Έλληνας νομικός, πολιτικός της συντηρητικής παράταξης και συγγραφέας. Ως υπουργός Συντονισμού της κυβέρνησης Παπάγου (19 Νοεμβρίου 1952 – 3 Απριλίου 1954) έθεσε τις βάσεις για τη μεταπολεμική οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, ενώ διετέλεσε πρωθυπουργός της χώρας για μικρό χρονικό διάστημα (8 Οκτωβρίου – 25 Νοεμβρίου 1973), κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της 21ης Απριλίου. Από το συγγραφικό του έργο ξεχωρίζει η πολύτομη «Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος».
Ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 9 Απριλίου 1909. Καταγόταν από πολιτική οικογένεια ενετικής καταγωγής, η οποία εγκαταστάθηκε στη Σαντορίνη από την Κεφαλλονιά τα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα. Πατέρας του ήταν ο νομικός και πολιτικός Βασίλειος Μαρκεζίνης (Σαντορίνη 1862 – Αθήνα 1942) και μητέρα του η Φλώρα Καρά.
Σπούδασε νομικά, πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1930 διορίσθηκε δικηγόρος Αθηνών. Διετέλεσε νομικός σύμβουλος μεγάλων επιχειρήσεων και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, ενώ από 1936 ανέλαβε νομικός σύμβουλος του βασιλιά Γεωργίου Β’, μέχρι το 1946, οπότε αποφάσισε να αναμιχθεί στην πολιτική.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής παρέμεινε στην Ελλάδα, αλλά δεν φαίνεται να ανέπτυξε ιδιαίτερη αντιστασιακή δράση. Συμμετείχε, πάντως, ως αρμόδιος για πολιτικά θέματα σε μια μυστική οργάνωση προσωπικοτήτων υπό την προεδρία του έκπτωτου αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου, που είχε επαφή με τον εξόριστο βασιλιά Γεώργιο Β’.
Εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής Κυκλάδων στις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 ως ανεξάρτητος συνεργαζόμενος με το Λαϊκό Κόμμα. Στις 10 Φεβρουαρίου 1947 ίδρυσε το «Νέον Κόμμα», στο οποίο προσχώρησαν 18 βουλευτές του Λαϊκού Κόμματος και στην κρίση του Νοεμβρίου του 1948 στήριξε με ψήφο ανοχής την κυβέρνηση Σοφούλη. Στη νέα κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη, που προέκυψε στις 20 Ιανουαρίου 1949, ανέλαβε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου, με αρμοδιότητα την υψηλή εποπτεία των υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας, που στελέχωσε τα μέλη του κόμματός του Θάνο Καψάλη και Ελευθέριο Γονή αντίστοιχα.
Στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950 το κόμμα του έλαβε το 2,5% των ψήφων και εξέλεξε ένα βουλευτή, όχι τον ίδιο, που απέτυχε λόγω της κατανομής των εδρών. Στις 30 Ιουλίου 1951 προσχώρησε με το «Νέον Κόμμα» στον «Ελληνικό Συναγερμό» του Αλέξανδρου Παπάγου και στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών. Μετά τις εκλογές της 16ης Νοεμβρίου 1952, κατά τις οποίες εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών, ανέλαβε στην πρώτη κυβέρνηση Παπάγου το υπουργείο τού Συντονισμού, έχοντας αποφασιστική ευθύνη στα υπουργεία του οικονομικού κύκλου (Οικονομικών, Εμπορίου, Βιομηχανίας, Εργασίας, Δημοσίων Έργων, Μεταφορών, Γεωργίας και Εμπορικής Ναυτιλίας).
