Με κεντρικό σύνθημα «Συνεργαζόμαστε διαφορετικά», ο συνεταιρισμός των αγελαδοτρόφων Θεσσαλίας αποφάσισε να μπει στο παιχνίδι της λιανικής πώλησης, ανταγωνιζόμενος ουσιαστικά ακόμη και δικούς του πελάτες. Ως τότε πουλούσε την παραγωγή του (υπολογίζεται στο 10% της εγχώριας συνολικής) σε αυτούς, αλλά θέλησε να αλλάξει τους όρους ενός παιχνιδιού στο οποίο ως τότε είχε διαφορετικούς πρωταγωνιστές.
Ειδικά μετά το 2015 τα καταστήματα άρχισαν να ξεφυτρώνουν σε δρόμους των μεγάλων πόλεων, με το κοινό να στέκεται δίπλα στο εγχείρημα και να το στηρίζει στην πράξη. Επί της ουσίας τα ΑΤΜ γάλακτος λειτουργούσαν με τρόπο αντίστοιχο ενός οποιουδήποτε άλλου franchise. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό δεν ήταν το μόνο συστατικό που είχε «δανειστεί» από το ίδιο το σύστημα που επιχείρησε να χτυπήσει.
Η διαδικασία άντλησης κεφαλαίων που χρησιμοποιήθηκαν για περαιτέρω ανάπτυξη δεν διέφεραν από τις κλασικές που αφορούν άλλες μορφές επενδύσεων. Στηρίχθηκε σε βραχυπρόθεσμο τραπεζικό δανεισμό, σε μια περίοδο κρίσης, όπως γνωρίζουμε και βιώνουμε όλοι. Επιπλέον, καθοριστικός ήταν ο τερματισμός της εμπορικής σχέσης του συνεταιρισμού με ξένη εταιρεία η οποία αγόραζε περίπου το 90% της παραγωγής για δικούς της σκοπούς. Στην ουσία ήταν εκείνη που προσέφερε μέσω των αγορών της τα κεφάλαια που ήταν απαραίτητα για να χρηματοδοτηθεί το project των συνοικιακών καταστημάτων, σε συνδυασμό με τα χρήματα τα οποία κατέβαλε εκείνος που επιθυμούσε να ανοίξει ένα τέτοιο.
Το ρίσκο της επεκτατικής πολιτικής εν μέσω κρίσης, αλλά και μείωσης της κατανάλωσης αποδείχθηκε στρατηγικό λάθος που έφερε καταστάσεις ασφυξίας, σε ό,τι αφορά στη ρευστότητα. Το γάλα συνέχισε να ρέει, το χρήμα όχι. Και ουσιαστικά αυτή η υπερεπένδυση λειτούργησε ως το όπλο για την επιχειρηματική «αυτοκτονία» του εγχειρήματος, το οποίο άρχισε να καταγράφει ζημιές που ήταν αδύνατο να καλυφθούν χωρίς νέο τραπεζικό δανεισμό. Και η τύχη εκείνων που μπλέκουν σε έναν τέτοιο φαύλο κύκλο είναι γνωστή και σχεδόν προδιαγεγραμμένη.
Και κάπως έτσι, αυτή η καινοτόμος ιδέα, αυτή η τολμηρή για τα ελληνικά δεδομένα προσπάθεια, βρέθηκε στα πρόθυρα της καταστροφής ή όπως λένε οι άνθρωποι της αγοράς, στο χείλος του γκρεμού. Το ερώτημα που προκύπτει πλέον είναι το κατά πόσο αυτή είναι αναστρέψιμη. Οι ίδιες πηγές της αγοράς υποστηρίζουν ότι υπάρχει ελπίδα. Όμως για να μείνει όρθιο το οικοδόμημα είναι απαραίτητη η σύμπραξη με έναν στρατηγικό επενδυτή. Δηλαδή έναν κεφαλαιούχο, έναν επιχειρηματία που θα δεχθεί να βάλει τα χρήματά του, καλύπτοντας τις ζημίες και καταστρώνοντας ένα πλάνο βιωσιμότητας το οποίο θα περιλαμβάνει και λύση για τις οφειλές προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Σε αντίθετη περίπτωση, η υπαγωγή στον πτωχευτικό κώδικα μοιάζει μονόδρομος.
Ασφαλώς κάτι τέτοιο, η πτώχευση δηλαδή, θα σήμαινε το άδοξο τέλος μιας φιλόδοξης και άκρως «ανθρώπινης» προσπάθειας που είχε σαν στόχο την άμεση, την απευθείας σύνδεση του παραγωγού με τον καταναλωτή και την οικοδόμηση μιας σχέσης εμπιστοσύνης που εκ των πραγμάτων δύσκολα χτίζεται όταν το ένα από τα δύο μέρη είναι μια απρόσωπη πολυεθνική η οποία κατακλύζει με τα προϊόντα της τα ράφια των σούπερ μάρκετ, χωρίς να αφήνει χώρο στους μικρούς παραγωγούς.
