Η θερμότητα που παγιδεύεται από τα «αέρια του θερμοκηπίου» οδηγεί σε ταχύτερη άνοδο της θερμοκρασίας των ωκεανών, από ό,τι πίστευαν έως τώρα οι επιστήμονες.
Σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις, η θερμική διαστολή των ολοένα πιο θερμών ωκεανών μπορεί να έχει ως συνέπεια την άνοδο της στάθμης τους κατά 30 εκατοστά έως το τέλος του αιώνα μας – και αυτή η άνοδος θα προστεθεί σε αυτή που προκαλείται από το λιώσιμο των πάγων, καθώς πρόκειται για δύο ξεχωριστές φυσικές διαδικασίες.
Οι ερευνητές, που έκαναν σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Science”, επεσήμαναν ότι το 93% της ηλιακής ενέργειας που παγιδεύεται στη Γη από το διοξείδιο του άνθρακα και τα άλλα «αέρια του θερμοκηπίου», απορροφάται από τους ωκεανούς.
«Η θέρμανση των ωκεανών αποτελεί πολύ σημαντικό δείκτη της κλιματικής αλλαγής και έχουν πια σαφή στοιχεία ότι οι θάλασσες θερμαίνονται ταχύτερα από ό,τι νομίζαμε», δήλωσε ο ερευνητής Ζέκε Χαουζφάδερ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Μπέρκλεϊ.
Η μελέτη προβλέπει ότι, αν δεν υπάρξει αισθητή μείωση στις εκπομπές αερίων τα επόμενα χρόνια, τα νερά των ωκεανών σε βάθος έως δύο χιλιομέτρων θα αυξήσουν τη θερμοκρασία τους κατά 0,78 βαθμούς Κελσίου έως το 2100, πράγμα που με τη σειρά του θα «φουσκώσει» τους ωκεανούς κατά 30 εκατοστά περίπου, πέρα από την άνοδο της στάθμης λόγω τήξης των πάγων. Οι πιο ζεστές θάλασσες, μεταξύ άλλων, θα συμβάλλουν στο να υπάρξουν πιο δυνατές καταιγίδες, κυκλώνες και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα.
«Ενώ το 2018 υπήρξε το τέταρτο θερμότερο έτος στην ξηρά, σχεδόν σίγουρα ήταν το πιο ζεστό στην ιστορία των ωκεανών, όπως άλλωστε ήταν προηγουμένως το 2017 και το 2016», ανέφερε ο Χαουζφάδερ, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Μόνο τα τελευταία χρόνια, που έχουν πια καλύτερα στοιχεία στα χέρια τους, οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν το ρόλο-κλειδί των ωκεανών για την μετρίαση της κλιματικής αλλαγής. Η θερμοκρασία, η αλατότητα, το pH και άλλες παράμετροι των ωκεανών του πλανήτη παρακολουθούνται από ένα στόλο (με την ονομασία Argo) σχεδόν 4.000 θαλάσσιων ρομπότ που, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, κάθε λίγες μέρες βουτάνε σε βάθος έως 2.000 μέτρων.
Διαβάστε την επιστημονική δημοσίευση στο εξής link.