Επί της υπουργίας του επιτεύχθηκε ο πρώτος πλεονασματικός προϋπολογισμός (1953-1954) μεταπολεμικά, καταργήθηκε το δελτίο άρτου, συγχωνεύθηκαν οι τράπεζες Εθνική και Αθηνών (απόφαση που θεωρήθηκε σκάνδαλο από την αντιπολίτευση) και υποτιμήθηκε η δραχμή έναντι του δολαρίου κατά 50% στις 9 Απριλίου 1953. Η υποτίμηση αυτή, η πιο επιτυχημένη στην ιστορία της χώρας, και η συνακόλουθη απελευθέρωση των εισαγωγών, έθεσαν τις βάσεις για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, παρά τις βραχυχρόνιες παρενέργειες που είχαν.
Το 1953 επισκέφθηκε επισήμως τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία και εξασφάλισε πιστώσεις για την ανάπτυξη της ΔΕΗ, τη δημιουργία διυλιστηρίου πετρελαίου και την επέκταση του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου έως την Κηφισιά. Η προγραμματισμένη, όμως, επέκτασή του μέχρι τη Ραφήνα και η κατασκευή Μετρό στην Αθήνα δεν προχώρησαν, λόγω της αποχώρησής του από την κυβέρνηση. Επί της υπουργίας του ψηφίστηκαν, μεταξύ άλλων, ο βασικός νόμος προσελκύσεως ξένων κεφαλαίων (ν.δ. 2687/53) που ισχύει με τροποποιήσεις μέχρι σήμερα, η οργάνωση στατιστικής υπηρεσίας και η πρώτη νομοθεσία περί ατομικής ενεργείας στην Ελλάδα.
Στις 3 Απριλίου 1954 διαφώνησε με τον στρατάρχη Παπάγο και παραιτήθηκε από την κυβέρνησή του. Τον Φεβρουάριο του 1955 ίδρυσε το «Κόμμα των Προοδευτικών», που ανήκε στο χώρο της εκσυγχρονιστικής Δεξιάς. Στο νέο κόμμα προσχώρησαν 30 βουλευτές του «Συναγερμού» και το κατέστησαν αξιωματική αντιπολίτευση. Στις εκλογές της 19ης Φεβρουαρίου 1956 συγκέντρωσε μόλις το 2,22% των ψήφων, χωρίς να εκλέξει βουλευτή.
Στις εκλογές της 11ης Μαΐου 1958 συνέπραξε με την Προοδευτική Αγροτική Δημοκρατική Ένωση (ΠΑΔΕ) και εξελέγη βουλευτής Αθηνών. Η ΠΑΔΕ ήταν συνασπισμός τεσσάρων κομμάτων, που συγκέντρωσε το 10,62% των ψήφων και εξέλεξε συνολικά 10 βουλευτές. Μέχρι και λίγες ημέρες πριν από την προκήρυξη των εκλογών βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με την ΕΔΑ για κοινή κάθοδο.
Τον Απρίλιο τού 1959 έγινε ο πρώτος έλληνας πολιτικός που επισκέφθηκε τη Σοβιετική Ένωση, ύστερα από προσωπική πρόσκληση του πρώτου αντιπροέδρου της χώρας Αναστάς Μικογιάν. Στις 26 Απριλίου συναντήθηκε με τον σοβιετικό ηγέτη Νικίτα Χρουστόφ και συζήτησαν το όραμά του για την «απύραυλη Βαλκανική».
Στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1961 συνεργάστηκε εκλογικά με την τότε νεοϊδρυθείσα Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου και εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών, όπως και 13 ακόμη μέλη του κόμματός του. Η συνεργασία των δύο πλευρών διακόπηκε μετεκλογικά, όταν ο Μαρκεζίνης αρνήθηκε να ακολουθήσει την Ένωση Κέντρου στον «ανένδοτο αγώνα» για την καταδίκη των «εκλογών βίας και νοθείας» του 1961.
Οι εκλογές της 19ης Οκτωβρίου 1963 περιόρισαν τους «Προοδευτικούς» σε 2 μόνο έδρες (ποσοστό ψήφων 3,75%). Στις τελευταίες προδικτατορικές εκλογές της 15ης Φεβρουαρίου 1964, στις οποίες θριάμβευσε η Ένωση Κέντρου, συνεργάστηκε με την ΕΡΕ και πέτυχε να εκλεγεί πρώτος βουλευτής Αθηνών. Επίσης, εκλέχθηκαν βουλευτές και άλλοι επτά υποψήφιοι των «Προοδευτικών».
