Το άσθμα αφορά περισσότερους ανθρώπους από αυτούς που νομίζαμε. Και τώρα, επιστήμονες βρήκαν πως όσοι δεν κοιμούνται καλά και έχουν γενετική προδιάθεση για άσθμα, διπλασιάζουν τις πιθανότητες να διαγνωστούν με άσθμα. Αν όμως κοιμούνται καλά και αρκετά, μειώνουν τον κίνδυνο.
«Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι οι διαταραχές ύπνου, όπως η μικρή διάρκεια ύπνου και η αϋπνία, σχετίζονται με χρόνια φλεγμονή», αναφέρει ο συγγραφέας της μελέτης Fuzhong Xue από το Εθνικό Ινστιτούτο Δεδομένων Υγείας της Κίνας στο Πανεπιστήμιο Shandong στο Jinan.
«Θεωρητικά, η ανοσοαπόκριση στη φλεγμονή θα μπορούσε να δημιουργήσει προφλεγμονώδεις κυτοκίνες που οδηγούν σε κυτταρική διήθηση και φλεγμονή των αεραγωγών, αυξάνοντας περαιτέρω τον κίνδυνο άσθματος», αναφέρουν οι επιστήμονες.
Ο έγκαιρος εντοπισμός και η θεραπεία των διαταραχών ύπνου μπορεί να μειώσει τους κινδύνους, ανεξάρτητα από τη γενετική προδιάθεση, προσθέτουν.
Άσθμα και ύπνος
Οι πάσχοντες με άσθμα συχνά αναφέρουν διακοπτόμενο ύπνο και αϋπνία.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από την βιοτράπεζα του Ηνωμένου Βασιλείου για περισσότερους από 455.000 ενήλικες που εγγράφηκαν μεταξύ 2006 και 2010.
Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν για τις συνήθειες του ύπνου τους, με βάση το αν ήταν πρωινοί ή βραδινοί τύποι, τη διάρκεια του ύπνου τους, την αϋπνία, το ροχαλητό και την υπερβολική υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Υγιές πρότυπο ύπνου θεωρείται αυτό κατά το οποίο κάποιος ξυπνάει νωρίς, κοιμάται επτά έως εννέα ώρες κάθε βράδυ, έχει αϋπνία σπάνια ή ποτέ, δεν ροχαλίζει και δεν έχει υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Πάνω από 73.000 άτομα πληρούσαν τα κριτήρια για ένα υγιές πρότυπο ύπνου. Περισσότεροι από 284.000 είχαν ένα ενδιάμεσο μοτίβο ύπνου και πάνω από 97.000 είχαν προβλήματα ύπνου.
Κάθε συμμετέχων βαθμολογήθηκε ως προς τον γενετικό κίνδυνο άσθματος με βάση τον σχετιζόμενων με το άσθμα αριθμό γενετικών παραλλαγών που έφερε στο γονιδίωμά του.
Περίπου 1 στους 3 θεωρήθηκε ως υψηλού γενετικού κινδύνου, ενώ ένα άλλο 30% μεσαίου κινδύνου.
Τι έδειξε η έρευνα
Οι ερευνητές παρακολούθησαν την αναπνευστική υγεία των συμμετεχόντων μέχρι την ημερομηνία διάγνωσης άσθματος, θανάτου ή μέχρι το τέλος Μαρτίου του 2017.
Σε λίγο λιγότερο από εννέα χρόνια, εμφάνισαν άσθμα πάνω από 17.000 άνθρωποι, οι οποίοι συγκέντρωναν περισσότερους παράγοντες κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της κακής ποιότητας ύπνου συγκριτικά με όσους δεν είχαν άσθμα.
Περίπου 7.100 άτομα με υψηλό γενετικό κίνδυνο άσθματος και περισσότερα από 5.700 με ενδιάμεσο γενετικό κίνδυνο, διαγνώστηκαν με άσθμα κατά την περίοδο παρακολούθησης.
Σε σύγκριση με εκείνους με χαμηλό γενετικό κίνδυνο, εκείνοι με τον υψηλότερο κίνδυνο είχαν 47% περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με άσθμα, διαπίστωσε η μελέτη. Εκείνοι που αντιμετώπιζαν διαταραχές ύπνου, είχαν 55% περισσότερες πιθανότητες.
Όσοι είχαν γενετικό κίνδυνο αλλά και κακή ποιότητα ύπνου, είχαν 122% περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με άσθμα σε σχέση με εκείνους με υγιή ύπνο και χαμηλό γενετικό κίνδυνο.
Και τα πέντε χαρακτηριστικά ύπνου συνδέονταν ανεξάρτητα με χαμηλότερο κίνδυνο άσθματος. Το να έχει κάποιος ποτέ ή σπάνια αϋπνία και διάρκεια ύπνου επτά έως εννέα ωρών τη νύχτα, είχαν τη μεγαλύτερη επιρροή στη μείωση του κινδύνου, είπαν οι συγγραφείς.
Περαιτέρω ανάλυση σε μια μικρότερη ομάδα ανθρώπων, διαπίστωσε ότι ένα υγιές μοτίβο ύπνου μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο άσθματος σε όσους διατρέχουν υψηλό γενετικό κίνδυνο κατά 37%. Ένα υγιές μοτίβο ύπνου μπορεί να βοηθήσει στην αντιστάθμιση του κινδύνου άσθματος, ανεξάρτητα από τη γενετική προδιάθεση, είπαν οι ερευνητές.
«Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κακός ύπνος σε συνδυασμό με την αυξημένη γενετική προδιάθεση υπερδιπλασίαζε τον κίνδυνο άσθματος, τα μοτίβα ύπνου θα μπορούσαν να αποτελέσουν αποτελεσματική παρέμβαση στον τρόπο ζωής για την πρόληψη μελλοντικού άσθματος, ειδικά για άτομα με γενετική προδιάθεση», ανέφεραν οι συγγραφείς.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση BMJ Open Respiratory Research.