Η ιστορία της πρωτοχρονιάτικης συναυλίας της Βιέννης


Εδώ και δεκαετίες, η πρωτοχρονιάτικη συναυλία απολαμβάνει ένα πολύ προνομιακό συμβολικό status. Για πάρα πολλούς ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο είναι ένα μελωδικό depon που διώχνει γλυκά τον πονοκέφαλο της χρονιάς που τελειώνει κι ένα μήνυμα χαράς, ελπίδας, ειρήνης και αισιοδοξίας εν όψει της χρονιάς που ανατέλλει. Οι πόλκες, οι φανφάρες, τα βαλς και τα εμβατήρια δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας ότι αυτή η νέα χρονιά θα είναι συγκλονιστική – μια αστραφτερή εποχή, φωτισμένη από ανείπωτες χαρές και ένδοξους θριάμβους. Αυτό από μόνο του, είναι ένας θρίαμβος, αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόκειται για μια συναυλία που γεννήθηκε στο πιο βαθύ σκοτάδι της ανθρώπινης ιστορίας, με στόχο να βοηθήσει στην επικράτηση του σκότους.

Στην πόλη της Βιέννης διοργανώνονταν συναυλίες ανήμερα της πρωτοχρονιάς από το 1838. Συμμετείχαν σ’ αυτές διάφορες ορχήστρες που ερμήνευαν έργα των μεγάλων κλασικών σε διάφορες αίθουσες και σημεία της πόλης.

Η Φιλαρμονική της Βιέννης ιδρύθηκε το 1842 και από πολύ νωρίς αναδείχτηκε ως το κορυφαίο μουσικό σύνολο της πρωτεύουσας. Από πολύ νωρίς, επίσης, οι μουσικοί της αποφάσισαν να αγνοήσουν τις συνθέσεις του Γιόχαν Στράους και αργότερα των υπολοίπων της δυναστείας των Στράους. Η μουσική τους ήταν ήδη δημοφιλέστατη και οι Βιεννέζοι τη λάτρευαν, αλλά θεωρήθηκε πολύ λαϊκή και ανάξια μιας ορχήστρας με υψηλό πρεστίζ που επεδίωκε την καθιέρωσή της σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Το κτίριο του Musikverein, που μέχρι σήμερα αποτελεί την έδρα της Φιλαρμονικής, εγκαινιάστηκε στις 6 Ιανουαρίου 1870. Είναι σχεδιασμένο από τον Θεόφιλο Χάνσεν, τον Δανό αρχιτέκτονα που έχει κατασκευάσει το Ζάππειο Μέγαρο, την Ακαδημία, το Πανεπιστήμιο και τη Βιβλιοθήκη των Αθηνών. Ο Χάνσεν δεν είχε καμία προηγούμενη εμπειρία στην κατασκευή αιθουσών προορισμένων για την ακρόαση μουσικής, αλλά κατάφερε να δημιουργήσει (ενστικτωδώς, όπως κατέγραψε ο ίδιος) ένα μεγαλοπρεπές auditorium, η ακουστική του οποίου θεωρείται κορυφαία μέχρι και σήμερα.

Η ‘Χρυσή Αίθουσα’ του Musikverein έχει 49 μέτρα μήκος, 19 μέτρα πλάτος και 18 μέτρα ύψος. Σε ένα sold out event όπως η πρωτοχρονιάτικη συναυλία, φιλοξενεί 1744 καθισμένους ακροατές και 300 όρθιους.

Η πρώτη φορά που ακούστηκε μουσική των Στράους στο Musikverein, από τη Φιλαρμονική Ορχήστρα, ήταν στις 22 Απριλίου του 1873, όταν ο Γιόχαν Στράους ο νεότερος παρουσίασε ένα δικό του έργο. Ο συνθέτης διεύθυνε άλλες πέντε φορές τη Φιλαρμονική. Την τελευταία, στις 22 Μαΐου του 1899, στη Όπερα, σε μια παράσταση της ‘Νυχτερίδας’. Εκείνο το βράδυ άρπαξε το κρυολόγημα που εξελίχθηκε σε πνευμονία και οδήγησε στον θάνατό του ένα μήνα αργότερα.

