονόματος Μακεδονία ή παραγώγου της στο όνομα των Σκοπίων. Θεμιτό και επιβεβλημένο θεωρείται και η απάλειψη από το σύνταγμα των Σκοπίων κάθε αναφοράς σε αλυτρωτικές ή επεκτατικές βλέψεις της γειτονικής χώρας.
Το ελάχιστο που μπορεί να δεχτεί η Ελλάδα – σύμφωνα και με τις δηλώσεις κομμάτων και πολιτικών – είναι μια σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό (ή χρονολογικό) προσδιορισμό του τύπου: Άνω ή Βόρεια Μακεδονία, Άνω Μακεδονία, Μακεδονία του Βαρδάρη ή άλλοι συνδυασμοί (όνομα στη σλαβική γλώσσα αμετάφραστο).
Η επίτευξη του μέγιστου θα ήταν η απόλυτη επιτυχία της Ελλάδας που προϋποθέτει την άτακτη υποχώρηση των Σκοπίων. Κάτι τέτοιο φαντάζει ουτοπικό με βάση τα δεδομένα.
Έχοντας υπόψη πως «Η ουτοπία ανήκει στη σφαίρα του δυνητικού҅˙ η ιστορία στη σφαίρα της αναγκαιότητας», η Ελλάδα ετοιμάζεται να κινηθεί στη μεγιστοποίηση των ωφελημάτων από το «ελάχιστο». Στον τομέα αυτό οι διπλωμάτες και οι πολιτικοί μπορούν να κάνουν πολλά γνωρίζοντας και τα δεδομένα των Βαλκανίων, των πιέσεων των διεθνών οργανισμών αλλά και τα συμφέροντα των Μεγάλων δυνάμεων.
Σίγουρα ο συμβιβασμός σε μια ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό (Άνω Μακεδονία….) θα πληγώσει πολλούς Έλληνες, γιατί θεωρούν πως μελλοντικά αυτό θα αποτελέσει για τη FYROM ευκαιρία για επεκτατικές ενέργειες. Υπάρχει ο φόβος ενός «ντόμινο» διεκδικήσεων κι από άλλες «Μακεδονίες» (Πιρίν – Βουλγαρία….).
Οι Σκοπιανοί θα νιώσουν απόλυτα δικαιωμένοι μόνον όταν και οι Έλληνες τους αναγνωρίσουν ως Μακεδονία, άσχετα από τον αριθμό των χωρών που τους αναγνώρισαν με το συνταγματικό τους όνομα. Η Ελλάδα ένιωσε ανεξάρτητη ως χώρα με τη συνθήκη του 1832 στην οποία και οι Τούρκοι υπέγραψαν την ανεξαρτησία μας.
Η ΜΗ – ΛΥΣΗ: ΚΕΡΔΗ –ΖΗΜΙΕΣ
Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως η Ελλάδα δεν χρειάζεται να επείγεται για τη λύση του ονοματολογικού προκρίνοντας τη Μη – λύση. Το σκεπτικό αυτό εδράζεται στη λογική πως στο μέλλον ίσως βρεθεί η Ελλάδα σε πιο πλεονεκτική θέση έναντι των Σκοπίων (διάλυση;).
Έτσι ικανοποιείται ο «πατριωτισμός» των Ελλήνων – και όχι μόνο των Μακεδόνων, αφού η Ελλάδα θα αποφύγει να υπογράψει η ίδια την παραχώρηση ενός ιστορικού ονόματος και θα εμφανίζεται ως ο μοναδικός ιδιοκτήτης και συνεχιστής της Αρχαίας Μακεδονίας.
Στην αντίπερα όχθη, όμως, βρίσκονται κι εκείνοι που πρεσβεύουν πως η «μη-λύση» είναι χειρότερη κι από τη λύση με την ονομασία των Σκοπίων με παράγωγα του ονόματος Μακεδονία (Βόρεια – άνω…. Μακεδονία). Το βασικό επιχείρημα αυτής της θέσης είναι πως η αναβλητικότηταθα λειτουργήσει υπέρ των Σκοπίων, αφού στο μέλλον όλες οι χώρες θα αναγνωρίσουν τη γείτονα χώρα με το όνομα
Μακεδονία χωρίς παράγωγα και χωρίς αλλαγή του συντάγματος.
Ποιος μπορεί να διαφωνήσει με την προοπτική αυτή; Η εμπειρία (1992-2018) αυτό έδειξε. Η Ελλάδα θα απομονωθεί και οι ξένοι θα μας κατηγορούν για αδιαλλαξία και εμμονές σε ένα όνομα που γι’ αυτούς δεν είναι και το κυρίαρχο θέμα. Η μη – λύση για πολλούς συνιστά εθνική αυτοκτονία και θα οδηγήσει τη χώρα σε νέα αδιέξοδα (Κυπριακό, Μακεδονικό….). Το θέμα του ονόματος θα σαπίσει και θα κακοφορμίσει.
Η άποψη πως το θέμα του ονοματολογικού θα έπρεπε να το λύσουμε με καλύτερους όρους το 1992 φαίνεται δικαιωμένη.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ
Έχοντας υπόψη όλες τις αντιτιθέμενες απόψεις γύρω από το ονοματολογικό νομοτελειακά οδηγούμαστε σε κάποιες γενικές θέσεις:
● Η Ελλάδα δεν πρέπει στη διαπραγμάτευση να λειτουργεί φοβικά απέναντι σε μια χώρα που βρίσκεται σε υποδεέστερη θέση (οικονομικά, στρατιωτικά, πολιτισμικά…..).