Πάνω-κάτω, όμως, το ίδιο θα σημάνει και η είσοδος ενός επιχειρηματία. Η ΘΕΣγάλα (ή οποιαδήποτε ανάλογη εταιρεία) θα συνεχίσει να υπάρχει, πιθανότατα με την ίδια εμπορική ονομασία ή τα ίδια σημεία πώλησης, δεν θα πρεσβεύει, όμως, τις ίδιες αρχές πάνω στις οποίες θεμελιώθηκε η ύπαρξή της. Αποδεικνύεται δηλαδή και σε αυτήν την περίπτωση, ότι με το σύστημα δύσκολα τα βάζει κανείς, ακόμη κι όταν αποφασίζει να γίνει μέρος του και να το «πολεμήσει» από μέσα…
Στο άρθρο 106 οδεύει η ΘΕΣγάλα – Τι απαντά η εταιρεία…
Την κατάθεση αίτησης υπαγωγήςστο άρθρο 106 για τη διασφάλιση και προστασία της δραστηριότητάς της, εξετάζει η ΘΕΣγάλα, η θεσσαλική συνεταιριστική επιχείρηση η οποία εδρεύει στη Λάρισα και ιδρύθηκε το 2011 από παραγωγούς αγελαδινού γάλακτος της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι διαπραγματεύσεις εξαγοράς της ΘΕΣγάλα από την οικογένεια Καντώνια του Ομίλου Cosmos Aluminium, έχουν ναυαγήσει, ενώ τραπεζικές πηγές εκτιμούν ότι η κίνηση αυτή ενδεχομένως να έχει γίνει και σκοπίμως, προκειμένου να αποκτήσουν την ΘΕΣγάλα απαλλαγμένη από χρέη.
Η διοίκηση πάντως της ΘΕΣγάλα, μιλώντας στο insider.gr διαψεύδει ότι επίκειται κατάθεση αιτήματος προστασίας από τους πιστωτές της, ενώ όπως είπαν «δεν υπάρχει ναυάγιο στις συζητήσεις με την οικογένεια Καντώνια, καθώς αυτές συνεχίζονται κανονικά».
Να σημειωθεί ότι η οικογένεια Καντώνια έχει ήδη εισφέρει πριν από τις γιορτές το ποσό των 500.000 ευρώ (για να καλύψει ο συνεταιρισμός τις τρέχουσες υποχρεώσεις του), ενεχυριάζοντας το εμπορικό σήμα της επιχείρησης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Συνεταιρισμός αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, καθώς πέραν από τα προβλήματα που υπάρχουν στην αγορά γάλακτος, δεν φαίνεται να αποδίδουν και τα μεγαλεπήβολα πλην όμως κοστοβόρα ανοίγματα που έκανε σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Ειδικότερα, τα πολλά σημεία όπου στήθηκαν αυτόματοι πωλητές γάλακτος (ΑΤΜ), δεν φαίνεται να εκπληρώνουν τους πόθους της διοίκησης για πληθώρα ενδιαφερομένων οι οποίοι θα σπεύσουν να τα αποκτήσουν μέσω δικαιόχρησης (franchise) και μάλιστα στην τιμή των 120.000 ευρώ για την Αθήνα, και των 95.000 ευρώ για την Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, οι συζητήσεις της ΘΕΣγάλα με τον υποψήφιο επενδυτή έχουν ξεκινήσει το τελευταίο διάστημα και στελέχη της αγοράς, υποστηρίζουν ότι ενδεχομένως καταλήξει σε συμφωνία και μάλιστα πολύ σύντομα.
Μάλιστα όπως μαθαίνουμε ο υποψήφιος επενδυτής έδωσε κάποια χρήματα στην ΘΕΣγάλα για κάλυψη των τρεχουσών υποχρεώσεων της.
Τα τελευταία στοιχεία που υπάρχουν σχετικά με την πορεία της θεσσαλικής συνεταιριστικής επιχείρησης ήταν τον περασμένο Μαϊο, όπου είχε ανακοινωθεί ότι «ο τζίρος καταγράφει σημαντική αύξηση 15% κστο πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, ενώ στο φρέσκο γάλα σημειώθηκε κατά το ίδιο διάστημα άνοδος 5% σε όγκο πωλήσεων, διαθέτοντας μέσω των 62 καταστημάτων αυτόματων πωλητών σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Λάρισα 1.080 τόνους φρέσκο γάλα μηνιαίως. Σε αυτήν την αύξηση πρέπει να συνυπολογιστεί η συνολική πτωτική τάση στις πωλήσεις φρέσκου γάλακτος στην αγορά, η οποία, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, παρουσιάζει αρνητική μεταβολή κατά 4,7% από το 2016 στο 2017.
Αυξητική τάση όμως καταγράφεται, όπως υποστηρίζεται και στον συνολικό τζίρο του συνεταιρισμού, ο οποίος για το 2018 αναμένεται να φθάσει τα 30 εκατ. ευρώ, έναντι 26 εκατ. ευρώ το 2017.
Η αύξηση του τζίρου οφείλεται τόσο στην αύξηση των πωλήσεων, όσο και στην ενσωμάτωση των νέων καταστημάτων ΘΕΣγάλα συν, τα οποία διαθέτουν σήμερα περισσότερους από 120 κωδικούς προϊόντων από συνεταιρισμούς και Ελληνες παραγωγούς. Το 2017, επίσης, αναπτύχθηκαν συνεργασίες μέσω franchise, διαδικασία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα».