Η Ιταλία πρέπει να πουλήσει €226 δισ. μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου χρέους φέτος, σε μια αγορά η οποία παραμένει εύθραυστη μετά την αναστάτωση που προκάλεσε στους επενδυτές η κόντρα της περασμένης χρονιάς ανάμεσα στη λαϊκιστική κυβέρνηση και τις Βρυξέλλες.
Η πολιτική αναταραχή οδήγησε τις αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων στο υψηλότερο επίπεδο από την κρίση χρέους της ευρωζώνης πριν από πέντε χρόνια και ενώ τον περασμένο μήνα η Ρώμη κατέληξε σε συμφωνία με τις Βρυξέλλες για το δημοσιονομικό έλλειμμα, οι επενδυτές διστάζουν να συμπεράνουν ότι η αγορά θα παραμείνει ήρεμη.
«Αν και έχει σημειωθεί πρόοδος, προτιμούμε να παραμείνουμε προσεκτικοί, διατηρώντας μια στάση “βλέποντας και κάνοντας”» επισήμαναν διαχειριστές κεφαλαίου της Amundi για την Ιταλία.
Οι ευρωεκλογές του Μαΐου μπορούν να δημιουργήσουν μια ακόμα λαϊκιστική πρόκληση για τους δημοσιονομικούς κανόνες της ευρωζώνης. Είναι ένα ζήτημα που ανησυχεί τους επενδυτές, ειδικά αφότου ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ενέδωσε στην πίεση του κινήματος των «κίτρινων γιλέκων» αυξάνοντας τις δημόσιες δαπάνες.
Από τα €226 δισ. μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου χρέους που χρειάζεται να αντλήσει η Ιταλία το 2019, τα €176 δισ. είναι ομόλογα τα οποία πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν φέτος, σύμφωνα με ανάλυση των Financial Times.
Επιπρόσθετα, οι F.T. υπολογίζουν ότι η Ιταλία θα χρειαστεί επιπλέον €50 δισ. για να χρηματοδοτήσει το έλλειμμα της. Τα επιπλέον €150 δισ. από τα €376 δισ. των συνολικών χρηματοδοτικών αναγκών της Ιταλίας αποτελούνται από βραχυπρόθεσμα ομόλογα που χρειάζονται αναχρηματοδότηση.
Παρά την περσινή άνοδο των αποδόσεων, το μέσο χρηματοδοτικό κόστος της Ιταλίας βρίσκεται κοντά σε ιστορικά χαμηλά, το οποίο αποτελεί πλεονέκτημα για τη Ρώμη. Ωστόσο, αν η ιταλική οικονομία αποδυναμωθεί ή ενισχυθούν οι πολιτικές εντάσεις, οι ανησυχίες των επενδυτών μπορεί να επιστρέψουν.
Της Kate Allen