Δεκάδες οδηγοί φορτηγών από την Ανατολική Ευρώπη έχουν εγκλωβιστεί στη Γερμανία, μακριά από την οικογένειά τους και διεκδικούν δεδουλευμένα.
Περίπου 60 οδηγοί φορτηγών από την Ανατολική Ευρώπη είναι εγκλωβισμένοι στη Γερμανία και καταδικασμένοι να κάνουν Πάσχα μακριά από τις οικογένειές τους. Όλο αυτό ξεκίνησε από την άρνηση της εταιρείας να καταβάλει στους οδηγούς τα δεδουλευμένα τους.
Όπως αναφέρει η Deutsche Welle, τις τελευταίες ημέρες η κραυγή αγανάκτησης των αυτοκινητιστών εξελίσσεται σε διεθνές ζήτημα. Συνδικαλιστές από τη Γερμανία και την Ολλανδία εκφράζουν τη συμπαράστασή τους, οι πρόξενοι της Γεωργίας και του Ουζμπεκιστάν ήρθαν να τους συμπαρασταθούν, οδηγοί από τη Νότια Κορέα ανεβάζουν βίντεο συμπαράστασης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ οι οικογένειες των οδηγών διαδήλωναν την αγανάκτησή τους έξω από το πολωνικό προξενείο στην Τιφλίδα.
Πριν από τέσσερεις μήνες ο Τορνίκε από τη Γεωργία άφησε τη δουλειά του σε εργοστάσιο μεταλλουργίας για να εργαστεί ως οδηγός φορτηγού. Ήλπιζε ότι θα κερδίσει περισσότερα χρήματα με καλύτερες συνθήκες εργασίας, αν και δεν θα έβλεπε συχνά την οικογένειά του. Φαίνεται όμως ότι οι ελπίδες του διαψεύδονται. «Πενήντα ευρώ έχω πάρει μέχρι τώρα, αυτό είναι όλο», λέει ο Τορνίκε στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA). «Η οικογένειά μου στέλνει χρήματα, για να με βοηθήσει…», απαντά για το πώς επιβιώνει όλο αυτό το διάστημα.
Εδώ και τρεις εβδομάδες ο Τορνίκε και άλλοι 60 οδηγοί φορτηγών έχουν ακινητοποιήσει τα φορτηγά τους στο πάρκινγκ του Σταθμού Εξυπηρέτησης Αυτοκινητιστών Γκρέφενχαουζεν, στο γερμανικό κρατίδιο της Έσσης και διεκδικούν τα δεδουλευμένα τους, όπως λένε. Οι περισσότεροι προέρχονται από τη Γεωργία, το Ουζμπεκιστάν και άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Είχαν υπογράψει σύμβαση με πολωνική εταιρεία, η οποία αρνείται να καταβάλλει τα συμπεφωνημένα.
Ο εργοδότης απαντά με… μηνύσεις
Η Ραίσα Λιπαρτελιάνι, αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Συνδικάτων της Γεωργίας, λέει ότι επιχείρησε να έρθει σε επαφή με την πολωνική εταιρεία μεταφορών και με τα συνδικάτα της χώρας, χωρίς αποτέλεσμα μέχρι στιγμής. Όμως ο δικηγόρος της πολωνικής εταιρείας κατέθεσε μήνυση στην Εισαγγελία του Ντάρμσταντ, προκειμένου να τερματιστεί η «υπεξαίρεση 39 φορτηγών», που αποτελούν περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης, όπως δηλώνει. Από την άλλη πλευρά, δεν έχει γίνει γνωστή οποιαδήποτε μήνυση από την πλευρά των εργαζομένων για μη καταβολή δεδουλευμένων.
Η Άννα Βάιριχ, σύμβουλος του δικτύου «Κινητικότητα με Δικαιοσύνη» που προσπαθεί να βοηθήσει τους απεργούς, λέει ότι όλα αυτά δεν αποτελούν μεμονωμένο περιστατικό. «Ένα καίριο πρόβλημα του κλάδου είναι ότι οι οδηγοί φορτηγών με πινακίδες Πολωνίας, Λιθουανίας ή Ρουμανίας συνήθως πληρώνονται με το ελάχιστο ημερομίσθιο που ισχύει στις συγκεκριμένες χώρες», επισημαίνει. Αυτό προφανώς δεν είναι παράνομο όταν οι άνθρωποι αυτοί απασχολούνται πράγματι στην πατρίδα τους.
Με βάση την ευρωπαϊκή «οδηγία για την απόσπαση εργαζομένων» θεωρητικά ισχύει στην ΕΕ η βασική αρχή ότι ο εργαζόμενος που αποσπάται για ένα διάστημα σε μία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, απολαμβάνει τα ίδια δικαιώματα με τους εργαζόμενους στη χώρα υποδοχής. Με απλά λόγια: Όταν ένας Γερμανός και ένας Ρουμάνος υδραυλικός κάνουν την ίδια δουλειά στη Γερμανία, δεν μπορεί ο Ρουμάνος να αμείβεται με λιγότερα χρήματα, μόνο και μόνο γιατί δεν έχει τη γερμανική υπηκοότητα. Το 2020 η Πολωνία είχε προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά της οδηγίας, αλλά η προσφυγή απορρίφθηκε.