Ο Μαρκεζίνης κατά την περίοδο της λεγόμενης «Αποστασίας» (15 Ιουλίου 1965 – 22 Δεκεμβρίου 1966 ) υποστήριξε την ανάγκη κυβέρνησης ευρύτατης ή ευρείας συνεργασίας. Έδωσε ψήφο ανοχής στην πρώτη κυβέρνηση των «αποστατών» του Γεωργίου Αθανασιάδη – Νόβα και καταψήφισε τη δεύτερη κυβέρνηση των «αποστατών» υπό τον Ηλία Τσιριμώκο. Όταν σχηματίστηκε η τρίτη κυβέρνηση «αποστατών» υπό τον Στέφανο Στεφανόπουλο δέχθηκε να τη στηρίξει.
Ο Μαρκεζίνης επανήλθε στο πολιτικό προσκήνιο στις 8 Οκτωβρίου 1973, όταν συμμετείχε στο «πείραμα» του δικτάτορα και Προέδρου της Δημοκρατίας, Γεωργίου Παπαδόπουλου, για σταδιακό εκδημοκρατισμό του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, αναλαμβάνοντας την πρωθυπουργία της χώρας. Ο ίδιος πίστευε ότι με το έργο του θα οδηγούσε την Ελλάδα και πάλι στη δημοκρατία, αλλά είναι κοινώς παραδεκτό ότι η πράξη του αυτή αμαύρωσε την πολιτική του διαδρομή. Η πρωθυπουργία του διάρκεσε μόλις 49 ημέρες και απομακρύνθηκε από τη θέση του στις 25 Νοεμβρίου, όταν ο Δημήτριος Ιωαννίδης ανέτρεψε τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης ασχολήθηκε με το συγγραφικό του έργο και το 1979 επανίδρυσε το «Κόμμα των Προοδευτικών», το οποίο τοποθετήθηκε ιδεολογικά δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας. Μετείχε στις εκλογές της 16ης Οκτωβρίου 1981, που έφεραν στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν κατόρθωσε να εκλεγεί, αποσπώντας το 1,69% των ψήφων. Το κόμμα του εξέλεξε, όμως, ένα ευρωβουλευτή, τον Απόστολο Παπαγεωργίου, στις ευρωεκλογές, που έγιναν την ίδια ημέρα (1,96%). Η τελευταία παρουσία του Σπύρου Μαρκεζίνη και του «Κόμματος Προοδευτικών» στο πολιτικό σκηνικό καταγράφηκε στις ευρωεκλογές της 17ης Ιουνίου 1984, όταν απέσπασε το 0,17% των ψήφων.
Ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης πέθανε στην Αθήνα στις 4 Ιανουαρίου 2000, σε ηλικία 90 ετών. Ήταν νυμφευμένος με την Ιέτα Ξύδη και απέκτησε ένα γιο, τον σερ Βασίλειο Μαρκεζίνη (γ. 1944), νομικό με σπουδαία καριέρα σε πανεπιστήμια της Αγγλίας και των ΗΠΑ.
Συγγραφικό έργο
Το διαζύγιον (1931)
Ο Ανώτατος Άρχων εις τα σύγχρονα δημοκρατικά πολιτεύματα (1935)
Ο Βασιλεύς εις το Ιδιωτικόν Δίκαιον (1936).
Ο Βασιλεύς ως Διεθνής Παραστάτης (1937)
Από τού Πολέμου εις την Ειρήνην (1949)
Πορεία προς τον λαόν (1955)
Ο Μακιαβέλλι και η εποχή μας (1959)
Η κρίσις του τρίτου μ.Χ. αιώνος και τα εξ αυτής συμπεράσματα
Πολιτική Ιστορία τής Νεωτέρας Ελλάδος
Αναμνήσεις (1927-1974)