Ένα τεράστιο ατόπημα, στα όρια της ύβρεως, από την Ελληνική Πολιτεία, διορθώθηκε, για έναν εκ των σημαντικότερων ηρώων της Ελληνικής Επανάστασης.
Ο λόγος, για τον Νικήτα Σταματελόπουλο, γνωστός ως «Νικηταράς ο Τουρκοφάγος», ο οποίος αν και προσέφερε τα πάντα στον Αγώνα, το κράτος του φέρθηκε επαίσχυντα, ενώ ο ίδιος πέθανε πάμφωχος και λαβωμένος, χωρίς να καν να έχει εκπληρωθεί η τελευταία του επιθυμία. Μέχρι πρότινος.
Η τελευταία επιθυμία του Νικηταρά, σύμφωνα με τον επικήδειό του, ήταν να ταφεί δίπλα από τον θείο του και πρωτεργάτη του Αγώνα, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, όπως και έγινε, αλλά κράτησε για ελάχιστα χρόνια, διότι ο τάφος του στη συνέχεια άδειασε και καταστράφηκε, καθώς κανείς δεν μερίμνησε για αυτόν. Η επιθυμία του τελικά εκπληρώθηκε 173 χρόνια μετά τον θάνατό του.
Κι αυτό χάρη στην επιμονή και στο αίσθημα δικαιοσύνης ενός Βατραχανθρώπου του Λιμενικού Σώματος εν αποστρατεία, του Κώστα Χατζηδάκη, ο οποίος έπειτα από «πολύ αγώνα» και αντιμετωπίζοντας σε όλες του τις εκφάνσεις το «τέρας της γραφειοκρατίας», κατάφερε να λάβει τις σχετικές άδειες και έτσι πέρσι, κατασκεύασε με ιδίαν έξοδα το κενοτάφιο του Νικηταρά, δίπλα από τον τάφο του Γέροντα του Μοριά, στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.
Σε μία σεμνή, ίσως ιδιαίτερα σεμνή δεδομένου του μεγέθους του ήρωα, τελετή, και με απουσία της πολιτικής, πολιτειακής και στρατιωτικής ηγεσίας, πέρσι, παραμονές της Εθνικής Επετείου, έγιναν τα αποκαλυπτήρια και έτσι εκπληρώθηκε η τελευταία επιθυμία του Νικηταρά του Τουρκοφάγου, ενός ανθρώπου ο οποίος συμμετείχε στις περισσότερες σημαντικές μάχες του 1821, εξ ού και το προσωνύμιό του.
Δείτε το ρεπορτάζ:
Ο Κώστας Χατζηδάκης περιγράφει στο Newsbomb.gr το πώς κατάφερε να αποκαταστήσει αυτή την ιστορική αδικία:
«Ο Νικηταράς ήταν ο ήρωάς μου από παιδί, διαβάζοντας τα κατορθώματά του που με συγκινούσαν. Με αυτό το παράδειγμα πορεύτηκα όλα τα χρόνια, από τον ηρωισμό, την ανδρεία, τη γενναιότητα και την ανιδιοτέλεια, έκανα πολλά πράγματα στη ζωή μου έχοντας αυτόν ως πρότυπο.
Ο ίδιος όμως έτυχε βάναυσης αντιμετώπισης από την πολιτεία που ελευθέρωσε. Φυλακίστηκε, βασανίστηκε, τυφλώθηκε και ζούσε με άδεια επετείας, στην Ευαγγελίστρια του Πειραιά. Με ενέπνευσε όλος του ο βίος, ενώ η Πολιτεία τον τίμησε με τον χειρότερο τρόπο. Αυτό μου χτύπησε το καμπανάκι για την αδικία στο πρόσωπό του και ήταν το εφαλτήριο για να ασχοληθώ διαχρονικά με τη ζωή του και να συλλέξω ιστορικά αρχεία.
Μελέτησα όλα τα ιστορικά αρχεία για αυτόν και έφτασα στον επικήδειο που εκφωνήθηκε 25 Σεπτεμβρίου 1849, στη Μητρόπολη, και εκεί διάβασα ότι επιθυμία του ήταν να ταφεί δίπλα στον τάφο του θείου του, Κολοκοτρώνη.
Στην επίσκεψη μου στο Πρώτο Νεκροταφείο ανακάλυψα με έκπληξη ότι ο τάφος του δεν υπάρχει καθώς είχε καταστραφεί. Τότε πείσμωσα και έδωσα για να δημιουργήσω το κενοτάφιο και να αποκατασταθεί μια τέτοια διαχρονική αδικία. Έδωσα όρκο στον εαυτό μου ότι αυτό πάση θυσία θα το πετύχω και με οποιοδήποτε τίμημα.
Παρέδωσα λοιπόν το 2018 όλα τα ιστορικά στοιχεία που είχα συλλέξει στον Δήμο Αθηναίων. Το ιστορικό αρχείο αποδείκνυε και το γεγονός ότι ήταν θαμμένος εκεί – ο τάφος καταστράφηκε διότι ήταν φτωχός και δεν μερίμνησε κανείς. Αυτό είναι το διαχρονικό λάθος, η παράλειψη και η απαξίωση.
Πέρασαν 4 χρόνια διαρκών και επίμονων προσπαθειών, πήγαινα από υπηρεσία σε υπηρεσία – είδα όλο το γρανάζι της γραφειοκρατίας και της κωλυσιεργίας σε θέματα δημοσίου και αποφάσεων. Τελικά, το 2022, ο όρκος και η υπόσχεση στον ήρωα εκπληρώθηκε. Μέσα από αυτή την κίνηση πιστεύω ότι εκφράζεται όλος ο ελληνικός λαός – εγώ απλά συνέλαβα την ιδέα και είχα τη θέληση και την υπομονή με κάθε κόστος να την υλοποιήσω.
Στην όλη μου προσπάθεια πρέπει να ευχαριστήσω τον γλύπτη Γεώργιο Ρούσση που φιλοτέχνησε και δώρισε την προτομή, καθώς και την οικογένεια Βαντόλα που κάλυψε μέρος των εξόδων».
Το μήνυμα του Κώστα Χατζηδάκη, τέλος, είναι το ακόλουθο:
«Εύχομαι η Πολιτεία να πάψει να μη δίνει τον πρέποντα σεβασμό προς τους πολίτες του γενικότερα. Αυτοί οι άνθρωποι υπηρέτησαν το έθνος ανιδιοτελώς, μόνο με την φιλοπατρία και εμπνέουν εμάς και τα παιδιά μας. Εγώ εμπνεύστηκα από τον Νικηταρά και έκανα ό,τι έκανα στη ζωή μου, έτσι θεωρώ ότι και τα νέα παιδιά αν ενσκύψουν στην ιστορία μας και στον ηρωισμό αυτού του έθνους, τότε μόνο θα αντλήσουν παραδείγματα, θα στέκουν περήφανα, θα αποκτήσουν “φάρους” για τη μετέπειτα ζωή τους και θα ατενίζουν το μέλλον με αισιοδοξία.
Έθνος που δεν τιμάει ή δεν γνωρίζει την ιστορία του, δεν υφίσταται. Αν ο κάθε ένας μας κάνει μια κίνηση από το μετερίζι του για την πατρίδα, τότε αυτός ο τόπος έχει την ελπίδα να πάει μπροστά»…