Τι γίνεται όμως, όταν οι εργασιακές σχέσεις χάνονται μέσα σε έναν λαβύρινθο υπεργολαβιών, όπως συμβαίνει πολύ συχνά στον κλάδο των μεταφορών; Ή όταν ο εργαζόμενος δεν έχει καν υπηκοότητα κράτους-μέλους της ΕΕ; Η Άννα Βάιριχ λέει ότι από όλους αυτούς τους οδηγούς που είχαν υπογράψει σύμβαση με την πολωνική εταιρεία «ούτε ένας δεν έχει εργαστεί ποτέ στην Πολωνία. Τους μεταφέρουν εδώ με βανάκια από τη βάση τους στην Πολωνία, οδηγούν επί μήνες σε δυτικούς αυτοκινητοδρόμους, ξημεροβραδιάζονται στα φορτηγά, πολλοί έχουν μήνες να δουν την οικογένειά τους…»
Έστειλε θωρακισμένο όχημα με σεκιούριτι να διώξει τους οδηγούς
Τη Μεγάλη Παρασκευή, πριν από το Πάσχα των Καθολικών, ο Πολωνός εργοδότης έστειλε στο Γκρέφενχαουζεν μία εταιρεία σεκιούριτι με θωρακισμένο όχημα για να εκδιώξει τους οδηγούς, αλλά εκείνοι αντέδρασαν. Επενέβη η γερμανική αστυνομία και απομάκρυνε τους σεκουριτάδες. Ο Ολλανδός συνδικαλιστής Έντβιν Ατέμα, που βρίσκεται στο πλευρό των απεργών, κάνει λόγο για «μεθόδους μαφίας, που δείχνουν το πραγματικό πρόσωπο του ιδιοκτήτη της επιχείρησης».
Επικεφαλής της αποστολής των σεκουριτάδων ήταν ιδιωτικός ντετέκτιβ, ο οποίος, σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα Frankfurter Rundschau, έχει βεβαρημένο ποινικό μητρώο και είναι γνωστός στην Πολωνία ως πρώην βουλευτής και πρωταγωνιστής ριάλιτι. Ο ίδιος δηλώνει ότι η επέμβαση της γερμανικής αστυνομίας «ήταν σκανδαλώδης και δεν σεβόταν την αρχή της αναλογικότητας», γι αυτό και πρόκειται «να καταθέσει μηνύσεις και να διαμαρτυρηθεί στη γερμανική πρεσβεία», ενώ παράλληλα απειλεί ότι θα ακολουθήσουν «και άλλα μέτρα», για να τερματιστεί η απεργία των οδηγών.
Αλλιώς φανταζόταν την κατάσταση ο Τορνίκε. Πίστευε ότι θα εργαστεί στη Δυτική Ευρώπη για ένα διάστημα κι όταν βάλει κάποια χρήματα στην άκρη θα χτίσει ένα σπίτι στο χωριό του, στον Καύκασο, για να στεγάσει την οικογένειά του. Παρόμοιες ιστορίες έχουν να διηγηθούν όλοι οι οδηγοί που ακινητοποιήθηκαν στο πάρκινγκ του Γκρέφενχαουζεν. Λένε ότι αυτό που κατάλαβαν μιλώντας με την πολωνική εταιρεία μεταφορών ήταν ότι εκείνη θα φρόντιζε για όλες τις απαραίτητες διατυπώσεις, προκειμένου οι οδηγοί να εργαστούν στη Γερμανία, την Αυστρία ή την Ιταλία.
Δύσκολα τα πράγματα και για τον Γκαβρόν από το Ουζμπεκιστάν. Παραμένει κι αυτός στο πάρκιγνκ, δίπλα στο φορτηγό του και προσπαθεί να αποκαταστήσει τη σύνδεση WiFi για να μιλήσει με την οικογένειά του στη Σαμαρκάνδη. Έχει αφήσει πίσω δύο παιδιά, τριών και έξι ετών. «Έχω να τους δω τρεις μήνες και ιδιαίτερα ο μικρός δεν τα καταλαβαίνει όλα αυτά», λέει. Όσο για τη συμπεριφορά του Πολωνού εργοδότη, ο Γκαβρόν λέει ότι έχει απογοητευθεί: «Έχω δουλέψει πολύ σκληρά, μου αρέσει η σκληρή δουλειά. Θέλω όμως και να πληρώνομαι με τα χρήματα που δικαιούμαι. Τα συμβόλαια πρέπει να τηρούνται…»