Η πρώτη πρωτοχρονιάτικη συναυλία με την μορφή που την ξέρουμε σήμερα διοργανώθηκε το 1939. Η Αυστρία ήταν ήδη γρανάζι του Άξονα και ο σκοπός της συναυλίας ήταν η τόνωση του ηθικού των πολιτών και η ενίσχυση της πολεμικής προσπάθειας. Τα έσοδα δόθηκαν για την ενίσχυση του στρατού των Ναζί. Μαέστρος ήταν ο Κλέμενς Κράους, ο ‘απολογητής’ της μουσικής των Στράους, ο άνθρωπος που καθιέρωσε την ‘πιο Βιεννέζικη’ μουσική ως σχεδόν αποκλειστικό θέμα της πρωτοχρονιάτικης συναυλίας.

Εκείνη η πρώτη συναυλία διοργανώθηκε κατ’ εξαίρεση παραμονή πρωτοχρονιάς (31/12/1939) και συμπεριελάμβανε μόνο συνθέσεις του Γιόχαν Στράους του νεότερου. Από το επόμενο έτος, το κονσέρτο γινόταν ανήμερα της πρωτοχρονιάς, πάντα με μαέστρο τον Κράους και πάντα με βαλσάκια, πόλκες, μαζούρκες και εμβατήρια των μελών της δυναστείας των Στράους.

Μετά τον πόλεμο επιβλήθηκε στον Κράους διετής απαγόρευση της διεύθυνσης της Φιλαρμονικής. Η πρώτη μεταπολεμική συναυλία έλαβε χώρα την πρωτοχρονιά του 1946, υπό τη διεύθυνση του Γιόζεφ Κριπς, που στην περίοδο του πολέμου είχε διωχθεί από τους Ναζί. Σε εκείνη τη συναυλία ακούστηκαν για πρώτη φορά τα encore. Στο τέλος της, οι θεατές και οι ακροατές που άκουγαν τη ραδιοφωνική μετάδοση ένιωσαν κατακλυσμένοι από αισθήματα ανακούφισης, χαράς, αισιοδοξίας και ελπίδας γι’ αυτά που έρχονταν. Η συναυλία σηματοδότησε συμβολικά την αποχώρηση του σκοταδιού και το καλωσόρισμα του πρώτου φωτός μετά από τα σκληρά χρόνια του πολέμου.

Ο ρέκορντμαν των πρωτοχρονιάτικων συναυλιών είναι ο Βίλι Μποσκόφσκι, που έχει διευθύνει 25 κονσέρτα (συνεχόμενα). Ο διάδοχός του, Λορίν Μααζέλ έχει βρεθεί 10 φορές στο πόντιουμ ανήμερα πρωτοχρονιάς, αλλά ‘σπαστές’, αφού από το 1987 οι μαέστροι της συναυλίας εναλλάσσονται. Ο πρώτος μαέστρος που έσπασε το ‘μονοπώλιο’ ήταν ο Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν που εκείνη τη χρονιά (το 1987) παρουσίασε την πρωτοχρονιάτικη συναυλία για πρώτη και τελευταία φορά στη σπουδαία καριέρα του.

Από το 1980 ως το 2013, τα λουλούδια που διακοσμούσαν τη ‘Χρυσή Αίθουσα’ προέρχονταν από την Ιταλία, ως ευγενική προσφορά του Δήμου του Σαν Ρέμο. Το 2014 τα προσέφεραν οι ίδιοι οι μουσικοί της ορχήστρας και από το 2015 τα τριαντάφυλλα και ό,τι άλλο χρειάζεται για τον εντυπωσιακό στολισμό της αίθουσας συλλέγονται αποκλειστικά από τους εθνικούς και δημοτικούς κήπους της Βιέννης.

Τα κοστούμια των μουσικών άλλαξαν για πρώτη φορά το 2013 και ξανά το 2017. Και τους δύο επανασχεδιασμούς τους ανέλαβε η Βίβιαν Γουέστγουντ.

Εδώ και πολλά χρόνια, οι συναυλίες είναι sold out. Από τις 2000 περίπου διαθέσιμες θέσεις (μαζί με τους όρθιους), στο κοινό διατίθενται κάθε χρόνο 700 εισιτήρια. Τα υπόλοιπα πάνε σε χορηγούς και επίτιμα μέλη της ορχήστρας. Ο μόνος τρόπος να προμηθευτείς ένα από τα περιζήτητα εισιτήρια είναι να υποβάλεις την αίτησή σου μαζί με 60.000 ακόμα ανθρώπους που το κάνουν κάθε χρόνο (από την 1η ως 28 Φλεβάρη), να περιμένεις την κλήρωση που γίνεται τον Μάρτη και μετά – αν είσαι τυχερός – να περιμένεις 10 ακόμη μήνες μέχρι να παρευρεθείς στη συναυλία της επόμενης χρονιάς.

ΠΗΓΗ


Αφήστε ένα μήνυμα

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