● Το όνομα είναι μείζον εθνικό θέμα, αλλά δεν είναι το «άπαν». Ο αλυτρωτισμός στο σύνταγμα των Σκοπίων, ίσως να είναι πιο σοβαρό ζήτημα.
● Το όνομα μιας χώρας δεν συνιστά και την αναγκαία αιτία για την πρόοδο ή την καταστροφή της. Η χώρα μας θαυματούργησε ως «Ρωμιοσύνη» ενώ ως Ελλάδα – Greece είχαμε και ήττες και οικονομικές αποτυχίες.
● Στην Ελλάδα συμφέρει να υπάρχει το κράτος των Σκοπίων και είναι λανθασμένη η άποψη πως η χώρα μας θα πρέπει να περιμένει – εύχεται τη διάλυση της γείτονος χώρας λόγω των πολλών – διαφορετικής εθνότητας – κατοίκων (Αλβανοί, Βούλγαροι, Σλάβοι….). Τυχόν διαμελισμός των Σκοπίων θα ισχυροποιήσει την Αλβανία και τη Βουλγαρία. Εξάλλου ένα κράτος των Σκοπίων εχθρικό με την Ελλάδα θα είναι ευάλωτο στις πλαγιοκοπήσεις των γειτονικών κρατών (Αλβανία, Βουλγαρία και Τουρκία) και εύκολα χειραγωγήσιμο.
● Η Ελλάδα είναι εκτεθειμένη στις επεκτατικές βλέψεις – συμπεριφορές τόσο του ανατολικού τόξου (Τουρκία) όσο και του βόρειου (Αλβανία – Σκόπια – Βουλγαρία). Είναι προς το εθνικό συμφέρον να έχουμε φιλικές σχέσεις με τους γείτονες. Δεν αντέχει η Ελλάδα να βρίσκεται σε ποικίλες αντιπαραθέσεις με όλες τις γειτονικές χώρες, που άμεσα ή έμμεσα εποφθαλμιούν την εδαφική μας ακεραιότητα. Σε περίπτωση ενός τοπικού πολέμου (απευκταίου) ποιο μέτωπο μπορεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει στρατιωτικά με αποτελεσματικό τρόπο;
● Ως χώρα έχουμε ως περιουσιακό στοιχείο μια Ιστορία και έναν Πολιτισμό με παγκόσμια αναγνώριση. Εναπόκειται σε μας να τον εξάγουμε – διαδώσουμε. Η πολιτιστική διείσδυση είναι ο πιο «ειρηνικός πόλεμος» με πολλαπλά εθνικά και οικονομικά οφέλη.
● Πρέπει ως χώρα να βρίσκουμε – χτίζουμε συμμαχίες και όχι να συντηρούμε αντιπαλότητες. Έτσι προασπίζουμε τα εθνικά μας δίκαια και συμφέροντα. Βασική αρχή της διπλωματίας η θέση του Χόχουτ «Η φιλία είναι μεταξύ ατόμων. Μεταξύ κρατών υπάρχουν μόνο συμφέροντα».
● Η Ελλάδα έχει ανάγκη από εθνική ενότητα και ομοψυχία. Ο διαχωρισμός και η κατηγοριοποίηση σε Υπερπατριώτες και Προδότες – ενδοτικούς είναι εθνικά καταστροφική. Και ο Δημοσθένηςαγωνίστηκε ως Αθηναίος εναντίον της Μακεδονίας αλλά δεν κατηγορήθηκε ως προδότης ή ανθέλλην «Ου μόνον ουχ Έλληνος όντος ουδέ προσήκοντος ουδέν τοις Έλλησιν, αλλ’ ουδέν βαρβάρων εντεύθεν
όθεν καλόν ειπείν, αλλ’ ολέθρου Μακεδόνος, όθεν ουδ’ ανδράποδον πρίαιτό τις αν ποτε»(Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου, Γ’ 31)
● Καμία χώρα και κανένας λαός δεν μπορεί να επιβιώσει μόνο με το παρελθόν και την Ιστορίατου. Η άγνοια, βέβαια, και η αποκοπή από την παράδοσή του μόνο δεινά μπορούν να επιφέρουν. Ωστόσο, θα είναι άδικο για την Ιστορία και την Ελληνικότητά μας να βρίσκουμε αντιπάλους για να αυτοπροσδιοριζόμαστε. Αυτό ας το αφήσουμε σε όσους δεν έχουν παρελθόν και ιστορία «πολλοί (λαοί και άτομα) κατασκευάζουν – εφευρίσκουν τον «άλλον» και στο πρόσωπο αυτού ορίζουν αντιθετικά την ταυτότητά τους και διαφυλάσσουν την υποστατική συνοχή τους»
● Οι πολιτικοί και οι διπλωμάτες είναι υποχρεωμένοι να βρίσκουν λύσεις εθνικά επωφελείς λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές ευαισθησίες αλλά και να κωφεύσουν στις κραυγές των υπερβολών. Τα λάθη τα βρίσκουμε μπροστά μας όταν δεν προνοούμε. Όταν όμως η αναβλητικότητα και ο Λαϊκισμός κυριαρχούν ως μέθοδος άσκησης της εξουσίας υπνωτίζουν το λαό και αδυνατίζουν το υγιές εθνικό συμφέρον.
Πολιτικοί, διπλωμάτες και Λαός οφείλουμε να έχουμε ως βάση κάθε ενέργειά μας τη θέση του H. MORGENTHAN:
«Ποτέ μη βρεθείς σε μια θέση από την οποία δεν θα μπορείς να προχωρήσεις χωρίς καταστροφικές επιπτώσεις και δεν θα μπορείς να υποχωρήσεις χωρίς ταπεινωτική απώλεια κύρους».